«Ο δικός μου Σταύρος» Ο συγκινητικός επικήδειος για τον Σταύρο Πασάκο από τον ανιψιό του Χάρη Δημαρά

0
119

Ο συγκινητικός επικήδειος για τον Σταύρο Πασάκο από τον ανιψιό του δημοσιογράφο, Χάρη Δημαρά:

Ο δικός μου Σταύρος.
Τώρα που θα σε αγκαλιάσει η γη του νησιού σου, τώρα που η ύπαρξή σου περνά στην αιωνιότητα, τώρα που η ύλη σου επιστρέφει στο σύμπαν, θα μου επιτρέψεις να προσπαθήσω να σε ξανασυστήσω σε όσους σε γνώρισαν και σε αγάπησαν.
Δεν είσαι ο Σταύρος. Είσαι ο Σταυρής.
Δεν είσαι μόνο δημοσιογράφος. Είσαι παραμυθάς. Όπως ο παππούς σου ο συνονόματος στο Πυλί της Κω.
«Ξέρεις ρε τι σημαίνει παραμυθάς;», Μου είπες κάποτε. Όχι αυτός που λέει ψέματα. Αυτός που λέει παραμύθια, ιστορίες που αρέσουν στον κόσμο.
Σου άρεσε να διηγείσαι ιστορίες, σε ένα ψαρωμένο ακροατήριο, υπό το δικό σου ξεχωριστό πρίσμα, ιστορίες βιωμένες ή και αβίωτες, δεν είχε πολλή σημασία. Η διαδικασία και το δεδικασμένο μετράνε. Οι δύο αγαπημένες σου λέξεις.
Τα μεγάλα και αμυγδαλωτά σου μάτια έβλεπαν τον κόσμο διαφορετικά απ’ ό,τι οι άλλοι, η δική σου εκδοχή ήταν πάντα ποιητική και αιρετική.
Φέρε ρε ένα χαρτί και ένα στυλό, τι κάθεσαι μου, είπες σχεδόν αγενώς. Μα ποτέ δεν σε παρεξήγησα.
«Το τετράγωνο των φιλιών ακούμπησε στο ντόκι του νοιαξίματος να ξαποστάσει», μου έγραψες σε κάτι γενέθλια πριν χρόνια.
Ηταν το παιχνίδι σου.
Με τα καλλιγραφικά σου γράμματα έφτιαχνες στιχάκια, αφιέρωνες ποιηματάκια σε χαρτί χωρίς να ψάχνεις την επιβεβαίωση.
Δε σε ένοιαζε η γνώμη των άλλων. Αγύριστο κεφάλι. Θα έκανες το δικό σου χωρίς να υπολογίζεις τις συνέπειες.
Η στιγμή, το αυθόρμητο, για σένα αναγόταν στη σφαίρα της κανονικότητας. Παρόρμηση. Ρούφα το μεδούλι της ζωής. Vivere pericolozamente, όπως έλεγες.
Το μεγάλο σου τρόπαιο, μου είπες, ήταν ότι κατάφερες να ρίξεις την ωραιότερη γυναίκα του μπαρ μόνο με ένα στιχάκι γραμμένο σε χαρτί.
Αγαπώ τις γυναίκες ρε, αλλά και τις βαριέμαι γρήγορα. Δεν συμβιβάζομαι. Κι αυτές με εκδικούνται.
Κοπάνες, σάλτα μέσα από παράθυρα, απαγορευμένοι, απωθημένοι αλλά και βιωμένοι έρωτες, φιλίες αλλά συνήθως με ημερομηνία λήξης.
Η μοναξιά σε κέρδιζε στο τέλος. Να σαι μονάχος σου θα πει να είσαι αντρειωμένος τραγουδούσε ο Σωκράτης και γούσταρες που το άκουγες.
Σου άρεσε, να μην σε ενοχλούν οι άλλοι, να κάνεις αυτο που θες με τον δικό σου τρόπο.
Εσύ ενοχλούσες επιλεκτικά.
Έλα λίγο μέσα να σου βάλω ένα τραγουδι, μου πες μια βραδιά Σαββάτου.
Τσιγάρο ατέλειωτο βαρύ η μοναξιά μου, μοιάζει γυναίκα κουρασμένη από το δρόμο.
Πάλι Σωκράτης. Με χτυπάει πολύ αυτό το τραγούδι, ρε.
Έχεις ένα τσιγάρο; Μου πες πριν μερικές μέρες. Ρε αυτο σε έφερε εδώ, δεν καταλαβαίνεις; Σου λέω. Εσύ δεν καταλαβαίνεις μου απαντάς.
Α ρε Σταυρή.
Τώρα που σε αποχαιρετώ, τώρα που η πατρογονική γη θα σε αγκαλιάσει,
θα θυμηθώ ξανά
Εκείνα τα απογεύματα Σαββάτου που ερχόσουν να με κρατήσεις για να βγει η μάνα μου και να δούμε μπάσκετ, φορώντας την καλύτερη κολόνια, σαν τζόβενο όπως συνήθιζες να λες, γιατί μετά θα έβγαινες ποιος ξέρει με ποια και που. Ησουν ‘ο θείος με τη νεολαία’ πολύ πριν εφευρεθεί ο όρος.
Εκείνα τα μποέμικα βράδια στο Ταξίδι στο αγαπημένο σου μπαρ με το Γιάννη το κολλητάρι σου, στις νύχτες με αλκοόλ φλερτ, συζητήσεις και γέλια μεχρι πρωίας
Εκείνη τη νύχτα που ήρθα ως φοιτητής να σε βρω σκαστός από πονηρό ραντεβού και να σου ζητήσω δανεικά γιατί δεν ήμουν βέβαιος πως θα έφταναν τα λεφτα που είχα και μου απαντησες πάρε όσα θες ρε εδώ είμαι εγώ. Ησουν τόσο γαλαντόμος. Με ολους.
εκείνες τις ποδοσφαιρικές συζητήσεις και αναλύσεις που έμειναν στην ιστορία, μαζί με τις ατακες σου που θα μνημονεύω για παντα.
Τις αγαπημένες σου βόλτες ως το Αμαρυλλίς, τα ποτά στο Μύλο, τα αράγματα και τα μπάνια στο νησί σου
Εκείνα τα ατελειωτα βράδια της σιωπής που μιλούσαμε μόνο με τα μάτια γιατί ναι έτσι επικοινωνούσαμε εμείς, κι εκείνες τις μέρες που θα… στοιχημάτιζες ότι και να γυρνούσες το χρόνο πίσω, πάλι τα ίδια θα έκανες,
Εκείνα τα αγχωμένα σ αγαπω που μου λεγες τους τελευταίους μηνες γνωρίζοντας ότι η σκοτεινιά όπως την χαρακτηριζες, στο τέλος θα νικήσει παρ ότι από εγωισμό ποτέ δεν το ομολογησες για να μην της δώσεις αυτή τη χαρα
Και δεν θα ξεχασω εκείνους τους στιχους του Θανάση, του Θετταλού όπως τον αποκαλούσες περιπαικτικά, πάντα σου άρεσαν τα παρατσούκλια, τα λογοπαίγνια και η σημειολογία, άλλωστε.
Μου τους τραγούδησες ενα δύσκολο βράδυ γεμάτο μοναξιά, και μου πες Ακου τι εγραψε
θα στους επαναλάβω σημερα εδώ Σταυρή χωρις το αγαπημένο σου ποτό, εγω ο Χαρούλης σου που ακόμη δεν έχω καταλάβει τι εχει συμβεί, που νομίζω πως ειναι ένα παιχνίδι όλο αυτο και σε λίγο θα ξυπνήσεις.
«Ξύπνα καρδιά μου ξύπνησε δειλή και χαιδεμενη
το πανηγύρι άρχισε και δεν μας περιμένει
Ξύπνα να δεις τους αρχοντες πως γίνονται κουρέλια
και τις στιγμες τις όμορφες σαν χέλια πως γλιστράν»
Η ανάρτηση του δημοσιογράφου Νίκου Δημαρά,
συναδέλφου του Σταύρου και συζύγου της αδελφής του, Αργυρώς:

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΑΝΩΝΥΜΑ Ή ΕΠΩΝΥΜΑ