Μανόλης Χατζηγιακουμής: Όλβιος τάφος | Γράφει ο Γιάννης Κασιώτης

0
7768

ΜΑΝΟΛΗΣ ΧΑΤΖΗΓΙΑΚΟΥΜΗΣ

                                  ΟΛΒΙΟΣ ΤΑΦΟΣ

Toυ αποθανείν ομοίως επικεκλωσμένου πάσιν,   ου το βραδέως, αλλά το εμφανώς αποθανείν μακάριον.

(Αφού ο θάνατος είναι εξίσου για όλους καθορισμένος, μακάριος δεν είναι εκείνος που πεθαίνει πολύ γέροντας, αλλ’ εκείνος που πεθαίνει τιμημένος).

======

Σ’ αυτήν την αρχαία αποφθεγματική φράση,  περιέχεται με συμπυκνωμένο και μεστό τρόπο, η τελευτή κάθε ανθρώπου που γεννήθηκε για να πορευθεί νομοτελειακά  προς τη θανή.

Μακάριος είναι όχι όποιος αποχωρήσει από τη ζωή σε βαθύ γήρας, αλλ’ εκείνος που θα φύγει τετιμημένος.

Τετιμημένος όσο ελάχιστοι, έκλεισε την πόρτα της ζωής και αποχώρησε αγέρωχα ο Μανόλης Χατζηγιακουμής. Ο δάσκαλος, όπως  τον αποκαλούσαμε όλοι, τίτλος που του στεφάνωνε την ποιότητα της πορείας του βίου του κατά αγιοπρεπή τρόπο.

Ο Διδάσκαλος, ο δάσκαλος, ο οποίος δεν δίδασκε μόνο τους μαθητές του, τα αρχαιοελληνικά και νεοελληνικά κείμενα. Δεν δίδασκε μόνο μέσα στη σχολική τάξη. Δίδασκε τα πάντα στους πάντες. Δίδασκε με τη ματιά, με το νεύμα,  με το ύφος, με τις κινήσεις του σώματος. Μόνη η παρουσία του ήταν διδαχή. ΄Ένα ζωντανό διδασκαλείο ήταν ο Μανόλης Χατζηγιακουμής. Ακόμη και ο απλός χαιρετισμός του,η απλή καλημέρα, η χειραψία του, το χαμόγελό του περιείχαν διδαχές, μαθήματα και αξίες  ζωής.

Ο Μανόλης Χατζηγιακουμής δεν δασκαλόφερνε. Δεν προέβαλλε την διδασκαλική του ιδιότητα. Δεν «έκανε» τον δάσκαλο σε κανένα. Μόνο δίδασκε. Και οι διδαχές του, βλαστοί της μυροφόρας ψυχής του,  μπόλιαζαν μαγευτικά τον νου και την καρδιά του μαθητή, του φίλου, του ακροατή.

Προικισμένος  με υψηλό  δείκτη νοημοσύνης και με γονιδιακές καταβολές από εξαιρετικό μέταλλο, είχε τις δυο βασικές προϋποθέσεις να διαμορφώσει  χαρακτήρα αδαμάντινο, σπουδές ύψιστου επιπέδου, αυτοπεποίθηση ατσάλινη και περπάτημα ζωής αυτόνομο και ιδιώνυμο.

Οι πνευματικές  του κατακτήσεις φέρουν αποκλειστικά τη δική του σφραγίδα.

Κάθε ικμάδα μυαλού, σκέψης και ενέργειας  και κάθε οικονομία του, διατέθηκε στην έρευνα, μελέτη, συλλογή και σύνθεση των έξοχων έργων του, αιώνιο κληροδότημα στη Μείζονα και στην Ελάσσονα  πατρίδα του.

Στην πορεία του αυτήν ούτε είχε, ούτε ήθελε να έχει βοήθεια από οποιονδήποτε. Του ώφειλαν πολλοί. Δεν χρωστούσε. Προσέφερε στους πάντες, δεν έλαβε αντίδωρον  από κανένα.

Όποιος αποτολμούσε να του σιγανοψιθυρίσει πως η πορεία  αυτή έχει ψήγματα εγωϊσμού, έπαιρνε την απόλυτη απάντηση.

-Δεν είναι εγωϊσμός. Αξιοπρέπεια είναι.  Και την αξιοπρέπεια οφείλουμε να την διατηρούμε αδιαπραγμάτευτη και ανόθευτη.

Εχθρός του το χρήμα, η δόξα και η δημοσιότητα.

Το να απεχθάνεται κανείς μια από τις τρεις αυτές ματαιόδοξες επιδιώξεις είναι σπάνιο. Το να απορρίπτει δυο είναι απίθανο. Το να περιφρονεί και τις τρεις είναι αδύνατον και εξωπραγματικό.

Κι όμως ο Μανόλης απέρριπτε και τις τρεις ως κατάρες καταστροφικές αυτού που τις επιδιώκει σαν σκοπό ζωής.

Δεν είναι τυχαίο ότι δαπάνησε όλες τις οικονομίες μιας εικοσαετίας για ν’ αγοράσει δεκάδες σπίτια στο ορεινό Ασφενδιού για ένα και μόνο σκοπό.

Να μην καταστραφούν, να μην καταρρεύσουν . Να μην χαθεί μαζί με τα κτίσματα και η ιστορία αιώνων του πιο πλούσιου και πιο αναπτυγμένου επί εκατονταετίες χωριού του νησιού. Και δεν αρκέσθηκε σ’ αυτό.΄Εκτοτε δαπανούσε αδιάκοπα  μεγάλα  ποσά για να τα αναστηλώσει, να τα ανακατασκευάσει, να τα συντηρήσει, χωρίς  ποτέ να διανοηθεί να τα εκμεταλλευθεί οικονομικά.

Όταν κάποτε του μετέφερα το  ενδιαφέρον επιχειρηματία για την εκμετάλλευσή τους, με κοίταξε για λίγα δευτερόλεπτα και ένιωσα αμέσως μέσα από τα πανέξυπνα  πρασινογάλανα μάτια του να κινούνται επιταχυντικά πελώρια ηλεκτρομαγνητικά κύματα προσβολής της αξιοπρέπειάς του, χωρίς να αρθρώσει ούτε μια λέξη. Αλλά εγώ είχα πάρει την απάντηση.΄Ηταν τέτοια που μ’ έκανε να νιώσω ντροπή και να ψελλίσω «Συγγνώμη».

«Γυμνασιόπαις» ακόμη είχε ερωτευθεί τον μέγιστο εθνικό ποιητή Διονύσιο Σολωμό. Από τα είκοσι δύο του χρόνια, φοιτητής της φιλοσοφικής του ΕΚΠΑ στοιχημάτισε με τον εαυτό του να αναδείξει επιστημονικά το έργο του μεγάλου ποιητή.

Είκοσι χρόνια αγωνίσθηκε.΄Ερευνα και μελέτη των «αυτογράφων» (χειρογράφων του ποιητή), ώσπου εξεπόνησε τη διδακτορική διατριβή «Νοελληνικές Πηγές Σολωμού».

Αφελής νεανίας τα πρώτα χρόνια του «στοχάσματος» Σολωμού τον ρώτησα, γιατί ο Σολωμός; «Πάντα ανοιχτά πάντα άγρυπνα τα μάτια της ψυχής μου» μου απάντησε. Και βέβαια με είχε αφήσει για άλλη μια φορά  «σύξυλο». Όμως μου  κληροδότησε μια τέλεια  πνευματική παρακαταθήκη.

Ταυτόχρονα με τον Σολωμό, είχε αρχίσει να σπουδάζει τη βυζαντινή μουσική ήδη από τα πρώτα φοιτητικά του χρόνια. Στις μικρές διακοπές από το διάβασμα, στο χώρο που συνυπήρξαμε, σιγοψιθύριζε  συνεχώς «ΠΑ-ΒΟΥ-ΓΑ-ΔΙ-ΚΕ-ΖΩ-ΝΗ». Είκοσι χρόνια αργότερα, σαν δάσκαλος πια και της βυζαντινής μουσικής, χάρισε στον ελληνισμό τρία μοναδικά και ανεπανάληπτα έργα. «Μουσικά χειρόγραφα Τουρκοκρατίας (1453-1832)», «Χειρόγραφα εκκλησιαστικής μουσικής (1453-1820)», «Η εκκλησιαστική μουσική του ελληνισμού μετά την άλωση(1453-1820)».

Κορυφαίο  κεφάλαιο της ζωής και του έργου του, η μετάφραση της «Οδύσσειας», σε ένα μνημειώδη τόμο με καταχώρηση αντίκρυ του αρχαίου κειμένου.

Ο Μανόλης ανέκαθεν ήταν η  εξαίρεση του κανόνα στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Πορεύτηκε στη ζωή αφανής. Ό,τι φαινόταν και ακουγόταν, ήταν οι απόηχοι των επιτυχιών του, που όχι μόνον δεν τους επεδίωκε, αλλά αρνιόταν το μέγεθος και τη διάστασή των. Αν και οι μισοί βουλευτές  όλων των περιόδων υπήρξαν μαθητές του, αν και μεγάλα ονόματα πολιτικών φοίτησαν στο  δικό του μικρό πανεπιστήμιό του μέχρι να περάσουν στο μεγάλο, αν και πολλοί από αυτούς  διετέλεσαν και διατελούν υπουργοί και ανώτατοι κρατικοί λειτουργοί, εν τούτοις ποτέ  δεν ζήτησε κάτι από κάποιον.

Σε εποχές που κύκλοι «κατασκεύαζαν» και «κατασκευάζουν»  ονόματα που επιδίωκαν και επιδιώκουν  προβολή, δόξα και  φήμη, ο Μανόλης Χατζηγιακουμής πέρασε έξω από την περίμετρο των κύκλων αυτών,  γιατί ένιωθε το συρματόπλεγμά των να είναι συνδεδεμένο με ηλεκτροφόρα καλώδια.

Μανόλη, ήρθες σεμνός και ταπεινός.  Απήλθες, περήφανος και αξιοπρεπής. Ανάλωσες τη ζωή σου υπηρετώντας τις ιδέες σου. ΄Ολοι όσοι σε γνωρίσαμε έχουμε πάρει  από σένα, αγάπη, γνώση, διδαχή,  αρκετοί και υλική βοήθεια.

Πονούμε για τη ξαφνική και αναπάντεχη φυγή σου. ΄Ισως βιάστηκες. Αλλ’ αυτό το στοίχημα δεν κερδήθηκε ποτέ από κανένα.

Οδεύεις  στο πιο μικρό κοιμητήρι του νησιού. Το ταπεινό, το  απέρριτο, το  ανενόχλητο. Ταπεινή,  επιλεγμένη και προσαρμοσμένη στο πνεύμα και στην καρδιά σου  η τελευταία καταφυγή σου.

Πως μπορούσε να γίνει αλλιώς;

Ένα κοιμητήρι στην καρδιά του «Ωρομέδοντος» απέρριτο. Που δεν έχει τίποτε περιττό. Στο βοριά να έχει το απέραντο γαλάζιο του Αιγαίου, στην Ανατολή το έβγαλμα του ΄Ηλιου, στη δύση το κάθισμά του και στο Νοτιά την καταπράσινη αγκαλιά του βουνού.Εκεί θα συναντήσεις τον τραγουδισμένο

«Κώτσο του Μανολάκη και την Αγλαϊα, που το αντάμωμά τους, δημιούργησε ένα Μεγαλείο, εσένα».  Σ’ ένα μνημιό  που λες και παραγγέλθηκε για σένα, γιατί σου πρέπει και του πρέπεις.΄Ενας ΟΛΒΙΟΣ ΤΑΦΟΣ.

Κως 1 Μάρτη  2024

Ι. Β. ΚΑΣΙΩΤΗΣ

 

 

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΑΝΩΝΥΜΑ Ή ΕΠΩΝΥΜΑ