Το αίσθημα δικαίου που συνόδευε τον μεγάλο συνθέτη στη ζωή του αναδεικνύεται και από την τελευταία του επιθυμία για το μοίρασμα της περιουσίας στους απογόνους του – Μουσείο το σπίτι στην Ακρόπολη, στη Μαργαρίτα το εξοχικό στο Βραχάτι – Τι λέει για τα προσωπικά του αντικείμενα – Αποκληρώνει όποιον πάει ενάντια στη βούλησή του
«Συνήθιζα να λέω πάντα στη ζωή μου πως είμαι υπέρ της “δίκαιης ανισότητας” γιατί μόνο με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζεται η πραγματική ισότητα και δικαιοσύνη», αναφέρει με νόημα ο ίδιος σε κάποιο σημείο της διαθήκης. Και η παραπάνω αρχή του διέπει το σύνολο των επιλογών του σχετικά με το μοίρασμα της κινητής και ακίνητης περιουσίας του.
Σε ό,τι αφορά τα έσοδα από τα πνευματικά δικαιώματα των έργων του, κληροδοτεί στη σύζυγό του Μυρτώ το 45%, στην κόρη του Μαργαρίτα το 30% και στον γιο του Γιώργο το 20%, αφαιρώντας τους όμως το δικαίωμα εκποίησης ή διάθεσής τους στο μέλλον και ορίζοντας με σαφήνεια ότι μετά τον θάνατό τους αυτά θα περιέλθουν ισομερώς στα πέντε εγγόνια του, Μιχαήλ, Aγγελο, Στέφανο, Αλέξανδρο και Μυρτώ. Ποσοστό 5% από τα πνευματικά του δικαιώματα -επιπλέον του 25% της νόμιμης αμοιβής που έχει εδώ και χρόνια συμφωνηθεί- παραχωρεί στον γερμανικό εκδοτικό οίκο Schott Music GmbH & Co KG, τον οποίο ορίζει ως εκδότη και γενικό κληρονόμο του με δικαίωμα λήψης κάθε απόφασης σχετικά με τη διαχείριση και την κάθε είδους εκμετάλλευση του μουσικού έργου του συνεπικουρούμενος από την εκτελέστρια της διαθήκης του, την επί σειρά ετών πιστή γραμματέα του Ρένα Παρμενίδου.
Μεγάλη έκπληξη της διαθήκης θα μπορούσε να θεωρηθεί η επιθυμία του Μίκη Θεοδωράκη να μετατραπεί το σπίτι του, στην περιοχή της Ακρόπολης, το οποίο αποτελεί σήμερα ιδιοκτησία της συζύγου του, της κόρης του Μαργαρίτας και του εγγονού του Αγγελου, σε μουσείο το οποίο θα διαχειρίζεται το κράτος.
«Στο σπίτι αυτό γράφτηκαν πάρα πολλά από τα σπουδαιότερα έργα μου. Από εδώ πέρασαν πάρα πολλοί σπουδαίοι Ελληνες και ξένοι καλλιτέχνες και πολιτικοί. Επιπλέον, το σπίτι αυτό είναι η τελευταία μου κατοικία, στην οποία περνώ με τη σύζυγό μου τα τελευταία και πιο δύσκολα χρόνια μου, με συντροφιά τα αδέσποτα της Ακρόπολης και του Φιλοπάππου, που βρήκαν κι αυτά εδώ ένα καταφύγιο, ζεστασιά και αγάπη. Θα ήθελα για όλους αυτούς τους λόγους το σπίτι αυτό να λειτουργήσει ως μουσείο, με όποιον τρόπο κρίνει πρόσφορο το Δημόσιο με ευθύνη είτε του υπουργείου Πολιτισμού, είτε κάποιου άλλου αξιόπιστου φορέα, που το Δημόσιο θα αποφασίσει και πάντως όχι των ιδιοκτητών. Πιστεύω ότι η θέση του κάτω από την Ακρόπολη είναι ιδανική για τον σκοπό αυτό», γράφει ο Μίκης Θεοδωράκης.
Επιπλέον εκφράζει την επιθυμία για τον ίδιο σκοπό να χρησιμοποιηθούν και όλα τα αντικείμενα που υπάρχουν εντός της οικίας. Μεταξύ αυτών, όπως ο ίδιος αναφέρει, δύο πιάνα, τρία γραφεία, δύο πίνακες του χαράκτη Τάσσου με ιδιόχειρες αφιερώσεις, το άγαλμα του Ηνίοχου -αντίγραφο του Ηνίοχου των Δελφών-, μια προτομή του, μια μεγάλη εικόνα-δώρο του αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου, η εικόνα του Αρχάγγελου Μιχαήλ, κειμήλιο της πατρικής οικογένειας, βιβλία, δίσκοι βινυλίου, CD, φωτογραφικό αρχείο, δύο πίνακες του Φασιανού, δύο πίνακες του Γ. Σταθόπουλου, ένας πίνακας του Μποστ, δύο πίνακες της Γιούλιας Γαζετοπούλου, αντικείμενα-ενθύμια από ταξίδια και όλα τα έπιπλα του σπιτιού που είναι απαραίτητα για να διατηρηθεί η εσωτερική όψη του. Σε περίπτωση που οι σημερινοί ιδιοκτήτες του σπιτιού δεν σεβαστούν την παραπάνω επιθυμία του, ορίζει να αποκλειστούν από τα κληροδοτούμενα σε αυτούς ποσοστά των πνευματικών του δικαιωμάτων και τα κινητά αντικείμενα να παραδοθούν στη Μεγάλη Μουσική Βιβλιοθήκη της Ελλάδας «Λίλιαν Βουδούρη», όπου έχει δωρίσει και το αρχείο του.
Ο συνθέτης καθιστά σαφέστατη την επιθυμία του η σύζυγός του να συνεχίσει να ζει στο σπίτι αυτό μέχρι το τέλος της ζωής της, ζητά όμως «να μην αποτελέσει αυτό πρόσχημα για να αναβληθεί η μετατροπή του σε μουσείο», αφού, όπως αναφέρει, χρησιμοποιεί μόνο το καθιστικό και το μπάνιο του πρώτου ορόφου και δεν μετακινείται ποτέ σε άλλους χώρους λόγω των σοβαρότατων προβλημάτων υγείας της, επομένως η εκεί παραμονή της δεν εμποδίζει τις εργασίες στους υπόλοιπους χώρους του σπιτιού.
Επισημαίνει, παράλληλα, με έμφαση ότι ο ίδιος έχει εξασφαλίσει ιδιόκτητα σπίτια τόσο στα δύο παιδιά του όσο και στους τέσσερις εγγονούς του: «Πιστεύω απόλυτα ότι τα υπόλοιπα σπίτια της θυγατέρας μου και των παιδιών της, που στην πραγματικότητα έχουν αγοραστεί από μένα γι’ αυτούς, είναι τόσο πολλά και μεγάλα ώστε είναι υπεραρκετά για να στεγάσουν όλους και να καλύψουν τις ανάγκες όχι μόνο τις δικές τους, αλλά και των οικογενειών που θα δημιουργήσουν οι εγγονοί μου». Οσο για τον γιο του Γιώργο Θεοδωράκη, αναφέρει πως γι’ αυτόν έχει ανακαινίσει πλήρως ένα μεγάλο προϋπάρχον ακίνητο.
Το εξοχικό του σπίτι στο Βραχάτι Κορινθίας ο Μίκης Θεοδωράκης το κληροδοτεί στην κόρη του Μαργαρίτα, η οποία επέμενε να μη μετατραπεί σε μουσείο από τη Νομαρχία Κορινθίας, όπως προγραμματιζόταν κατά το παρελθόν, διαβεβαιώνοντάς τον ότι δεν πρόκειται να πωληθεί και πως θα παραμείνει στα παιδιά της, γεγονός που διασφαλίζεται και μέσω της διαθήκης.
Σε αρκετά σημεία, πάντως, ο εκλιπών υπενθυμίζει, σε αυστηρό τόνο, στους κληρονόμους του ότι όσα τους κληροδοτεί μέσω της διαθήκη του, αποκλείοντάς τους από άλλες πηγές εσόδων που πιθανώς να είχαν στο παρελθόν, «υπερκαλύπτουν κατά πολύ τα ποσοστά της νόμιμης μοίρας τους, ακόμη και αν δεν συνυπολογιστούν τα όσα εν ζωή τούς είχα παράσχει…».
Τελευταίο έργο τέχνης η κληρονομιά του
Ιδιοφυής, όπως και η μουσική του δημιουργία, εμποτισμένη από αίσθημα δικαίου, που τον συνόδευε σε ολόκληρη τη ζωή του, άδολη αγάπη για την οικογένειά του, τους συνεργάτες τους και ολόκληρο τον ελληνικό λαό, αλλά και αυστηρότητα, όπου θεωρούσε απαραίτητο, είναι η διαθήκη του Μίκη Θεοδωράκη το πλήρες περιεχόμενο της οποίας εξασφάλισε και παρουσιάζει σήμερα το «ΘΕΜΑ». Μέσα από 30 συνολικά σελίδες, χωρισμένες σε πέντε διαφορετικές διαθήκες, μία κύρια και τέσσερις συμπληρωματικές, που συντάχθηκαν από το 2011 μέχρι την άνοιξη του 2020, ο οικουμενικός Ελληνας συνθέτης διασφαλίζει το σύνολο του έργου του, εξασφαλίζει οικονομικά το μέλλον των απογόνων του, αποδέχεται διακριτικά και στηρίζει τον Νίκο Κουρή-Θεοδωράκη και τις προσπάθειές του για τη διάδοση του μουσικού του έργου, αποκαθιστά τυχόν αδικίες που μπορεί να υπήρξαν στο παρελθόν και, κυρίως, επιχειρεί να επιβάλει στους κληρονόμους τους, απευθυνόμενος τόσο στο συναίσθημα όσο και στη λογική τους, να σεβαστούν τις επιθυμίες του, καθώς οποιαδήποτε τυχόν αντίθεση σε αυτές θα οδηγεί στην αποκλήρωσή τους!
Τα κείμενα αυτά δεν αποτελούν μια κοινή διαθήκη, αλλά συνιστούν ένα ιστορικό ντοκουμέντο στο οποίο συνοψίζονται οι πολλές και διαφορετικές πτυχές της πολυσύνθετης προσωπικότητάς του. Η ευφυΐα, η αναλυτική σκέψη, οι αρχές, οι αξίες του, οι φόβοι του αγωνιστή που πάλεψε για την ελευθερία της πατρίδας του. Του πατέρα που προσπαθούσε μέχρι το τέλος της ζωής του να διατηρήσει τις λεπτές ισορροπίες προκειμένου να μη διαταράξει την οικογενειακή γαλήνη, κουβαλώντας διαχρονικά το βάρος της έντονης ψυχολογικής πίεσης που δέχτηκαν τα δύο παιδιά του, στα τρυφερά παιδικά τους χρόνια, εξαιτίας των δικών του αγώνων. Του ανθρώπου που μέχρι το τέλος της ζωής του διαπραγματευόταν με τον ίδιο του τον εαυτό, οργάνωνε, τακτοποιούσε εκκρεμότητες, διόρθωνε λάθη -όσα τουλάχιστον ένιωθε πως μπορούσε- και ταυτόχρονα δεν σταματούσε να οραματίζεται ένα καλύτερο μέλλον για την Ελλάδα.
«Πράσινο φως» στον Νίκο Κουρή να αποκαλείται Θεοδωράκης
Τη συγκατάθεσή του σχετικά με τη χρήση του επωνύμου Θεοδωράκης, αλλά και την οικονομική και ηθική εξασφάλιση του διαδικτυακού του ραδιοφώνου Mikis Radio προσφέρει, μέσω της διαθήκης του, ο Μίκης Θεοδωράκης στον Νίκο Κουρή, ο οποίος δηλώνει γιος του συνθέτη που αποκτήθηκε εκτός γάμου. Η πρώτη συμπληρωματική διαθήκη του μάλιστα είναι αφιερωμένη, κατά ένα μεγάλο μέρος της, σε εκείνον. Μπορεί να μην τον χαρακτηρίζει γιο του, επισημοποιεί ωστόσο τη στενή σχέση που είχε αναπτυχθεί ανάμεσά τους μιλώντας με θερμά λόγια για την αφοσίωσή του στη διάδοση του έργου του.
«Ο διαδικτυακός ραδιοφωνικός σταθμός “MIKIS RADIO” ξεκίνησε εδώ και περίπου δύο χρόνια με πρωτοβουλία του Νίκου Κουρή (ή Νίκου Θεοδωράκη, όπως υπογράφει) και τον θεωρώ ως ένα από τα μεγαλύτερα δώρα που μου έχουν γίνει. Εκπέμποντας τη μουσική μου (από τα λαϊκά μου τραγούδια μέχρι τις όπερες) σε δύο προγράμματα, 24 ώρες το 24ωρο σε όλο τον κόσμο, συντελεί στο να γίνει γνωστό το έργο μου παντού και δίνει μια μοναδική ευκαιρία στο κοινό να το γνωρίσει», αναφέρει ο συνθέτης, επιτρέπει «η προσπάθεια αυτή να υποστηριχθεί οικονομικά με κάποιο τρόπο, π.χ. με διαφημίσεις» και ζητά «να απαλλαγεί από την υποχρέωση καταβολής πνευματικών δικαιωμάτων». Εκφράζει επίσης εμπιστοσύνη στο πρόσωπό του δηλώνοντας με νόημα: «Ο Νίκος Κουρής (Θεοδωράκης) θεωρώ ότι γνωρίζει τις απόψεις και τις αρχές μου και πιστεύω ότι δεν θα θελήσει ποτέ να κάνει κάτι σε αντίθεση με αυτές».
«Εγώ θα σεβαστώ τα γραφόμενα της διαθήκης, εύχομαι να σεβαστούν όλοι τις επιθυμίες του! Ο Μίκης με τίμησε αφήνοντάς μου τη διαχείριση του έργου του μέσα από το Mikis Radio απαλλάσσοντάς το από την υποχρέωση των πνευματικών δικαιωμάτων», δήλωσε ο Νίκος Κουρής-Θεοδωράκης αμέσως μόλις πληροφορήθηκε το περιεχόμενο της διαθήκης συνοδεύοντας τη δήλωσή του με ένα προσωπικό χειρόγραφο σημείωμα του Μίκη προς εκείνον.
Παρ’ όλα αυτά, συνεχίζεται η δικαστική διαμάχη που ξεκίνησε πριν από λίγες εβδομάδες όταν η Μαργαρίτα Θεοδωράκη κατέθεσε ασφαλιστικά μέτρα εναντίον του, με αποτέλεσμα να του απαγορευτεί προσωρινά να χρησιμοποιεί το όνομα «Μίκης Θεοδωράκης» με την επίκληση ότι είναι γνήσιο τέκνο του. Η δική του απάντηση ήρθε λίγες ημέρες αργότερα με ένα εξώδικο μέσω του οποίου την καλεί να προσέλθει, αύριο το απόγευμα, σε συγκεκριμένο Διαπιστευμένο Εργαστήριο Γενετικής για να πραγματοποιήσουν DNA τεστ αδελφών.
Η αποκατάσταση της αδικίας στην εγγονή του
Με την τρίτη συμπληρωματική διαθήκη του, η οποία συντάχθηκε τον Απρίλιο του 2021, ο Μίκης Θεοδωράκης αποκαθιστά μια αδικία που υπήρξε εις βάρος της εγγονής του Μυρτώς-Ειρήνης, κόρης του γιου του Γιώργου, σε σχέση με τους τέσσερις άλλους εγγονούς του, τους οποίους είχε στηρίξει με ακίνητα και χρήματα. Θεώρησε σωστό να παραχωρήσει σε εκείνη κάτι επιπλέον πέραν του 19% από τα πνευματικά του δικαιώματα που θα λάβουν και οι πέντε μετά τον θάνατο των γονιών τους.
«Η μόνη παροχή από την πλευρά του πατέρα της, δηλαδή από εμένα, ήταν η πληρωμή ενός μικρού ποσού που επιδίκασε ως διατροφή το δικαστήριο, όταν ο υιός μου χώρισε με την τότε σύζυγό του και μητέρα της, καθώς και μία ιδιωτική ασφάλεια με ελάχιστους ασφαλιζόμενους κινδύνους… Οι δύο αυτές ελάχιστες παροχές σταμάτησαν να της δίδονται όταν ενηλικιώθηκε… Για να επανορθώσω κάπως αυτή τη μεγάλη αδικία που της έγινε της κληροδοτώ τα έσοδα από τη διεθνή εταιρεία ΕΜΙ Music ή από όποια τυχόν εταιρεία τη διαδεχτεί. Τα έσοδα αυτά ορίζω να αρχίσουν να της καταβάλλονται αμέσως μετά τον θάνατό μου».
«Αν βρεθούν χρέη μου να πληρώσει το 90% η Μαργαρίτα γιατί αυτή ευθύνεται»
Σαφείς αιχμές για τις λανθασμένες επιλογές που έκανε η Μαργαρίτα Θεοδωράκη στο παρελθόν σε ό,τι αφορά τη διαχείριση τόσο της πνευματικής όσο και της υλικής περιουσίας της οικογένειάς της αφήνει ο Μίκης Θεοδωράκης στη διαθήκη του. Υπογραμμίζοντας, σε κάθε περίπτωση την αγάπη του προς εκείνη, ο συνθέτης υπενθυμίζει τη μεγάλη οικονομική υποστήριξη, σε χρήματα και ακίνητα, που παρείχε στην ίδια και τα παιδιά της επί δεκαετίες, τα 2,5 εκατ. ευρώ που εισέπραξε, πριν από λίγα χρόνια, για την πώληση του σπιτιού τους στο Παρίσι, για το οποίος ο ίδιος με νόημα αναφέρει πως «δυστυχώς δεν υπάρχει πια», ενώ εξηγεί λεπτομερώς τους λόγους που τον οδήγησαν στην απόφασή του να κλείσει την εκδοτική εταιρεία ROMANOS, την οποία διαχειριζόταν η ίδια, και να ορίσει ως αποκλειστικό κληρονόμο, διαχειριστή και προστάτη του μουσικού του έργου τη γερμανική Schott Music GmbH & Co KG, σε συνεργασία πάντα με τη γραμματέα του Ρένα Παρμενίδου. Αποκαλύπτει δε ότι η κόρη του όσο εκείνος βρισκόταν εν ζωή δεν είχε συμβιβαστεί με αυτή του την απόφαση και την καλεί, με έντονο τρόπο, να το πράξει από δω και στο εξής καταλογίζοντάς της μάλιστα συντριπτικό μερίδιο ευθύνης για την κακή οικονομική κατάσταση της οικογένειας.
«Η σύμβασή μου με την εταιρεία ROMANOS έχει λυθεί κοινή συναινέσει με το από 1.08.2003 Συμφωνητικό μας. Συμφωνητικό που θεωρώ ότι είναι έγκυρο και ισχυρό… Μετά από όλα αυτά η ROMANOS δεν έχει πλέον και δεν επιθυμώ σε καμία περίπτωση να έχει οποιοδήποτε δικαίωμα πάνω στο έργο μου. Θεωρώ απαραίτητο να τονίσω την επιθυμία μου αυτή, διότι μέχρι και σήμερα και πιθανότατα μέχρι του θανάτου μου είμαι αναγκασμένος να συμπεριφέρομαι κι εγώ σαν να έχει ακόμα κάποια σχέση η ROMANOS με το έργο μου, αποκλειστικά και μόνο για τη διατήρηση της οικονομικής μας γαλήνης, εφόσον η ηλικία, τόσο η δική μου όσο και -κυρίως- της συζύγου μου, δεν μου επιτρέπουν να διακινδυνεύσω να τη διαταράξω. Συμπεριφορά που χωρίς αυτή την απαραίτητη διευκρίνιση θα μπορούσε να προκαλέσει αμφιβολίες για την πραγματική βούλησή μου ως προς το θέμα αυτό», ξεκαθαρίζει ο Μίκης Θεοδωράκης.
Προσθέτει δε με νόημα πως «η Μαργαρίτα γνωρίζει καλά ότι την επιλέξαμε να έχει κάποιες τεχνικές αρμοδιότητες που απαιτεί μια εκδοτική επιχείρηση και συγχρόνως να αποκτήσει ένα αντικείμενο με το οποίο να απασχολείται, αλλά και να προσπορίζεται ορισμένα οικονομικά οφέλη ως συμπλήρωμα των μεγάλων ποσών που διαθέταμε με τη μητέρα της για την οικογένειά της σε όλη τη ζωή μας, ασκώντας πραγματικά το επάγγελμα του εκδότη, με όλες τις υποχρεώσεις στο ακέραιο και όχι μόνο με διακαιώματα και εισπράξεις. Ετσι, το ότι υπήρξε η αποκλειστική “δικαιούχος” της εταιρείας αυτής ήταν γεγονός εντελώς τυπικό, μια και η σύσταση μιας εταιρείας απαιτεί να υπάρχει κάποιος υπεύθυνος. Επομένως γνωρίζει καλύτερα από κάθε άλλον ότι ο ROMANOS ουσιαστικά ήταν υπόθεση όλης της οικογένειας και γι’ αυτό θεωρώ ότι δεν είναι μόνο λάθος αλλά και ασέβεια, απέναντί μου κυρίως, το να θεωρεί μια καθαρά τυπική πράξη ως δικαίωμα ιδιοκτησίας».
Και καταλήγει με μια προειδοποίηση σε έντονους τόνους: «Εάν, παρότι το απεύχομαι και δεν θέλω να το πιστεύω, επιμένει να διεκδικεί δικαιώματα στο έργο μου μέσω της ROMANOS, θα το θεωρήσω ως μια καθαρά βλάσφημη προς τη μνήμη μου ενέργεια αλλά και αχαριστία και ασέβεια για όσα προσπαθήσαμε μαζί με τη μητέρα της να της προσφέρουμε και της προσφέραμε -όπως και στον αδελφό της- μέσα στην πολύ δύσκολη και πολυτάραχη ζωή μας». Σε άλλο σημείο της διαθήκης του ο Μίκης Θεοδωράκης αποδίδει το συντριπτικό βάρος της ευθύνης για την κακή διαχείριση των οικονομικών της οικογένειας στην κόρη του. «Σε όλη μου τη ζωή προσπάθησα -και πιστεύω το έχω πετύχει- να είμαι πάντα συνεπής σε όλες τις υποχρεώσεις μου και φυσικά στις οικονομικές. Εάν όμως παρ’ ελπίδα υπάρχει κάποιο χρέος στο όνομά του κατά τον χρόνο θανάτου μου ή προκύψει μετά τον θάνατό μου, ορίζω να βαρύνει αυτό τη Μαργαρίτα-Ασπασία Θεοδωράκη σε ποσοστό 90% και τον Γεώργιο-Ορέστη Θεοδωράκη σε ποσοστό 10%, διότι αυτή θεωρώ ότι είναι η αναλογία της ευθύνης τους για την κακή οικονομική κατάσταση της οικογένειας…».
Τέλος, καλεί την κόρη του να σεβαστεί τη βαθιά επιθυμία του για ελεύθερη χρήση του έργου του: «Παρακολουθώ με χαρά εδώ και λίγους μήνες τη δραστηριότητα της Ορχήστρας “Μίκης Θεοδωράκης” και της θυγατέρας μου Μαργαρίτας, που βλέπω να συνεργάζονται πλέον χωρίς μεγάλα προβλήματα με παραγωγούς, ερμηνευτές κ.τ.λ. Με ανησυχούν όμως ιδιαίτερα κάποιες τάσεις αποκλειστικότητας που διακρίνω. Αισθάνομαι την ανάγκη να το επαναλάβω για εκατομμυριαστή φορά ότι για μένα η οποιαδήποτε αποκλειστικότητα, ακόμα και του πιο τέλειου ερμηνευτή, ακόμα και του πιο αγαπημένου μου προσώπου, είναι ο θάνατος του έργου… Το έργο θα πρέπει να είναι ΕΛΕΥΘΕΡΟ να παίζεται από όποιον το επιθυμεί, χωρίς κανένα εμπόδιο από κανένα, με μόνη προϋπόθεση την ποιότητα και τη μη καταβολή του ηθικού μου δικαιώματος. Υπενθυμίζω ότι η αρχή μου ήταν πάντα: “Απαγορεύεται το απαγορεύεται και μόνο αυτό!”».