Ποιος ήταν ο Χρήστος Λαδάς – Η δολοφονική επίθεση εναντίον του από τον κομμουνιστή Ευστράτιο Μουτσογιάννη και το τραγικό του τέλος – Η σύλληψη του δολοφόνου – Τα αντίποινα της κυβέρνησης Σοφούλη – Η καταδίκη σε θάνατο των έξι συνεργών του δολοφόνου και η φυλάκιση του Μουτσογιάννη για 16 χρόνια – Τα επακόλουθα της δολοφονίας του Χρήστου Λαδά
Με μια ακόμα από τις πολιτικές δολοφονίες που συγκλόνισαν τη μεταπολεμική Ελλάδα θα ασχοληθούμε στο σημερινό μας άρθρο. Πρόκειται για τη δολοφονία του νομικού και πολιτικού Χρήστου Λαδά ,Υπουργού Δικαιοσύνης στην κυβέρνηση συνεργασίας Τσαλδάρη-Σοφούλη, από τον νεαρό κομμουνιστή Ευστράτιο Μουτσογιάννη την Πρωτομαγιά του 1948.
Ποιος ήταν ο Χρήστος Λαδάς
Ο Χρήστος Λαδάς γεννήθηκε στην Αθήνα το 1891. Σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Αρχικά εξάσκησε το επάγγελμα του δικηγόρου και στη συνέχεια ασχολήθηκε με την πολιτική. Εκλέχθηκε βουλευτής με το Κόμμα των Φιλελευθέρων το 1926, το 1928, το 1932, το 1936, το 1946 και το 1947. Χρημάτισε Υφυπουργός Συγκοινωνιών στην κυβέρνηση Ελευθερίου Βενιζέλου (1930-32) και Υπουργός Δικαιοσύνης στην κυβέρνηση συνεργασίας Τσαλδάρη-Σοφούλη.
Η δολοφονία του Χρήστου Λαδά (1/5/1948)
Το Πάσχα του 1948 εορταζόταν στις 2 Μαΐου. Το Μεγάλο Σάββατο, 1η Μαΐου, ο Χρήστος Λαδάς βγήκε από το σπίτι του, επί της οδού Αγίου Γεωργίου Καρύτση 4, μαζί με τη σύζυγό του Αλεξάνδρα και τη δεκάχρονη κόρη τους Ηλέκτρα. Ο Λαδάς δεν μπήκε στο υπηρεσιακό του αυτοκίνητο που τον περίμενε αλλά πήγε με τη σύζυγο και την κόρη τους στον ναό του Αγίου Γεωργίου για να ανάψει ένα κερί. Σε 15’ περίπου ο Λαδάς, η σύζυγος και η κόρη τους βγήκαν από τον ναό.
Ο Λαδάς επιβιβάστηκε στην υπουργική απαστράπτουσα μαύρη Buick ενώ η σύζυγος και η κόρη του ξεκίνησαν για το σπίτι τους που βρισκόταν μερικά μέτρα πιο μακριά. Ο Λαδάς κάθισε στα πίσω καθίσματα. Οδηγός της Buick ήταν ο Σταύρος Μενουδάκης και συνοδηγός ο αστυφύλακας της προσωπικής ασφάλειας του Λαδά, Σπυρίδων Αγγέλου. Η λιμουζίνα ξεκίνησε, είχε όμως χαμηλή ταχύτητα λόγω του πλήθους των πιστών που βρίσκονταν γύρω απ’ τον ναό. Στις 8.55 το όχημα βρισκόταν μπροστά από το μέγαρο του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός» με κατεύθυνση την οδό Εδουάρδου Λω. Τότε πλησίασε ένας νεαρός μετρίου αναστήματος, ντυμένος με στολή σμηνία. Στο χέρι του κρατούσε μια χειροβομβίδα.
Την απασφάλισε και την έριξε με δύναμη στο πίσω μέρς του αυτοκινήτου. Μέχρι η χειροβομβίδα να εκραγεί πέρασαν μερικά δευτερόλεπτα. Ο οδηγός του Λαδά ακινητοποίησε το αυτοκίνητο. Μαζί με τον αστυνομικό Αγγέλου κατέβηκαν από αυτό καθώς νόμιζαν ότι κάποιος έριξε πέτρα και έτρεξαν να τον συλλάβουν. Αμέσως όμως εξερράγη η χειροβομβίδα. Ο Λαδάς τραυματίστηκε σοβαρότατα στη δεξιά και αριστερή οσφυϊκή χώρα ενώ θραύσματα από τη χειροβομβίδα εισχώρησαν και στο κρανίο του. Το πίσω μέρος της λιμουζίνας πήρε φωτιά. Ο οδηγός έτρεξε να βοηθήσει τον αιμορραγούντα Υπουργό ενώ ο φρουρός του με το περίστροφο στο χέρι άρχισε να κυνηγά τον δράστη.
Η περιπετειώδης σύλληψη του δολοφόνου
Το ίδιο έκαναν και άλλοι αστυφύλακες που βρίσκονταν γύρω από τον ναό του Αγίου Γεωργίου. Φοβούμενοι ότι ο δράστης θα διέφευγε, άρχισαν να τον πυροβολούν. Εκείνος έβγαλε άλλη μια χειροβομβίδα και την εκτόξευσε εναντίον τους. Οι αστυφύλακες Παναγιώτης Λιακόπουλος, Ευστάθιος Καράτζαλης και Αθανάσιος Πινακούλιας τραυματίστηκαν σοβαρά. Ο τελευταίος εξέπνευσε κατά τη μεταφορά του στο νοσοκομείο. Ο δράστης της επίθεσης στον Λαδά άρχισε να τρέχει και πάλι. Ένας στρατιώτης, ο Γεώργιος Παναγιέρης που ήταν παρών στο γεγονός και κατάλαβε τι έγινε, του έβαλε τρικλοποδιά. Ο θύτης επιχείρησε να βγάλει και τρίτη χειροβομβίδα όμως έπεσαν πάνω του αστυφύλακες και τον συνέλαβαν. Την ίδια ώρα ασθενοφόρα κατέφθαναν να παραλάβουν τον βαρύτατα τραυματισμένο Λαδά, τους τραυματίες αστυνομικούς και τον 17χρονο μαθητή Βασίλειο Καρρά (ή Καφά) που τραυματίστηκε από θραύσμα χειροβομβίδας.
Η νοσηλεία του Χ. Λαδά και ο θάνατός του
Όλοι τους μεταφέρθηκαν εσπευσμένα στον Ερυθρό Σταυρό ενώ ο δράστης διακομίστηκε στο Ιπποκράτειο με πολλαπλά τραύματα, ένα από αυτά στον θώρακα. Ο Λαδάς σε κωματώδη κατάσταση μπήκε αμέσως στο χειρουργείο από το οποίο βγήκε στις 11.30 π.μ. Ο Υπουργός Υγείας, γιατρός Απόστολος Ορφανίδης ανακοίνωσε στον Τύπο στοιχεία για την κατάσταση του Χ. Λαδά καταλήγοντας: «Είναι βέβαια εις κρίσιμον θέσιν αλλά όχι και απελπιστικήν». Σύντομα έφτασαν στον Ερυθρό Σταυρό συνάδελφοι (Υπουργοί) του Λαδά και αργότερα ο πρωθυπουργός Σοφούλης, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Τσαλδάρης αλλά και ο ίδιος ο βασιλιάς Παύλος Α’.
Κάποια στιγμή ο Χ. Λαδάς άρχισε να αντιδρά στα ερεθίσματα των κάτω άκρων και των ματιών του κάνοντας τους γιατρούς να αναθαρρήσουν. Στις 12.15 μ.μ. η πίεσή του ήταν 14 και οι σφυγμοί του κανονικοί. Το απόγευμα επισκέφτηκε τον Λαδά ο ιατροδικαστής Καψάσκης που δήλωσε ότι αν η κατάσταση του υπουργού βελτιωθεί ή δεν χειροτερέψει τις επόμενες 10-15 ώρες οι πιθανότητες να ζήσει είναι αυξημένες. Το νέο ιατρικό ανακοινωθέν που εκδόθηκε στις 19.00 και είχε τις υπογραφές των Ορφανίδη και Κούρια (Καθηγητή Ιατρικής) κατέληγε: «Η αποψινή νύχτα θα κρίνει την όλην κατάστασιν».
Δυστυχώς ο Λαδάς δεν ξύπνησε ποτέ από το κώμα. Ο πυρετός έφτασε στο 41 και λίγο μετά τις 22.00 η καρδιά του έπαψε να χτυπά. Δίπλα του ως την τελευταία στιγμή ήταν η σύζυγος, η κόρη, τα δύο αδέλφια του και οι γιατροί Ορφανίδης και Κούριας. Η νεκροτομή έδειξε ότι ο θάνατος προήλθε «εκ του πλήθους των μικρών εστιών αιμορραγίας αι οποίαι είχαν δημιουργηθεί εκ της πιέσεως των αερίων της εντός του αυτοκινήτου ριφθήσεις υπό του δράστου κομμουνιστού και εκραγείσης χειροβομβίδος».
Το απόγευμα της Κυριακής του Πάσχα η σορός του Χ. Λαδά μεταφέρθηκε στο παρεκκλήσι της Μητρόπολης των Αθηνών τυλιγμένη με την ελληνική σημαία. Στις 11.00 π.μ. της Δευτέρας του Πάσχα (3/5/1948) έγινε η κηδεία του δημοσία δαπάνη, με τιμές Αντιστρατήγου εν ενεργεία. Την ώρα που η πομπή με τη σορό του Χ. Λαδά έφτανε στο Α’ Νεκροταφείο, κηδευόταν και ο άτυχος αστυνομικός Αθανάσιος Πινακούλιας, ο θάνατος του οποίου σύμφωνα με το πόρισμα προήλθε «εκ θραυσμάτων χειροβομβίδας, τα οποία εισήλθαν δια του κανθού (της κόγχης) του δεξιού οφθαλμού εις τον εγκέφαλον».
Πώς φτάσαμε στη δολοφονία του Χ. Λαδά;
Από το φθινόπωρο του 1947 ο Εμφύλιος Πόλεμος πέρασε σε φάση έντονης κλιμάκωσης. Από τη μία βρισκόταν ο Εθνικός Στρατός της χώρας. Πρωθυπουργός ήταν ο Θεμιστοκλής Σοφούλης που είχε συνασπίσει τις δυνάμεις του Κέντρου αλλά και της Δεξιάς στην κυβέρνησή του. Από την άλλη πλευρά βρισκόταν ο προσκείμενος στο ΚΚΕ, Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδος. Για να αντιμετωπίσει τους κομμουνιστές ο Σοφούλης με μια σειρά διοικητικών και νομοθετικών πράξεων έθεσε εκτός νόμου μια σειρά από αριστερές οργανώσεις και απαγόρευσε την κυκλοφορία των εφημερίδων «Ριζοσπάστης» και «Ελεύθερη Ελλάδα».
Από την άλλη πλευρά το ΚΚΕ με απόφαση της τρίτης Ολομέλειας του κόμματος (11-12 Σεπτεμβρίου 1947) επέλεξε την πολιτική της ένοπλης ρήξης με τις «ιμπεριαλιστικές δυνάμεις του καθεστώτος των εθνικών κομμάτων». Οι προθέσεις του ΚΚΕ είχαν φανεί από τη μη συμμετοχή στις βουλευτικές εκλογές του 1946. Στις 3 Δεκεμβρίου 1947 ανακηρύχθηκε από το ΚΚΕ η λεγόμενη Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση («Κυβέρνηση του Βουνού») με πρόεδρο τον Μάρκο Βαφειάδη που εγκατάσταθηκε στους ορεινούς όγκους της Πίνδου με σκοπό την απελευθέρωση της χώρας από την «ξενοκίνητη κυβέρνηση των Αθηνών» όπως τη θεωρούσαν. Παραμονή Χριστουγέννων του 1947 ο ΔΣΕ εξαπέλυσε επίθεση εναντίον της Κόνιτσας με σκοπό να την καταλάβει και να την κάνει πρωτεύουσα της χώρας. Η επιχείρηση αυτή απέτυχε. Η κυβέρνηση Σοφούλη αντέδρασε άμεσα.
Στις 27 Δεκεμβρίου 1947 εξέδωσε τον Αναγκαστικό Νόμο 509 «Περί μέτρων ασφαλείας του Κράτους, του Πολιτεύματος, του Κοινωνικού Καθεστώτος και προστασίας των ελευθεριών των πολιτών» με τον οποίο τέθηκαν εκτός νόμου το ΚΚΕ, το ΕΑΜ και η «Εθνική Αλληλεγγύη» που ήταν η πρώτη πανεθνική αντιστασιακή οργάνωση που δημιουργήθηκε στην Ελλάδα κατά την Κατοχή. Οι διατάξεις του νόμου ήταν αυστηρότατες. Προβλέπονταν βαρύτατες ποινές, ως τη θανατική, σε όσους προσπαθούν «δια βιαίων μέσων την ανατροπή του πολιτεύματος ή την απόσπασιν μέρους εκ του όλου της επικράτειας». Παράλληλα, απαγορεύονταν οι συγκεντρώσεις όλων όσων προπαγάνδιζαν τέτοιες ιδέες, καθώς και η δημοσιοποίηση ανάλογων εκδηλώσεων από τον Τύπο. Όσοι δημόσιοι υπάλληλοι, στρατιωτικοί ή άνδρες των λοιπών Σωμάτων Ασφαλείας «προπαγανδίζουν κομμουνιστικάς αρχάς» απολύονται με σημαντικές διαδικασίες. Μάλιστα, οι ποινές επιβάλλονταν από Στρατοδικεία.
Χρήστος Λαδάς: από υπερασπιστής των κομμουνιστών (1925-26), απηνής διώκτης τους (1947)
Εισηγητής του νόμου αυτού ήταν ο Χρήστος Λαδάς, κάτι που οδήγησε στη στοχοποίησή του. Κι όμως ο Λαδάς ως δικηγόρος το 1925-1926 ήταν συνήγορος υπεράσπισης 25 διωκόμενων ηγετικών στελεχών του ΚΚΕ που είχαν παραπεμθεί σε δίκη για εσχάτη προδοσία (μεταξύ των οποίων και ο τότε Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής Παντελής Πουλιόπουλος) εξαιτίας της θέσης του κόμματος εκείνη την εποχή περί δημιουργίας ενιαίας και ανεξάρτητης Μακεδονίας, καθ’ υπόδειξη της Σοσιαλιστικής Διεθνούς.
Σταδιακά όμως ο Λαδάς μετατράπηκε σε απηνή διώκτη των κομμουνιστών. Ως Υπουργός Δικαιοσύνης υπέγραψε τις εκτελέσεις εκατοντάδων κομμουνιστών. Συνυπέγραψε επίσης το ΛΖ’ ψήφισμα, με βάση το οποίο προβλεπόταν η μαζική στέρηση της ελληνικής ιθαγένειας «προσώπων αντεθνικώς δρώντων».
Ευστράτιος Μουτσογιάννης, η ανάκριση και η ομολογία του: «Με έβαλε το ΚΚΕ να τον δολοφονήσω»
Όπως αναφέραμε δράστης της δολοφονίας του Χ. Λαδά ήταν ο εικοσιδυάχρονος Ευστράτιος Μουτσογιάννης. Η πρώτη του κατάθεση λήφθηκε στο Ιπποκράτειο όπου νοσηλευόταν καθώς έφερε «πολλαπλά τραύματα εκ θραυσμάτων χειροβομβίδων εις τα κοιλιακά τοιχώματα». Ο Μουτσογιάννης ήταν 22 ετών, άνεργος εργάτης από τις Τζιτζιφιές. Σύμφωνα με τον φάκελό του εντάχθηκε στην ΕΠΟΝ το 1943 και στη διάρκεια της Κατοχής υπηρέτησε στον ΕΛΑΣ Αθηνών.
Τον Σεπτέμβριο του 1944 μετατάχθηκε στην Εθνική Πολιτοφυλακή ως μέλος της οποίας πολέμησε στα Δεκεμβριανά. Μετά τη Βάρκιζα έγινε δόκιμο μέλος του ΚΚΕ. Τον Ιούλιο του 1947 εκτοπίστηκε στην Ικαρία απ’ όπου επανήλθε τον Οκτώβριο του ίδιου έτους με τα «μέτρα ειρηνεύσεως». Τον Ιανουάριο του 1948 επανασυνδέθηκε με ένα κλιμάκιο της «στενής αυτοάμυνας» από το οποίο πήρε λίγο αργότερα την εντολή να σκοτώσει τον Λαδά. Τα στοιχεία επιβεβαίωσε κι ο ίδιος ο Μουτσογιάννης στα «Απομνημονεύματά» του που εκδόθηκαν το 1972 και στα οποία, μεταξύ άλλων, υμνούσε τη χούντα… Η ανάκριση του Μουτσογιάννη ήταν περιπετειώδης.
Οι γιατροί του Ιπποκράτειου ζήτησαν από τον ανακριτή Κακίση και τον εισαγγελέα Μανδραπήλια να την αναβάλλουν για λόγους υγείας. Τότε, με υπόδειξη πιθανότατα του Αστυνομικού Διευθυντή Αθηνών Άγγελου Έβερτ, ο προϊστάμενος της Υπηρεσίας Διώξεως Κομμουνισμού, Αστυνόμος Ιωάννης Κροντήρης φόρεσε ιατρική στολή και ανέλαβε με το πρόσχημα της φροντίδας του Μουτσογιάννη, την εκμαίευση πληροφοριών από αυτόν. Μια «ελκυστική νοσοκόμα» προσπάθησε να «παγιδεύσει» με το δήθεν ενδιαφέρον της τον Μουτσογιάννη, χωρίς αποτέλεσμα. Αρχικά, ο Μουτσογιάννης δεν συνεργάστηκε με τις Αρχές, δίνοντας «ονοματεπώνυμα αποθανόντων κομμουνιστών ή μικρά ονόματα και ψευδή χαρακτηριστικά». Μετά από 24 ώρες άλλαξε στάση.
Κατονόμασε τον συνεργό του που τον εγκατέλειψε κατά τη διάρκεια της απόπειρας και τον καθοδηγητή τους. Ο δεύτερος, με το ψευδώνυμο «Λεωνίδας» ήταν ο 25χρονος άνεργος κομμουνιστής Δημήτριος Κωνσταντινέας από την Καλαμάτα, μαχητής επί Κατοχής της αθηναϊκής ΟΠΛΑ και έπειτα του ΕΛΑΣ Θεσσαλίας που επικηρύχθηκε ως ληστής με 10.000.000 δρχ. για τη σύλληψη και 5.000.000 δρχ. για την αποτελεσματική κατάδοσή του.
Επικεφαλής του κλιμακίου της «στενής αυτοάμυνας» αποδείχθηκε ο 26χρονος αυτοκινητιστής Βασίλης Ζάννας, «παλαιός κομμουνιστής» και απόφοιτος της κομματικής σχολής «Δημήτρης Γληνός». Ο Ζάννας αρνήθηκε οποιαδήποτε εμπλοκή του στην υπόθεση. Φαίνεται ότι αν και ο Χρήστος Λαδάς έχασε τη ζωή του, η ενέργεια εναντίον του δεν ήταν άρτια σχεδιασμένη. Μία από τις τρεις χειροβομβίδες που δόθηκαν στον Μουτσογιάννη ήταν ελαττωματική ,ενώ του χορηγήθηκε αρχικά ένα όπλο χωρίς σφαίρες και στη συνέχεια σφαίρες διαφορετικού διαμετρήματος από αυτές που «έπαιρνε» το όπλο! Ο Ευστράτιος Μουτσογιάννης φαίνεται ότι ομολόγησε για να έχει καλύτερη μεταχείριση αλλά και για να γλιτώσει τον αδελφό του Γιώργο ο οποίος μάλλον είχε εμπλοκή στην επίθεση και συνελήφθη αρχικά, στη συνέχεια όμως αφέθηκε ελεύθερος…
Ενδεικτικά της ομολογίας Μουτσογιάννη είναι τα εξής: «Ώστε το Κόμμα σε διέταξε να κάμεις αυτό που έκαμες» τον ρώτησε ο ανακριτής. «Θέλει και ρώτημα; Αυτό το είπα από την πρώτη στιγμή που με πιάσανε. Είμαι κομμουνιστής, επήρα εντολή από το κόμμα μου, έπρεπε να την εκτελέσω», είπε.
Πάντως η εντολή για τη δολοφονία Λαδά ερχόταν από την ηγεσία του ΚΚΕ. Αυτό προκύπτει ξεκάθαρα από το συνθηματικό ραδιοτηλεγράφημα του Μάρκου Βαφειάδη τρεις ημέρες μετά το χτύπημα προς τους επικεφαλής της ΚΟΑ Στέργιο Αναστασιάδη και Γιώργο Σπανό: «Ζέστη κουλού ήρθε στην κατάλληλη στιγμή και είναι ό,τι χρειάζεται. Εννοείται ότι τέτοια καβάλα πρέπει να συνεχιστεί για να έχουμε πλούσια πολιτική συγκομιδή. Θάταν λάθος αν όλα αυτά γίνονταν σποραδικά και τυχαία. Εκείνο που χρειάζεται σήμερα η παρέα είναι να συνδυαστεί το δικό της έργο με μεγάλη ζέστη στην Απιδιά (Αθήνα), Πεπονιά (Πειραιά) και αλλού. Για Αλμύρα (Θεσσαλονίκη) φροντίζουμε εμείς. Θάταν λάθος αν ύστερα από ένα πήδημα σταματούσαμε και αφήναμε την αραπιά να αναλάβει πρωτοβουλίες. Χρειάζεται ακατάπαυστα πηδήματα, ζέστες, λάχανα κλπ.».
Η δίκη των υπαιτίων της δολοφονίας Λαδά – Η στροφή 180 μοιρών του Μουτσογιάννη
Στις 18 Ιουνίου 1948 άρχισε η δίκη των υπαιτίων των δολοφονιών Λαδά και Πινακούλια. Εκτός από τον Μουτσογιάννη, στο εδώλιο κάθισαν και: ο άμεσος συνεργός του Διονύσιος Καμπανίδης, η μητέρα του Μαρία Καμπανίδου, ο 48χρονος κουμπάρος της Εμμανουήλ Σαρανταρίδης (που κατηγορούνταν ότι πήρε το περίστροφο του Καμπανίδη από τη μητέρα του και το εξαφάνισε πετώντας το σε ένα πηγάδι), ο Ζάννος, δύο κομμουνιστές που είχαν συλληφθεί νωρίτερα (Ορέστης Μακρίδης και Χαράλαμπος Ψωμιάδης) και δύο Πόντιοι επαναπατρισθέντες από την ΕΣΣΔ επί Μεταξά, ήδη εξόριστοι στην Ικαρία (Κων/νος Χατζηκίδης, Κων/νος Πολατίδης) κατηγορούμενοι για εμπλοκή στη διακίνηση του αχρησιμοποίητου περιστρόφου.
Πρόεδρος του Δικαστηρίου ήταν ο Αντισυνταγματάρχης Στυλιανός Ταβουλάρης και μέλη, ο Ταγματάρχης Αχιλλέας Τάγαρης (διορισμένος Πρόεδρος του Πανεπιστημίου Πατρών επί χούντας), ο Επίλαρχος (Ταγματάρχης) Θ. Δελαγραμμάτικας και οι Λοχαγοί Στέργιος Λαμπρόπουλος και Αργύρης Λαγαριάς. Χρέη βασιλικού επιτρόπου εκτελούσε ο Ταγματάρχης Βαμβακάς.
Ο Μουτσογιάννης απολογήθηκε επί 1 ώρα και 45 λεπτά. Υποστήριξε με μεταμέλεια ότι «ο αγώνας του Κομμουνιστικού Κόμματος είναι μια απάτη. Μεταξύ αυτών που λένε στη διαφώτιση και της πραγματικότητας, υπάρχει πελώρια διαφορά. Πάντως εγώ θεωρώ τον εαυτόν μου ένοχον, ότι συνετέλεσα εις την καταστροφήν του Ελληνικού Λαού». Είπε ακόμα ότι δεν άξιζε να ζει μετά απ’ αυτό που έκανε αλλά ζήτησε να του δοθεί η δυνατότητα να μείνει ζωντανός λίγο ακόμα «για να μπορέσει να φωνάξει από τα ραδιόφωνα, τις εφημερίδες, τις πλατείες, τι απάτη είναι ο κομμουνισμός, πόσο χαλαέι τις ψυχές των ανθρώπων». Η απόφαση εκδόθηκε στις 21 Ιουνίου 1948. Οι Μουτσογιάννης και Καμπανίδης καταδικάστηκαν τρις εις θάνατον. Οι Ζάννος, Χατζηκίδης, Μακρίδης και Σαρανταρίδης δις εις θάνατον, οι Πολατίδης και Ψωμιάδης άπαξ εις θάνατον και η Μαρία Καμπανίδου σε ειρκτή έξι ετών λόγω μετρίας συγχύσεως επί συνεργία. Η τελευταία φράση του στρατοδίκη ήταν: «Ημπορείτε να υποβάλετε αίτησιν χάριτος».
Οι εκτελέσεις των έξι – Τα ισόβια σε Μουτσογιάννη και Καμπανίδη
Λίγο πριν τις 6 π.μ. οι έξι από τους οχτώ καταδικασθέντες σε θάνατο εκτελέστηκαν, πίσω από το νοσοκομείο «Σωτηρία». Ο Μουτσογιάννης και ο άμεσος συνεργός του Καμπανίδης δεν τουφεκίστηκαν λόγω υποβολής αίτησης χάριτος. Καθώς εκτιμήθηκε η στάση τους κατά την ανάκριση και στη συνέχεια, η ποινή τους μετατράπηκε σε ισόβια. Ο Μουτσογιάννης αποφυλάκίστηκε από την κυβέρνηση της Ένωσης Κέντρου το 1954 κάτι που προκάλεσε σφοδρές αντιδράσεις από την ΕΡΕ.
Τα κυβερνητικά αντίποινα
Η κυβέρνηση Σοφούλη αντέδρασε με εκτελέσεις καταδικασθέντων. Την Τρίτη του Πάσχα του 1948 εκτελέσθηκαν 154 καταδικασμένοι από κακουργιοδικεία. Οι 24 στην Αθήνα και οι υπόλοιποι σε Αίγινα, Χαλκίδα, Σπάρτη, Τρίπολη, Καλαμάτα και Θεσσαλονίκη. Ως τις 10 Μαΐου εκτελέστηκαν 311 άτομα! Αυτό προκάλεσε διεθνή κατακραυγή. Ο Σοφούλης είπε στο Reuters ότι δεν επρόκειτο για εκδικητικές εκτελέσεις αλλά για «εκκαθάριση δικογραφιών των καταδικασθέντων σε θάνατο που είχε αποφασιστεί πριν τη δολοφονία Λαδά». Ο δρόμος που συνδέει την οδό Σταδίου με την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου Καρύτση, φέρει σήμερα τιμητικά το όνομα του Χρήστου Λαδά.
Η εκκωφαντική σιωπή του ΚΚΕ
Ιδιαίτερα εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι το ΚΚΕ για δεκατίες απέφευγε οποιαδήποτε αναφορά στους εκτελεσθέντες. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Κωνσταντινέας εντοπίστηκε σε ειδική κρύπτη τον Απρίλιο του 1949 και συνελήφθη. Καταδικάστηκε δις εις θάνατον, δεν εκτελέστηκε και αποφυλακίστηκε λίγα χρόνια αργότερα, επί Πλαστήρα. Παρά τις επανειλημμένες προσφορές του στον «Ριζοσπάστη» τη δεκαετία του 1990 (πέθανε το 1998) δεν μνημονεύθηκε ποτέ. Μόλις το 2008 στο νέο «δοκίμιο ιστορίας» του κόμματος, βρήκαν τη θέση τους οι εκτελεσθέντες στο «μαρτυρολόγιο» του κόμματος…
Πηγές:
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΑΡΡΗΣ, «ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΔΟΛΟΦΟΝΙΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ»
Τάσος Κωστόπουλος, «Υπόθεση Χρήστου Λαδά- Η ατομική τρομοκρατία ως εργαλείο του εμφυλίου πολέμου»