«Μόνο ο κόσμος του ΠΑΣΟΚ μπορεί να λάβει την ιστορική απόφαση του πώς θα εξελιχθεί το κόμμα»
Ο Αντιπρόεδρος της Βουλής και Βουλευτής Δωδεκανήσου Δημήτρης Κρεμαστινός παραχώρησε συνέντευξη στον δημοσιογράφο Παύλο Τσίμα, στο ραδιόφωνο του ΣΚΑΪ, μιλώντας για την εν εξελίξει διαδικασία εκλογής αρχηγού στο νέο φορέα της κεντροαριστεράς και την πιθανότητα συνεργασιών στην επόμενη Βουλή.
Καλημέρα κύριε Κρεμαστινέ. Καταρχήν, δεν ξέρω, εσάς τι εντύπωση σας έκανε αυτό το άρθρο, αν το θεωρείτε σημαντικό ή όχι, αν το θεωρείτε προσβλητικό ή ευπρόσδεκτο.
Κοιτάξτε, είναι σαφές ότι ο Πρωθυπουργός, ο κ. Τσίπρας, θέλει να πει ότι μοιάζει στον Ανδρέα Παπανδρέου. Αυτό είναι το χαρακτηριστικό. Βέβαια, αντιλαμβάνεστε γιατί το λέει αυτό. Το λέει γιατί ο κύριος όγκος των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ είναι ψηφοφόροι οι οποίοι αγάπησαν, και στήριξαν τον Ανδρέα Παπανδρέου, δηλαδή το ΠΑΣΟΚ. Και είναι προφανές ότι το «άνοιγμα» αυτό έχει πολιτική σκοπιμότητα.
Αποδίδει;
Κοιτάξτε, το αν θα αποδώσει ή όχι αυτό θα το κρίνει το «τελικόν εκβάν». Δεν μπορούμε να πούμε ότι ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν ψεύτης διότι, αν θέλουμε να κρίνουμε την προσωπικότητά του – κι εγώ που τον γνώρισα προσωπικά, ο Ανδρέας Παπανδρέου δεν έκανε πράγματα αντίθετα από αυτά που έλεγε. Μπορεί να μην πραγματοποίησε πράγματα που είχε πει, π.χ. να μεταφέρει τις βάσεις επειδή δεν μπόρεσε να τα βρει με τους Αμερικανούς αλλά δεν έκανε αντίθετα από αυτά που είχε πει. Δηλαδή ο Παπανδρέου, π.χ., δεν μείωσε μισθούς και συντάξεις, απεναντίας υποσχέθηκε ότι θα επαναφέρει το ισοζύγιο μεταξύ των πλουσίων και των φτωχών σε ένα επίπεδο ικανοποιητικό και το επανέφερε. Αυτή ήταν η συμβολή του Παπανδρέου και βέβαια το κοινωνικό κράτος. Το αν ο Παπανδρέου είπε ότι θα μεταφέρει τις βάσεις και δεν το έπραξε δεν ισοδυναμεί με το να έφερνε και νέες βάσεις. Απλώς δεν του επέτρεψαν οι διεθνείς συνθήκες να τις μεταφέρει. Άλλο είναι να λες «δεν μπορώ να κάνω αυτό που είπα» και άλλο είναι κάνεις το αντίθετο από αυτό που υπόσχεσαι.
Ναι, νομίζω ότι κάνατε μια ενδιαφέρουσα παρατήρηση. Είπε ότι θα διώξει τις βάσεις και δεν μπόρεσε να τις διώξει αλλά δεν έφερε καινούριες. Η σύγκριση αυτή έχει μια βάση. Εν πάση περιπτώσει, όλα αυτά γίνονται στην αρχή μιας διαδικασίας που συζητιέται πολύ, υπάρχουν κάποιες προσδοκίες ότι μπορεί να αποκτήσει δυναμική. Εννοώ τη διαδικασία εκλογής νέου αρχηγού σε αυτόν τον νέο υπό διαμόρφωση χώρο. Η δικιά σας στάση ποια είναι; Η δικιά σας εντύπωση και ανάλυση για αυτό που ξεκινάει τώρα;
Δεν ξέρω αν διαβάσατε ένα άρθρο μου που δημοσιεύτηκε χθες στο ΒΗΜΑ…
Ναι το διάβασα για αυτό ρωτώ.
Όπως υποστήριξα, είναι καινοφανής αυτός ο δρόμος, δηλαδή ο κόσμος να επιλέγει τον αρχηγό του. Συνήθως, όπως ξέραμε, και αυτό που έκανε ο Ανδρέας Παπανδρέου την 3η του Σεπτέμβρη ήταν ακριβώς να οριοθετήσει το ιδεολογικό του πλαίσιο και να καλέσει τον κόσμο να το στηρίξει. Αυτό που γίνεται σήμερα είναι λίγο ανάστροφο αλλά είναι κατανοητό, να σας πω γιατί: όλοι όσοι ανήκουν στον κεντρώο και κεντροαριστερό χώρο είναι εκείνοι που ανήκουν στο 44 και το 48 του ΠΑΣΟΚ. Αυτοί οι άνθρωποι, με θεμιτές – αν θέλετε- φιλοδοξίες, δημιούργησαν κόμματα και κινήσεις και όλοι θέλουν με κάποιο τρόπο να προβάλλουν τον εαυτό τους. Εδώ, σε αυτό το σημείο πρέπει να τους κρίνει ο κόσμος. Δεν γίνεται διαφορετικά. Γίνεται μια αντίστροφη, κατά κάποιο τρόπο, προσέγγιση της 3ης του Σεπτέμβρη.
Υπάρχει ανοιχτό το ερώτημα και θα ήθελα τη γνώμη σας και σε αυτό, εάν η δημιουργία ενός νέου φορέα θα έχει, ας πούμε, έναν ομοσπονδιακό χαρακτήρα και τα κόμματα που τον συγκροτούν θα διατηρηθούν για πολύ ή αν θα πρέπει σε δεύτερο χρόνο αυτά τα κόμματα να αυτοδιαλυθούν, δηλαδή και το ΠΑΣΟΚ, σε αυτόν τον καινούριο φορέα. Εσείς τι λέτε;
Εγώ έχω υποστηρίξει ότι είναι αδιανόητο να γίνει κόμμα το οποίο να μην έχει αρχηγό και να έχει συντονιστή-αρχηγό. Αυτό δεν μπορεί να γίνει. Το ποια θα είναι η εξέλιξη των κομμάτων αυτό θα το δώσει ο ίδιος ο κόσμος. Δηλαδή με την ψήφο του, είτε με την εκλογή του προέδρου είτε αργότερα όταν ερωτηθεί, ο ίδιος ο κόσμος του ΠΑΣΟΚ θα απαντήσει ιστορικά τι πρέπει να γίνει. Δεν έχει το δικαίωμα κανένας μόνος του να πει «θα γίνει αυτό ή το άλλο». Ο ιστορικός δρόμος που πρέπει να ακολουθηθεί είναι αυτός.
Σας ενοχλεί αυτή η πληθώρα, ο πληθωρισμός, υποψηφιοτήτων; Κάποιοι λένε ότι είναι καλό κάποιοι λένε ότι ευτελίζει τη διαδικασία.
Κοιτάξτε, δεν την ευτελίζει τη διαδικασία. Απεναντίας θα γίνει και μια καταγραφή των τάσεων του εκλογικού σώματος. Αρκεί οι υποψήφιοι να δεχθούν από την αρχή ότι όποιο και αν είναι το αποτέλεσμα θα το σεβαστούν και θα το υπηρετήσουν. Διότι, διαφορετικά, δεν έχει νόημα να γίνουν εσωκομματικές εκλογές. Πρέπει εξαρχής να δεχθούν όλοι οι υποψήφιοι ότι όποιο και αν είναι το εκλογικό αποτέλεσμα πρέπει να το σεβαστούν και να το υπηρετήσουν. Είναι λίγο δύσκολο να επιτευχθεί αλλά πρέπει να επιτευχθεί.
Ναι, σε αυτό έχετε δίκιο. Υπάρχουν αυτά και άλλα πολλά ερωτήματα που είναι εσωτερικά της διαδικασίας ενοποίησης του χώρου αλλά υπάρχει και ένα εξωτερικό ερώτημα που του τίθεται κυρίως από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ: «και με ποιον θα πάτε;». Δηλαδή όταν θα συγκροτηθεί αυτός ο χώρος και θα εκπροσωπηθεί στην επόμενη Βουλή, με ένα ποσοστό ενδεχομένως διψήφιο, με ποιον θα πάει, με τον Μητσοτάκη ή με τον Τσίπρα;
Εγώ είχα υποστηρίξει προ πολλού ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ο πιο συγγενής ιδεολογικός χώρος με το ΠΑΣΟΚ αλλά δεν το έχει αποδείξει το ίδιο το κόμμα. Δηλαδή έκανε επιλογή να συγκυβερνήσει με ένα ακραίο δεξιό κόμμα και βεβαίως αυτό είναι ένα πρόβλημα. Θα μου πείτε ότι και το ΠΑΣΟΚ συγκυβέρνησε με τη Νέα Δημοκρατία αλλά δεν ήταν επιλογή, ήταν ανάγκη τότε. Διότι αλλιώς θα πηγαίναμε σε νέες εκλογές γιατί η ψήφος του ΠΑΣΟΚ ήταν κρίσιμη αφού με άλλο κόμμα δεν συμπληρωνόταν η πλειοψηφία, δεδομένου ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ήθελε. Έπρεπε λοιπόν το ΠΑΣΟΚ τότε να πάρει μια ιστορική θέση συνεργασίας, αλλά δεν ήταν επιλογή. Αντίθετα ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε επιλογή και την έκανε δύο φορές. Και αυτό είναι ένα μείον από ιδεολογικής πλευράς.
Παρόλα αυτά όταν θα πάμε στις κάλπες, δεν ξέρω πότε, πριν ή μετά το καλοκαίρι ή αν όπως ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ λέει θα εξαντληθεί η τετραετία – θα δούμε, όταν εν πάσει περιπτώσει μπουν στη Βουλή καινούρια κόμματα θα υπάρχει μια νέα πραγματικότητα και εάν δεν υπάρχει αυτοδυναμία θα τεθεί το ερώτημα των συνεργασιών.
Πάντως, η Δημοκρατική Συμπαράταξη και το ΠΑΣΟΚ θέτουν θέμα ιδεολογικής βάσης όσον αφορά τη συνεργασία. Θα μου πείτε, «ποιος είναι πιο δεξιός, η ΝΔ ή ο ΣΥΡΙΖΑ;». Έχουν μπερδευτεί! Διότι οι πράξεις οι οποίες γίνονται από την Κυβέρνηση, από πλευράς ουσίας, δεν είχε τολμήσει να τις κάνει ούτε ο κ. Σαμαράς. Δηλαδή να παραχωρήσει τη δημόσια περιουσία για έναν αιώνα, και όχι μόνον αυτό. Όταν τελειώσει αυτός ο αιώνας, η τότε ελληνική κυβέρνηση δεν θα ερωτηθεί. Εάν το Ταμείο κρίνει ότι είναι προς το συμφέρον του να το παρατείνει μονόπλευρα θα το παρατείνει. Αυτό το πράγμα δεν είναι πολιτική κεντροαριστεράς.
Νομίζω ότι δώσατε μια καλή απάντηση. Κύριε Κρεμαστινέ, ευχαριστώ πολύ.