Το παρασκήνιο ανάμεσα στο «όχι» και το «ναι» του «Σουλτάνου» για την τέλεση Θείας Λειτουργίας στην ιστορική Ιερά μονή της Τραπεζούντας, στις 15 Αυγούστου
Με τακτική «καρότου και μαστίγιου», την οποία συνηθίζει η Τουρκία, η Αγκυρα επέτρεψε τελικά την τέλεση Πατριαρχικής Θείας Λειτουργίας στην Παναγία Σουμελά, στις 15 Αυγούστου, αν και αρχικά είχαν απορρίψει το πρώτο αίτημα που κατέθεσε το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Η αρχική αρνητική απόφαση ξάφνιασε την Αθήνα, μια και θεωρητικά διανύουμε «άνοιξη» στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, μετά και την πρόσφατη συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν στο Βίλνιους της Λιθουανίας και όσα έγιναν γνωστά. Πολλοί απέδωσαν την απόφαση στη «γραφειοκρατία», αν και θεωρείται βέβαιο ότι μια τέτοια εξέλιξη δεν θα μπορούσε να προχωρήσει χωρίς το ΟΚ της τουρκικής προεδρίας.
Η αρνητική απόφαση των τουρκικών αρχών έγινε γνωστή στις 21 Ιουλίου με μια λιτή ανακοίνωση του Οικουμενικού Πατριαρχείου, η οποία, μεταξύ άλλων, ανέφερε: «Γνωρίζεται διά τοῦ παρόντος εἰς τούς ἐνδιαφερομένους εὐσεβεῖς Χριστιανούς ὅτι ἐφέτος δέν θά τελεσθῇ ἡ Θεία Λειτουργία ἐπί τῇ ἑορτῇ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου εἰς τήν ἱστορικήν Ἱ. Μονήν Παναγίας Σουμελᾶ, καθ᾽ ὅτι δέν ἐδόθη ἡ ἀπαιτουμένη ἄδεια παρά τῶν ἁρμοδίων κυβερνητικῶν ἀρχῶν». Η αρχική απόφαση προκάλεσε την άμεση αντίδραση του υπουργείου Εξωτερικών, που έκανε λόγο για «μία εξόχως δυσάρεστη εξέλιξη», καθώς και ποντιακών οργανώσεων στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. «Θρασύτατη πρόκληση» και «διπρόσωπη πολιτική», είχε χαρακτηρίσει την αρχική απόφαση των τουρκικών αρχών η Παμποντιακή Ομοσπονδία Ελλάδος (ΠΟΕ) σε σχετική ανακοίνωση.
Η αρχική απόφαση του τουρκικού υπουργείου Εσωτερικών άλλαξε μέσα σε τέσσερις ημέρες, παρέχοντας τελικά άδεια στον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο να παραβρεθεί και να τελέσει Θεία Λειτουργία στο ιστορικό μοναστήρι του Πόντου, ανήμερα του εορτασμού του. «Μετά χαράς ανακοινούται ότι κατόπιν νεωτέρας αποφάσεως των τουρκικών αρχών παρεσχέθη άδεια τελέσεως Πατριαρχικής Θείας Λειτουργίας κατά την εορτήν της Κοιμήσεως της Θεοτόκου εις την Ι. Μονήν Παναγίας Σουμελά», ανέφερε ανακοίνωση του Οικουμενικού Πατριαρχείου στις 25 Ιουλίου, κάνοντας γνωστή την ανατροπή της αρχικής αρνητικής απόφασης.
Σύμφωνα με πληροφορίες, αργά το απόγευμα της περασμένης Δευτέρας το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως ενημερώθηκε προφορικά ότι τελικά θα δοθεί γραπτή άδεια για τον εορτασμό στην Παναγία Σουμελά. Νωρίτερα ο Τούρκος πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν, στη διάρκεια ομιλίας του, είχε ταχθεί δημόσια υπέρ του διαλόγου και της διπλωματίας, στέλνοντας «μήνυμα» σε Μητσοτάκη, Μακρόν και Μπάιντεν, με τους οποίους συνομίλησε στην πρόσφατη σύνοδο του ΝΑΤΟ στο Βίλνιους της Λιθουανίας. «Ας ανοίξουμε χώρο σε διάλογο και διπλωματία. Οι παρεξηγήσεις θα εξαλειφθούν και οι διαφορές θα επιλυθούν», τόνισε μεταξύ άλλων. Αργότερα εκπρόσωπος του υπουργείου Εσωτερικών επικοινώνησε με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, ενημερώνοντας ότι θα δοθεί η πολυπόθητη άδεια.
Η τελευταία Θεία Λειτουργία τελέστηκε στην Παναγία Σουμελά τον Δεκαπενταύγουστο του 2022 από τον Οικουμενικό Πατριάρχη, με τη συμμετοχή και του Αρχιεπισκόπου Αμερικής Ελπιδοφόρου. Από το 2010, οπότε και λειτούργησε και πάλι το μοναστήρι ανήμερα του εορτασμού του -μετά από 87 χρόνια σιωπής-, επτά συνολικά φορές τελέστηκε Θεία Λειτουργία, από την οποία μόνο το 2021 απουσίαζε ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος. Την περίοδο 2016-2020 το μοναστήρι ήταν κλειστό για το κοινό λόγω εργασιών αποκατάστασης. Επικίνδυνοι βράχοι στερεώθηκαν με ατσάλινα σχοινιά και τοποθετήθηκαν μεταλλικά φράγματα συγκράτησης βράχων για την ασφάλεια μνημείου και επισκεπτών. Τότε μάλιστα ο Τούρκος πρόεδρος είχε κόψει μέσω τηλεδιάσκεψης -λόγω της πανδημίας του COVID-19- την… κορδέλα των εγκαινίων.
Το 2022 είχαν προκληθεί έντονες αντιδράσεις από βιντεοκλίπ που γυρίστηκε στο εσωτερικό της μονής, με εικόνες που θυμίζουν rave party -μετά από άδεια των τουρκικών αρχών-, με έναν εκ των διοργανωτών να δηλώνει προκλητικά ότι το βίντεο είχε στόχο να αναδείξει τον ιστορικό χώρο. Αντιδράσεις προκλήθηκαν και εντός Τουρκίας, με το υπουργείο Πολιτισμού να πραγματοποιεί ΕΔΕ για το θέμα.
Το 2010 η Παναγία Σουμελά πανηγύρισε και πάλι ανήμερα του εορτασμού της, ακριβώς 87 χρόνια μετά την εγκατάλειψή της από τους μοναχούς, λόγω της ανταλλαγής πληθυσμών ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία, μετά την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης. Πριν από την αναγκαστική έξοδο οι μοναχοί έκρυψαν μέσα στο κοντινό παρεκκλήσι της Αγίας Bαρβάρας τα πολύτιμα κειμήλια της μονής: τη θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Σουμελά, το Ευαγγέλιο του Οσίου Χριστοφόρου και τον σταυρό του Εμμανουήλ Κομνηνού. Το 1931, μετά από συμφωνία Βενιζέλου – Ινονού, ο Αμβρόσιος Σουμελιώτης, ένας από τους επιζώντες μοναχούς της μονής, ταξίδεψε στον Πόντο, ξέθαψε τα ιερά κειμήλια και τα έφερε στην Ελλάδα και σήμερα βρίσκονται στο νέο μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά στο Βέρμιο Ημαθίας.
Σύμφωνα με την παράδοση, το έτος 386 οι Αθηναίοι μοναχοί Βαρνάβας και Σωφρόνιος οδηγήθηκαν στις απρόσιτες βουνοκορφές του Πόντου μετά από αποκάλυψη της Παναγίας, με σκοπό να ιδρύσουν το μοναχικό της κατάλυμα. Το μοναστήρι είναι χτισμένο σε απόκρημνη πλαγιά του όρους Μελά, στην ενδοχώρα της Τραπεζούντας, απ’ όπου έχει πάρει και το όνομά του. Παναγία «εις του Μελά», «σου Μελά» στην ποντιακή διάλεκτο.
Επειτα από σχεδόν 15 αιώνες παρουσίας, το μοναστήρι εγκαταλείφθηκε το 1923 μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή και την ανταλλαγή πληθυσμών ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία. Ακολούθησαν καταστροφή, λεηλασία και ολόκληρες δεκαετίες εγκατάλειψης έως το 1986 που άνοιξε για πρώτη φορά τις πόρτες του στο κοινό, ως επισκέψιμο τουριστικό μνημείο, προστατευόμενο από το υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού. Σήμερα το μνημείο είναι εγγεγραμμένο στον Προσωρινό Κατάλογο Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCΟ.
Για την ιστορία, πρώτοι -επίσημα- τουρίστες που επισκέφθηκαν το μοναστήρι ήταν ομάδα Αμερικανών στρατιωτικών το 1953, στο πλαίσιο νατοϊκής παρουσίας στην περιοχή.
Στο άνοιγμα της Παναγίας Σουμελά για λατρεία κάθε χρόνο τον Δεκαπενταύγουστο, καθοριστικός υπήρξε ο ρόλος του επιχειρηματία, προέδρου της Ομοσπονδίας Ελληνικών Κοινοτήτων Ρωσίας και πρώην βουλευτή της ρωσικής Δούμας Ιβάν Σαββίδη.
Κορυφαία στιγμή για τον ίδιο, όπως και για ολόκληρο τον Ποντιακό Ελληνισμό, υπήρξε η επαναλειτουργία του ιστορικού μοναστηριού της το 2010, για πρώτη φορά μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή και τον ξεριζωμό των Ποντίων από τις πατρογονικές τους εστίες το 1923. Τότε ο ίδιος είχε δηλώσει στους δημοσιογράφους πως η μόνιμη επαναλειτουργία της Παναγίας Σουμελά αποτελεί για εκείνον «στόχο ζωής». Μπορεί ο στόχος αυτός να μην έχει επιτευχθεί έως σήμερα, αλλά η αλήθεια είναι ότι χωρίς τις παρεμβάσεις και τις επαφές του κ. Σαββίδη με Τούρκους αξιωματούχους θα ήταν μάλλον αδύνατη η επαναλειτουργία της Παναγίας Σουμελά.
Από τα δημοφιλέστερα μνημεία στην Τουρκία
Το μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά είναι ένα από τα κορυφαία επισκέψιμα μνημεία στην Τουρκία, που αποδίδει σημαντικά έσοδα στα κρατικά ταμεία από το εισιτήριο εισόδου, το οποίο μάλιστα αυξήθηκε πρόσφατα από 300 τουρκικές λίρες σε 450 (από 10,15 ευρώ σε 15,23). Σύμφωνα με τα τουρκικά ΜΜΕ, το μνημείο έχει πλέον την τρίτη ακριβότερη είσοδο μετά τον «Πύργο της Κόρης», που βρίσκεται πάνω σε νησάκι στη νότια είσοδο του Βοσπόρου και το Εθνικό Πάρκο Γκιόρεμε στην Καππαδοκία, με τις μονολιθικές εκκλησίες, που έχει ανακηρυχθεί Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς από την UNESCO. Το 2021, που άνοιξε για πρώτη φορά το μοναστήρι μετά από πέντε χρόνια εργασιών, το επισκέφθηκαν 153.994 τουρίστες, ενώ το 2022 -σύμφωνα με δηλώσεις του προέδρου Ερντογάν- 339.457 άτομα.
Το μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά συμβάλλει σημαντικά και στην οικονομική ανάπτυξη της ευρύτερης περιοχής, τόσο με την επίσκεψη Ελλήνων προσκυνητών όσο και από γειτονικές ορθόδοξες χώρες (Ρωσία, Γεωργία κ.ά.). Το μοναστήρι είναι ένας από τους κυριότερους πόλους έλξης θρησκευτικού τουρισμού στη χώρα, με την κυβέρνηση Ερντογάν να επενδύει σημαντικά τόσο στη συντήρηση και αποκατάσταση του μνημείου όσο και στη δημιουργία υποδομών πρόσβασης και αναψυχής.
Πρόσφατα, μάλιστα, ολοκληρώθηκαν και οι εργασίες εξωτερικού φωτισμού που αναδεικνύουν εντυπωσιακά το μοναστήρι τις βραδινές ώρες. Το υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού της Τουρκίας προβάλλει την επίσκεψη στην Παναγία Σουμελά ως «μια ξεχωριστή εμπειρία όλες τις εποχές του χρόνου» σε συνδυασμό με τη φύση, την Ιστορία και τον πολιτισμό.
Πώς η Παναγία από Αθηνιώτισσα («εις του Μελά») έγινε Σουμελά
Στις 09 Νοεμβρίου του 1931, Έλληνας μοναχός ανακαλύπτει στην Τραπεζούντα την περίφημη εικόνα της Παναγίας του Σουμελά, του Ευαγγελιστή Λουκά. Διαβάστε τη μοναδική ιστορία της θαυματουργής εικόνας!
H θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Σουμελά εικονογραφήθηκε σύμφωνα με την παράδοση της Ορθοδόξου εκκλησίας από τον Ευαγγελιστή Λουκά. Η δε ετυμολογία της, Σουμελά, προέρχεται από το όρος μελά και το ποντιακό ιδίωμα «σου» που σημαίνει «εις το ή «εις του», και συνεπώς «εις του Μελά», το οποίο τελικά έγινε Σουμελά.
Μετά το θάνατο του Απόστολου και Ευαγγελιστή, ο μαθητής του Ανανίας φέρνει την εικόνα στην Αθήνα και την τοποθετεί στον περικαλλή ναό της Θεοτόκου στον Παρθενώνα. Την εποχή εκείνη η εικόνα ονομάζεται Παναγία η Αθηνιώτισσα.
Σύμφωνα με την ιερή παράδοση οι Αθηναίοι μοναχοί Βαρνάβας και Σωφρόνιος, ανταποκρινόμενοι στο κάλεσμα της Παναγιάς, ακολουθούν την πορεία της εικόνας, η οποία πετά ως τον Πόντο.
Οι δύο μοναχοί περνούν τα Μετέωρα, τη Χαλκιδική και την παραλία της Μονής Βατοπεδίου, από όπου ένας άγνωστος άνδρας τους μεταφέρει με καράβι μέχρι τη Μαρώνεια.
Βαρνάβας και Σωφρόνιος περνούν πεζοπορώντας τη Ραιδεστό και κατορθώνουν τελικά να φθάσουν στην Κωνσταντινούπολη, από όπου και πηγαίνουν με ένα πλοιάριο στην Τραπεζούντα.
Εκεί πια η Παναγία εμφανίζεται και πάλι στους δύο Αθηναίους μοναχούς για να τους πληροφορήσει, ότι η εικόνα της πορεύεται προς το όρος Μελά.
Με πυξίδα τους πλέον τον Πυξίτη ποταμό, και εμψυχωμένοι από τη δύναμη της πίστης τους, ανηφορίζουν προ το όρος, μέχρι τη στιγμή που βρίσκονται μπροστά στην είσοδο μιας σπηλιάς με χρυσαφένια λάμψη. Η λάμψη αυτή δεν ήταν άλλη από το φως της Εικόνας της Αθηνιώτισσας.
Βαρνάβας και Σωφρόνιος γονυπετείς και πλημμυρισμένοι με δάκρυα χαράς, ευχαριστούν την Παναγία και της υπόσχονται να χτίσουν στο σημείο αυτό ένα ναό προς τιμήν της.
Με μοναδικά τους εφόδια, λοιπόν, την πίστη, την επιμονή και την εργατικότητά τους, οι δύο αποφασισμένοι ερημίτες μοναχοί κατορθώνουν παρά τις πολλές αντιξοότητες που συναντούν, να χτίσουν το 386 μ.Χ σε σπήλαιο της απόκρημνης κατωφέρειας του όρους Μελά, σε υψόμετρο 1063 μέτρα, σκαλιστή μέσα στο βουνό την εκκλησία της Σουμελιώτισσας.
Από τότε η εικόνα έγινε γνωστή ως Παναγία Σουμελά, ενώ το πασίγνωστο χριστιανικό ορθόδοξο μοναστήρι κοντά στην Τραπεζούντα παραμένει το σύμβολο του Ποντιακού Ελληνισμού επί 16 ολόκληρους αιώνες.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι το σοβαρό πρόβλημα της ύδρευσης του μοναστηριού λύθηκε επίσης, σύμφωνα με την παράδοση κατά τρόπο θαυματουργό, ενώ η ανθρώπινη λογική αδυνατεί ακόμη και σήμερα να βρει απάντηση στο θέαμα που αντικρίζουν οι πιστοί προσκυνητές από όλο τον κόσμο, να αναβλύζει νερό μέσα από ένα γρανιτώδη βράχο. Οι δε θεραπευτικές του ιδιότητες κάνουν πασίγνωστο το μοναστήρι στα πέρατα της γης σε Χριστιανούς, αλλά και Μουσουλμάνους.
Το 1930, με ενέργειες του πρωθυπουργού της Eλλάδας Ελευθέρου Βενιζέλου, στο πλαίσιο της προωθούμενης τότε ελληνοτουρκικής φιλίας ο Tούρκος πρωθυπουργός Ισμέτ Ινονού, επισκέπτεται την Αθήνα και δέχεται μια αντιπροσωπεία να πάει στον Πόντο και να παραλάβει τα σύμβολα της ορθοδοξίας και του ελληνισμού.
Έκτοτε και για 20 ολόκληρα χρόνια η εικόνα φιλοξενείται στο Βυζαντινό Μουσείο της Αθήνας. Το 1931 ο Λεωνίδας Ιασωνίδης προτείνει τον επανενθρονισμό της Παναγίας Σουμελά σε κάποια περιοχή της Eλλάδας, ενώ τελικά το 1951 ο Kρωμναίος οραματιστής και κτήτωρ Φίλων Κτενίδης κάνει πράξη την επιθυμία όλων των Ποντίων, με τη θεμελίωση της Νέας Παναγίας Σουμελά στις πλαγιές του Βερμίου στην Καστανιά της Βέροιας.
Διαβάστε επίσης: Ποιος είναι ο «Σεφ» του Αγίου Όρους