Οι απέραντοι σιτοβολώνες και τα σιταροχώραφα της Κω

2
5236
Ψαλίδι / Άγ. Γαβριήλ / Εξοχή, Κως

(φωτο από την εκδήλωση ο αγροτικός οικισμός του Λινοπότη Anguillara Κως, με παλιές φωτογραφίες των Α. Μαρκόγλου, Κ. Κογιόπουλου κ.α.)

Οι απέραντοι σιτοβολώνες και τα σταροχώραφα της Κω

(Γράφει η Ξανθίππη Αγρέλλη)

Συνεχίζοντας το αφιέρωμά μας στις εύφορους κάμπους του νησιού μας, θα αναφερθούμε με καθολική ευλάβεια   στα ατέλειωτα σταροχώραφα της Κω.  Αυτά  που αν ζούσε ο Ολλανδός ζωγράφος, Βικέντιος Βανγκόγκ (1853-1890), σίγουρα με θαυμασμό θα τα απαθανάτιζε, στους υπέροχους πίνακές του.

Αργοσαλεύοντας  στο απαλό, χλιαρό αεράκι, τα στάχυα έγερναν τα χρυσαφένια, ώριμα κεφαλάκια τους μες στο κατακαλόκαιρο. Ο   λαμπερός ήλιος, στίλβωνε με του χρυσάφι του, τους απέραντους και ανεξάντλητους,  κάμπους  της Κω. Ενώ ο πολύτιμος  καρπός του σιταριού, ψιθύριζε την αξία του σε ποιητές και πεζογράφους, σε γλύπτες και ζωγράφους, που τον ύμνησαν καλλιτεχνικά.                            Το  σιτάρι και τα λοιπά δημητριακά, έχουν τις ρίζες τους βαθιά χωμένες στους αιώνες. Διαμορφώνοντας  την διατροφή και την  επιβίωση όλων των  λαών της Γης, το σιτάρι κρύβει τα δικά του μυστικά, από την καλλιέργεια, μέχρι την συγκομιδή και την κατανάλωση. Για  να γίνουν από τα άλευρα το ψωμί και τα υπόλοιπα υποπροϊόντα του,  χρειάζεται πάρα πολύς κόπος.                                       Το στάρι, εκτός από την μακραίωνη παρούσα του στον κόσμο, πρωταγωνιστεί και στην Ελληνική παράδοση  και αποτελεί  τον βασικό καρπό, με την μεγαλύτερη θρεπτική αξία.  Η  καλλιέργεια του  σίτου είναι γνωστή από αρχαιότατων χρόνων, καθώς σε ιστορικές αναφορές τα γεμάτα με σιτάρι αγγεία, που βρεθήκαν σε  διάφορες Αρχαιολογικές ανασκαφές, μαρτυρούν την αξία του σταρένιου σπόρου.  Στην Αρχαιοελληνική μυθολογία,   συναντάμε το σιτάρι  να έχει προστάτιδα την Δήμητρα     της γεωργίας,  η οποία έδωσε και το όνομα της σε όλα τα συναφή σιτηρά, ως Δημητριακά,  διδάσκοντας και διαδίδοντας την καλλιέργειά τους.                                                                                                Η  επάρκεια του σίτου, εξασφαλίζει ελευθερία και ευημερία στους λαούς. Αντίθετα  η έλλειψή του, ιδίως σε καιρό πολέμου, όπως  στη Γερμανική κατοχή, φέρνει πείνα, ταραχές  και δυστυχία.                Ο  χρυσός καρπός του σταριού, αναφέρεται και στην Ιερά Βίβλο εκτός από το ‘Μάννα’ εξ ουρανού και  στην εξορία του Ιωσήφ, στην Αίγυπτο,  στις   μεγάλες σιταποθήκες των Φαραώ.                             Για  τους Χριστιανούς, ο ‘Άρτος ο  επιούσιος’ το καθημερινό ψωμί, είναι ευλογημένο από τον ίδιο τον Χριστό, όπως ‘στους πέντε άρτους εν τη ερήμω,’ στον Μυστικό Δείπνο, στην Θεία Ευχαριστία κλπ.  Η λέξη ψωμί, βγαίνει από την αρχαία λέξη ‘ψώμος,’ που σημαίνει μπουκιά.  Η  Χριστιανική παράδοση θέλει το ψωμί να κόβεται σε μπουκιές και να τρώγεται με τα χέρια και ποτέ να μην το καρφώνουν με το πιρούνι, όπως κάρφωσαν τον Χριστό οι σταυρωτές του.  Μέσα στην λαϊκή, Ελληνοχριστιανική παράδοση, συναντάμε παντού την παρουσία του σταριού. Από το ευλογημένο αλεύρι, γίνεται το Εκκλησιαστικό Πρόσφορο, το Αντίδωρο, το  Χριστόψωμο, η Αρτοπλασία, η Βασιλόπιττα, τα Λαζαράκια, η  Λαμπριάτικη κουλούρα, τα κουλουράκια, η Φανουρόπιτα, οι πίτες, οι Λουκουμάδες, οι μαρμαρίτες, η αλευρογριά κλπ.  Ενώ από το βρασμένο σιτάρι, γίνονται  τα Βάρβαρα και τα κόλλυβα.                                                                                                                                                   Στη  Κω όντας επίπεδη και εύφορη, με το ήπιο κλίμα και τα άφθονα νερά της, καλλιεργούσαν αρκετά δημητριακά, ιδίως στάρι και νταρί δηλ  καλαμπόκι. Από το σβάρνισμα του χωραφιού, το ζευγάρισμα, συνήθως με βοοειδή πριν τη σπορά που ξεκινά πολύ νωρίς, τη φροντίδα της φυτείας μέχρι τον Ιούνιο τον θεριστή και τον Ιούλιο τον Αλωνάρη, όπου γίνεται η συγκομιδή,  η παράγωγη του σιταριού είναι πολύ επίπονη και εξαντλητική, για τους εργάτες του μόχθου της γης.                      Μέσα  στην καρδιά του καλοκαιριού, κάτω από τον καυτερό ήλιο οι φιλόπονοι λεσπέρηδες, οι   γεωργοί, θα θερίσουν τα στάχυα, θα τα συγκεντρώσουν στις θημωνιές, θα  αλωνίσουν και θα ξεχωρίσουν από το σιτάρι την ήρα, τον βίκο, το κριθάρι, τη ζέα, το βρωμάρι, τη βρίζα  κλπ.                                    Όλα  αυτά γίνονταν με τα υποζύγια, πριν έρθουν οι αλωνιστικές μηχανές και τους ξεκουράσουν.    Ό, τι απέμενε, φρόντιζαν να το φυλάξουν, και τις μπάλλες με το σανό, τις είχαν για την τροφή των ζώων.  Όσο ο λαμπερός ήλιος του μεσοκαλόκαιρου, γυάλιζε  τις χρυσαφένιες θημωνιές και τα αμέτρητα τζιτζίκια φλυαρούσαν  στα γύρω δέντρα, τόσο οι γεωργοί προσπαθούσαν  να μεταφέρουν τον πλούσιο καρπό του σιταριού μέσα σε  λευκά, λινά τσουβάλια, στους πιο κοντινούς μύλους για το άλεσμα.  Η  Κως ήταν ευλογημένη, γιατί  είχε μεγάλη παραγωγή και δεκάδες μύλους, αλευρόμυλους.  Μερικοί  ήταν ανεμόμυλοι και άλλοι  νερόμυλοι, όπως αυτοί στην ορεινή Ζιά του Ασφενδιού. Σήμερα  οι περισσότεροι είναι παρατημένοι στη φθορά του χρόνου, αφού τους αντικατέστησαν οι πιο σύγχρονες μηχανές. Μοιάζουν  με άδεια ερειπωμένα κουφάρια, ενώ κάποιοι   κατέρρευσαν και άλλοι είναι ετοιμόρροποι. Οι  ελάχιστοι που συντηρηθήκαν κόντρα στο ρέμα της εποχής,  μαζί με τον εξοπλισμό και τους μηχανισμούς τους, αποτελούν σπάνια αξιοθέατα του νησιού μας. Τους αλευρόμυλους, τους  χειρίζονταν ολόκληρες οικογένειες και τους κληρονομούσαν από τον παππού προς τα εγγόνια.  Λέγονταν  δε   Μυλωνάδες και  πολλοί από αυτούς κράτησαν  το  επίθετο αυτό, προερχόμενο από το επάγγελμα τους.

Δεν είναι λίγα και τα σπίτια των χωρικών,  που διέθεταν τις δίκες τους βαριές μυλόπετρες, για να αλέθουν τα στάχυα, ώστε να έχουν αλεύρι για το δικό τους σπιτικό Σαββατιάτικο ζεστό ψωμί.         Ήταν  ψημένο στον ξυλόφουρνο και φυλαγμένο στον πέντηλο, ένα στρογγυλό,  πλεκτό, ρηχό καλάθι, κρεμασμένο στις  μεσσιές δηλ στα ξύλινα δοκάρια του χαμηλόκτιστων σπιτιών.                 Όταν  υπήρχε πάντα ψωμί  στο σπίτι, η οικογένεια χόρταινε.  Αλειμμένο με την γλίνα, το  ζωικό χοιρινό λίπος ή βρεγμένο με λίγη ζάχαρη ή ακόμα τηγανισμένο στο λάδι, το ψωμί,  αποτελούσε χορταστικό και θρεπτικό γεύμα, κυρίως για τα παιδιά.

Τελευταία, είχαμε   περίπου 32 μύλους στην Κω, από αυτούς οι 9 ήταν νερόμυλοι. Παλιότερα το νησί μας διέθετε 75 μύλους για το άλεσμα αλευριού με 45 νερόμυλους.                                                        Ενδεικτικά θα αναφέρουμε μερικούς.  Υπάρχει ολόκληρος κατάλογος,  με καταγεγραμμένους όλους τους μύλους, στα αρχεία της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, ιστορικά διατηρητέους.                                                                                                           Υπήρχαν οι δυο παλιοί, ξακουστοί  μύλοι στην πόλη της  Κω, απέναντι από το ξενοδοχείο Ζέφυρος.   Οι Ιταλοί τους κατεδάφισαν, μετά τον μεγάλο  σεισμό του1933, και έφτιαξαν την μεγάλη  Πλατεία στους  ‘Δυο Μύλους’,  έναντι του Ξενοδοχείου  Κως.                                                                                                                                               Δυο επίσης παλιοί Μύλοι, βρίσκονται στην περιοχή Λάμπη της Κω. Ο  ένας  είναι στην αρχή της οδού Παλαιών Πολεμιστών, ένα ερειπωμένο κουφάρι.                                                                                                                                                       Ο άλλος είναι  σε καλή κατάσταση,  βρίσκεται στο παραλιακό μέτωπο και χρησιμοποιείται σαν καφέ-μπαρ  με το όνομα ‘Μύλος’.                                                                                                                                                               Στην ορεινή Ζιά, με τα άφθονα νερά, μεταξύ άλλων υπάρχει ένας από τους χαρακτηριστικούς νερόμυλους, της οικογένειας Χαζαντώνη.  Επίσης ο νερόμυλος στο κτήμα Πεταλά,  βρίσκεται στην Μεσαριά.  Κατά μήκος του ποταμού Ζείουλα, στην δυτική πλευρά του  Ασκληπιείου, λειτουργούσαν  επτά νερόμυλοι, στη σειρά που τους τροφοδοτούσε το ποτάμι.                                                                 Επίσης στην διασταύρωση του Αμπάβρη, υπάρχει ο μύλος της οικογενείας Καίσερλη.                    Ανάμεσα  στο Μαστιχάρι και την Αντιμάχεια, ξεχωρίζει ο εγκαταλειμμένος,   παλιός    Μύλος    του  19  αιώνα,  της Χριστίνας Φαβάτση.                                                                                                                        Από τον 19  αιώνα, λειτουργούσε και ο Μύλος του παπά Γιάννη, που είναι καλοδιατηρημένος. Βρίσκεται  απέναντι από την Εκκλησία της Κοίμησης της Παναγίας, στην Αντιμάχεια  και ανήκει στην οικογένεια του  Ελπιδοφόρου Άμαλλου.

Στο Πυλί, στο Λαγούδι και στο Αμανιού, υπήρχαν αρκετοί μύλοι, καθώς και στην Καρδάμαινα.                           Στην Κέφαλο, υπήρχε ο ξακουστός Μύλος του μυλωνά, παπά Βασίλη, ιδιοκτησίας Μαρίας Σεβαστιανού, που δούλευε άλευρα μέχρι και  το 1980. Σήμερα η οικογένεια Βουδούρη, τον ανακαίνισε, τον συντήρησε και   συμπεριλαμβάνεται στο θαυμάσιο ‘Μυλοτόπι’ της Κεφάλου.                                                    Φυσικά υπήρχαν και ίσως να υπάρχουν ακόμη  και πολύ άλλοι μύλοι, που είτε με το γάργαρο πηγαίο νερό, είτε με τον άνεμο να γυρίζει τα λευκά πανιά τους, άλεθαν το στάρι, παράγοντας το πολύτιμο αλεύρι και τα αγαθά του. (Σίγουρα οι αγαπητοί αναγνώστες μας, θα  τους θυμούνται.)

Οι πρώτοι που ασχολήθηκαν με τους σιτοβολώνες της Κω και είχαν μηχανές  θεριστικές, αλεστικές, μηχανές μπαλλαρίσματος,  μεγάλες σιταποθήκες και εμπόριο αλεύρων, ήταν μεταξύ άλλων.              Η  οικογένεια Αλεξίου Θυμανάκη, η οικογένεια Σύκαλη, η οικογένεια Ανδριωτάκη, καθώς και η οικογένεια Αδαμαντίδη. Αργότερα έγιναν και οι Αγροτικοί Συνεταιρισμοί, που ασχολούταν συστηματικά και με τα σιτηρά.

Η  Κως έτρεφε με το ‘Μάννα’  της όχι μόνο τους κατοίκους του καταπράσινου νησιού μας, αλλά έκανε και εξαγωγές με άλευρα σε όλη την Ελλάδα. Όμως αυτό το χρυσάφι της γης, η εύφορη Κως  το άφησε και η καλλιέργεια του άρχισε σταδιακά να φθίνει, μαζί με τόσα άλλα προϊόντα της μάνας γης, τα οποία σήμερα αναγκάζεται να τα εισάγει.                                                                                                  Το ευλογημένο σιτάρι ενέπνευσε το εξαιρετικό διήγημα του Σκιαθίτη, Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη (1851 -1911), την ‘Σταχομαζώχτρα,’ την γιαγιά Αχτίτσα, που δούλευε σε σταροχώραφα  και μάζευε σπυρί, σπυρί τον καρπό,  να χορτάσει και να μεγαλώσει τα ορφανά εγγόνια της.

Ακόμα θυμάται ο κ. Γιάννης Κουζούκας από το Ασφενδιού -όπως μας διηγήθηκε ο ίδιος-όταν ήταν παιδί περί τα τέλη Μαΐου έπιασε μια δυνατή νεροποντή που πήρε όλα τα δεμάτια του θερισμού και τα πέταξε στη θάλασσα, στο Τιγκάκι…

Θα κλείσω το αφιέρωμά μου στους  απέραντους, χρυσαφένιους και πολύ πλούσιους κάμπους, με τα σταροχώραφα της Κω, τα οποία   εκτείνονταν εκτός από τα χωράφια κοντά στην πόλη της Κω, από το  Ζιπάρι, το  Τιγκάκι, το Μαρμάρι, ως το Μαστιχάρι. Συνέχιζαν δε από την επίπεδη Καρδάμαινα, ως την παραλιακή παλαιά Αστυπάλαια, δηλ  την Κέφαλο.                                                          Η  θρεπτική ανεκτίμητη αξία της καλλιέργειας του σίτου, βρίσκεται μέσα στα λόγια του ποιητή και πεζογράφου, Νικηφόρου Βρεττάκου  (1912 1991).  ‘Μαζεύω  τα πεσμένα στάχυα, για να σου φτιάξω και να σου στείλω, λίγο ζεστό ψωμί’.

Ξανθίππη Αγρέλλη

==================================================================================

2 ΣΧΟΛΙΑ

  1. Να σου ζηλέψω φίλε μου για την όμορφη γυναίκα,αλλά τα σιταροκρίθαρα χρονιά σου και χρονιά μου.Όσο καιρό θερίζαμε Αντώνη-Αντωνάκι,τώρα που ποθερίσαμε που σε δα εγώ Αντώνη.[ανάπτυξη σιταριού, πέντε μήνες πέντε κόμποι,ένας μήνας πέντε κόμποι].

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΑΝΩΝΥΜΑ Ή ΕΠΩΝΥΜΑ