Στην ακύρωση απόφαση της ΔΕΥΑ Ξάνθης με την οποία μειώνονταν πέραν του 25% οι μισθοί των εργαζομένων στην εταιρεία προχώρηση με την υπ΄ αριθμ. 113/2017 απόφασή του ο Άρειος Πάγος. Παράλληλα αποδοκιμάζει την εγκύκλιο του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους που τάχθηκε υπέρ των περικοπών των αποδοχών. Στην απόφασή του που έχει εφαρμογή στους εργαζόμενους στις ΔΕΚΟ, λοιπά Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου και τις δημοτικές επιχειρήσεις το Ανώτατο Δικαστήριο συντάσσεται με αντίστοιχη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας και κρίνει ότι δεν μπορεί να έχει αναδρομική εφαρμογή η ρύθμιση του Ν. 4354/2015, την οποία επικαλέσθηκε η ΔΕΥΑ Ξάνθης προκειμένου να δικαιολογήσει εκ των υστέρων τις περικοπές στους μισθούς.
Να σημειωθεί ότι οι εργαζόμενοι που προσέφυγαν είχαν υποστεί μειώσεις των αποδοχών τους κατά 25% τον Νοέμβριο του 2011 αλλά και εκ νέου περικοπή μέχρι και 25% των αποδοχών που ελάμβαναν τον Δεκέμβριο του 2012.
Όπως τονίζει στην απόφαση του ο Άρειος Πάγος ναι μεν ο νομοθέτης δικαιούται κατ’ αρχήν να θεσπίζει αναδρομικές ρυθμίσεις, όταν η ευχέρειά του αυτή δεν περιορίζεται ευθέως από το Σύνταγμα όπως συμβαίνει για παράδειγμα στην αναδρομική επιβολή φόρου. Η ευχέρεια όμως αυτή του νομοθέτη έχει όρια, τα οποία ελέγχονται από τα δικαστήρια και οι αναδρομικές ρυθμίσεις δεν επιτρέπεται να θίγουν τελεσίδικες δικαστικές αποφάσεις. Εξ άλλου, προσθέτουν οι αρεοπαγίτες, η αναδρομική ρύθμιση του νόμου δεν επιτρέπεται να προσκρούει σε άλλες συνταγματικές διατάξεις, όπως η αρχή της ισότητας και το δικαίωμα της ιδιοκτησίας (άρθρα 4 και 17 του Συντάγματος) ή της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ).
Στην συγκεκριμένη περίπτωση των εργαζομένων της ΔΕΥΑ Ξάνθης, η τελεσίδικη απόφαση του Εφετείου είχε εκδοθεί πριν από τη θέσπιση του Ν. 4354/2015 και για τον λόγο αυτό ο Άρειος Πάγος δικαίωσε τους εργαζόμενους. Στην απόφαση τονίζεται ότι η διάταξη του Ν. 4354/2015 δεν μπορούσε να εφαρμοσθεί στην προκειμένη περίπτωση, πρωτίστως επειδή η υπόθεση είχε ήδη κριθεί τελεσίδικα με απόφαση του Εφετείου. Δηλαδή, αν δεν υπήρχε η απόφαση του Εφετείου, τότε θα έπρεπε να εξετασθεί η συμφωνία του Ν. 4354/2015 με το Σύνταγμα και την ΕΣΔΑ.
To ιστορικό των μειώσεων
Με το νόμο 4024/2011 καθιερώθηκε το νέο ενιαίο μισθολόγιο για τους δημοσίους υπαλλήλους, που προέβλεπε εκτεταμένες μειώσεις αποδοχών, ενώ οι ΔΕΚΟ και τα λοιπά ΝΠΙΔ του Δημοσίου και των ΟΤΑ, υποχρεώθηκαν να μειώσουν το μέσο μισθολογικό κόστος τους κατά ποσοστό 35%, σε σχέση με το μισθολογικό κόστος που είχαν κατά το έτος 2009.
Οι περικοπές αυτές προβλέφθηκε να γίνουν σταδιακά. Έτσι περικοπές που δεν ξεπερνούσαν το 25% των αποδοχών του Οκτωβρίου 2011 έγιναν αμέσως ενώ οι περαιτέρω περικοπές επρόκειτο να πραγματοποιηθούν ισόποσα τα επόμενα δύο έτη (2012 και το 2013). Οι εργαζόμενοι στις ΔΕΚΟ που είχαν υποστεί περικοπή 25% του μισθού τους συνέχισαν να λαμβάνουν, προσωρινά μέχρι και το 2013, όπως προβλέφθηκε αρχικά, ένα επί πλέον ποσό, το οποίο στην πράξη επικράτησε (αδόκιμα φυσικά) «υπερβάλλουσα μείωση».
Αναλυτικότερα, με το νόμο 4093/2012, οι περαιτέρω περικοπές των αποδοχών ανεστάλησαν μέχρι την 31.12.2016 και έτσι οι εργαζόμενοι συνέχισαν να λαμβάνουν το επιπλέον ποσό («υπερβάλλουσα μείωση») και μετά το 2013. Όμως, με τον ίδιο νόμο υπήχθησαν τελικά στο ενιαίο μισθολόγιο και οι ΔΕΚΟ και τα λοιπά ΝΠΙΔ. Και ενώ αναμενόταν ότι και μετά την υπαγωγή στο ενιαίο μισθολόγιο οι εργαζόμενοι θα συνέχιζαν να λαμβάνουν κανονικά την «υπερβάλλουσα μείωση», το Γενικό Λογιστήριο υποχρέωσε με εγκύκλιό του τις διοικήσεις των ΔΕΚΟ και των λοιπών ΝΠΙΔ να προβούν σε εκ νέου περικοπές αποδοχών μέχρι 25%.
Κατά συνέπεια, στους εργαζόμενους που είχαν ήδη υποστεί μείωση των αποδοχών τους κατά 25% τον Νοέμβριο του 2011, έγινε τον Ιανουάριο του 2013 εκ νέου περικοπή αποδοχών τους μέχρι και το 25% των αποδοχών που ελάμβαναν τον Δεκέμβριο του 2012. Δηλαδή, τον Οκτώβριο του 2011 ένας εργαζόμενος στον ευρύτερο δημόσιο τομέα που ελάμβανε τον ίδιο μισθό με έναν εργαζόμενο στον στενό δημόσιο τομέα, κατ’ εφαρμογή της εγκυκλίου του ΓΛΚ, από τον Ιανουάριο του 2013 θα ελάμβανε πολύ μικρότερο μισθό.
Ωστσο το 2014 οι μειώσεις των αποδοχών που επιβλήθηκαν με την εν λόγω εγκύκλιο του ΓΛΚ κρίθηκαν παράνομες από την Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ενώ είχαν προηγηθεί και αποφάσεις πολιτικών δικαστηρίων.
Στη συνέχεια, με το Ν. 4354/2015 προβλέφθηκε ότι ειδικά για τους εργαζομένους των ΔΕΚΟ και των ΝΠΙΔ του Δημοσίου και των ΟΤΑ, η αναστολή που είχε δοθεί το 2012 με τον Ν. 4093/2012 «ισχύει από 1.1.2013». Έτσι, τροποποιήθηκε εκ των υστέρων η αναστολή που είχε χορηγηθεί στο παρελθόν από τον νομοθέτη, με συνέπεια περαιτέρω περικοπές στις αποδοχές των εργαζομένων.
Ο ‘Αρειος Πάγος συντασσόμενος με την Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου, έκρινε ότι οι περικοπές πέραν του 25% των αποδοχών δεν είναι νόμιμες, καθώς ο νομοθέτης δικαιούται μεν κατ’ αρχήν να θεσπίζει αναδρομικές ρυθμίσεις, όταν η ευχέρειά του αυτή δεν περιορίζεται ευθέως από το Σύνταγμα και η ευχέρεια του νομοθέτη έχει όρια, τα οποία ελέγχονται από τα δικαστήρια, ενώ οι αναδρομικές ρυθμίσεις δεν επιτρέπεται να θίγουν τελεσίδικες δικαστικές αποφάσεις.
Τέλος, η απόφαση του Αρείου Πάγου αναφέρει ότι η αναδρομική ρύθμιση του νόμου δεν επιτρέπεται να προσκρούει σε άλλες συνταγματικές διατάξεις, όπως η αρχή της ισότητας και το δικαίωμα της ιδιοκτησίας (άρθρα 4 και 17 του Συντάγματος) ή της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ).
Δικηγόροι: Πολύ σημαντική απόφαση
Σε δήλωσή τους οι δικηγόροι Δημήτριος Βασιλείου και Σπύρος Μπαλατσούκας που εκπροσώπησαν στον Άρειο Πάγο την Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργαζομένων ΔΕΥΑ (ΠΟΕ ΔΕΥΑ) που είχε ασκήσει πρόσθετη παρέμβαση υπέρ των εργαζομένων) υποστηρίζουν ότι: «Η επίμαχη απόφαση του Αρείου Πάγου είναι πολύ σημαντική, καθώς ξεκαθαρίζει πολλά σημαντικά νομικά ζητήματα, που ανέκυψαν αχρείαστα από μια αυθαίρετη εγκύκλιο του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους. Εξ αφορμής της υπόθεσης αυτής αναδεικνύεται μια σοβαρή παθογένεια της δημόσιας διοίκησης. Το ΓΛΚ ερμήνευσε εσφαλμένα τον νόμο και ενέμεινε στην εφαρμογή της εγκυκλίου που το ίδιο εξέδωσε, ακόμη και αφού το σφάλμα του είχε επισημανθεί με πολλές αποφάσεις πολιτικών δικαστηρίων, αλλά και από την Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Οι δυσμενείς συνέπειες παρόμοιων διοικητικών πρακτικών είναι πρόδηλες. Η απόφαση ξεκαθαρίζει όμως και το τοπίο όσον αφορά το άρθρο 31 παρ. 1 του Ν. 4354/2015, και αυτό είναι ιδιαιτέρως σημαντικό. Ο Άρειος Πάγος τόνισε στην απόφαση ότι η διάταξη αυτή δεν μπορούσε να εφαρμοσθεί στην προκειμένη περίπτωση, πρωτίστως επειδή η υπόθεση είχε ήδη κριθεί τελεσίδικα. Διευκρινίζει όμως ταυτόχρονα ότι, ακόμη και στις υποθέσεις που δεν είχαν κριθεί τελεσίδικα πριν από τη θέσπιση του Ν. 4354/2015, η ρύθμιση αυτή μπορεί να εφαρμοσθεί μόνο αν δεν προσκρούει στο Σύνταγμα ή στην ΕΣΔΑ. Το να γίνει δεκτό ότι μια αναστολή που είχε χορηγηθεί στο παρελθόν με διάταξη νόμου μπορεί να τροποποιηθεί εκ των υστέρων με νόμο, χωρίς αυτό να προσκρούει στο Σύνταγμα και την ΕΣΔΑ δεν θα ήταν πειστικό. Άλλωστε, το Ελεγκτικό Συνέδριο (14.9.2014) έχει ήδη κρίνει ότι η διαφορετική αντιμετώπιση της αναστολής για τους εργαζομένους του στενού και του ευρύτερου δημόσιου τομέα θα αποτελούσε άνιση μεταχείρηση. Συνεπώς, η απόφαση δεν αφορά μόνο τους εργαζόμενους που είχαν πετύχει την έκδοση τελεσίδικων δικαστικών αποφάσεων μέχρι τη θέσπιση του άρθρου 31 του Ν. 4354/2015, αλλά όλους τους εργαζόμενους που εθίγησαν από την αυθαίρετη εγκύκλιο του ΓΛΚ», καταλήγουν οι δύο δικηγόροι.