Εφέτος είναι λαδοχρονιά για την Κω | Γράφει η Ξανθίππη Αγρέλλη

5
12374
Ψαλίδι / Άγ. Γαβριήλ / Εξοχή, Κως

Εφέτος είναι λαδοχρονιά για την Κω

 

(Γράφει η Ξανθίππη Αγρέλλη) -21/11/2022-

 

-Βούλιαξε φέτος το νησί, στην ελαιοπαραγωγή. Τέτοια  παράγωγη έχει να δει από το 2002, άκουσα να λένε στο λιοτρίβι. Λάδι ο υγρός χρυσός του νησιού μας, πολύτιμος και ωφέλιμος στην υγεία και στην οικονομική ευμάρεια του τόπου.

Μια  βόλτα στα ελαιουργία και διαπίστωσα την πλούσια συγκομιδή.

Μια  ηλιόλουστη Κυριακή, στα μέσα του Νοέμβρη, διάλεξα να ξαποστάσω σε  ένα παραδοσιακό καφενείο,  στο ορεινό Ασφενδιού.

Αυτό  που βρίσκεται κοντά στην Παναγιά την Ευαγγελίστρια.

Καθισμένη με την παρέα μου, απολαμβάνουμε σπιτική κανελλάδα και φυσικά την απέναντι μαγευτική θέα, του καταπράσινου βουνού Δικαίου.

Δίπλα μας μια άλλη παρέα Ασφενδιανών λεσπέριδων, γεωργων, συζητάνε για το φετινό  μαξούλι, δηλαδή για  τη συγκομιδή της ελιάς.

Ανεξίτηλες  μνήμες και εικόνες, με γυρίζουν πίσω στα  παλιά.

-Εφέτος τα περισσότερα δένδρα είναι φορτωμένα, στάζουν!

Είπε χαρακτηριστικά ο κυρ Σταμάτης, ο μεγαλύτερος.  Στα ροζιασμένα του χέρια, κρατάει το χοντρό κεχριμπαρένιο του κομπολόι, ενώ απολαμβάνει αργά -αργά, τον βαρύ γλυκύ καφέ του.

Η εμπειρία που κουβαλάει  στις πλάτες του, μαζί με την επίπονη  δουλεία που έχει ρίξει, τον κάνουν  να καταλαβαίνει με την πρώτη ματιά, πόσο καρπερός είναι ένας  ελαιώνας.  Έτσι στην  κουβέντα του αναφέρεται για τα  λιόδενδρα τα παλιά, τα αιωνόβια με τις χοντρές ελιές, για τα καινούργια με τις ψιλές ελιές και για αυτά που φορτώνονται  με καρπό, χρόνο με το χρόνο. Απέναντι  μου βλέπω το παλιό λιοτρίβι του Θυμανάκη, στο χωριό.

Στην θέα του, οι μνήμες ξυπνούν και με γυρίζουν πολλά χρόνια πίσω.

Τότε που το χωριό Ασφενδιού, ήταν γεμάτο με κόσμο και ολόκληρο το νησί είχε πολλά λιοτρίβια. Τότε που ανεβασμένες σε αυτοσχέδιες, ξύλινες σκάλες οι αργατίνες  ή εργάτριες, μάζευαν μια- μια την ελιά. Βέβαια δεν έλειπαν και τα ατυχήματα, που τις οδηγούσαν φορτωμένες στα υποζύγια, ως στην  φημισμένη Κλινική του  ξακουστού γιατρού, του  αείμνηστου χειρουργού Θεόφιλου Πέρου, για να  τους φτιάξει τα σπασμένα μέλη με τον  γύψο.

Αργότερα μπήκαν στη δουλειά τους τα δίχτυα, τα χτένια και τελευταία τα μηχανήματα, που τις συλλέγουν ή τις τραντάζουν και πέφτουν.

Οι ελαιώνες στο Ασφενδιού, όπως και στα άλλα χωριά, ήταν αμέτρητοι και απέραντοι. Πρωταγωνιστούσε η τοποθεσία, γύρω από το ορεινό χωριό Χαιχούτες,  τότε που έσφυζε από ζωή, πριν το σβήσει η μετανάστευση.

Εκεί έβγαιναν κυρίως οι μαυρομάτικες,  χοντρές ελιές  και μαζεύονταν οι πιο νόστιμες χαμάδες. Αλλά και στο Λαγούδι, όπου και να στρέψεις το βλέμμα σου, ελαιώνες θα αντικρίσεις. Από το ορεινό Πυλί, την Αντιμάχεια, ως την πεδινή  Καρδάμαινα και την μακρινή Κέφαλο, οι ασημόχρωμες ευλογημένες  ελιές, πλημυρίζουν τους κάμπους και τους λόφους.

Πόσος κόπος, πόσος καημός από μερικά τσουβάλια ελαιοκάρπου, να βγει μια νταμιτζάνα λάδι. Πόση βασανιστική δουλειά, ώστε  από δεκάδες  δένδρα, να συγκεντρωθούν οι ελιές, για να γεμίσουν τα μεγάλα πήλινα πιθάρια με λάδι, που οι νοικοκυραίοι θα τα φυλάξουν στις αποθήκες, για την κουμπάνια του σπιτιού.

Πρωί-πρωί, πριν να βγει ο ήλιος, όλη σχεδόν η πολυμελής οικογένεια με τα υποζύγια φορτωμένα με  κοφίνια και τσουβάλια, κινούσε για τους ελαιώνες. Την μια εβδομάδα μάζευαν τις δικές τους ελιές και την άλλη βοηθούσαν στο μάζεμα του ελαιοκάρπου, των συγγενών και φίλων τους. Δύσκολη δουλειά το λιομάζωμα, αφού με πολύ κόπο έβγαινε το λάδι.  Κάθε λεύτερη κοπέλα ανάμεσα στα πολύτιμα προικιά της, είχε και τον δικό της ελαιώνα. Συνήθως τον έπαιρνε  για προίκα η κόρη μαζί με το πατρικό σπίτι, αφήνοντας τα  αγόρια τελευταία, στη μοιρασιά της περιουσίας. Όλοι μέρα οι γυναίκες  τίνασσαν, ράβδιζαν, μάζευαν τις ελιές, ανεβοκατέβαιναν σκάλες και μερικές φορές,  υπήρχαν και οι καλλίφωνες που τραγουδούσαν.  Τα τσουβάλια τα γέμιζαν  κυρίως οι άνδρες και τα φόρτωναν στα υποζύγια, για να τα μεταφέρουν στα ελαιοτριβεία.

Παράλληλα οι παραγωγοί, ξεχώριζαν  για την κουμπάνια τους μερικές ελιές. Τις πράσινες, δηλαδή τις άγουρες, τις έκαναν τσακιστές συνθλίβοντάς τες, με μια καθαρή πέτρα ή τις έκαναν χαρακιαστές, χαράζοντάς τες  με το μαχαίρι. Αφού τις γλύκαιναν για  μερικές μέρες στο νερό, έπειτα τις βύθιζαν στο πήλινο κουζί, (μικρό πιθάρι), γεμάτο με  αλάρμη από χοντρό αλάτι, είτε  μέσα στο  λάδι ή στο ξύδι, ώστε  να διατηρηθούν για πολλούς μήνες.

Τις μαύρες, προτιμούσαν να τις μαζεύουν ώριμες στο χώμα και τις ονόμαζαν χαμάδες. Όπως  και να ήταν οι ελιές, ποτέ δεν έλειπαν από το νόστιμο νησιωτικό και υγιεινό τραπέζι, είτε αυτό ήταν νηστίσιμο είτε Πασχαλινό. Επίσης δεν  υπήρχε σπίτι, που  να μην ανάψει το καντηλάκι του, εμπρός στα Εικονίσματα με το αγνό ελαιόλαδο. Ένα μπουκάλι  με το ευλογημένο λάδι, από την πρώτη τους σοδειά, συνήθιζαν να προσφέρουν οι γεωργοί στην Εκκλησιά τους,  για τις ανάγκες της.

Αφού τέλειωνε το κοπιαστικό μάζεμα, η συγκομιδή έπαιρνε  το δρόμο για το λιοτρίβι. Παρόλα αυτά, ένα μικρό διάλειμμα στη μέση της μέρας, και αυτή ήταν όλη τους η ξεκούραση. Κάτω από τον ευεργετικό ίσκιο της ελιάς, έστρωναν το υφαντό τραπεζομάντιλο και γύρω μαζεύονταν όλη η οικογένεια και οι εργάτες. Εκεί συζητούσαν, διαφωνούσαν,  έλεγαν χωρατά, δηλαδή πειράγματα,  κουτσομπόλευαν και ‘μαγείρευαν’ οι έμπειρες προξενήτρες  τα πιο παράξενα προξενιά.  Εκεί παραμόνευε και ο έρωτας, για να  ανθίσει κυρίως ανάμεσα στους νέους……

Και τι δεν είχε εκείνο του  υπαίθριο τραπέζι!  Τυρί, φρέσκια μυζήθρα, νόστιμα κεφτεδάκια, ελιές χαμάδες, χωριάτικη σαλάτα, με αγνό ελαιόλαδο και σπιτικό σταρένιο ψωμί, ζυμωμένο από το Σάββατο, αλλά  φρέσκο στη γεύση.  Πάντα ξεδιψούσαν με δροσερό νερό, από το  παρακείμενο πηγάδι ή την κοντινότερη φυσική πηγή.

Κατάκοποι πια γυρνούσαν με τη δύση του ήλιου στα σπίτια τους, για να ξαποστάσουν και να πάρουν δυνάμεις για την άλλη μέρα. Αν υπήρχε γιαγιά ή κάποια θεία στο σπίτι, ήταν τυχεροί, γιατί όλο και κάποιο φαγητό θα τους είχε ετοιμάσει. Σίγουρα θα είχε φτιάξει τα παραδοσιακά  ντολμαδάκια, από τα αμπελόφυλλα, που είχε φροντίσει να αποξηράνει και κρέμονταν ψηλά στο ταβάνι.  Ίσως και μερικές χοιρινές μπουκιές, από τα χοιροσφάγια, με μπόλικη γλίνα αλειμμένη στο σταρένιο ψωμί. Όλα  αυτά συνήθως οι αγρότες τα συνόδευαν με κατάκοκινο γλυκό  κρασί, δικής τους παραγωγής.

Τα άλογα δεν σταμάταγαν να γυρνάνε τις βαριές πέτρες στα λιοτρίβια, όπου  ξενυχτούσαν οι ελαιοπαραγωγοί, ώστε  να προλάβουν να πάρουν σειρά, για  να βγάλουν το δικό τους λάδι. Οι ελιές που μαζεύονταν, δεν έπρεπε να παραμείνουν πολλές μέρες  στα τσουβάλια, γιατί μούχλιαζαν και το λάδι δεν θα ήταν μυρωδάτο ούτε και νόστιμο.

Το λιοτρίβι του Ασωμάτου, ήταν πάντα γεμάτο,  καθώς και εκείνο της Ευαγγελίστριας. Απέναντι μου βλέπω ακόμη το ερειπωμένο του κτίσμα και μερικές άμορφες, σιδερένιες μάζες, άψυχα κουφάρια από τις παλιές πρέσες και μηχανές. Ξαναζωντανεύει ο θόρυβος από τις οπλές των αλόγων, που γύριζαν τις βαριές τεράστιες μυλόπετρες, για να συνθλίψουν τις ελιές.

Το οικογενειακό λιοτρίβι στο Τιγκάκι, του Παπαδημητρίου, αυτό του ‘Γιωργαρή’  όπως το έλεγαν, έχει τη δική του πολύχρονη παράδοση.  Σήμερα ο γιος του ο Κώστας, μαζί με τα δυο του παιδιά, το έχουν αναδείξει  σ’ ένα  σύγχρονο και παραγωγικό ελαιουργείο.

Το λιοτρίβι του Δημοσθένη Χατζηπέτρου, στο Λινοπότη, έχει την δική του πλούσια ιστορία, από πάππου προς πάππου. Αλλά  και εκείνο της οικογένειας Κουλιά στο Μαστιχάρι, καθώς και μερικά άλλα στα χωριά μας,  είναι πάντα γεμάτα αυτούς τους μήνες, από δεκάδες τσουβάλια με ελιές, που θα αποδώσουν αρκετούς  τόνους λάδι.

Αυτός ο  υγρός χρυσός, που  παράγει το ευλογημένο δένδρο της ελιάς και το οποίο  βρίσκεται παντού στο νησί μας, έχει ποικίλες άλλες εφαρμογές, όπως στην φαρμακευτική  και στην αρωματοποιία. Τίποτα, δεν πετάνε από την ελιά. Πέρα από το λάδι, όταν κλαδέψουν τα δέντρα,  τα φύλλα τα κάνουν κομπόστα για λίπασμα και τα ξύλα είναι πολύ χρήσιμα για το τζάκι. Λιοτρίβια υπήρχαν και θα υπάρχουν και στα υπόλοιπα  χωριά. Όμως εργατικά χέρια αρκετά δεν υπάρχουν πρόθυμα, για  να μαζέψουν τον καρπό.

Οι παλιές εικόνες με τους εργάτες και τις αργατίνες σκαρφαλωμένες στα δέντρα, για  να μαζεύουν με κρύο ή ψυλόβροχο  τις ελιές, αντικαταστάθηκαν από οικονομικούς μετανάστες.  Άλλοι με δική τους πρωτοβουλία,  μαζεύουν τον ελαιόκαρπο και μοιράζονται λάδι και χρήματα και άλλοι προσλαμβάνονται, για όσο χρόνο τους χρειασθούν οι ελαιοπαραγωγοί στο μάζεμα της ελιάς.

Παρόλα αυτά τελευταία, οι ατελείωτοι  ελαιώνες του νησιού μας δείχνουν να ξαναζωντάνεψαν.  Συστηματικοί ελαιοπαραγωγοί και ερασιτέχνες, με μεράκι φροντίζουν για την καλλιέργεια και την ανάπτυξη των ελαιοδέντρων.

Ακόμα και αυτοί που λείπουν στην  ξενιτιά, δεν τους ξεπούλησαν όσο-όσο,  αλλά έχουν δώσει  παραγγελιά στους συγγενείς τους, ώστε η συγκομιδή της ελιάς, να γίνεται κανονικά από τους γεμάτους με  καρπό  ελαιώνες.

Σήμερα η οικονομική κρίση, δεν επιτρέπει σε κανένα  να αγνοήσει πως το λάδι, αυτός ο χρυσαφένιος θησαυρός, είναι περιζήτητος ιδίως στο εξωτερικό. Η Ελλάδα έχει το καλλίτερο ήπιο Μεσογειακό κλίμα, για να παράγει όχι μόνο ποιοτικό κρασί, εσπεριδοειδή, φρούτα  και κηπευτικά, αλλά και το καλύτερο λάδι. Όσο  για το λάδι, η χώρα μας  επάξια συναγωνίζεται τις γύρω Μεσογειακές χώρες.

Η επιστροφή στην ‘μάννα γη’ και η εκμετάλλευση του πλούτου της, δεν είναι πια ξεπερασμένη.  Η γεωργία  και η ενασχόληση με τον πρωτογενή τομέα, αποτελεί  αναγκαία προτεραιότητα  αφού συμβάλει στην επιβίωση όλων μας.  Έστω και αργά, καταλάβαμε πως η πολύωρη ανθυγιεινή, καθιστική ζωή στην καρέκλα της καφετέριας ή μπροστά σε μια τηλεόραση, που σερβίρει  τηλεοπτικά σκουπίδια  και κατασκευασμένες ειδήσεις, τίποτα δεν μας προσφέρει, παρά μας ζημιώνει.

Δεν είναι τυχαίο που σύμφωνα με επιστημονικά τεκμηριωμένες έρευνες, οι αγρότες και οι κτηνοτρόφοι, είναι οι μακροβιότεροι και αυτοί που καταφέρνουν να φτάσουν ως τα 100, χωρίς να έχουν συχνές  επισκέψεις σε γιατρούς και σε Νοσοκομεία.  Γιατί είναι πάντα αεικίνητοι, αναπνέουν καθαρό αέρα, πίνουν φυσικό νερό και τρώνε αγνή τροφή, χωρίς χημικά και συντηρητικά.   Ας εκμεταλλευτούμε με χίλιους δυο τρόπους και την τελευταία σταγόνα, από το πολύτιμο λάδι, που μας προσφέρει μεταξύ άλλων, απλόχερα η εύφορη γη του νησιού μας.

Ευλογημένη  η ελιά, αφού στον ίσκιο της προσευχήθηκε ο Χριστός. Δοξασμένη  και στην Αρχαία Ελληνική μυθολογία, ως δένδρο ειρήνης αφιερωμένο στην Αθηνά. Μα πάνω από όλα ιερή η ελιά, πρωταγωνίστρια μέσα από τις ιστορικές σελίδες του  Ελληνικού πολιτισμού.

Ξανθίππη Αγρέλλη

5 ΣΧΟΛΙΑ

  1. Ξανθίππη κόρη μου πιες ελιές και πια λάδια όλοι κλαίνε εφέτος ότι δεν έκαμε νερά να ποτίζουμε η ελιές μην ακούς κόρη μου ήντα λενε

    • Εχεις τα δικιά σου .Πάντως εγώ μαζί της.Είπε κάτι θετικό επιτέλους για το σήμερα.Φαντάζομαι όπως και εσυ έτσι και οι συν οπαδοί της θα δυσαρεστηθούν.

  2. Έχετε δίκιο Ηλία αλλά εγώ είδα τα λιοτρίβια γεμάτα με τσουβαλια από καρπό. Πήρα και φωτογραφίες. Μήπως αλλά ελαιόδεντρα έχουν καρπό και άλλα όχι.;; .ευχαριστώ για το σχόλιο .

  3. ΜΕ ΤΑ ΡΕΜ@ΛΙΑ ΠΟΥ ΜΠΛΕΞΑΜΕ…ΘΑ ΜΑΣ ΣΤΡΑΓΓΙΞΟΥΝΕ..ΜΕΧΡΙ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΣΕΝΤΣ…ΕΙΝΑΙ Η ΕΛΙΟΧΡΟΝΙΑ..ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΣΟΔΕΙΑΣ..

Γράψτε απάντηση στο Ηλίας Ακύρωση απάντησης