Σταμάτης Αλαχιώτης: «Είναι αναγκαία η ‘μαγιά’ που φουσκώνει την ανθρωπιά»

0
872
Μια πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη του συντοπίτη μας Πρύτανη και συγγραφέα, Σταμάτη Αλαχιώτη στην εφημερίδα «Πελοπόννησος» της Πάτρας με αφορμή το νέο του κοινωνικό μυθιστόρημα «Με λένε Κωσταντή Αγά»

1.«Με λένε Κωσταντή Αγά». Ένα κοινωνικό μυθιστόρημα 685 σελίδων, γραμμένο, υποτίθεται, από έναν συνταξιούχο δάσκαλο «γι’ αυτούς που όργωναν και θέριζαν». Από ποια εσωτερική σας ανάγκη «γεννήθηκε»;

Κατά την ταπεινή μου άποψη, ένας δάσκαλος δεν πρέπει να περιορίζεται μόνο μέσα σε μια αίθουσα διδασκαλίας ή σ’ ένα ερευνητικό εργαστήριο∙ πρέπει να βγαίνει στην κοινωνία, όπως στην «αρχαία αγορά», και να προσπαθεί να κατακτήσει μια διαλεκτική σχέση μαζί της, η οποία μπορεί να τον οδηγήσει στην καλύτερη κατανόηση της πραγματικότητας και στον επιτυχέστερο χειρισμό της. Στο βιβλίο μου, «αυτοί που όργωναν και θέριζαν», μπορεί να είναι χωρικοί, αλλά μεταφορικά αφορούν τον κάθε αγωνιζόμενο άνθρωπο όχι μόνο να επιβιώσει, αλλά να καλυτερέψει και την ζωή του. Αυτή η πανανθρώπινη ανάγκη «γέννησε» το βιβλίο, το οποίο μεγάλωσαν οι ώριμες ανησυχίες μου.

2.Κεντρικός σας ήρωας ο Κωσταντής Αγάς, που πήρε το παρατσούκλι του από έναν περήφανο πρόγονό του, ο οποίος άλλαξε ένα ντροπιαστικό για τους Ελληνες «έθιμο» των Τούρκων. Αγάς σημαίνει «κύριος καθώς πρέπει σ’ όλα του». Τι «υλικά» χρησιμοποιήσατε για να τον «πλάσετε»;

Είχα ακούσει κάποτε, φοιτητής ήμουνα, ότι συνέβαιναν τέτοια ντροπιαστικά επί τουρκοκρατίας – και όχι μόνο – αλλά στο βιβλίο μου δεν αναφέρομαι σε κανένα υπαρκτό πρόσωπο ή συγκεκριμένο συμβάν. Τα «υλικά» που χρησιμοποίησα είναι καθαρά μυθοπλαστικά, που, ωστόσο, είχαν ένα ξεκάθαρο στόχο: Να πλάσω έναν ήρωα απροσκύνητο, κιμπάρη, συμπονετικό αλλά κι αμείλικτο εκεί που έπιανε την αδικία και την ατιμία στα πράσα – αυτός είναι ο Κωσταντής-Αγάς.

Πρότυπο ανθρώπου; Υπερφυσικός; Όχι. Απλά ανθρώπινος, αλλά και ξεχωριστός, που σήκωνε πρώτος την ανθρωπιά του – πάντα μαζί με τους συγχωριανούς του –, και μετά το μπόι του απέναντι στους βρικόλακες της εκμετάλλευσης, οι οποίοι εξανέμιζαν το βιος του έφορου χωριού σαν αερικά. Κάτι ανάλογο δεν συμβαίνει, άλλωστε, σε κάθε κοινωνία μικρή ή μεγάλη, που ο χορτασμένος δεν καταλαβαίνει τον πεινασμένο;

3.Είναι η Κως ο τόπος που εκτυλίσσεται η ιστορία σας και η ντοπιολαλιά της, η γλώσσα που χρησιμοποιείτε; Είναι ένα είδος φόρου τιμής στο νησί σας;

Κάπου είχα διαβάσει πως αν δεν βάλεις βιωματικά στοιχεία στο μυθιστόρημα, μην προσπαθήσεις να το γράψεις. Και μπορεί στο βιβλίο μου να μην κατονομάζεται το αιγαιοπελαγίτικο νησί στο οποίο εκτυλίσσεται το μυθιστόρημα, το όλο σκηνικό, ωστόσο, έχει φόντο την Κω, η οποία αναγνωρίζεται τόσο από τα τοπία που περιγράφονται όσο και από πολλά αναγνωριστικά κειμενικά στοιχεία∙ με την κοινωνία που προσεγγίζεται μυθιστορηματικά να ’ναι έτσι δομημένη ώστε να αναδεικνύεται η συλλογική της συνείδηση και να αντανακλάται μια μινιατούρα κάθε κοινωνίας ανά τον κόσμο – να έχει δηλαδή καθολικά όρια και γενικά χαρακτηριστικά. Μ’ αυτόν τον τρόπο αποδίδεται ο φόρος τιμής προς τον κάθε αγωνιζόμενο για το αυτονόητο: Να ζήσει ελεύθερος κι απροσκύνητος.

4.Συναπάντημα λογοτεχνίας, φιλοσοφίας και βιολογίας θα χαρακτήριζε κανείς το μυθιστόρημά σας. Τι σας ελκύει στον κάθε χώρο και πώς λειτουργεί αυτός ο συνδυασμός εντός σας;

Πριν πάω ακόμα στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο είχα εδραιωμένη βαθειά την πεποίθηση, ότι η γνώση πρέπει να παρέχεται και να κατακτάται ολιστικά, γιατί έτσι λειτουργεί ο εγκέφαλός μας, ολιστικά. Αυτή ήταν η αρχή στην βάση της οποίας σχεδιάστηκαν και τα βιβλία της Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης που υπάρχουν ως σήμερα. Δεν μπορούσε, λοιπόν, ένα μυθιστόρημα να βρίσκεται έξω από αυτήν την βασική αρχή – είναι εκεί από την φύση του.

Άλλωστε, ένας τέτοιος συνδυασμός γνώσεων συμβάλλει και στην βελτίωση της αφήγησης – να είναι πιο ευχάριστη – και κυρίως στην πρόκληση ενδιαφέροντος στον αναγνώστη, ο οποίος, πιστεύω, περιμένει από τον συγγραφέα, πέρα από τις περιγραφές των συναισθημάτων και των συμπεριφορών των ηρώων του, τις οποίες δημιουργεί με τα κατάλληλα επεισόδια, να προσδώσει και κάποια επιστημονική ερμηνεία. Σ’ αυτό συμβάλλουν τα εκλαϊκευμένα και απλά επιστημονικά, φιλοσοφικά και υπαρξιακά ψήγματα του βιβλίου.

Μην ξεχνάτε πως ως γενετιστής, που η δουλειά του είναι οι «κουμπαριές», δεν μπορούσε να μην προσπαθήσει να παντρέψει την απαιτητική σκερτσόζα κι όμορφη λογοτεχνία με τον οικείο σ’ αυτόν επιστημονικό λόγο, ελπίζοντας πως θα βγουν καλά και όμορφα παιδιά, να μοιάζουν της μάνας τους δηλαδή, αρκεί βέβαια να πετύχει η διασταύρωση!

5.Στην ιστορία σας, ανταμώνει η παλιά με τη νέα γενιά που ζει στο «αφιλόξενο παρόν μιας εποχής δύσκολης και κυνικής, απρόβλεπτης και ζοφερής», αναζητώντας το φως στο παρελθόν: Στη «χρυσή εποχή» του ’60. Οι νεαροί χαρακτήρες του βιβλίου σας σπουδάζουν Ιστορία, Ψυχολογία, Νομική, Οικονομικά. Πείτε μας γι’ αυτή τη συνάντηση.

Η συνάντηση αυτή σκοπεύει στην προσέγγιση της αδήριτης αναγκαιότητας να έρθει πιο κοντά η νέα γενιά με την παλιά, καθώς όσο παρελαύνουν οι γενιές τόσο αυξάνεται η απόστασή τους, η οποία στις μέρες μας οδεύει πιο εμφανώς προς την αποξένωση, προκαλώντας μείζον κοινωνικό πρόβλημα. Στο σημείο αυτό εδράζεται και ο ανακατασκευαστικός και συγκριτικός χειρισμός του χρόνου – ξεμύτισμα του ’60 και αρχές του 2010 -, με στόχο να συμβάλει στην συνειδητή προσπάθεια βελτιωτικού αναπροσανατολισμού της πορείας μας. Όπως έγινε π.χ. με τον γέρο-βουλευτή, που ενώ συνέχιζε να μεταφέρει αυτιστικά το πολιτικό του παραλήρημα μη μπορώντας να κατανοήσει την πραγματικότητα των νέων ανθρώπων, επηρεάστηκε από την κουβέντα των φοιτητών, και κατάφερε να ανανήψει, επηρεάζοντας και μιαν άλλη αστική συντροφιά της ανώτερης κοινωνίας, της οποίας ήταν συνδετικός κρίκος με την παρέα του Κωσταντή-Αγά. Γι’ αυτό υπάρχουν κι οι απαραίτητες πολιτικές πινελιές στο βιβλίο.

6.Επιλέξατε σκόπιμα, να υποθέσω, τις συγκεκριμένες σχολές;

Ναι υπάρχει σκοπιμότητα, προκειμένου να στηθούν κατάλληλα κάποια από τα επεισόδια, τα οποία πυροδοτούν το κατάλληλο κουβεντολόι ανάμεσα στην παρέα των νεαρών – στην οποία υπήρχαν και πατρινόπουλα που έκαναν διακοπές – και στην συντροφιά του Κωσταντή-Αγά: Τον γιατρό, τον βουλευτή, τους δυο δασκάλους, τον απλοϊκό Παναή να δυσανασχετεί και να χαρακτηρίζει συχνά «ανώμαλα ρήματα» πολλές κουβέντες, ακαταλαβίστικες γι’ αυτόν. Ωστόσο, ακόμα κι αυτός, με την «απλότη» του, συνέβαλλε να αποσταχτούν κοινωνικά μηνύματα, όπως η αναγκαιότητα της «’σορροπίας» που υποστήριζε με πάθος.

7.Ως καθηγητής, ερχόμενος σε επαφή με φοιτητές που γυρεύουν να πιαστούν από την ελπίδα, τι τους συμβουλεύετε όταν τη βλέπουν μονάχα στο εξωτερικό;

Κάπου στο βιβλίο γράφω το εξής: «Πόσο να μετρά μια επιτυχία και μια αποτυχία; Σίγουρα όχι μηδέν, γιατί μαζί μετρούν δυο προσπάθειες». Οι προσπάθειες μας, λοιπόν, δεν πρέπει να υποκύπτουν ποτέ στην απόγνωση, αντίθετα μπορούν να ξαναζωντανεύουν την ελπίδα. Είναι κατανοητή, βέβαια, πλήρως η συχνή απέλπιδα προσπάθεια πολλών νέων ανθρώπων που είχαν την ατυχία να βρεθούν μες στο καμίνι της κρίσης, και γι’ αυτό θα μιλήσω με τα λόγια του Κωσταντή-Αγά: «Μη σκύβετε το κεφάλι, μωρέ, γιατί θα κοντύνει το μπόι σας».

8. «Πρόοδος είναι να προσπαθείς να αντιμετωπίζεις τα πραγματικά προβλήματα της κοινωνίας με την πολιτική της λογικής, όχι με τη λογική της πολιτικής» γράφετε. Πώς βλέπετε τον τρόπο που αντιμετωπίζουν οι σημερινοί πολιτικοί την επώδυνη για τους Έλληνες πραγματικότητα;

Με την λογική της πολιτικής συνήθως, αυτοδικαιολογούμενοι πως η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού, ενώ ο Κωσταντής-Αγάς έχει άλλη άποψη, ότι δηλαδή πολιτική είναι η τέχνη να κάνεις τις υποσχέσεις σου εφικτές, το πρόγραμμα σου εφικτό. Διαφορετικά θα ζει και θα βασιλεύει η μικροπολιτική.

9.«Επιστήμη χωρίς παιδεία είναι σαν τη φωτιά που κατακαίει ό,τι ξεράδι βρει μπροστά σας». Ποια η γνώμη σας για τις μεταρρυθμίσεις των κυβερνώντων στον τόσο ευαίσθητο τομέα της παιδείας; Πείτε μας και για το σαββατοκύριακο χωρίς τσάντες στο σπίτι.

Κατ’ αρχάς να ξεχωρίσουμε τις έννοιες «Παιδεία» και «Εκπαίδευση», καθώς η δεύτερη είναι συστατικό της πρώτης – η εκπαίδευση εμπεριέχεται στην παιδεία, η οποία πέραν της γνώσης αφορά ανθρωπιστικές αξίες, στάσεις, συμπεριφορές, κουλτούρα, αυτό που συνήθως αποκαλούμε μόρφωση. Οι περισσότερες, όμως, κατά καιρούς μεταρρυθμίσεις αφορούν κυρίως την μηχανιστική εκπαίδευση και όχι την ομορφιά της παιδείας, που είναι εκείνη η οποία μπορεί να δροσίσει ή να ζεστάνει∙ και χωρίς αυτήν μπορεί να συμβαίνουν «πνιγμοί» και να φουντώνουν «πυρκαγιές».

Είναι, βέβαια, και το άλλο, που ο κάθε Υπουργός θέλει να γίνει και μεταρρυθμιστής. Και επειδή το οικοδόμημα της Παιδείας και της Εκπαίδευσης παραμένει διαχρονικά ατελές, ο κάθε Υπουργός θέλει να βάλει το λιθαράκι του να το στηρίξει. Αλλά χωρίς ένα εθνικό αρχιτεκτονικό σχέδιο, δίχως έναν εθνικό σχεδιασμό για την παιδεία, το οικοδόμημα θα παραμένει ατελές και θα παραγεμίζει μπαλώματα, απαραίτητα ενίοτε, βελτιωτικά άλλες φορές, αλλά μπαλώματα.

Κάπως έτσι μπορεί να ενταχθεί και το Σαββατοκύριακο χωρίς τσάντες, που, είναι αλήθεια, αρέσει στους μαθητές – το γνωρίζω από το εγγονάκι μου – αλλά δεν γνωρίζω ακόμα αν μια τέτοια αποσπασματική πρακτική θα συμβάλει μακροπρόθεσμα στην διαμόρφωση της νοοτροπίας του μαθητή για λιγότερη προσπάθεια. Ίσως θα ήταν καλύτερα μια ισορροπημένη ελάφρυνση του φορτίου να κατανεμόταν παιδαγωγικά κατάλληλα στο πενθήμερο της εβδομάδας, γιατί όντως υπάρχει υπερφόρτωση, ιδιαίτερα κάποιες μέρες.

10.Μέσα από το βιβλίο σας περνάτε πάμπολλα μηνύματα, που χτυπούν «καμπανάκια», για όποιον διατίθεται να τα ακούσει, ενώ κάπου διαβάζουμε: «Οι άνθρωποι μεγαλουργούν». Με βάση το παρόν, τα λοξοκοιτάγματα του «Χάρου» με τη μεταφορική, φυσικά έννοια, και την υπάρχουσα «μαγιά», ατενίζοντας το μέλλον τι βλέπετε;

Το βιβλίο αποπνέει εν γένει αισιοδοξία. Αλλοίμονο αν δεν βλέπαμε αισιόδοξα το μέλλον, με το οποίο ζούμε καθημερινά. Ας μη ξεχνάμε πως η ανθρωπότητα έχει περάσει κατά την μακραίωνα ιστορία της από αμέτρητες Συμπληγάδες και πάντα κατάφερνε να επιβιώνει και να προοδεύει∙ με μεγάλο τίμημα, βέβαια, κάθε φορά.

Πέρασε, όμως, τελικά από τον κυνηγό-τροφοσυλλέκτη στην Αγροτική Επανάσταση, μετά στην Βιομηχανική Επανάσταση και σήμερα βιώνει την Νεοτεχνολογική Επανάσταση, άλλοτε με αισιοδοξία και άλλοτε με φόβο, γιατί η Νέα Εποχή μπορεί δώσει υπερβολική δύναμη σε πολύ λίγους.

Κι εδώ φαίνεται η αναγκαιότητα της «μαγιάς» που φουσκώνει την ανθρωπιά – για να έχει το πέρασμα μας στο μέλλον το μικρότερο τίμημα. Εδώ βρίσκεται και η ατομική ευθύνη του καθενός μας, να την φουσκώνει σαν μαγιά, να συμβάλλει δηλαδή έτσι ώστε να γίνει συλλογική η συνείδηση της ανθρωπιστικής και αξιακής προόδου των πολλών. Έτσι μπορούμε να ατενίζουμε με αισιοδοξία το πρωτόγνωρο μέλλον.

Πηγή: Εφημερίδα «Πελοπόννησος» της Πάτρας

[pdf-embedder url=»http://www.aegeanews.gr/wp-content/uploads/2018/03/11_84082_ΣΕΛΙΔΑ-11.pdf» title=»11_84082_ΣΕΛΙΔΑ 11″] [pdf-embedder url=»http://www.aegeanews.gr/wp-content/uploads/2018/03/13_84084_ΣΕΛΙΔΑ-13pdf.pdf» title=»13_84084_ΣΕΛΙΔΑ 13,pdf»]

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΑΝΩΝΥΜΑ Ή ΕΠΩΝΥΜΑ