(Φωτογραφίες: Εμμανουήλ Κουρεμέτης)
Απόλυτα επιτυχημένη ήταν η προσκυνηματική εκδρομή της ενορίας Αγίου Νικολάου Πυλίου σε Καλάβρυτα, Πάτρα, Άρτα, Κέρκυρα, Ιωάννινα & Καλαμπάκα, με όλους τους εκδρομείς να δηλώνουν πολύ ικανοποιημένοι και ευχαριστημένοι από τα προσκυνήματα, τις εμπειρίες και το ταξίδι τους.
Πρώτος σταθμός ήταν η ιστορική Ιερά Μονή Μεγάλου Σπηλαίου στα Καλάβρυτα, στην συνέχεια η Παναγία Τρυπητή στο Αίγιο και τέλος ο εντυπωσιακός καθεδρικός Ιερός Ναός του Αγίου Ανδρέα στην Πάτρα.
Έπειτα πήγαν Άρτα από Ρίο-Αντίρριο, όπου επισκέφτηκαν την Ιερά Μονή Παναγίας Βλαχέρνας και το θρυλικό Γεφύρι της Άρτας. Διανυκτέρευσαν στην Ηγουμενίτσα και την επόμενη βρέθηκαν στην Κέρκυρα όπου επισκέφτηκαν: Την Ιερά Μονή Πλατυτέρας (όπου βρίσκεται ο Τάφος του Κυβερνήτη της Ελλάδας Ιωάννη Καποδίστρια), τον εντυπωσιακό Ιερό Ναό του Προστάτη και Πολιούχου των Κερκυραίων Θαυματουργού Αγίου Σπυρίδωνα με το χαριτόβρυτο ιερό λείψανο (έπεσαν στην εορτή της πρώτης Κυριακής του Νοεμβρίου που οι Κερκυραίοι γιορτάζουν για τρίτη φορά με μεγάλες τιμές τον Άγιο Σπυρίδωνα επειδή του έσωσε θαυματουργικά από την πανώλη το 1693).
Επίσης επισκέφτηκαν τον ΙΝ Αγίου Νικολάου των γερόντων, Παναγία Κρεμαστή και άλλα προσκυνήματα στην παλιά πόλη της Κέρκυρας (μνημείο UNESCO).
Στα Ιωάννινα μετέβησαν στην ιερά Μονή Παναγίας Ντουραχάνης που κτίσθηκε από τον Τούρκο Ντουραχάν Πασά μετά από θαυματουργική διάσωσή του από την Παναγία.
Έπειτα, στον εντυπωσιακό ΙΝ του Νεομάρτυρος Αγίου Γεωργίου τοῦ ἐν Ἰωαννίνοις ἀθλήσαντος καὶ πολιούχου Ἰωαννίνων, καθώς και το θαυμαστό Σπήλαιο Περάματος, ένα τριώροφο παλάτι, με ασύγκριτες ομορφιές και θαυμαστά στολίδια, που συγκαταλέγεται ανάμεσα στα ομορφότερα των Βαλκανίων, το Μουσείο Επαναστάσεως και Αλή Πασά και το νησί της Κυρά Φροσύνης στη λίμνη Ιωαννίνων.
Επιστρέφοντας επισκέφτηκαν στην Καλαμπάκα την Ιερά Μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου με την μοναδική πρωτοτυπία όπου ο επιβλητικός άμβωνας υψώνεται στο κέντρο του ναού (φωτογραφίες Νίκου και Κωνσταντίνου Κίννα).
Ιερά Μονή Μεγάλου Σπηλαίου
![]()
Το Μέγα Σπήλαιο είναι ιστορικό μοναστήρι των Καλαβρύτων και ένα από τα σπουδαιότερα προσκυνήματα της Ορθοδοξίας στον Ελληνικό χώρο.
Τοποθεσία
Η Μονή βρίσκεται δέκα χιλιόμετρα βορειανατολικά των Καλαβρύτων κοντά στον δρόμο που ενώνει την Εθνική Οδό Πατρών – Αθηνών με τα Καλάβρυτα, και είναι κτισμένη στο άνοιγμα ενός μεγάλου φυσικού σπηλαίου (απ’ όπου και το όνομα της) της οροσειράς του Χελμού, επάνω από την απότομη χαράδρα του Βουραϊκού ποταμού, σε υψόμετρο περίπου 900 μέτρων, καθώς και σε κοντινή απόσταση και ψηλότερα του χωριού Κάτω Ζαχλωρού. Απόλυτα εναρμονισμένο με το άγριο και εντυπωσιακό τοπίο της περιοχής το οκταώροφο συγκρότημα της Μονής καθηλώνει και τον πιο αδιάφορο επισκέπτη. Το καθολικό της Μονής σκαμμένο στον βράχο, είναι ναός σταυροειδής, εγγεγραμμένος με δύο νάρθηκες. Ο κυρίως ναός έχει τοιχογραφίες του 1653, αξιόλογα μαρμαροθετήματα στο δάπεδο, ξυλόγλυπτο τέμπλο κ.λ.π. ενώ στον νάρθηκα οι τοιχογραφίες ανάγονται στις αρχές του 19ου αιώνα.
Ιστορική αναδρομή

Η Μονή, η οποία θεωρείται η αρχαιότερη στην Ελλάδα, κτίστηκε το 362 μ.Χ. από τους Θεσσαλονικείς αδερφούς μοναχούς, Συμεών και Θεόδωρο. Ενώ οι δύο αδελφοί βρίσκονταν στα Ιεροσόλυμα, είδαν ο καθένας ξεχωριστά μια οπτασία με την εντολή να μεταβούν στην Αχαΐα και να βρουν την Ιερή Εικόνα της Παναγίας από μαστίχα και κερί, φιλοτεχνημένη από τον Ευαγγελιστή Λουκά. Υστέρα από αλλεπάλληλες περιπλανήσεις και αποκαλυπτικά όνειρα, συνάντησαν εδώ το 362 μ.Χ. την κόρη Ευφροσύνη, βοσκοπούλα από το χωριό Γαλατά (Ζαχλωρού). Η Ευφροσύνη τους οδήγησε στο σπήλαιο που βρισκόταν η αναζητούμενη Ιερή Εικόνα, την οποία είχε ανακαλύψει νωρίτερα η ίδια «Θεία Βουλή», και με την οδηγία ενός τράγου από το κοπάδι της, που πήγαινε στο σπήλαιο για να πιει νερό από την πηγή που βρισκόταν εκεί. Η πηγή αυτή του σπηλαίου – μαρμάρινη κατόπιν – αποτελεί σήμερα, το γνωστό με το όνομα «η Πηγή της Κόρης», άγιασμα, ενώ η Ευφροσύνη τιμάται ως Αγία. Η Ιερή Εικόνα, σύμφωνα με την παράδοση, βρισκόταν δίπλα στην πηγή και φυλασσόταν από ένα φοβερό δράκο ο οποίος σκοτώθηκε από κεραυνό όταν επιτέθηκε στους δύο μοναχούς που προσπαθούσαν να καθαρίσουν τον ιερό χώρο από την πυκνή βλάστηση. Στη συνέχεια οι δύο μοναχοί κατασκεύασαν μικρό ναό και μερικά μικρά κελιά με τη συνδρομή του πλήθους των πιστών, που συνέρρεαν δια να προσκυνήσουν τη θαυματουργή εικόνα της Θεοτόκου. Πολλοί μάλιστα από τους πιστούς παρέμεναν για άσκηση. Σιγά – σιγά η Μονή έγινε μία από τις πλέον «πολυμονάχους Μονάς» και γνώρισε μεγάλη ακμή και αίγλη. Ο αρχικός ναός σωζόταν μέχρι το 1934, οπότε και καταστράφηκε από πυρκαγιά. Στην περιουσία της Μονής περιλαμβάνονταν ακίνητα στην Κωνσταντινούπολη, στη Σμύρνη, στη Θεσσαλονίκη, και μεγάλες εκτάσεις στην Αχαΐα και την Ηλεία, τα λεγόμενα «Μετόχια». Η Μονή καταστράφηκε τουλάχιστον τέσσερις φορές από πυρκαγιές, το 840, το 1400, το 1640 και το 1934. Πάντοτε όμως η Αγία Εικόνα σωζόταν με τρόπο θαυμαστό. Ο Αυτοκράτορας Ανδρόνικος ο Γέρων φέρεται να ξανάχτισε το μοναστήρι το 1285 μετά από καταστροφική πυρκαγιά.
Το Μέγα Σπήλαιο έπαιξε σημαντικό ρόλο στις εξεγέρσεις κατά των Τούρκων. Το 1770 ο Μητροπολίτης Πατρών Παρθένιος επικεφαλής ενόπλων πολιόρκησε τα Καλάβρυτα. Τότε ο ηγούμενος της Μονής του Μεγάλου Σπηλαίου με άλλους μοναχούς και με τον σταυρό ανά χείρας πήγε στα Καλάβρυτα όπου μεσολαβώντας κατόρθωσε να παύσει η πολιορκία και να αποχωρήσουν ασφαλείς οι Τουρκικές οικογένειες. Χάρη σ’ αυτή την πράξη του ηγουμένου, όταν κατόπιν κατεστάλη η επανάσταση και ορδές Αλβανών λεηλατούσαν την Πελοπόννησο, η Μονή κατόρθωσε να διασωθεί και ταυτόχρονα να σώσει και πολλές ζωές Ελλήνων.[1]

Κατά την Επανάσταση του 1821 η Μονή αποτέλεσε φάρο της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού αλλά και κέντρο αντίστασης κατά των κατακτητών και παρότι δέχτηκε πολλές επιθέσεις, ποτέ δεν κατακτήθηκε. Το γεγονός που ξεχώρισε ήταν η απόκρουση της επέλασης του Ιμπραήμ τον Ιούνιο του 1827. Την 21η Ιουνίου οι Οθωμανοί Σαμή Εφέντης και Σεχνετζίπ Εφέντης, υπό τις διαταγές του Ιμπραήμ, κάλεσαν τους μοναχούς να του παραδώσουν το Μοναστήρι γράφοντας μεταξύ άλλων:
- «Ηγούμενε θέλει στοχασθής τούτο το κίνημα των Ρωμαίων δεν θέλει έυγη σε κεφάλι, λοιπόν σαν φρόνιμος όπου είσαι στοχάσου βαθιά πως δεν ευρίσκεις καλό τέλος και θα είσαι νικημένος».
Την 22 Ιουνίου δόθηκε η ιστορική απάντηση του τότε ηγούμενου Δαμασκηνού στους Τούρκους: «… δια να προσκυνήσωμεν είναι αδύνατον διότι είμεθα ωρκισμένοι εις την πίστιν μας, ή να ελευθερωθούμεν ή να αποθάνωμεν πολεμούντες, και κατά το αϊνί μας δεν γίνεται να χαλάση ο ιερός όρκος της Πατρίδος μας. … αν έλθεις εδώ να μας πολεμήσης και μας νικήσης, δεν είναι μεγάλο κακόν, διότι θα νικήσης παπάδες, αν όμως νικηθής… θα είναι εντροπή σου και τότε οι Έλληνες θα εγκαρδιωθούν και θα σε κυνηγούν πανταχού. …».[2] Και πραγματικά ο στρατός του Ιμπραήμ που είχε και την υποστήριξη Ελλήνων προσκυνημένων υπό τον Νενέκο, αναγκάσθηκε να αποσυρθεί μετά από σκληρή μάχη στις 24 Ιουνίου, χάρη στη γενναία άμυνα από τους Πετμεζαίους και τον Φωτάκο. Το μοναστήρι όπου είχαν βρει καταφύγιο και πολλοί άμαχοι, οι Τούρκοι δεν κατάφεραν να το καταλάβουν και μετά τη σύγκρουση είχαν πολλούς νεκρούς και τραυματίες εν αντιθέσει με το Ελληνικό στρατόπεδο. Μετά την έκβαση της μάχης που ήταν νικηφόρα για τους Έλληνες, οι κατακτητές αποχώρησαν από την ευρύτερη περιοχή των Καλαβρύτων.
Στο Σχολαρχείο που λειτουργούσε στη Μονή φοίτησε το 1895 ο τότε Γεώργιος Παρασκευόπουλος, τώρα Άγιος Γερβάσιος των Πατρών.
Στους νεότερους χρόνους καταστράφηκε πάλι από πυρκαγιά και ανοικοδομήθηκε το 1937, έχοντας τεθεί υπό την αιγίδα του Βασιλέως Γεωργίου Β΄ που θεμελίωσε και τη νέα πτέρυγά της. Τον Δεκέμβριο του 1943 τα Ναζιστικά στρατεύματα κατοχής λεηλάτησαν το μοναστήρι και εκτέλεσαν 16 άτομα, επισκέπτες, υποτακτικούς αλλά και μοναχούς. Ακόμη εννέα μοναχοί εκτελέστηκαν στη θέση «Ψηλός Σταυρός». Τα εναπομείναντα κελιά από την πυρκαγιά του 1934, πυρπολήθηκαν. Μετά τον πόλεμο ανεγέρθηκαν νέα κτίρια.
Κειμήλια
Το Μουσείο της Μονής εκτός από τα σημαντικά κειμήλια της Ελληνικής Επανάστασης, διαθέτει ένα σπάνιο λάβαρο με τις μορφές τριών βυζαντινών αυτοκρατόρων, σιγγίλια, χειρόγραφα με εξαίρετες μικρογραφίες, πολύτιμους χρυσούς σταυρούς με Τίμιο Ξύλο, χαλκογραφίες, προσωπογραφίες, Ευαγγέλια σε περγαμηνές, το ωμοφόριο του Χρύσανθου Νοταρά, χρυσοκέντητους Επιτάφιους, αντιμήνσια, βυζαντινές εικόνες μεγάλης αξίας κ.α. Μεγάλης αξίας είναι και η βιβλιοθήκη της με περισσότερους από 3.000 τόμους βιβλίων και πλήθος παλαιοτύπων. Σε ειδικό παρεκκλήσιο φυλάσσονται, λειψανοθήκες με οστά πολλών Αγίων και οι κάρες των ιδρυτών της Μονής.

Η Ιερή Εικόνα της Παναγίας της Μεγαλοσπηλαιώτισσας
Εξέχουσα θέση μεταξύ των ιερών κειμηλίων της Μονής κατέχει η Θαυματουργή Ιερή Εικόνα της «Παναγίας της Μεγαλοσπηλαιώτισσας», που είναι έργο του Ευαγγελιστή Λουκά (μία εκ των τριών που δημιούργησε και σώζονται μέχρι σήμερα). Σύμφωνα με αξιόπιστες ιστορικές μαρτυρίες, ο Ευαγγελιστής Λουκάς, μετά τον θάνατο του Απ. Παύλου, έδρασε, όπως και ο Απόστολος Ανδρέας, στην Αχαΐα, όπου πιθανότατα συνέγραψε το θαυμάσιο Ευαγγέλιό του και τις αριστουργηματικές «Πράξεις των Απόστολων». Όταν λοιπόν ήρθε στην Αχαΐα έφερε μαζί του από την Παλαιστίνη και τη συγκεκριμένη Ιερή Εικόνα (ευλογημένη από την ίδια την Παναγία) την οποία αργότερα δώρισε στους πρώτους χριστιανούς. Την εποχή των διωγμών αυτοί κατέφυγαν για ασφάλεια στο Σπήλαιο όπου και την έκρυψαν. Όταν οι ίδιοι πέθαναν ή φονεύθηκαν για τον Χριστό, η Εικόνα παρέμεινε στο Σπήλαιο μέχρι που ανακαλύφθηκε κατά τον θαυμαστό τρόπον από την Αγία Ευφροσύνη. Είναι ανάγλυφη, πάχους τριών πόντων και πλασμένη από κερί, μαστίχα και άλλες ύλες. Φέρει εσθήτα (φόρεμα) χρωματισμένη και χρυσά διαγράμματα. Από τις πολλές πυρκαγιές έχει αμαυρωθεί. Το σώμα της Παναγίας είναι στραμμένο δεξιά, με κεκλιμένη την κεφαλή προς τον Υιόν της, κρατώντας τον στο δεξί χέρι (Δεξιοκρατούσα), ο οποίος με το αριστερό του χέρι κρατεί ελαφρά την αριστερή παλάμη της Μητρός Του, ενώ με το δεξιό κρατάει το Ευαγγέλιο. Δεξιά και αριστερά της κηρόπλαστης Εικόνας παρίστανται, μετά φόβου άγγελοι. Στις τέσσερις γωνιές της Εικόνας δεξιά εξαπτέρυγα Σεραφείμ και αριστερά πολυόμματα Χερουβείμ.
Παναγία Τρυπητή Αίγιο
![]()
H Παναγία Τρυπητή είναι ένα ιστορικό ιερό προσκήνυμα της Θεοτόκου στην πόλη του Αιγίου. Είναι ένα από τα σημαντικότερα ορθόδοξα προσκυνήματα στην Ελλάδα.[1] Το ιερό είναι αφιερωμένο στη Μητέρα Θεοτόκο της Ζωοδόχου Πηγής.
Τα πολλά και εντυπωσιακά θαύματα που γίνονται με τις μεσιτείες της Παναγίας έχουν καθαγιάσει την εκκλησία στη συνείδηση των πιστών ως εθνικό ιερό. Χιλιάδες πιστοί, από όλη την Ελλάδα, καταφθάνουν κάθε χρόνο τη Παρασκευή της Διακαινησίμου στο Αίγιο, για να πάρουν τη χάρη της Παναγίας και να πάρουν την ευλογία Της. Στον 14ο τόμο του γαλλικού μηνιαίου περιοδικού Revue des deux Mondes του έτους 1876 αναφέρεται ότι ήταν μια μεγάλη γιορτή για τους Αιγιώτες.[2] Αναφέρει μάλιστα τη χρήση κροτίδων εκείνη την ημέρα. Αυτή την ημέρα κάθε χρόνο γίνεται λιτάνευση της Αγίας Εικόνας στους δρόμους του Αιγίου και είναι επίσημη θρησκευτική εορτή (αναγνωρισμένη ως επίσημη αργία με βασιλικό διάταγμα της 8ης Μαΐου 1933).
Το όνομα Τρυπητή προέρχεται από την λέξη «Τρύπα», επειδή η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας βρέθηκε σε μια τρύπα στο βράχο. Στο νάρθηκα της εκκλησίας (που βρίσκεται στο ισόγειο) υπάρχει μια πηγή με νερό. Οι πιστοί πίνουν αυτό το νερό ως ευλογία μιας και τελεί ακατάπαυστα θαυματουργές θεραπείες.
Πάτρα: Καθεδρικός Ιερός Ναός Αγίου Ανδρέα
Στην τοποθεσία που μαρτύρησε ο Άγιος Απόστολος Ανδρέας ο Πρωτόκλητος κτίστηκε λαμπρός Ναός από τον 5ο αιώνα, ο οποίος μετά από καταστροφές ανοικοδομήθηκε εκ νέου το 19ο αιώνα.
Ο Ιερός Ναός Αγίου Ανδρέα Πατρών ή Καθεδρικός Ναός Αγίου Ανδρέα Πατρών είναι χριστιανική βασιλική στη δυτική πλευρά του κέντρου της Πάτρας. Μαζί με τον διπλανό παλαιό ναό του Αγίου Ανδρέα, αποτελούν έναν χώρο προσκυνήματος για Χριστιανούς από όλο τον κόσμο. Ο ναός είναι αφιερωμένος στον πρωτόκλητο απόστολο του Χριστού, Άγιο Ανδρέα. Η κατασκευή του βυζαντινού ρυθμού ναού ξεκίνησε το 1908 υπό την επίβλεψη του αρχιτέκτονα Αναστάσιου Μεταξά, τον οποίο ακολούθησε ο Γεώργιος Νομικός. Εγκαινιάστηκε 66 χρόνια αργότερα, το 1974. Καλύπτει εμβαδόν περίπου 2.600 τετραγωνικών μέτρων[3]. Πάνω στον κεντρικό θόλο υπάρχει ένας επίχρυσος σταυρός μήκους 5 μέτρων, και στους υπόλοιπους θόλους υπάρχουν 12 μικρότεροι σταυροί. Αυτοί οι σταυροί συμβολίζουν τον Ιησού και τους Αποστόλους του. Το εσωτερικό του ναού είναι διακοσμημένο με βυζαντινής τεχνοτροπίας τοιχογραφίες και μωσαϊκά.
Θεωρείται ο μεγαλύτερος ορθόδοξος ναός στην Ελλάδα[4] και από τους μεγαλύτερους στα Βαλκάνια.[5] Σύμφωνα με άλλες απόψεις ωστόσο πρόκειται για τον δεύτερο μεγαλύτερο ορθόδοξο ναό στην Ελλάδα, επόμενος του ναού του Αγίου Παντελεήμονα Αχαρνών στην Αθήνα.[6]
Λείψανα
Λείψανα του Αποστόλου Ανδρέα βρίσκονται στον ναό. Αποτελούνται από το μικρό δάκτυλο, μέρος του πάνω μέρους του κρανίου του Αποστόλου, και μικρά τμήματα του σταυρού στον οποίο μαρτύρησε, όλα τοποθετημένα σε ειδική λειψανοθήκη. Το άγιο σκήνωμα του Αποστόλου δόθηκε στο ναό από τη Βασιλική του Αγίου Πέτρου στη Ρώμη το Σεπτέμβριο του 1964, υπό τις οδηγίες του Πάπα Παύλου ΣΤ΄. Ο Καρδινάλιος Μπέα ήταν ο αρχηγός της ομάδας 15 καρδιναλίων που παρέδωσαν τα λείψανα στον Μητροπολίτη Πατρών, Κωνσταντίνο στις 24 Σεπτεμβρίου 1964.[7] Εκατοντάδες πιστών (μεταξύ τους και ο πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου) και πολλοί Μητροπολίτες συμμετείχαν στη τελετή υποδοχής του λειψάνου.[8][9] Μετά από λιτάνευση στους δρόμους της πόλης, το λείψανο τοποθετήθηκε σε ειδική ασημένια μήτρα στο εσωτερικό του ναού. Ο σταυρός του Αγίου Ανδρέα είχε παρθεί από την Ελλάδα κατά τη διάρκεια των Σταυροφοριών του Δούκα της Βουργουνδίας. Τμήματα του σταυρού είχαν διαφυλαχθεί από τον Μεσαίωνα στην εκκλησία του Αγίου Βίκτωρος στη Μασσαλία. Επεστράφησαν στη Πάτρα στις 19 Ιανουαρίου 1980. Ο σταυρός του Αποστόλου παραδόθηκε στον Μητροπολίτη Πατρών Νικόδημο από την αντιπροσωπεία της Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας υπό την καθοδήγηση του Καρδινάλιου Ρότζερ Ετσεγκαράι.
Άρτα: Παναγία της Βλαχέρνας
![]()
Η Μονή Βλαχερνών, ένα από τα σημαντικότερα βυζαντινά μνημεία της ευρύτερης περιοχής της Άρτας, υπήρξε ονομαστό μοναστήρι, βρίσκεται στο χωριό Βλαχέρνα, απέναντι από την Άρτα, και πήρε το όνομα από την ξακουστή Παναγία των Βλαχερνών της Κωνσταντινούπολης.











Ὁ Ναὸς τοῦ Ἁγίου Νεομάρτυρος Γεωργίου βρίσκεται στὸ κέντρο τῆς πόλης τῶν Ἰωαννίνων ἐπὶ τῆς Πλατείας Πάργης. Εἶναι σταυροειδὴς βασιλικὴ μὲ τροῦλο καὶ καταλαμβάνει ἔκταση 250 τετραγωνικῶν μέτρων. Ἐθεμελιώθη τὴν 7η Αὐγούστου 1960 ἀπὸ τὸν τότε Μητροπολίτη Ἰωαννίνων κυρὸ Σεραφεὶμ σὲ οἰκόπεδο ποὺ παραχώρησε ὁ δῆμος Ἰωαννιτῶν μὲ δαπάνη τοῦ κ. Χρήστου Πάτση, καταγομένου ἀπὸ τὴν Πυρσόγιαννη Ἰωαννίνων. Ἐγκαινιάστηκε τὴν 25η Ὀκτωβρίου 1970 ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας Νικόλαο ΣΤ΄. Ἕως τὸ ἔτος 1996 λειτουργοῦσε ὡς παρεκκλήσιο τοῦ Ἱεροῦ Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου καὶ ἔκτοτε ἕως σήμερα λειτουργεῖ ὡς Προσκυνηματικὸς Ναὸς σύμφωνα μὲ τὸν ὑπ’ ἀριθ. 84/1996 κανονισμὸ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ποὺ δημοσιεύτηκε στὸ ὑπ’ ἀριθ. 246/18-10-1996 φύλλο τῆς κυβερνήσεως.













