Οι Τρείς Κώοι ναύτες του Κανάρη (Σεβαστάκης, Λαζαρής και Γιώργης…) & η πυρπόληση της Τουρκικής ναυαρχίδας το 1822 (Γράφει ο Β. Χατζηβασιλείου)

3
1118

Από την ιστορία του τόπου μας

Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΡΙΩΝ ΚΩΩΝ ΝΑΥΤΩΝ ΣΤΗΝ  ΠΥΡΠΟΛΗΣΗ ΤΟΥΡΚΙΚΗΣ ΝΑΥΑΡΧΙΔΑΣ ΤΟ 1822

Μετά τη σφαγή της Χίου από τους Τούρκους, τον Απρίλιο του 1822, ο ελληνικός στόλος παρέμενε πολύ μικρότερος από τον Οθωμανικό για να  μπορέσει να αντιμετωπίσει τον εχθρό σε μάχη. Για τον λόγο αυτό πάρθηκε η απόφαση από τους Έλληνες να εκδικηθούν την καταστροφή της Χίου με πυρπολικά. Ο Κωνσταντίνος Κανάρης από τα Ψαρά και ο Ανδρέας Πιπίνος από την Ύδρα κατόρθωσαν με τα πυρπολικά τους να μπουν μέσα στο λιμάνι της Χίου, τη νύχτα της 6ης Ιουνίου του 1822, όταν οι Τούρκοι γιόρταζαν το Μπαϊράμι και συμποσίαζαν στα πλοία τους. Ο Τούρκος ναύαρχος Καρά Αλής είχε καλέσει στη φωταγωγημένη ναυαρχίδα του τους αξιωματικούς του στόλου για ένα ολονύχτιο γλέντι.

Στο λιμάνι της Χίου ξεχώριζαν εκείνη την αφέγγαρη βραδιά δυο πλοία. Η ναυαρχίδα του Καρά Αλή και ένα ρωσικό καράβι, που είχε αγκυροβολήσει τυχαία εκεί κοντά. Ο Κανάρης λέγεται ότι είχε μαζί του και τρεις Κώους ναύτες και συντρόφους: τον Γιάννη Σεβαστάκη από την Κέφαλο, τον Λαζαρή από το Πυλί και κάποιον Γιώργη.. (το επώνυμό του δεν διασώθηκε) επίσης από την Κέφαλο.

Ο Πιπίνος αφού κόλλησε το πυρπολικό του σε ένα τουρκικό πλοίο, που ήταν η υποναυαρχίδα, δεν το γάντζωσε καλά, το πυρπολικό ξεκόλλησε και παρασύρθηκε από τον αέρα χωρίς να κάνει τη ζημιά. Ο Κανάρης πάλι ξεγελάστηκε από τη φωταγώγηση του ρωσικού σκάφους και νομίζοντας πως αυτό ήταν η τουρκική ναυαρχίδα πήγαινε κατά πάνω του. Οι τρεις τότε Κώοι ναύτες του, που γνώριζαν τα τουρκικά πλοία, επέμεναν  ότι δεν ήταν εκείνο η ναυαρχίδα, τον έπεισαν να αλλάξει  απόφαση, να στρέψει και να γαντζώσει  το πυρπολικό του πάνω στην τουρκική ναυαρχίδα και να της βάλει τη φωτιά. Δεν άργησε  στην μπαρουταποθήκη της να γίνει η έκρηξη και εκτινάχτηκε ολόκληρη η ναυαρχίδα στον αέρα. Δυο χιλιάδες Τούρκοι βρήκαν το θάνατο, μεταξύ των οποίων και ο ίδιος ο αρχηγός του στόλου, ο Καρά Αλής, ο οποίος χτυπημένος από ένα καμένο κομμάτι καταρτιού μπήκε σε μια βάρκα και ξεψύχησε μόλις έφτασε στην ακτή.

Η εξιστόρηση αυτή προέρχεται από τη λαϊκή παράδοση του τόπου μας, την οποία συμπεριέλαβα στο βιβλίο μου της Ιστορίας της Κω (σελ.354) και στην αγγλόφωνη έκδοση του ίδιου βιβλίου (σελ.350-351)  όπως ακριβώς μου την αφηγήθηκε ο αείμνηστος δάσκαλος και λαογράφος Νικόλαος Ζάρακας.

ΒΑΣΙΛΗΣ Σ. ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

3 ΣΧΟΛΙΑ

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΑΝΩΝΥΜΑ Ή ΕΠΩΝΥΜΑ