Ένα απόγευμα στο τέλος του Δεκέμβρη, μόνος, σε έναν σχεδόν άδειο δρόμο της Κω, στάθηκα για λίγο χωρίς λόγο. Δεν κοιτούσα κάτι συγκεκριμένο. Έναν δρόμο που το καλοκαίρι δεν προλαβαίνεις να διασχίσεις από τον κόσμο, τους επισκέπτες με τις διαφορετικές τους γλώσσες, τις φωνές, τα φώτα και τη ζωή. Τώρα, ήταν σχεδόν ερειπωμένος. Τα περισσότερα ρολά κατεβασμένα. Ούτε ντόπιοι, ούτε επισκέπτες. Μόνο βιτρίνες σκοτεινές και πεζοδρόμια άδεια.
Κι όμως, τα χριστουγεννιάτικα λαμπιόνια ήταν αναμμένα. Φώτα πάνω σε έναν άδειο δρόμο. Διακόσμηση χωρίς ζωή.
Στάθηκα και σκέφτηκα: τι σημασία έχουν τα φώτα, όταν δεν υπάρχει άνθρωπος να τα δει; Τι σημασία έχει η εικόνα, όταν η ουσία λείπει;
Εκείνη τη στιγμή κατάλαβα πως κάπως έτσι κύλησε και το 2025.
Περισσότερη εικόνα. Λιγότερο νόημα.
Κλείνοντας η χρονιά, νιώθω την ανάγκη να σταθώ για λίγο ακίνητος.
Όχι για να κάνω απολογισμό αριθμών, αλλά για να ακούσω τι μας άφησε αυτή η χρονιά ως κοινωνία.
Υπάρχουν σκέψεις που δεν γράφονται για να πείσουν.
Γράφονται για να ακουστούν. Γιατί αν μείνουν μέσα σου, βαραίνουν.
Ζώντας και δουλεύοντας καθημερινά στην Κω, νιώθω όλο και πιο έντονα μια αγωνία που ξεπερνά τα όρια του νησιού. Είναι η ίδια αγωνία που διαπερνά σήμερα ολόκληρη την Ελλάδα: μια κοινωνία που μοιάζει να μετρά τα πάντα με έναν μόνο δείκτη.
Το «πόσα».
Πόσα δωμάτια.
Πόσες αφίξεις.
Πόσες επιδοτήσεις.
Πόσα στρέμματα.
Πόσα κέρδη.
Και όλο και πιο σπάνια: πόση ζωή, πόση αντοχή, πόση αξιοπρέπεια.
Το 2025 μας έδειξε ξεκάθαρα πού οδηγεί αυτή η μονοδιάστατη μέτρηση.
Στην Κω το βλέπουμε καθημερινά. Ένα νησί που πιέζεται υδρολογικά, περιβαλλοντικά, κοινωνικά, κι όμως η πρώτη ερώτηση παραμένει σχεδόν πάντα οικονομική.
Όχι αν αντέχει, αλλά πόσα αποδίδει. Όχι ποιο είναι το όριο, αλλά πόσα χωράνε ακόμα.
Κι έτσι, το νερό γίνεται νούμερο. Η γη γίνεται νούμερο. Ο άνθρωπος γίνεται κόστος.
Αυτή η λογική δεν χαρακτήρισε μόνο τον τόπο μας.
Χαρακτήρισε ολόκληρη τη χρονιά που φεύγει.
Οι υποθέσεις γύρω από τον ΟΠΕΚΕΠΕ δεν μας προβλημάτισαν μόνο για το οικονομικό τους σκέλος. Λειτούργησαν σαν καθρέφτης μιας κοινωνίας όπου το ερώτημα δεν είναι αν είναι σωστό, αλλά πόσα παίρνω. Όταν το χρήμα προηγείται της συνείδησης, η αδικία παύει να είναι εξαίρεση και γίνεται μηχανισμός.
Μέσα στο 2025, οι συζητήσεις γύρω από τη Μαρία Καρυστιανού δεν ήταν απλώς μια αντίδραση. Ήταν υπενθύμιση. Ότι η ζωή δεν κοστολογείται. Δεν μπαίνει σε ισοζύγια. Δεν χωρά στη λογική του «πόσα».
Ίσως γι’ αυτό, λίγο πριν κλείσει η χρονιά, πολλοί συγκινήθηκαν από την ταινία «Καποδίστριας». Όχι γιατί μίλησε για το παρελθόν, αλλά γιατί μας ανάγκασε να συγκριθούμε. Να θυμηθούμε ότι υπήρξαν στιγμές όπου η ευθύνη, η προσφορά και το «γιατί» στάθηκαν πάνω από το «πόσα».
Και κάπου εδώ, στο τέλος του 2025, ο προβληματισμός επιστρέφει σε εμάς.
Στην Κω. Στην καθημερινότητά μας. Στις επιλογές μας.
Τι χρονιά αφήνουμε πίσω μας;
Μια χρονιά υλικής ευδαιμονίας;
Ή μια χρονιά που μας φτωχαίνει εσωτερικά;
Γιατί η ευδαιμονία χωρίς νόημα δεν είναι πρόοδος. Είναι εξάντληση.
Ίσως, όμως, το γεγονός ότι ακόμα στεκόμαστε, κοιτάμε γύρω μας και κάνουμε αυτές τις ερωτήσεις, να σημαίνει πως δεν έχουμε χάσει τα πάντα.
Ο σεβασμός στη ζωή, στη φύση, στον άνθρωπο, στον Θεό και στην πατρίδα δεν είναι πολυτέλεια για το νέο έτος. Είναι προϋπόθεση επιβίωσης.
Και ίσως το πιο ουσιαστικό ερώτημα καθώς το 2025 φεύγει
και το 2026 πλησιάζει, να μην είναι:
ΠΟΣΑ ΚΕΡΔΙΣΑΜΕ αλλά: ΤΙ ΧΑΣΑΜΕ ΟΣΟ ΚΕΡΔΙΖΑΜΕ …
Μιχάλης Τρικοίλης
Πολίτης της Κω












