Τα κόκαλα του νεκρού γιού και «ο φορατζής» | Η πέννα πέφτει από τα χέρια… Της Κατερίνας Παπαθωμά-Μαστοροπούλου

0
155

ΕΠΙΣΤΟΛΗ

 

Στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ (22/3/25) διάβασα μία επιστολή του Φώτη Κουκουφίκα (Καστοριά) με τίτλο: Τα κόκαλα του νεκρού γιού και «ο φορατζής», στην οποίαν αναφέρεται μία συγκλονιστική αφήγηση του περιηγητή (και Προξένου του Ναπολέοντα στα Ιωάννινα λίγο πριν το 1821) Πουκεβίλ και η οποία  περιλαμβάνεται στο βιβλίο του Κυριάκου Σιμόπουλου με τίτλο «Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα, 1810-1821». Πρόκειται για μιά θηριώδη φορομπηκτική τακτική που σε κάνει να ντρέπεσαι που είσαι άνθρωπος. Συσχετίζοντας με την σημερινή βεβαρυμένη φορολογική πολιτική, θέλω να πιστεύω πως δεν θα φτάσομε  σ΄αυτό το σημείο της φρικτής απανθρωπιάς. Εκτός κι αν… κατά κει μας οδεύουν… Παρακαλώ θερμά τον κ. Κιάρη και τα τοπικά μας έντυπα να το αναδημοσιεύσουν. Αξίζει τον κόπο.

Κατερίνα Παπαθωμά – Μαστοροπούλου

«Στην Πρέβεζα στις αγγαρείες του Αλή Πασά πέθανε και θάφτηκε ο γιός τους. Οι μαραμένοι και σκυμμένοι από τα γηρατειά γονείς του, τον ξέθαψαν, έβαλαν τα κόκαλά του στο δισάκι και τράβηξαν για το χωριό τους να τα εναποθέσουν στο νεκροταφείο του, ώστε όταν πεθάνουν να βρεθούν πλάϊ στα δικά τους κόκαλα… Είδα να σταματούν οι φορατζήδες στο φυλάκιο του τελωνείου αυτό το αξιοσέβαστο ζευγάρι και να του ζητούν δασμό για το δισάκι με τα κόκαλα. Ένας Έλληνας, Τσαρλαμπάς τ όνομά του, φορατζής του Πασά (ίσως ο ίδιος ο Πασάς να καταδίκαζε αυτή την ιεροσυλία), ρωτάει ειρωνικά τους χωριάτες: -Τί κουβαλάτε σ΄αυτό το σακί; -Τα κόκαλα του παιδιού μας που πέθανε εδώ δουλεύοντας στην αγγαρεία. – Να πληρώσετε την ντογάνα.  -Να πληρώσω για τα κόκαλα του παιδιού μου;  λέει η μάνα. Μα δεν έχω τίποτα άλλο από τα δάκρυά μου. -Δάκρυα! Δάκρυα! Τί να τα κάνω τα δάκρυα; Εγώ θέλω 40 πιάστρα. -Ποτέ δεν πιάσαμε στα χέρια μας τόσα λεφτά.  -Θα τα δώσετε!  Ε, λοιπόν, λέει ο πατέρας, βγάζοντας από το σακί το κρανίο του παιδιού του. Πάρ΄το μπόγια. Να ο φόρος σου! Πάρ΄ το και σκότωσέ με! Ο κόσμος που παρακολουθούσε τη σκηνή ανάγκασε τον αναίσχυντο Τσαρλαμπά να αποτραβηχτεί. Η μάνα πήρε κλαίγοντας το κρανίο, φορτώθηκε το σακί κι απομακρύνθηκε  κρατώντας από το χέρι τον ετοιμόρροπο άντρα της. Πήραν το δρόμο της Νικόπολης. Μα εκεί τους ξανασταμάτησαν οι φορατζήδες. Και δεν τους άφησαν να περάσουν πριν τους χαρατσώσουν με δέκα πιάστρα. Ήταν όλο το βιός τους. Η πέννα πέφτει από τα χέρια μου….»

 

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΑΝΩΝΥΜΑ Ή ΕΠΩΝΥΜΑ