Υβριδική απειλή το μεταναστευτικό – Ο ρόλος της Τουρκίας στη Λιβύη και η μεταστροφή Χαφτάρ | Αναλύει ο Δρ. Κωνσταντίνος Μπαλωμένος

1
29

Υβριδικού χαρακτήρα απειλή για την Ελλάδα χαρακτηρίζει την εργαλειοποίηση της μετανάστευσης από κράτη όπως η Τουρκία ο Πολιτικός Επιστήμονας – Διεθνολόγος Κωνσταντίνος Μπαλωμένος, αναλύοντας στο CNN Greece τη δραστική αύξηση των ροών προς τη χώρα μας και κυρίως προς την Κρήτη.

Εξηγεί πως οι ελληνο-λιβυκές σχέσεις δεν μπορούν να εξεταστούν χωρίς να ληφθεί υπόψιν ο στρατηγικός ρόλος της Τουρκίας, «διότι η Λιβύη (ιδίως υπό την Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας της Τρίπολης), έχει μετατραπεί σε προτεκτοράτο της».

Σύμφωνα με τον Δρ. Μπαλωμένο, η ελληνική διπλωματία δεν μπορεί να προσεγγίζει τη Λιβύη με παραδοσιακά εργαλεία, αλλά μέσω μιας πολυδιάστατης στρατηγικής, με διαύλους επικοινωνίας τόσο με την κυβέρνηση της Τρίπολης, όσο και με τις αρχές στη Βεγγάζη.

Ψυχρός γεωπολιτικός ρεαλισμός η «μεταστροφή» Χαφτάρ

Κληθείς να σχολιάσει τη μεταστροφή του ισχυρού Λίβυου στρατάρχη Χαλίφα Χαφτάρ, εξηγεί πως δεν σηματοδοτεί αλλαγή πολιτικής, αλλά εκφράζει «ψυχρό γεωπολιτικό ρεαλισμό» που επιδιώκει να διαχειριστεί την τουρκική παρουσία στη Δυτική Λιβύη.

«Το πρόσφατο διπλωματικό επεισόδιο στη Βεγγάζη, με την κήρυξη της ευρωπαϊκής αντιπροσωπείας ως persona non grata, στέλνει ένα ξεκάθαρο μήνυμα: ‘’Πως δεν γίνεται αποδεκτή ούτε νομιμοποιείται οποιαδήποτε ξένη αποστολή που δεν αναγνωρίζει επίσημα και δεν αποδέχεται τη θεσμική εκπροσώπηση της κυβέρνησης της Ανατολικής Λιβύης και του Στρατηγού Χαφτάρ’’», τονίζει ο Δρ Μπαλωμένος.

mpalomenos.jpg
O Δρ. Κωνσταντίνος Μπαλωμένος, Πολιτικός Επιστήμονας – Διεθνολόγος και πρώην Γενικός Διευθυντής Πολιτικής Εθνικής Άμυνας και Διεθνών Σχέσεων (ΓΔΠΕΔΣ) Υπουργείου Εθνικής Άμυνας (ΥΠΕΘΑ)

Απαιτούνται αυστηρά μέτρα αποτροπής

Ο διεθνολόγος αναφέρει πως η χώρα μας οφείλει να προχωρήσει σε αυστηρά στοχευμένα μέτρα αποτροπής της για την ανάσχεση των ροών και εκτιμά πως έγκαιρα αντέδρασε η ελληνική κυβέρνηση με το έκτακτο πακέτο μέτρων που υιοθέτησε.
Καταθέτει μάλιστα σειρά προτάσεων, για την αντιμετώπιση του ζητήματος σε επίπεδο διπλωματικό, επιχειρησιακό αλλά και επικοινωνιακό, καθώς όπως αναφέρει απαιτείται μια «ολιστική προσέγγιση».

Διεθνοποίηση σε επίπεδο ΕΕ και ΝΑΤΟ

Στο διπλωματικό σκέλος, ο κ. Μπαλωμένος αναφέρει ότι είναι αναγκαίο να διεθνοποιηθεί η υπόθεση του μεταναστευτικού, τόσο σε επίπεδο ΕΕ όσο και στο ΝΑΤΟ, ενώ παράλληλα απαιτείται συνεργασία με χώρες πρώτης εισόδου όπως Ιταλία, η Μάλτα και η Κύπρος.

Εξήγησε μάλιστα πως εάν το αίτημα της Αθήνας γίνει δεκτό, το ΝΑΤΟ «θα κληθεί να συνδράμει σε στρατηγικό, επιχειρησιακό και τεχνολογικό επίπεδο, υποστηρίζοντας τις εθνικές προσπάθειες αποτροπής και διαχείρισης των μεταναστευτικών ροών».

Ανάπτυξη θαλάσσιου φράγματος νότια της Κρήτης

Σε επιχειρησιακό επίπεδο, ο αναλυτής προτείνει την ανάπτυξη θαλάσσιου φράγματος νότια της Κρήτης με τεχνικά μέσα επιτήρησης και η δημιουργία Μόνιμου Θαλάσσιου Επιχειρησιακού Κέντρου, σε συνεργασία με τη FRONTEX.

Επίσης απαιτείται η αξιοποίηση σύγχρονων μέτρων επιτήρησης όπως προηγμένα ραντάρ δορυφορικής παρακολούθησης, θερμικές κάμερες, drones και συστήματα ανάλυσης δεδομένων.

Προτείνει ακόμη την αποστολή τεχνικού ή στρατιωτικού προσωπικού στις λιμενικές αρχές της Λιβύης, προκειμένου να συμβάλουν στην αποτροπή της αναχώρησης παράνομων σκαφών από την αφρικανική χώρα.

Καμπάνια αποτροπής σε διάφορες γλώσσες, όπως Αγγλικά και Αραβικά

Σε επικοινωνιακό επίπεδο, ο Δρ. Μπαλωμένος εκτιμά ότι η χώρα μας οφείλει να σχεδιάσει μια στοχευμένη αποτρεπτική εκστρατεία, προσαρμοσμένη στις ιδιαιτερότητες του μεταναστευτικού φαινομένου.

«Θα πρέπει να απευθύνεται τόσο στους εν δυνάμει μετανάστες όσο και στα κυκλώματα των διακινητών, μεταφέροντας με σαφήνεια το μήνυμα ότι η είσοδος στην Ελλάδα δεν είναι εφικτή και ότι δεν πρόκειται να υπάρξει καμία ανοχή σε παράνομες ροές».

Αναφέρει πως η εν λόγω καμπάνια θα πρέπει να υλοποιηθεί σε διάφορες γλώσσες όπως Αγγλικά και Αραβικά, να δοθεί έμφαση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που χρησιμοποιούνται από τους πληθυσμούς-στόχους, αλλά και να αξιοποιηθούν λιβυκά και περιφερειακά ΜΜΕ για την ευρεία διάχυση του μηνύματος.

Αναλυτικά η συνέντευξη του Δρ. Κωνσταντίνου Μπαλωμένου

Πώς αξιολογείτε την αλλαγή στάσης του Χαφτάρ απέναντι στην Τουρκία και το Τουρκο-Λιβυκό Μνημόνιο, σε συνδυασμό με το πρόσφατο διπλωματικό επεισόδιο στη Βεγγάζη, όπου η ευρωπαϊκή αντιπροσωπεία δεν έγινε δεκτή;

Η πρόσφατη μεταστροφή του Χαλίφα Χαφτάρ απέναντι στην Τουρκία δεν σηματοδοτεί αλλαγή πολιτικής, αλλά εκφράζει ψυχρό γεωπολιτικό ρεαλισμό. Αναγνωρίζοντας τη νέα ισορροπία στη Λιβύη, επιδιώκει να διαχειριστεί την τουρκική παρουσία, που έχει εδραιωθεί στρατιωτικά και πολιτικά στη Δυτική Λιβύη, ως μέσο διατήρησης του ελέγχου στα ανατολικά και διεθνούς νομιμοποίησης.

Ειδικότερα, ο Χαφτάρ επιχειρεί να αποκτήσει μεγαλύτερη διαπραγματευτική ισχύ και να αναδείξει τον ρόλο του ως κρίσιμου παράγοντα στην αναζήτηση πολιτικής λύσης.

Αυτή η προσέγγιση δεν είναι παρά ένα εργαλείο επιβίωσης, που στοχεύει στη διατήρηση του status quo στα ανατολικά εδάφη, υπό τον έλεγχό του και στη διεθνή νομιμοποίηση του ρόλου του, ώστε να συμμετάσχει ισότιμα σε μελλοντικούς πολιτικούς συμβιβασμούς.

Το πρόσφατο διπλωματικό επεισόδιο στη Βεγγάζη, με την κήρυξη της ευρωπαϊκής αντιπροσωπείας ως persona non grata, στέλνει ένα ξεκάθαρο μήνυμα: «Πως δεν γίνεται αποδεκτή ούτε νομιμοποιείται οποιαδήποτε ξένη αποστολή που δεν αναγνωρίζει επίσημα και δεν αποδέχεται τη θεσμική εκπροσώπηση της κυβέρνησης της Ανατολικής Λιβύης και του Στρατηγού Χαφτάρ».

Ειδικότερα, με την κίνησή του αυτή ο Στρατηγός Χαφτάρ επιδιώκει την άρση της διεθνούς απομόνωσης της κυβέρνησης της Ανατολικής Λιβύης, καθώς και την ισότιμη μεταχείρισή της με την κυβέρνηση της Τρίπολης.

Έχετε επισημάνει ότι η Λιβύη λειτουργεί σήμερα ως προτεκτοράτο της Τουρκίας. Πώς επηρεάζει το γεγονός αυτό τη στρατηγική της Ελλάδας, όσον αφορά την επαναπροσέγγιση και ενδυνάμωση των σχέσεών της με τη Λιβύη;

Πράγματι, όπως έχω επισημάνει σε άρθρα μου όταν εξετάζουμε τις Ελληνο-Λιβυκές σχέσεις, δεν μπορούμε να παρακάμπτουμε τον στρατηγικό ρόλο της Τουρκίας, διότι η Λιβύη (ιδίως υπό την Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας της Τρίπολης), έχει μετατραπεί σε προτεκτοράτο της.

Δεν πρόκειται απλώς για μια διπλωματική επιρροή ή στρατιωτική συνεργασία, αλλά για μια δομική σχέση εξάρτησης: πολιτικής, στρατιωτικής και οικονομικής.

Σε αυτό το ρευστό τοπίο, η Ελλάδα δεν καλείται απλώς να διαχειριστεί μια παραδοσιακή διπλωματική σχέση, αλλά να αντιμετωπίσει την Τουρκία ως θεσμικό εγγυητή της Λιβυκής κυβέρνησης.

Υπό το πρίσμα αυτό, η ελληνική διπλωματία δεν μπορεί να προσεγγίζει τη Λιβύη με παραδοσιακά εργαλεία, αλλά μέσω μιας πολυδιάστατης στρατηγικής επαναπροσέγγισης, η οποία θα πρέπει να βασίζεται στον σεβασμό της κυριαρχίας και των θεσμών όλων των πλευρών, αλλά και στην αναζήτηση κοινών συμφερόντων που μπορούν να υπηρετήσουν τη σταθερότητα και την ευημερία στην περιοχή.

Η Ελλάδα οφείλει να επιδιώξει ανοιχτούς και ισορροπημένους διαύλους επικοινωνίας και συνεργασίας τόσο με την Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας στην Τρίπολη όσο και με τις αρχές στη Βεγγάζη, χωρίς αποκλεισμούς και μονομερείς προσεγγίσεις. Παράλληλα, η Αθήνα μπορεί να αξιοποιήσει τον θεσμικό της ρόλο στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στον ΟΗΕ για να προωθήσει μια κοινή ευρωπαϊκή στρατηγική στη Λιβύη, επικεντρωμένη στη σταθερότητα, την αποτροπή παράνομων συμφωνιών όπως το Τουρκο-Λιβυκό Μνημόνιο και την ενίσχυση της δημοκρατίας.

Ταυτόχρονα, η Ελλάδα πρέπει να ενισχύσει την οικονομική της παρουσία στη Λιβύη μέσω επενδύσεων σε κρίσιμους τομείς, όπως οι υποδομές λιμένων, η ενέργεια και τα Logistics, συμβάλλοντας έτσι στην ανοικοδόμηση και την ανάπτυξη της χώρας.
Τέλος, η πολιτιστική διπλωματία και η ανάπτυξη κοινωνικών δεσμών μπορούν να λειτουργήσουν ως σημαντικά εργαλεία ήπιας ισχύος που ενισχύουν την ελληνική επιρροή και αποκαθιστούν τη σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο λαών.

Η στρατηγική αυτή δεν είναι απλώς αναγκαία, αλλά καθοριστική για να αναδειχθεί η Ελλάδα ως αξιόπιστος και σταθερός εταίρος στη Λιβύη, αντισταθμίζοντας έτσι την τουρκική παρουσία και διαμορφώνοντας ένα πιο ισορροπημένο και ασφαλές περιφερειακό περιβάλλον.

«Παρά την απουσία ένοπλης έντασης στη Λιβύη, τις τελευταίες ημέρες παρατηρείται σημαντική αύξηση των μεταναστευτικών ροών προς την Ελλάδα. Πού αποδίδετε αυτή την εξέλιξη και ποιες είναι, κατά την εκτίμησή σας, οι βαθύτερες αιτίες που την προκαλούν;»

Αναμφισβήτητα, η πρόσφατη αύξηση των μεταναστευτικών ροών από τη Λιβύη προς την Ελλάδα, παρά την απουσία ενεργής ένοπλης σύγκρουσης, οφείλεται σε ένα σύνθετο πλέγμα παραγόντων που σχετίζονται τόσο με την εσωτερική κατάσταση της Λιβύης όσο και με ευρύτερες γεωπολιτικές εξελίξεις.

Η Λιβύη παραμένει ένα κράτος με αδύναμους θεσμούς, περιορισμένο έλεγχο στα σύνορά της και έντονη παρουσία εξωτερικών δρώντων, μεταξύ αυτών και της Τουρκίας, η οποία μέσω της στρατιωτικής και πολιτικής της εμπλοκής στην Τρίπολη επηρεάζει και τα δίκτυα διακίνησης μεταναστών.

Η Ελλάδα δεν καλείται να διαχειριστεί απλώς ένα ανθρωπιστικό ή κοινωνικό φαινόμενο, αλλά βρίσκεται αντιμέτωπη με μια σύνθετη, υβριδικού χαρακτήρα απειλή: την εργαλειοποίηση της μετανάστευσης από κράτη όπως η Τουρκία, που χρησιμοποιούν τις ροές ως μέσο άσκησης πίεσης.

Όπως και στα γεγονότα που έλαβαν χώρα στον Έβρο το Φεβρουάριο–Μάρτιο του 2020 έτσι και τώρα, η Τουρκία και άλλοι δρώντες που ασκούν επιρροή στην περιοχή προσπαθούν να αξιοποιήσουν τους μετανάστες ως γεωπολιτικό όπλο υβριδικού πολέμου, με απώτερο στόχο την υπονόμευση της κοινωνικής συνοχής, της εσωτερικής σταθερότητας και της εθνικής κυριαρχίας της Ελλάδας και της Ευρώπης γενικότερα.

Αντίστοιχες τακτικές έχουν παρατηρηθεί και κατά το παρελθόν. Για παράδειγμα, ο πρώην Πρόεδρος της Λιβύης Μουαμάρ Καντάφι το 2010 είχε δηλώσει ότι η Ε.Ε. πρέπει να πληρώνει στη Λιβύη τουλάχιστον 5 δισ. Ευρώ ετησίως για να σταματήσει η παράνομη αφρικανική μετανάστευση και να αποφευχθεί μια «μαύρη Ευρώπη».

Επιπρόσθετα, απαντώντας ο κ. Καντάφι στις πιέσεις που δεχόταν από ηγέτες της Ευρώπης στις αρχές του 2011 για να παραιτηθεί, απείλησε ευθέως την Ε.Ε. ότι θα σταματήσει να υποστηρίζει τον αγώνα κατά της τρομοκρατίας και της λαθρομετανάστευσης, ώστε να πλημμυρίσει η Γηραιά Ήπειρος από φανατικούς ισλαμιστές και Αφρικανούς.

Την ίδια επιχειρηματολογία σε συνδυασμό με χρήση πιο ακραίας ρητορικής ακολούθησε και ο Τούρκος Πρόεδρος κ. Ερντογάν για να ασκήσει πίεση στην Ε.Ε., και να λάβει στήριξη κατά την υλοποίηση των επιλογών της εξωτερικής του πολιτικής.

Συγκεκριμένα, το 2016 λίγο πριν την συμφωνία ανάμεσα στην Τουρκία και την Ε.Ε. για το μεταναστευτικό ο κ. Ερντογάν απείλησε ότι θα ανοίξει τις πύλες και θα στείλει 600.000 μετανάστες στην Ευρώπη, ώστε να εξασφαλίσει πόρους 6,5 δισ. Ευρώ και περισσότερα οφέλη από την εν λόγω συμφωνία.

Υπό το πρίσμα αυτό, η Ελλάδα οφείλει να προχωρήσει σε αυστηρά και στοχευμένα μέτρα αποτροπής σε εθνικό επίπεδο, ενισχύοντας την επιχειρησιακή της ετοιμότητα και την κοινωνική της ανθεκτικότητα.

Παράλληλα, καλείται να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο στην ανάδειξη του ζητήματος ως ευρωπαϊκής προτεραιότητας, ασκώντας πίεση για την υιοθέτηση μιας πιο συνεκτικής και ισχυρής ευρωπαϊκής στρατηγικής ασφάλειας.

Μιας στρατηγικής που θα προστατεύει αποτελεσματικά τα εξωτερικά σύνορα της Ένωσης και θα αντιμετωπίζει με ενιαίο τρόπο τις υβριδικές απειλές και τις απόπειρες αποσταθεροποίησης που εκδηλώνονται στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.

Η κυβέρνηση της Τρίπολης εκτιμά ότι στη Λιβύη βρίσκονται σήμερα 3 έως 4 εκατομμύρια παράνομοι μετανάστες. Εάν επιχειρηθεί μαζική μετακίνησή τους, είναι βέβαιο ότι θα τεθεί σοβαρό ζήτημα ασφάλειας και κοινωνικής συνοχής τόσο για τις χώρες πρώτης υποδοχής, όπως η Ελλάδα και η Ιταλία, όσο και για την Ε.Ε. συνολικά. Τι πρέπει να κάνει η Ελλάδα, για να αντιμετωπίσει ένα τέτοιο ενδεχόμενο;

Το ενδεχόμενο μιας μαζικής και οργανωμένης μετακίνησης εκατομμυρίων μεταναστών από τη Λιβύη προς την Ελλάδα και την Ευρώπη συνιστά όχι απλώς μια ανθρωπιστική ή κοινωνική πρόκληση, αλλά μια υβριδικού τύπου κρίση ασφάλειας, ενταγμένη σε ένα ευρύτερο σχέδιο στρατηγικής εργαλειοποίησης του μεταναστευτικού.

Πρόκειται για μια εν δυνάμει ασύμμετρη απειλή που στοχεύει στην υπονόμευση της εθνικής κυριαρχίας, της κοινωνικής συνοχής και της θεσμικής σταθερότητας των χωρών πρώτης γραμμής, δοκιμάζοντας παράλληλα την επιχειρησιακή, πολιτική και συστημική ανθεκτικότητα του ευρωπαϊκού οικοδομήματος.

Μέσα σε αυτό το δυσμενές και ρευστό περιβάλλον, η ελληνική κυβέρνηση αντέδρασε έγκαιρα, υιοθετώντας ένα πακέτο έκτακτων μέτρων αποτροπής που στοχεύει αφενός στην ανάσχεση των μεταναστευτικών ροών από τη Λιβύη και αφετέρου στην αποστολή ενός σαφούς και αποφασιστικού μηνύματος προς τους διακινητές και τους οργανωτές αυτής της υβριδικής απειλής.

Η προσωρινή αναστολή εξέτασης αιτημάτων ασύλου και η σύσταση κλειστής δομής στην Κρήτη αποσκοπούν στην άμεση ενίσχυση της επιχειρησιακής ικανότητας ελέγχου των συνόρων, ενώ η πρόβλεψη για συνεργασία με τις λιβυκές αρχές και τις Ένοπλες Δυνάμεις καταδεικνύει την πρόθεση της κυβέρνησης να προσεγγίσει το ζήτημα ολιστικά με συνδυασμό διπλωματικών, στρατιωτικών και διαχειριστικών εργαλείων.

Πρόκειται για μια σύνθετη και ολιστική αντίδραση που αναγνωρίζει τη νέα φύση του κινδύνου ως υβριδικής απειλής και επιδιώκει να διαμορφώσει ένα αποτρεπτικό πλαίσιο με σεβασμό στην εθνική ασφάλεια, τη θεσμική σταθερότητα και τη διεθνή έννομη τάξη.

Ωστόσο, δεδομένης της πολυδιάστατης φύσης και της κρισιμότητας της υβριδικής απειλής που αντιμετωπίζει η χώρα, η Ελλάδα οφείλει να ενισχύσει περαιτέρω την αποτρεπτική της ικανότητα μέσω επιπρόσθετων, στοχευμένων και συντονισμένων πρωτοβουλιών. Συγκεκριμένα, η ελληνική κυβέρνηση καλείται να αναλάβει δράσεις σε διπλωματικό, επιχειρησιακό, νομικό και επικοινωνιακό επίπεδο, ενισχύοντας παράλληλα την εσωτερική της ανθεκτικότητα, ώστε να διαχειριστεί αποτελεσματικά ένα ενδεχόμενο μαζικής μεταναστευτικής πίεσης.

Στο πλαίσιο αυτό, κρίνεται αναγκαία η διεθνοποίηση του ζητήματος μέσω άμεσου αιτήματος για σύγκληση έκτακτου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, με αντικείμενο την αντιμετώπιση του μεταναστευτικού προβλήματος και την ενίσχυση της ασφάλειας στη Μεσόγειο, ώστε να διαμορφωθεί ένα κοινό, συντονισμένο και αποτελεσματικό πλαίσιο δράσης απέναντι στην εργαλειοποίηση των μεταναστευτικών ροών και τις υβριδικές απειλές που πλήττουν τα κράτη της ευρύτερης περιοχής.

Παράλληλα, η Ελλάδα πρέπει να αναδείξει το ζήτημα στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ και να ζητήσει να αναγνωριστεί ως υβριδική απειλή ασφάλειας για την Ελλάδα και τις άλλες χώρες υποδοχής όπου ταυτόχρονα, επηρεάζει και τη Συμμαχία συνολικά.

Αν το αίτημα γίνει δεκτό, το ΝΑΤΟ θα κληθεί να συνδράμει σε στρατηγικό, επιχειρησιακό και τεχνολογικό επίπεδο, υποστηρίζοντας τις εθνικές προσπάθειες αποτροπής και διαχείρισης των μεταναστευτικών ροών.

Υπό το πλαίσιο αυτό, η Ελλάδα θα μπορέσει να αποκτήσει πρόσβαση σε πόρους, πληροφορίες και συμμαχική υποστήριξη, ενώ παράλληλα θα ενισχυθεί το διεθνές πλαίσιο για την καταδίκη και αντιμετώπιση αυτών των πρακτικών.

Επιπλέον, η Ελλάδα πρέπει να επιδιώξει τη συνεργασία με χώρες πρώτης εισόδου όπως η Ιταλία, η Μάλτα και η Κύπρος, ώστε να διαμορφώσουν ένα κοινό μέτωπο αποτροπής.
Σε επιχειρησιακό επίπεδο, η ανάπτυξη ενός θαλάσσιου φράγματος νότια της Κρήτης με τεχνικά μέσα επιτήρησης και η δημιουργία Μόνιμου Θαλάσσιου Επιχειρησιακού Κέντρου, σε συνεργασία με τη FRONTEX [όπου θα πρέπει να έχει μόνιμη παρουσία με ενισχυμένες αρμοδιότητες και την παροχή βοήθειας από την Ομάδα Ταχείας Επέμβασης (RABIT)], θα ενισχύσουν σημαντικά την παρακολούθηση και τον έλεγχο των θαλάσσιων οδών.

Στο ίδιο πλαίσιο, η Ελλάδα οφείλει να αξιοποιήσει στο μέγιστο βαθμό τα σύγχρονα ηλεκτρονικά μέσα επιτήρησης για την αποτελεσματική διαχείριση και τον έγκαιρο εντοπισμό των μεταναστευτικών ροών.

Συγκεκριμένα, η χρήση προηγμένων ραντάρ δορυφορικής παρακολούθησης, θερμικών καμερών, drones και συστημάτων ανάλυσης δεδομένων θα ενισχύσει την επιχειρησιακή ετοιμότητα των αρμόδιων φορέων και θα συμβάλλει στην πρόληψη μαζικών και ανεξέλεγκτων εισροών.

Επιπρόσθετα, η αποστολή τεχνικού ή στρατιωτικού προσωπικού στις λιμενικές αρχές της Λιβύης, σε συμφωνία και συνεννόηση με τις Λιβυκές αρχές, θα συμβάλει στην αποτροπή της αναχώρησης παράνομων σκαφών από τη Λιβύη.

Στο επικοινωνιακό επίπεδο, η Ελλάδα οφείλει να σχεδιάσει και να υλοποιήσει μια στοχευμένη αποτρεπτική εκστρατεία στρατηγικής επικοινωνίας, προσαρμοσμένη στις ιδιαιτερότητες του μεταναστευτικού φαινομένου.

Η εκστρατεία αυτή θα πρέπει να απευθύνεται τόσο στους εν δυνάμει μετανάστες όσο και στα κυκλώματα των διακινητών, μεταφέροντας με σαφήνεια το μήνυμα ότι η είσοδος στην Ελλάδα δεν είναι εφικτή και ότι δεν πρόκειται να υπάρξει καμία ανοχή σε παράνομες ροές.

Το αποτρεπτικό μήνυμα θα πρέπει να συνοδεύεται επίσης, από ρητή επισήμανση των αυστηρών ποινικών συνεπειών που προβλέπει η ελληνική νομοθεσία για όσους εμπλέκονται στη διακίνηση μεταναστών (π.χ. φυλάκιση και δήμευση της περιουσίας τους).

Η καμπάνια θα πρέπει να υλοποιηθεί σε διάφορες γλώσσες (όπως Αγγλικά και Αραβικά), με έμφαση στη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης που χρησιμοποιούνται από τους πληθυσμούς-στόχους, καθώς και μέσω της αξιοποίησης των Λιβυκών και περιφερειακών ΜΜΕ, ώστε να διασφαλιστεί η ευρεία διάχυση του μηνύματος εντός της λιβυκής επικράτειας.

Σε περίπτωση που δεν περιοριστούν οι μεταναστευτικές ροές και η κατάσταση γίνει ανεξέλεγκτη, το Κυβερνητικό Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας (ΚΥΣΕΑ) της Ελλάδας –όπως και στη μεταναστευτική κρίση του Έβρου το 2020 – θα πρέπει να αποφασίσει την εκκίνηση της διαδικασίας του άρθρου 78 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη

Λειτουργία της Ε.Ε., ώστε να ληφθούν προσωρινά μέτρα από την Ε.Ε. υπέρ της Ελλάδας, για την αντιμετώπιση επείγουσας κατάστασης λόγω αιφνίδιας εισροής υπηκόων τρίτων χωρών, στο πλαίσιο της αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

πηγη: cnn.gr/politiki/story/486162/

1 ΣΧΟΛΙΟ

  1. Ο έλληνας στρατιώτης τρώει χειρότερα από τον μέσο λαθρομετανάστη. Προτεραιότητες βλέπετε…

Γράψτε απάντηση στο Ανώνυμος Ακύρωση απάντησης