Tη λένε «skunk», την «εφηύρε» η ισραηλινή εταιρεία Odortec και ο ισραηλινός στρατός και η αστυνομία τη χρησιμοποιούν συχνά, εκτοξεύοντάς τη με κανόνια από «αύρες», για την καταστολή διαδηλώσεων στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη. Είναι συνήθως κίτρινη, και αφήνει μια μπόχα σαν από βόθρο στο στόμα, τα μαλλιά και τα ρούχα όσων χτυπήσει, μια μπόχα που δύσκολα φεύγει.
(Όχημα της ισραηλινής αστυνομίας ψεκάζει παλαιστίνιους διαδηλωτές στο Μπιλαϊν της Δυτικής Όχθης, ένα χωριό που αντιστέκεται χρόνια τώρα στην κλοπή παλαιστινιακής γης από το ισραηλινό κράτος και τους εβραίους εποίκους).
Το skunk, αυτή την εφεύρεση αρρωστημένων μυαλών, θυμίζει με ανάρτησή του ο Ιάσονας Αποστολόπουλος, γνωστός από τη συμμετοχή του σε επιχειρήσεις διάσωσης προσφύγων στη Μεσόγειο:
«Την ώρα που οι ισραηλινοί βομβαρδισμοί στην Γάζα έχουν σκοτώσει 103 ανθρώπους εκ των οποίων 27 παιδιά, στην Ιερουσαλήμ, οι «Γιατροί Χωρίς Σύνορα» αναφέρουν ότι τις τελευταίες μέρες έχουν περιθάλψει εκατοντάδες τραυματίες Παλαιστινίους, με χτυπήματα από πλαστικές σφαίρες, γκλοπς και δηλητηρίαση από λύματα. Ναι, καλά διαβάσατε, λύματα ή αλλιώς skunk weapon.
Η «βόμβα σκατών» κατασκευάζεται από την ισραηλινή εταιρία Odortec και ρίχνεται από αύρες της αστυνομίας με κανόνια.
Η μυρωδιά θυμίζει νεκρό ζώο ή βόθρο και παραμένει στον ψεκασμένο χώρο μέχρι και βδομάδες ενώ στα ρούχα για μήνες.
Η επαφή με το δέρμα προκαλεί ερεθισμούς, και η κατάποση, συμπτώματα δηλητηρίασης, ναυτία, εμετούς ακόμα και θάνατο.
Πέρα από την χρήση σε διαδηλώσεις, το όπλο χρησιμοποιείται ως μέτρο μαζικής πειθάρχησης, τρομοκρατίας και συλλογικής ευθύνης σε γειτονιές, μαγαζιά ή και σπίτια Παλαιστίνιων που συμμετέχουν σε διαμαρτυρίες.
Το ισραηλινό κράτος εδώ και δεκατίες εφαρμόζει ακριβώς το δόγμα του απαρτχάιντ, «κλείνω την μειονότητα σε όλο και μικρότερες και πιο απομονωμένες ζώνες ασφυκτικού ελέγχου και επιτήρησης» (μπαντουστάν), ελέγχοντας πλουτοπαραγωγικούς πόρους, εύφορη γη και νερό.
Αυτή τη στιγμή το «κράτος της Παλαιστίνης» είναι απλά κάποιες νησίδες γης σε μια θάλασσα από ισραηλινά στρατόπεδα, οικισμούς, φράκτες και checkpoint.
Τα επεισόδια στην Ιερουσαλήμ ξεκίνησαν λόγω της επικείμενης έξωσης παλαιστινιακών οικογενειών από αραβική γειτονιά για να εγκατασταθούν Εβραίοι-Ισραηλινοί έποικοι.
Η πάγια πολιτική του Ισραήλ είναι η βίαιη επέκταση των οικισμών εποίκων και η κατοχή όσο περισσότερης παλαιστινιακής γη με όσο το δυνατόν λιγότερους Παλαιστινίους μέσα».
«Η φυλετική βία, η συνεχής απώλεια σπιτιών και γης, η στρατιωτική κατοχή, η ρατσιστική αντιμετώπιση των παλαιστινίων, η μετατροπή τους σε σώματα άξια να λουστούν ακόμα και με σκατά, οι καθημερινές ταπεινώσεις, βασανισμοί και εκτελέσεις, οι εκατοντάδες συλλήψεις και το εμπάργκο κάνουν πιο φανερό από ποτέ ότι: Δεν υπάρχει καμια σύγκρουση δυο εθνικισμών, υπάρχει ένα πληθυσμός που αντιστέκεται στην ισοπέδωση του», καταλήγει ο Ιάσονας Αποστολόπουλος.
Για κάθε κατασταλτική χρήση…
Η χρήση του skunk έχει καταγραφεί σε πολλά ρεπορτάζ για τις κατασταλτικές επιχειρήσεις του ισραηλινού κράτους σε διάφορα σημεία της κατεχόμενης Παλαιστίνης:
Άλλη αύρα της ισραηλινής αστυνομίας εν δράσει με εκτόξευση skunk σε οικισμό στη Δυτική Όχθη – πηγή φωτ.: ElectronicIntifada
Κατεχόμενη Ανατ. Ιερουσαλήμ, συνοικία Σέιχ Γιάρα (όπου ο ισραηλινός στρατός εκδιώκει Παλαιστίνιους από τα σπίτια τους στα οποία ζουν από το 1948) – Ο ισραηλινός στρατός εκτοξεύει το ίδιο υγρό μπόχας σε διαδηλωτές, όπως μεταδίδει το Αλ Τζαζίρα
Δίνοντας και το προφίλ της κατασκευάστριας εταιρείας, της Odortec, η σελίδα WhoProfits («Ποιος κερδίζει» – από την ισραηλινή κατοχή) σημειώνει ότι το skunk χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από την ισραηλινή συνοριοφυλακή στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη το 2008. Ο ισραηλινός στρατός άρχισε να το χρησιμοποιεί από το 2009, ιδίως σε διαδηλώσεις στη Δυτική Όχθη, και συγκεκριμένα στα χωριά Μπιλαϊν, Νιλίν, Καφρ Καντούμ και Νάμπι Σάλεχ. Από τότε, το σκανκ χρησιμοποιείται τακτικά από τις ισραηλινές δυνάμεις, σαν μέσο συλλογικής τιμωρίας εναντίον κατοίκων των χωριών της Δυτικής Όχθης όπου γίνονται τακτικά, εβδομαδιαία, διαδηλώσεις κατά της κατοχής.
Επιμέλεια: Αλ.Π.
ΥΓ.: Ζητούμε συγνώμη για τον «δύσοσμο» τίτλο, αλλά μπροστά στη δυσοσμία της συνεχιζόμενης κατοχής μάλλον ωχριά…