Νέα Υόρκη: Ξεκίνησαν πάλι οι εργασίες στον ναό του Αγίου Νικολάου στο «σημείο μηδέν»

0
100

Παρουσία του Κυβερνήτη της Πολιτείας Νέας Υόρκης  Άντριου Κουόμο, μελών της Ομογένειας και του Αρχιεπίσκοπου Αμερικής Ελπιδοφόρου – Το κτήριο της κτίστηκε το 1832 , αγοράστηκε από Έλληνες μετανάστες και ναυτικούς το 1919 για να το χρησιμοποιήσουν ως εκκλησία

Χθες το πρωί,  11.30 π.μ. τοπική ώρα πραγματοποιήθηκε η επίσημη τελετή επανέναρξης των εργασιών του Ιερού Ναού του Αγίου Νικολάου στο σημείο Μηδέν στο νότιο Μανχάταν της Νέας Υόρκης. Παρουσία του Κυβερνήτη της Πολιτείας Νέας Υόρκης  Άντριου Κουόμο και μελών της Ομογένειας, ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής Ελπιδοφόρος τέλεσε τον αγιασμό για να ευλογήσει το ξεκίνημα του μεγάλου έργου της αποπεράτωσης του ναού.  Την ανοικοδόμηση έχει πλέον αναλάβει να φέρει εις πέρας νέος μη κερδοσκοπικός φορέας υπό την επωνυμία «οι Φίλοι του Αγίου Νικολάου» με πρόεδρο το Ντένις Μιλ και αντιπρόεδρο το Μιχάλη Ψαρό. Το ανεξάρτητο συμβούλιο εκ 13 μελών του Οργανισμού  έχει επωμιστεί του εράνους και προχωρήσει σε ενεργό fundraising από τότε που σχηματίστηκε στα τέλη του 2018. Στόχος τους να επιτευχθεί η ολοκλήρωσή του ναού το 2021 και θυρανοίξια να γίνουν στις 11 Σεπτεμβρίου της ίδιας χρονιάς, είκοσι ακριβώς χρόνια μετά την τρομοκρατική επίθεση στους Διδύμους Πύργους. Και φυσικά στην επέτειο των 200 χρόνων  από την Ελληνική Επανάσταση του 1821.

Για τα μέλη του  Οργανισμού «οι Φίλοι του Αγίου Νικολάου» η ολοκλήρωση της ανοικοδόμησης του ναού και του Προσκυνήματος, πέρα από την επαναδραστηριοποίηση με ανανεωμένη ζωτικότητα των Ορθόδοξων πιστών,   θα αποτελέσει αθάνατο μνημείο τιμής στη μνήμη των τριών χιλιάδων ανθρώπων που φονεύθηκαν και μαρτύρησαν την 11η Σεπτεμβρίου του 2001. Και επιπλέον η αναγέννηση της από τα ερείπια  θα σηματοδοτήσει το κορυφαίο κοινωνικό γεγονός της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Αμερική, έπειτα από τη συμπόρευση του Αρχιεπισκόπου Ιακώβου με τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ στη γέφυρα στη Σέλμα της Αλαμπάμα.

Η μισοτελειωμένη εκκλησία με τις ορατές  διαβρώσεις δεν αποτελούσε το καλύτερο θέαμα στο «Σημείο Μηδέν». Ο χώρος που πριν πριν από 19 χρόνια γέμισε οδυνηρά με συντρίμμια έχει δώσει τη θέση του σε ένα νέο λαμπερό σύμπλεγμα με γυάλινους πύργους και ουρανοξύστες ένα μουσείο, ένα διαμετακομιστικό κέντρο και ένα μνημείο που συγκεντρώνει εκατομμύρια επισκέπτες κάθε χρόνο. Απέναντι από τη νοτιοανατολική γωνία της περιοχής, στο Κάτω Μανχάταν, η τσιμεντένια πρόσοψη της Ελληνορθόδοξης εκκλησίας τυλιγμένη από προστατευτικό πλέγμα και προσφάτως περικυκλωμένη από ακαλαίσθητες διαφημιστικές πινακίδες, ασυντόνιστη με την γενικότερη αισθητική του τοπίου «κλώτσαγε» στο μάτι της  πανοραμικής  φουτουριστικής σύνθεσης των κτιρίων Τοποθετημένη σε ένα  οικόπεδο που ανήκει στη Λιμενική Αρχή της Νέας Υόρκης με τυπικό ενοίκιο 1 δολ. το μήνα, το χτίσμα που φιλοδοξούσε να γίνει σύμβολο ειρήνης, σημείο παρηγορίας και ελπίδας  έμοιαζε με παραιτημένο κουφάρι. Σε απόλυτη ακινησία εργασιών επί δυόμισι χρόνια ότι προβλεπόταν να λάμψει με το χαλύβδινο τρούλο σαν αρχιτεκτονικό διαμάντι -από τη μίξη πέτρας  του Βερμόντ και γυαλιού που θα άφηνε άφθονο το φυσικό φως να διαθλάται στο εσωτερικό με τα κατάλευκα μαρμαρά  Πεντέλης-  θύμιζε εγκαταλελειμμένη παράγκα από γκρι σκυρόδεμα.

Η αλήθεια είναι πως η ανοικοδόμηση του ναού έχει περάσει μέχρι τώρα από χίλια μύρια κύματα. Ο Άγιος Νικόλαος που βρισκόταν στην οδό Liberty απέναντι από τον Νότιο Πύργο του Παγκοσμίου Κέντρου Εμπορίου καταστράφηκε εντελώς στις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001. Ο ναός θάφτηκε εντελώς από την κατάρρευση του νότιου πύργου και ελάχιστα από τα πολύτιμα  περιεχόμενα που είχε στη κατοχή του  διασώθηκαν. Κάποια μέρη από τα λείψανα του αγίου Νικολάου, της αγίας Αικατερίνης και του αγίου Σάββα -που είχαν δωριστεί στην εκκλησία από τον Νικόλαο τον Β΄, τον τελευταίο τσάρο της Ρωσίας– τα οποία έβγαιναν από τις οστεοθήκες τους την ήμερα των αντίστοιχων εορτασμών τους για προσκύνηση, εξαερώθηκαν. Μαζί τους εξαφανίσθηκε αμετάκλητα στις στάχτες και μια σειρά εμβληματικών ιερών κειμηλίων, σπάνιων εικόνων και εξαιρετικών λατρευτικών αντικειμένων.

Η μικρή ορθόδοξη εκκλησία που φάνταζε μικροσκοπική στη σκιά των 110 ορόφων των Δίδυμων Πύργων, είχε προ των επιθέσεων αφοσιωμένο ποίμνιο από την κοινότητα της ομογένειας, ιδιαίτερο συμβολισμό ως προστάτιδα τη ναυτοσύνης και ιστορία ενός ολόκληρου αιώνα. Το κτήριο της κτίστηκε το 1832 και ανάμεσα στις πολλαπλές χρήσεις του υπήρξε και ταβέρνα, αγοράστηκε από Έλληνες μετανάστες και ναυτικούς το 1919 για να το χρησιμοποιήσουν ως εκκλησία. Από το 1922 συνέστησαν το ποίμνιο του Αγίου Νικολάου και δημιούργησαν  ένα χώρο λατρείας για προσευχή και τέλεση ακολουθιών και ιερών μυστηρίων.

Στη διάρκεια των χρόνων που διανύθηκαν στον 20ο αιώνα η εκκλησία -χωρητικότητας μόλις 80 ατόμων-  έγινε σύμβολο της παγκόσμιας Ορθοδοξίας καθώς προσέλκυσε τη μεγαλύτερη δυνατή επισκεψιμότητα, εξαιτίας της γειτνίασης της με το απέναντι σύμπλεγμα του Παγκόσμιου Κέντρου Εμπορίου που ολοκληρώθηκε το 1973 και το οποίο προσέρχονταν καθημερινά δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενοι και επισκέπτες. Τις Τετάρτες που ο ναός ήταν ανοικτός στο κοινό,  κατά εκατοντάδες οι πιστοί, ανεξαρτήτως θρησκευτικού δόγματος, συνέρρεαν στο ήσυχο πνευματικό του χώρο για συγκέντρωση, διαλογισμό, περισυλλογή και προσευχή. Μετά την ολοσχερή καταστροφή ο ιερέας του ναού Ιωάννης Ρώμας και τα μέλη του ποιμνίου  προσωρινά μετακόμισαν στον καθεδρικό ναό των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στο Μπρούκλιν.

Έκτοτε ξεκίνησε,  όχι δίχως εμπόδια, και ο σχεδιασμός της ανοικοδόμηση της εκκλησίας, εμπνευσμένης αρχιτεκτονικά  από τον ναό της Αγίας Σοφίας στη Κωνσταντινούπολη. Η χρηματοδότηση των εργασιών θα προερχόταν κυρίως από δωρεές, όπως  της ελληνικής κυβέρνησης, των μελών της Ορθόδοξης Εκκλησίας ανά τον κόσμο, της Ρωμαιοκαθολικής Αρχιεπισκοπής της Βοστώνης και της ιταλικής πόλης του Μπάρι, όπου είναι πολιούχος ο Άγιος Νικόλαος. Τις μεγάλες προσφορές στο Ταμείο του Αγίου Νικολάου τις ανέλαβε η ελληνική ομογένεια η οποία συγκέντρωσε επτά εκατομμύρια δολάρια από μεμονωμένους ομογενείς και δέκα εκατομμύρια από το Ίδρυμα της Οικογένειας Σπανού. Ωστόσο διανύθηκε μια ολόκληρη δεκαετία ώσπου  το 2011 μετά από διάφορες διελκυστίνδες και πολύχρονες διαπραγματεύσεις για ένταξη στο ευρύτερο ρυθμιστικό σχέδιο  της περιοχής του «Σημείου Μηδέν» άνοιξε τελικά ο δρόμος και αποφασίστηκε το ακριβές σημείο, όπου θα ανεγειρόταν  ο ναός, στο ανατολικό άκρο του Λίμπερτι Παρκ. Ο αρχικός προϋπολογισμός προσέγγιζε τα είκοσι εκατομμύρια δολάρια. Κατά την τελετή θεμελίωσης τον Οκτώβριο του 2014 το εκτιμώμενο κόστος είχε αγγίξει τα 40 εκατομμύρια δολάρια.

Το κόστος εκτινασσόταν στη στρατόσφαιρα με αποτέλεσμα αρκετοί επιφανείς Ελληνοαμερικανοί δωρητές να δυσανασχετούν. Διαμαρτύρονταν διερωτώμενοι για το «πού πάνε τα λεφτά;», τονίζοντας «εμείς ως κοινότητα έχουμε τους καλύτερους αρχιτέκτονες, τους καλύτερους πολιτικούς μηχανικούς, δικηγόρους και επαγγελματίες, οι οποίοι είναι πρόθυμοι να προσφέρουν αφιλοκερδώς τις υπηρεσίες τους στην Εκκλησία». Εξάλλου η  Ελληνορθόδοξη Αρχιεπισκοπή, με έδρα τη Νέα Υόρκη, που αντιπροσωπεύει πάνω από 500 ενορίες σε ολόκληρη τη χώρα με περισσότερα από 1,5 εκατ. μέλη και 800 ιερείς- είναι  η πλουσιότερη επαρχία του Οικουμενικού Θρόνου. Παρά την προνομιακή οικονομική της άνεση , όμως,  η «μαύρη τρύπα» των οικονομικών της  ελλειμμάτων διογκωνόταν αστραπιαία.  Το Σεπτέμβριο του 2017 το κόστος είχε φτάσει κιόλας στο υπέρογκο ποσό των 78 εκατομμυρίων δολαρίων. Ήδη σήμερα εκτιμάται ότι αγγίζει τα 86 εκ δολάρια!

Σαφώς και οι καθυστερήσεις καθώς και οι οικονομικές υπερβάσεις δικαιολογούνταν κατά κάποιο τρόπο λόγω των γραφειοκρατικών εμπλοκών αλλά και των υψηλών αμοιβών των δικηγόρων στη διαμάχη που είχε η Αρχιεπισκοπή με τη Λιμενική Αρχή της Νέας Υόρκης, των εργολάβων, προμηθευτών  και των επιβλεπόντων των εργασιών κατασκευής, του γνωστού  αρχιτεκτονικού γραφείου του Σαντιάγκο Καλατράβα που έχει αναλάβει τον σχεδιασμό του νέου ναού. Αλλά και πάλι η υπόθεση μύριζε αδιαφανή κακοδιαχείριση. Κάπου εκεί δύο αξιωματούχοι της Αρχιεπισκοπής  βρέθηκαν ενώπιον της ομοσπονδιακής δικαιοσύνης για υπεξαίρεση και ατασθαλίες. Το χειρότερο, οι  εργασίες που προχωρούσαν σχετικά ομαλά μέχρι και την 16η επέτειο της τρομοκρατικής επίθεσης, διακόπηκαν λόγω έλλειψης χρημάτων το Νοέμβριο του 2017 από τη υπεύθυνη κατασκευαστική εταιρεία Skanska USA. Τρία μόλις χρόνια μετά από τη στιγμή που έπεσε το πρώτο μπετόν για την υλοποίηση του έργου, ο ημιτελής ναός κινδύνευε να ξαναθαφτεί, αυτή τη φορά στη λήθη.

Η διακοπή των εργασιών και τα γενικότερα «σοβαρά και σύνθετα» οικονομικά προβλήματα της Αρχιεπισκοπής έβαλαν «στη πρίζα» των αμφιβολιών  μερίδα δωρητών του ναού. Απέστειλαν αίτημα στον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο ζητώντας του να απαλλάξει από τα καθήκοντά του τον Αρχιεπίσκοπο Αμερικής Δημήτριο. Οι πιο «γκαζωμένοι» εξ αυτών με συνεντεύξεις, ανακοινώσεις  και καταχωρήσεις στον ομογενειακό τύπο δήλωναν απειλητικά ότι δεν πρόκειται να δώσουν χρήματα εάν δεν παραιτηθεί ο κ. Δημήτριος μετά από  δύο δεκαετίες ποιμαντορίας στην Αρχιεπισκοπή Αμερικής. Υπό το βάρος των κατηγοριών ότι οδήγησε την  Αρχιεπισκοπή σε «οικονομική, διοικητική και πνευματική χρεοκοπία», ο σεβασμιότατος Δημήτριος παραιτήθηκε τη θέσης το Μάιο του 2019.  Η Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου στο Φανάρι έλαβε την κρίσιμη απόφαση, αποφασίζοντας παμψηφεί να τον διαδεχθεί ο Μητροπολίτης Προύσης και Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Αγίας Τριάδας της Χάλκης, Ελπιδοφόρος.

Μετά την εκλογή και την ενθρόνιση του  τον Ιούνιο του 2019 ο Αρχιεπίσκοπος Ελπιδοφόρος απηύθυνε προσωπική έκκληση – πρόσκληση προς τη γενναιοδωρία  των  ενοριών, των περιφερειακών Μητροπόλεων, των  οργανώσεων της κοινότητας και της νεολαίας καθώς  και των ορθόδοξων πιστών της ομογένειας και όλου του κόσμου, δεσμευόμενος να αποκαταστήσει με διαφάνεια το έλλειμμα εμπιστοσύνης. Σε σύντομο χρονικό διάστημα  συγκεντρώθηκαν τα απαιτούμενα κεφαλαία, με αποτέλεσμα να δοθεί το «πράσινο φως» από τις ανάδοχες εταιρείες προκειμένου τα συνεργεία να ξανά μπουν στον χώρο. Το χρονοδιάγραμμα της Αρχιεπισκοπής θεωρείται εφικτό να τηρηθεί απαρέγκλιτα, παρά τα προβλήματα από την πανδημία, ώστε να ολοκληρωθεί με ακρίβεια ο νέος ναός χωρητικότητας 150 ατόμων. Το στοίχημα είναι μεγάλο αλλά όχι ακατόρθωτο.

«Ακόμη και αν έχουμε ταπεινωθεί και ως Αρχιεπισκοπή και ως Έθνος, δεν έχουμε χάσει την ελπίδα μας, δεν έχουμε χάσει την πίστη μας, δεν έχουμε χάσει τη σταθερή μας απόφαση ότι αυτή την εκκλησία θα τη χτίσουμε» υπόσχεται ο  Αρχιεπίσκοπος  Ελπιδοφόρος. Γιατί διαβεβαιώνει ότι «δεν θα είναι πλέον μόνο μία ελληνορθόδοξη εκκλησία, αλλά θα γίνει Ιερό Εθνικό Προσκύνημα για όλους τους Ορθοδόξους, για τον Ελληνισμό και προσκύνημα για όλο τον Αμερικανικό λαό».

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΑΝΩΝΥΜΑ Ή ΕΠΩΝΥΜΑ