Κατώτατος μισθός: Ανακοινώθηκε η αύξηση του – Πόσα χρήματα θα πάρουν οι εργαζόμενοι

4
919

Ανακοινώθηκε η αύξηση του κατώτατου μισθού στα 663 ευρώ από τον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη κατά την διάρκεια τηλεδιάσκεψης με το υπουργικό συμβoύλιο – Ο νέος κατώτατος μισθός αυξάνεται κατά 2%. 

Το Μέγαρο Μαξίμου «άναψε το πράσινο φως» για την συμβολική αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 2% (στα 13 ευρώ) παρά την ύφεση της τάξης του 8,2% το 2020 (λόγω κορονοϊού) αλλά και τις εισηγήσεις των φορέων που συμμετείχαν στην διαβούλευση για «πάγωμα» του μισθού για ακόμη ένα έτος.

Ο υπουργός Εργασίας Κωστής Χατζηδάκης εισηγήθηκε τη Δευτέρα στο υπουργικό συμβούλιο τον νέο κατώτατο μισθό ο οποίος θα διαμορφωθεί από 650 σε 663 ευρώ και το νέο κατώτατο ημερομίσθιο των εργατοτεχνιτών το οποίο θα διαμορφωθεί από 29.04 σε 29.62 ευρώ.

Αξίζει να σημειωθεί πως η εφαρμογή δε θα έχει αναδρομική ισχύ αλλά ο αυξημένος κατώτατος μισθός θα αρχίσει να καταβάλλεται άμεσα στους εργαζόμενους.

Ο νέος κατώτατος μισθός για εργαζόμενο του ιδιωτικού τομέα ανάλογα με τα έτη προϋπηρεσίας

  • Για μισθωτό με προϋπηρεσία από 0 έως 3 χρόνια προϋπηρεσία διαμορφώνεται σε 663 ευρώ.
  • Για μισθωτό με προϋπηρεσία από 3 έως 6 χρόνια διαμορφώνεται σε 729,3 ευρώ.
  • Για μισθωτό με προϋπηρεσία από 6 έως 9 χρόνια διαμορφώνεται σε 795.6 ευρώ και
  • Για μισθωτό με προϋπηρεσία άνω των 9 ετών διαμορφώνεται σε 861,9 ευρώ.

Οι ανακοινώσεις του Πρωθυπουργού για τον κατώτατο μισθό

«Καλή σας μέρα κυρίες και κύριοι συνάδελφοι. Επιτρέψτε μου να ξεκινήσω με το πρώτο θέμα στην ημερήσια διάταξή μας που αφορά τις αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου σε σχέση με τον κατώτατο μισθό. Παρά την αντίθετη εισήγηση των εκπροσώπων των επιχειρήσεων, η Κυβέρνηση αποφάσισε για φέτος την αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 2%. Όπως ξέρετε στον σχετικό διάλογο που προηγήθηκε, οι Συνομοσπονδίες των επαγγελματιών, των βιοτεχνών, των μεγάλων επιχειρήσεων, των εμπόρων, είχαν ζητήσει το πάγωμα του κατώτατου μισθού λόγω των ειδικών συνθηκών που επέφερε η πανδημία. Και πράγματι -όπως όλοι γνωρίζουμε- το Α.Ε.Π. πέρυσι μειώθηκε περίπου κατά 8% κατά συνέπεια οι συνθήκες αυτές ισχύουν. Αυτό το οποίο όμως επίσης ισχύει είναι ο δυναμισμός της ελληνικής οικονομίας, οι προοπτικές της, τις οποίες εμπιστεύομαι και προσωπικά.

Η αύξηση την οποία αποφασίζουμε σήμερα προφανώς και δεν καλύπτει τις ανάγκες των εργαζομένων. Θέλω να θυμίσω, όμως, ότι έρχεται σε συνέχεια ενός γιγαντιαίου προγράμματος το οποίο ξεπέρασε τα 40 δισ. ευρώ, το οποίο επί 18 μήνες στήριξε το εισόδημα, τις θέσεις εργασίας, αλλά και τη ρευστότητά των επιχειρήσεων. Όπως, επίσης, και το γεγονός ότι η αύξηση αυτή έρχεται να συμπληρώσει ένα κύμα φοροελαφρύνσεων, αλλά και μικρότερων εισφορών που και αυτές με τη σειρά τους υποστήριξαν το διαθέσιμο εισόδημα όλων των εργαζομένων. Τώρα η ενίσχυση αυτή έρχεται να τονώσει τους χαμηλότερα αμειβόμενους. Έχει ένα ύψος το οποίο μπορεί να χαρακτηριστεί και συμβολικό. Είναι, όμως, απολύτως ρεαλιστική. Αλλά η κατεύθυνσή της παραμένει ουσιαστική διότι δείχνει ότι σταθερό μέλημα αυτής της Κυβέρνησης είναι η προστασία των πιο αδύναμων συμπολιτών μας, αλλά και γιατί η αύξηση αυτή -εν μέσω των μεγάλων δυσκολιών της πανδημίας- σηματοδοτεί την αισιοδοξία μας για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας συνολικά. Με λίγα λόγια θα μπορούσα να χαρακτηρίσω την απόφαση αυτή ως ένα διπλό σήμα: Ένα σήμα επανεκκίνησης της εθνικής παραγωγικής μηχανής, καθώς όλοι οι δείκτες μπαίνουν σε ανοδική τροχιά αφού παρά τις δυσκολίες, τα έσοδα από τον τουρισμό φαίνεται ότι δεν θα συγκρίνονται πλέον με αυτά του 2020, αλλά με αυτά του 2019. Ενώ οι επενδύσεις και οι εξαγωγές κινούνται ήδη σε επίπεδα προ κρίσης. Και όλα αυτά πριν πέσουν ακόμα στην πραγματική οικονομία οι σημαντικοί πόροι από το Ταμείο Ανάκαμψης. Θυμίζω ότι η τρέχουσα κοινοβουλευτική περίοδος -πριν τις σύντομες καλοκαιρινές διακοπές της Βουλής- θα κλείσει την Παρασκευή με την ολοκλήρωση των νομοθετικών εκκρεμοτήτων που αφορούν το Ταμείο Ανάκαμψης. Ταυτόχρονα, όμως, η αύξηση αυτή την οποία θα εισηγηθεί σήμερα ο Υπουργός Εργασίας είναι και σήμα του κοινωνικού προσανατολισμού της πολιτικής μας.

Ήδη, τα πρώτα αποτελέσματα της ανάκαμψης και του συλλογικού πλούτου διοχετεύονται κατά προτεραιότητα σε αυτούς που τα έχουν περισσότερο ανάγκη, με ρεαλισμό, με φειδώ αλλά και με δικαιοσύνη. Κυρίως, όμως, αυτή η μικρή αύξηση του κατώτατου μισθού είναι ένα αισιόδοξο μήνυμα για το αύριο όλων: Ότι μπορούμε καλύτερα, πετυχαίνουμε καλύτερα και μας περιμένουν τα καλύτερα. Όσο πιο γρήγορα λοιπόν φύγει ο κίνδυνος για την υγεία, τόσο πιο γρήγορα θα έρθει και η ανάπτυξη στην οικονομία και στην κοινωνία. Γι’ αυτό και θα επαναλάβω -για ακόμα μία φορά- ότι ο εμβολιασμός γίνεται συλλογικό καθήκον. Η Πολιτεία θα συνεχίσει να αντιμετωπίζει τις εξάρσεις της πανδημίας όπου αυτό είναι απαραίτητο με τοπικές παρεμβάσεις, αλλά η επιλογή μας είναι σαφής: Το μέτωπο της αλήθειας και της λογικής πρέπει να επικρατήσει μέσα στο Καλοκαίρι και από το Φθινόπωρο η χώρα μας θα συνεχίσει την πορεία της έτσι ή αλλιώς» τόνισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης.

Κατώτατος μισθός: Αύξηση 2% από 1η Ιανουαρίου 2022 – Τα ποσά ανάλογα με τα έτη προϋπηρεσίας

Κατώτατος μισθός: Αύξηση 2% από 1η Ιανουαρίου 2022 - Τα ποσά ανάλογα με τα έτη προϋπηρεσίας
ΙΝΤΙΜΕ

Από αρχές του 2022 θα ισχύσει ο νέος κατώτατος μισθός που προβλέπει αύξηση κατά 2%, σύμφωνα με όσα ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, κατά την εισήγησή του στο υπουργικό συμβούλιο, τη Δευτέρα 26 Ιουλίου.

Tην αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 2% από 1ης Ιανουαρίου 2022, από τα 650 ευρώ που είναι σήμερα, στα 663 ευρώ το μήνα, ή 773,5 ευρώ αν συνυπολογισθεί το γεγονός ότι καταβάλλονται 14 μισθοί το χρόνο ενέκρινε σήμερα το Υπουργικό Συμβούλιο.

Η απόφαση ελήφθη ύστερα από την ολοκλήρωση της διαβούλευσης στην οποία συμμετείχαν οι κοινωνικοί εταίροι, ερευνητικοί και επιστημονικοί φορείς, η Τράπεζα της Ελλάδος κ.ά., με βάση τις προτάσεις που διατυπώθηκαν, τις αντοχές της οικονομίας και των επιχειρήσεων, ιδίως των μικρομεσαίων αλλά και τη διεθνή συγκυρία.

Ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Κωστής Χατζηδάκης, δήλωσε:

«Η ελληνική οικονομία βίωσε βαθιά ύφεση εξαιτίας των επιπτώσεων της πανδημίας, η οποία ήρθε σε συνέχεια της οικονομικής κρίσης. Μέλημα της κυβέρνησης με την απόφαση για την αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 2% από 1ης Ιανουαρίου του 2022, αλλά και με τη μείωση φόρων και ασφαλιστικών εισφορών – που οδήγησε σε πρόσθετη αύξηση του εισοδήματος των εργαζομένων κατά 1,6 % – είναι να στηρίξει την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων χωρίς να θέσει σε κίνδυνο επιχειρήσεις και θέσεις εργασίας. Λαμβάνοντας υπόψη τα αποτελέσματα της διαβούλευσης, δίνουμε μια συνετή αύξηση που δεν βάζει εμπόδια στην ανοδική τροχιά της οικονομίας και επιπλέον διατηρεί τον κατώτατο μισθό στο μέσο του πίνακα των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Από εκεί και πέρα, εργοδότες και εργαζόμενοι έχουν τη δυνατότητα να συμφωνήσουν καλύτερες αμοιβές με τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας που υπογράφουν σε επιχειρησιακό, κλαδικό ή εθνικό επίπεδο. Γνωρίζω βεβαίως ότι η αύξηση αυτή δεν λύνει τα προβλήματα των εργαζομένων. Ακολουθούμε όμως το δρόμο της σύνεσης μέχρι να ξεπεραστούν οι συνέπειες της πανδημίας στις επιχειρήσεις και ιδιαίτερα τις μικρομεσαίες. Και είμαι βέβαιος ότι η πολιτική της κυβέρνησης που οδηγεί σε αύξηση των επενδύσεων και άνοδο του οικονομικού επιπέδου της χώρας, είναι η μόνη που πραγματικά δημιουργεί τις προϋποθέσεις για καλύτερες αμοιβές, πράγμα που θα πιστοποιηθεί στις διαδικασίες που θα ακολουθήσουν από το 2022 και μετά».

Α. Η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου

Η αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 2% από 1ης Ιανουαρίου 2022 είναι η χρυσή τομή που επελέγη προκειμένου να ενισχυθεί η αγοραστική δύναμη των εργαζομένων χωρίς να τεθεί σε κίνδυνο η βιωσιμότητα επιχειρήσεων που βρίσκονται σε οριακό σημείο. Η απόφαση ελήφθη με γνώμονα την εξέλιξη της οικονομίας κατά τη διετία 2019 – 2020 (δεδομένου ότι η προηγούμενη αύξηση του κατώτατου μισθού έγινε στις αρχές του 2019) και τις προβλέψεις διεθνών και εγχώριων οργανισμών και ινστιτούτων για την ανάπτυξη της οικονομίας το 2021 και το 2022.

Ειδικότερα:

Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ (αλυσωτοί δείκτες όγκου με εποχική με ημερολογιακή διόρθωση) το ΑΕΠ το 2018 ήταν 180,068 δισ. ευρώ. ενώ το 2020 λόγω της κρίσης του κορωνοϊού διαμορφώθηκε σε 168,737 δισ. ευρώ. Δηλαδή ήταν μειωμένο κατά 6,29%, σε σχέση με το 2018 εξαιτίας κατά κύριο λόγο των επιπτώσεων της πανδημίας. Υπενθυμίζεται ότι η ύφεση το 2020 ήταν 8,2%.

Οι προβλέψεις διεθνών και εγχώριων φορέων συγκλίνουν σε ισχυρά ποσοστά ανάπτυξης τόσο το 2021 όσο και, κυρίως, το 2022 (ενδεικτικά: Ευρωπαϊκή Επιτροπή +4,3% το 2021, +6% το 2022, Διεθνές Νομισματικό Ταμείο: +3,3% το 2021, +5,4% το 2022, Τράπεζα της Ελλάδος: +4,2% το 2021, +5,3% το 2022).

Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω δεδομένα για την διετία 2019 – 2020 (σωρευτική ύφεση 6,29%) και τις εκτιμήσεις για το 2021 (ανάπτυξη 3,3% – 4,3%), η κυβέρνηση αποφάσισε την αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 2% από 1ης Ιανουαρίου του 2022, μια λελογισμένη αύξηση η οποία αντανακλά τις μέχρι τώρα επιδόσεις αλλά και τις προοπτικές της οικονομίας και δεν βάζει σε κίνδυνο τις επιχειρήσεις και τις θέσεις εργασίας. Οι προβλέψεις για την ανάπτυξη το 2022 (5,3% – 6%) οι οποίες είναι ακόμη πιο ευνοϊκές, θα ληφθούν υπόψη προφανώς, μαζί με τα απολογιστικά στοιχεία που θα υπάρχουν τότε, κατά τη διαδικασία αναπροσαρμογής του κατώτατου μισθού που θα γίνει το 2022.

Η αύξηση του κατώτατου μισθού σε επίπεδα που υπερβαίνουν τις αντοχές της οικονομίας και των επιχειρήσεων θα απέβαινε τελικά σε βάρος των ίδιων των εργαζομένων καθώς θα οδηγούσε σε:

Κίνδυνο για τη βιωσιμότητα επιχειρήσεων που έχουν πληγεί από την πανδημία και λειτουργούν «στο όριο». Ο κίνδυνος αυτός είναι ιδιαίτερα αυξημένος καθώς οι κλάδοι που επηρεάστηκαν περισσότερο (εστίαση κλπ) έχουν ταυτόχρονα και υψηλό ποσοστό εργαζομένων που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό.

Κίνδυνο απολύσεων ή στροφής σε αδήλωτη / υποδηλωμένη εργασία λόγω της δυσκολίας απορρόφησης της αύξησης του εργασιακού κόστους εν μέσω ύφεσης.

Περαιτέρω επιδείνωση της ανταγωνιστικότητας της Ελληνικής οικονομίας καθώς στο έντονο πλήγμα που είχε ήδη υποστεί λόγω της οικονομικής κρίσης προστέθηκαν και οι αρνητικές συνέπειες της πανδημίας (μείωση παραγωγικότητας κατά 6,9% και αύξηση μοναδιαίου κόστους εργασίας κατά 7,9% το 2020).

Β. Ο κατώτατος μισθός στην Ελλάδα σήμερα

Στην Ελλάδα ο νομοθετημένος από 1/2/2019 κατώτατος μηνιαίος μισθός για τους υπαλλήλους ανέρχεται στα 650 ευρώ και το ημερομίσθιο για εργατοτεχνίτες στα 29,04 ευρώ. Δεδομένου ότι στην Ελλάδα καταβάλλονται 14 μισθοί, αυτό αντιστοιχεί σε 758 ευρώ/μήνα. Με την εγκύκλιο 7613/395-18-02-2019 του Υπουργείου Εργασίας ορίστηκε ότι τα ανωτέρω ποσά προσαυξάνονται μέχρι και 30% ανάλογα με τα έτη προϋπηρεσίας που έχει συμπληρώσει ο/η εργαζόμενος/η προ του 2012. Συνεπώς ο κατώτατος μισθός μπορεί να είναι έως και 195 ευρώ υψηλότερος (βλ. πίνακα).

Αντίστοιχα από 1-1-2022 ο κατώτατος μισθός διαμορφώνεται στα 663 ευρώ το μήνα (ή 773,5 ευρώ με αναγωγή των 14 μισθών) ενώ με τις τριετίες φθάνει έως και 198,9 ευρώ υψηλότερα. Το κατώτατο ημερομίσθιο από 1-1-2022 διαμορφώνεται σε 29,62 ευρώ.

Οι ισχύοντες και οι νέοι μισθοί για άγαμους και έγγαμους υπαλλήλους και εργατοτεχνίτες με τις τριετίες παρουσιάζονται στον παρακάτω πίνακα.

Κατώτατος μισθός και ημερομίσθιο στην Ελλάδα – σημερινό καθεστώς και διαμόρφωση από 1-1-2022

Επισημαίνεται ότι από το Φεβρουάριο του 2019, η αγοραστική δύναμη του κατώτατου μισθού έχει αυξηθεί, αφενός εξαιτίας των αποπληθωριστικών πιέσεων (-1,3% το 2020) αφετέρου λόγω της μείωσης κατά 1,63% των ασφαλιστικών εισφορών που καταβάλουν οι εργαζόμενοι (από 15,75% σε 14,12%). Για ένα μισθωτό πλήρους απασχόλησης που λαμβάνει τον κατώτατο μισθό των 650 ευρώ το συνολικό όφελος από τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών ανέρχεται σε 10,6 ευρώ/μήνα ή 148,3 ευρώ/έτος (14 μισθοί).

Δηλαδή συνολικά, το πραγματικό ετήσιο διαθέσιμο των μισθωτών πλήρους απασχόλησης που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό των 650 ευρώ έχει αυξηθεί κατά περίπου 250 ευρώ το χρόνο λόγω του αρνητικού πληθωρισμού και της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών και θα αυξηθεί από 1-1-2022 επιπλέον κατά 182 ευρώ με την αύξηση του κατώτατου μισθού.

Γ. Το ευρωπαϊκό περιβάλλον

Μεταξύ των 21 κρατών μελών της ΕΕ που έχουν νομοθετημένο κατώτατο μισθό, η Ελλάδα βρίσκεται στη μέση της κατάταξης όσον αφορά το ύψος του κατώτατου μισθού (11η με βάση τον ονομαστικό και 13η με βάση τα Ισοδύναμα Αγοραστικής Δύναμης).

Οι 18 από τις ανωτέρω χώρες προχώρησαν σε ονομαστική αύξηση το διάστημα Ιαν 2020-Μαρ. 2021. Ωστόσο, η σύγκριση των ονομαστικών αυξήσεων αγνοεί σημαντικά νομισματικά και οικονομικά μεγέθη (πληθωρισμός, συναλλαγματική ισοτιμία, μεταβολή ΑΕΠ, ιστορικό μεταβολών κατώτατου μισθού). Ειδικότερα:

Μόνο σε 9 χώρες η αύξηση υπερέβη το 2%, αν λάβουμε υπόψιν τον πληθωρισμό και τη συναλλαγματική ισοτιμία (για τις χώρες που δεν είναι μέλη της Ευρωζώνης). Σε 6 χώρες η πραγματική αύξηση ήταν μικρότερη της μίας ποσοστιαίας μονάδας και σε 1 ο πραγματικός κατώτατος μισθός μειώθηκε.

Στην Ελλάδα η πραγματική αξία του κατώτατου μισθού αυξήθηκε κατά 1,3% λόγω του αποπληθωρισμού, ενώ περαιτέρω αύξηση της αγοραστικής δύναμης επήλθε από τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων κατά 1,63%.

Η πλειονότητα των χωρών με σημαντική αύξηση του κατώτατου μισθού είναι μικρές και «ανοικτές» οικονομίες που είχαν έντονη αναπτυξιακή δυναμική πριν την πανδημία και επλήγησαν πολύ λιγότερο από αυτήν. Επίσης στις δύο χώρες με την υψηλότερη ποσοστιαία αύξηση (Λετονία, Σλοβενία) εφαρμόστηκαν αποφάσεις που είχαν ληφθεί πολύ πριν την πανδημία. Η Σλοβενική κυβέρνηση έσπευσε μάλιστα να δεσμευτεί ότι θα αποζημιώσει, εν μέρει, τις επιχειρήσεις για το αυξημένο εργασιακό κόστος.

Η Ισπανία και η Εσθονία διατήρησαν αμετάβλητο τον ονομαστικό κατώτατο μισθό το 2020, ενώ η πραγματική αύξηση (αφού ληφθεί υπόψη ο πληθωρισμός) ήταν μικρότερη από εκείνη της χώρας μας.

Μεταβολή κατώτατου μισθού στις χώρες της ευρωζώνης (Ιαν. 2020- Μαρ. 2021)

Δ. Τα αποτελέσματα της διαβούλευσης

Υπέρ του παγώματος του κατώτατου μισθού τάχθηκαν οι εργοδοτικοί φορείς, συμπεριλαμβανομένων των μικρομεσαίων. Υπέρ του παγώματος επίσης ή της πολύ περιορισμένης αύξησης τάχθηκαν οι επιστημονικοί φορείς που συμμετείχαν στη διαδικασία διαβούλευσης συμπεριλαμβανομένης και της Τράπεζας της Ελλάδος. Η ΓΣΕΕ πρότεινε άμεση αύξηση στα 751 ευρώ μηνιαίως (15,5%) με την προοπτική περαιτέρω αύξησης στα 809 ευρώ. Στο τελικό πόρισμα της διαβούλευσης το ΚΕΠΕ και ορισμένα μέλη της επιτροπής των εμπειρογνωμόνων θεωρούν ότι είναι σκόπιμο «η όποια αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού να ανασταλεί έως ότου αποκατασταθεί η κανονικότητα στην οικονομία και αυτή καταγράψει συστηματικά θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης», ενώ ορισμένα άλλα μέλη της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων προτείνουν αύξηση του κατώτατου μισθού σε ποσοστό έως και 4% (26 ευρώ) θεωρώντας ότι αυτό θα στείλει ένα θετικό σήμα για την επανεκκίνηση της οικονομίας.

Οι προτάσεις των συμμετεχόντων στη διαβούλευση έχουν αναρτηθεί στην ιστοσελίδα του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων και παρουσιάζονται κωδικοποιημένες στον παρακάτω πίνακα.

Ε. Η διαδικασία διαβούλευσης

Η προβλεπόμενη διαδικασία για την αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού ξεκίνησε στις 24 Φεβρουαρίου 2020 με τη συγκρότηση της τριμελούς επιτροπής συντονισμού της διαβούλευσης. Ωστόσο, οι εξελίξεις με την πανδημία κατέστησαν επιβεβλημένη την μετάθεσή της έναρξης της διαβούλευσης αρχικά για το Σεπτέμβριο του 2020, στη συνέχεια το Νοέμβριο του 2020, και εν τέλει, το Μάρτιο του 2021.

Η διαδικασία της διαβούλευσης που προβλέπεται στο άρθρο 103 του Ν. ν.4172/2013 ολοκληρώθηκε στις 30 Ιουνίου, με την αποστολή του πορίσματος που συνέταξε το ΚΕΠΕ σε συνεργασία με 5μελή επιτροπή εμπειρογνωμόνων.

Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Newsbomb.gr.

ΣΧΟΛΙΟ ΤΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΤΥΠΟΥ ΤΟΥ ΚΚΕ

ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΥΞΗΣΗ – ΠΑΡΩΔΙΑ ΤΟΥ ΚΑΤΩΤΑΤΟΥ ΜΙΣΘΟΥ

ΠΟΥ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕ Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ

 

 

Η αύξηση-παρωδία του κατώτατου μισθού αποτελεί “πάγωμα” -για έναν ακόμη χρόνο- στα άθλια επίπεδα, που τον κατέβασαν με κυβερνητική απόφαση εδώ και μία δεκαετία, καταργώντας την Εθνική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας. Η ανακοίνωση της κυβέρνησης συνιστά πρόκληση προς τους εργαζόμενους, αφού κι αυτά τα ψίχουλα έχουν εξανεμιστεί και με το παραπάνω από την ακρίβεια και τις ανατιμήσεις σε είδη λαϊκής κατανάλωσης, αλλά και από τον πρόσφατο αντεργατικό νόμο της κυβέρνησης, που κάνει τους εργαζόμενους ακόμα πιο “φτηνούς” και “ευέλικτους”.

Με ευθύνη των κυβερνήσεων της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ ο κατώτατος μισθός δεν καθορίζεται από τις συλλογικές διαπραγματεύσεις των εργαζομένων, αλλά από τον εκάστοτε υπουργό εργασίας, με βάση τις λεγόμενες αντοχές της οικονομίας, δηλαδή την ανταγωνιστικότητα και την κερδοφορία του κεφαλαίου και με στημένους “κοινωνικούς διαλόγους”.

Εδώ και τώρα να επαναφέρουν τον κατώτερο μισθό στο ύψος από το οποίο τον «κούρεψαν», στα 751 ευρώ ως βάση για αυξήσεις. Να καταργήσουν τον νόμο Βρούτση-Αχτσιόγλου, τον οποίο ψήφισαν και εφάρμοσαν από κοινού ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ και καταργεί τις συλλογικές διαπραγματεύσεις για τον βασικό μισθό και τις κλαδικές συμβάσεις εργασίας.

 

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ

4 ΣΧΟΛΙΑ

  1. «Όταν έρθει ο Σύριζα θα αυξήσει τον κατώτερο μισθό στα 800€…»
    Αν οι μπουνταλάδες Ζαίοι είχαν διαβάσει το Κεφάλαιο, θα έλεγαν τουλάχιστον: «Θα επιχορηγήσουμε τους εργοδότες, να αυξήσουν τους μισθούς…»

  2. Στο ουκ ευκαταφρόνητο 0,00000000000000000000000001% του σημερινού τους αριθμού.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΑΝΩΝΥΜΑ Ή ΕΠΩΝΥΜΑ