ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ: Ἡ ἑορτὴ τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ στὸν κόσμο (Του Αθ. Μουστάκη)

0
239

Τὸ κείμενο αὐτὸ φιλοξενήθηκε στὸ τεῦχος 47 τοῦ ἠλεκτρονικοῦ περιοδικοῦ e-Νῆσος Κῶς τοῦ ἀγαπητοῦ φίλου Ζαχαρία Κουζούκα ποὺ δημοσιεύθηκε τὸ 2017 λίγες ἡμέρες πρὶν ἀπὸ τὴν ἑορτή τῶν Χριστουγέννων.

«Ἐγένετο δὲ ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις ἐξῆλθε δόγμα παρὰ Καίσαρος Αὐγούστου ἀπογράφεσθαι πᾶσαν τὴν οἰκουμένην. αὕτη ἡ ἀπογραφὴ πρώτη ἐγένετο ἡγεμονεύοντος τῆς Συρίας Κυρηνίου» (Λουκ. 2:1-2).

«Ἐκείνη τὴν ἐποχὴ ὁ ἡγεμόνας τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας Ὀκταβιανὸς Αὔγουστος ἐξέδωσε διάταγμα μὲ τὸ ὁποῖο διέταζε νὰ ἀπογραφοῦν ὅλοι οἱ κάτοικοι. Ἡ ἀπογραφὴ αὐτὴ ἦταν ἡ πρώτη ποὺ ἔγινε ὅταν διοικητὴς τῆς Συρίας ἦταν ὁ Κυρήνιος».

Statue-Augustus

Χαρακτηριστικό ἄγαλμα τοῦ Ὀκταβιανοῦ Αὐγούστου ποὺ ἦταν αὐτοκράτορας ἀπὸ τὶς 16 Ἰανουαρίου 27 π.Χ. μέχρι τὶς 19 Αὐγούστου 14 μ.Χ. Ἐπὶ τῶν ἡμερῶν του γεννήθηκε ὁ Χριστός.

Μὲ αὐτὴ τὴ φράση ξεκινᾶ τὸ δεύτερο κεφάλαιο τοῦ εὐαγγελίου τοῦ Λουκᾶ, ὁ ὁποῖος, ὅπως διαπιστώνουμε καὶ ἀπὸ τὶς Πράξεις, τὸ ἄλλο βιβλίο ποὺ συνέγραψε, εἶχε πολὺ καλὴ σχέση μὲ τὴν ἱστορία καὶ φρόντιζε νὰ παραθέτει στὰ κείμενά του ἀρκετὰ ἱστορικὰ στοιχεῖα γιὰ νὰ θεμελιώνει τὰ γεγονότα ποὺ κατέγραφε καὶ νὰ ἐξασφαλίζει, πέρα ἀπὸ κάθε ἀμφιβολία, τὴν ἀξιοπιστία τους.

Ἡ τακτική του αὐτή, ποὺ εἶναι πολὺ χρήσιμη στὸν ἀναγνώστη κάθε ἐποχῆς, ἀλλὰ καὶ στὸν ἐπιστήμονα ἱστορικὸ ποὺ σκύβει ἐπάνω στὰ βιβλικὰ κείμενα μὲ σοβαρότητα καὶ ὑπευθυνότητα, μᾶς προσφέρει πλῆθος ἀπὸ ἐνδιαφέροντα στοιχεῖα καὶ σημαντικὲς πληροφορίες ποὺ ἀλλάζουν τὴ στάση μας ἀπέναντι στὰ ἱερὰ κείμενα καὶ μᾶς βοηθοῦν νὰ ἐμπιστευθοῦμε τὴν Ἀλήθεια ποὺ κηρύσσουν καὶ μεταφέρουν στὸν κόσμο μας.

Ἡ Ἐκκλησία πάντοτε ἦταν πολὺ προσεκτικὴ καὶ διακριτικὴ ἀπέναντι στὴν τάση ἀκαδημαϊκῆς ὑπερανάλυσης καὶ «στεγνῆς» ἐπιστημονικῆς προσέγγισης τῶν ἱερῶν κειμένων, καθὼς βασικὸ στοιχεῖο τῆς παραδόσεώς της εἶναι ὅτι τὰ κείμενα αὐτὰ διαβάζονται καὶ κατανοοῦνται μέσα στὰ πλαίσια τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινότητας, ἐφ᾿ ὅσον ἀπὸ αὐτὴ γράφτηκαν καὶ σὲ αὐτή, πρώτα ἀπὸ ὅλα, ἀπευθύνονται. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἡ προσπάθεια νὰ ἀναλυθοῦν, νὰ ἑρμηνευθοῦν καὶ νὰ προσεγγιστοῦν ἐκτὸς τῶν πνευματικῶν πλαισίων της κρύβει κινδύνους παρανοήσεων καὶ παρερμηνειῶν. Πράγματι, αὐτὸ συνέβη μὲ τὶς αἱρέσεις, οἱ ὁποῖες τὶς περισσότερες φορὲς ξεπήδησαν ἀπὸ ἐσφαλμένες προσεγγίσεις τῶν ἱερῶν κειμένων, πολλὲς ἀπὸ τὶς ὁποῖες προῆλθαν ἀπὸ πιστούς, λαϊκοὺς καὶ κληρικούς, οἱ ὁποῖοι δὲν μπόρεσαν νὰ καταλάβουν ποιὰ εἶναι ἡ Ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου καὶ ἐπιδόθηκαν σὲ ἀνεπιτυχεῖς προσπάθειες ἀναζήτησής της.

Διαβάζοντας, λοιπόν, τὴν εἰσαγωγὴ τοῦ εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ στὰ γεγονότα τῆς γεννήσεως τοῦ Κυρίου διαπιστώνουμε ὅτι ἕνα ἀπὸ τὰ βασικὰ στοιχεῖα ποὺ συνθέτουν τὸν καμβὰ τοῦ ἔργου εἶναι ὁ χρονικὸς προσδιορισμὸς τοῦ γεγονότος σὲ σχέση μὲ τὴν ἱστορία τοῦ κυρίαρχου κράτους τῆς ἐποχῆς του: τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας.

Οἱ ἀπογραφὲς ἦταν συνηθισμένη πρακτικὴ τῆς ρωμαϊκῆς διοίκησης γιὰ νὰ γνωρίζει τὰ δημογραφικὰ καὶ οἰκονομικὰ δεδομένα τῶν ἐπαρχιῶν της. Γι᾿ αὐτὸ ἀπογραφὲς διενεργοῦνταν σὲ τακτὰ χρονικὰ διαστήματα, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν κατάκτηση κάθε νέας περιοχῆς καὶ τὴν ἔνταξή της στὴν Αὐτοκρατορία.

Ἡ Συρία ἐνσωματώθηκε στὴν Αὐτοκρατορία τὸ 64 π.Χ. ἀπὸ τὸν Πομπήιο, ὁ ὁποῖος ἐνεπλάκη δυναμικὰ στὶς ὑποθέσεις τῆς Ἀνατολῆς, κυρίευσε πολλὲς νέες περιοχὲς καὶ δημιούργησε πολλὰ μικρὰ βασίλεια ὑποτελῆ στὴ Ρώμη. Ἡ ἐπαρχία τῆς Συρίας ἦταν μία ἀπὸ τὶς πιὸ σημαντικὲς τῆς Αὐτοκρατορίας, ἀνῆκε στὸν Αὐτοκράτορα, ὁ ὁποῖος εἰσέπρατε τὰ ἔσοδα ποὺ προέρχονταν ἀπὸ αὐτὴ καὶ διόριζε λεγάτους, δηλαδὴ ἀντιπροσώπους του, ὡς διοικητές της (legatus Augusti pro praetore).

Pompey_the_Great,_Augustean_copy_of_a_70-60_BC_original,_Venice_Museo_Archeologico_Nazionale_(22205132751)

Ὁ Γάιος Πομπήιος Μάγνος ἦταν μία μεγάλη μορφὴ τῆς Ρώμης. Καθοριστικῆς σημασίας ἦταν τὸ ἔργο του στὴν Ἀνατολή, μὲ τὸ ὁποῖο ἔθεσε τὶς βάσεις γιὰ νὰ δημιουργηθεῖ ἡ Ρωμαϊκὴ Αὐτοκρατορία. Γεννήθηκε τὸ 106 στὴν Ἰταλία καὶ πέθανε τὸ 48 π.Χ. στὴν Αἴγυπτο, ὅπου κατέφυγε μετὰ τὴν ἥττα του στὰ Φάρσαλα ἀπὸ τὸν Ἰούλιο Καίσαρα, δολοφονημένος ἀπὸ ἀνθρώπους τοῦ Πτολεμαίου τοῦ Γ΄.

Σύμφωνα μὲ τὴν ἐπικρατοῦσα ἄποψη ὁ Κυρήνιος ἀρχικὰ ὑπηρέτησε στὴ Συρία ὑπὸ τὶς διαταγὲς ἄλλου διοικητοῦ καὶ τότε πραγματοποίησε, ὡς ὑπεύθυνος, τὴν ἀπογραφὴ ποὺ ἀναφέρει ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς (γύρω στὸ 6 π.Χ.). Ἀπογραφή, ὡς διοικητὴς καὶ legatus τοῦ Αὐγούστου πλέον, ἔκανε στὴν Ἰουδαία τὸ 6 μ.Χ., μετὰ τὴν ἀπομάκρυνση τοῦ Ἀρχέλαου (4 π.Χ.-6 μ.Χ.) ποὺ ἦταν γιὸς τοῦ Ἡρώδη τοῦ Μεγάλου. Ἡ ἀπογραφὴ αὐτή, μάλιστα, προκάλεσε σοβαρότατες ἀντιδράσεις ἐκ μέρους τῶν Ἰουδαίων.

Ἀναμφίβολα, σκοπὸς τοῦ εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ δὲν εἶναι νὰ συγγράψει μία ἱστορία τῆς Συρίας ἢ τῆς Ἰουδαίας. Ἡ ἐνδιαφέρουσα, σημαντικὴ καὶ συχνὴ παράθεση ἱστορικῶν στοιχείων ἐξυπηρετεῖ θεολογικοὺς σκοπούς. Μὲ αὐτὴ θέλει νὰ ὑπογραμμίσει τὴν εἴσοδο τοῦ Θεοῦ στὴν ἱστορία καὶ νὰ τονίσει τὴν παρουσία Του μέσα σὲ αὐτή. Γι᾿ αὐτὸ λοιπὸν στὸ εὐαγγέλιο καί, πολὺ περισσότερο, στὶς Πράξεις φροντίζει νὰ σκιαγραφεῖ τὸ ἱστορικὸ πλαίσιο ἐντὸς τοῦ ὁποίου κινήθηκε ἡ φανέρωση τοῦ Θεοῦ.

Γιὰ νὰ κατανοήσουμε αὐτὸ τὸ σχῆμα, ποὺ ἔχει ὡς ἀφετηρία τὴν ἱστορία καὶ κατάληξη τὰ ἔσχατα, ἀρκεῖ νὰ παρατηρήσουμε τὸν τρόπο ποὺ δομεῖται ἡ πορεία τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτὴ καταγράφεται στὸ βιβλίο Πράξεις Ἀποστόλων, τὸ ὁποῖο ἂν καὶ ἔχει αὐστηρὴ ἱστορικὴ δομὴ καὶ κινεῖται σὲ πολὺ συγκεκριμένο ἱστορικὸ πλαίσιο δὲν ἐξαντλεῖται σὲ αὐτό. Ἀντιθέτως, τὸ πλαίσιο αὐτὸ ἀποτελεῖ τὴν ἀφετηρία γιὰ νὰ διαπιστώσουμε τὴν ἀσυγκράτητη πορεία τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὴν Ἰερουσαλὴμ μέχρι τὸ κέντρο τοῦ τότε γνωστοῦ κόσμου τὴν πρωτεύουσα τῆς Αὐτοκρατορίας, τὴν ἴδια τὴ Ρώμη. Σὲ κάθε βῆμα αὐτῆς τῆς δυναμικῆς πορείας ψηλαφοῦμε τὴν παρουσία τῆς πρόνοιας καὶ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία μεταμορφώνει τὰ προβλήματα καὶ τὰ ἐμπόδια, τοὺς διωγμοὺς καὶ τὸν θάνατο σὲ εὐκαιρίες γιὰ ἐξάπλωση τοῦ εὐαγγελίου καὶ ἐνίσχυση τῆς νεόφυτης Ἐκκλησίας.

Εἶναι ἀπολύτως κατανοητό, λοιπόν, τὸ ὅτι ἀρχικὰ ἡ ἑορτὴ τῆς γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ δὲν ἑορταζόταν μόνη της, ἀλλὰ στὶς 6 Ἰανουαρίου μαζὶ μὲ τὴν ἑορτὴ τῆς Βαπτίσεως. Ἡ διπλὴ αὐτὴ ἑορτὴ τῆς Ἐπιφανείας τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ τῆς φανέρωσής Του στὸν κόσμο, δίνει τὸ στίγμα τοῦ μηνύματος τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ: ἦρθε γιὰ νὰ μεταμορφώσει, νὰ ἀνακαινίσει τὸν κόσμο μας. Ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς ἔλαβε τὴν ἀνθρώπινη σάρκα γιὰ νὰ σώσει τὸν ἄνθρωπο καὶ νὰ τὸν ἐξαγιάσει, καθὼς μετὰ τὴν πτώση εἶχε διαλύσει τὴ σχέση του μὲ τὸν Θεὸ καὶ εἶχε χάσει τὴ θέση του στὸν Παράδεισο.

Αὐτὴ ἡ ζωογόνος παρουσία τοῦ Θεοῦ στὴν ἱστορία δηλώνεται ἤδη ἀπὸ τὸν 8ο π.Χ. αἰῶνα μὲ τὴν πολὺ γνωστὴ προφητεία τοῦ Ἠσαΐα «Ἰδοὺ ἡ παρθένος ἐν γαστρὶ ἕξει καὶ τέξεται υἱόν, καὶ καλέσουσι τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουὴλ» (Ἠσαΐα 7:14, τὴν παραθέτει καὶ ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος 1:23), μὲ τὴν ὁποία δηλώνεται ἡ σαφὴς πρόθεση τοῦ Θεοῦ νὰ εἰσχωρήσει στὴν ἀνθρώπινη ἱστορία καὶ νὰ λυτρώσει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ τὴ δουλεία τοῦ θανάτου. Ἡ ἐκπεφρασμένη αὐτὴ πρόθεση τοῦ Θεοῦ δηλώνεται ἐναργῶς μὲ τὸν θεολογικὸ προσδιορισμὸ τοῦ ὀνόματος τοῦ τέκνου τῆς Παρθένου: «ἰμμάνου (= μεθ᾿ ἡμῶν) ἐλ (= ὁ Θεός)», δηλαδὴ «μαζί μας ὁ Θεός», καὶ σὲ ἐξελληνισμένη μορφή, ὅπως μᾶς παραδόθηκε ἀπὸ τοὺς Ἑβδομήκοντα, «Ἐμμανουήλ».

Ἀκριβῶς αὐτὸ ἦρθε νὰ μᾶς προσφέρει ὁ Χριστὸς μὲ τὴ Σάρκωσή Του: νὰ εἶναι δίπλα μας, νὰ μᾶς στηρίξει καὶ νὰ δημιουργήσει τὶς προϋποθέσεις γιὰ νὰ κερδίσουμε καὶ πάλι τὸν Παράδεισο ποὺ χάσαμε κατὰ τὸ παρελθόν.

Μάλιστα, τὸ ὄνομα Ἐμμανουὴλ ἔχει ἐγγραφεῖ στὶς συνειδήσεις μας σὲ πλήρη ἀντιστοιχία μὲ τὸν προσδιορισμὸ «Σωτὴρ» καὶ τὸν προσδιορισμὸ «Χριστὸς» ποὺ μεταφέρουν ἀκριβῶς τὸ ἴδιο μήνυμα: Ὁ Θεὸς Χριστὸς εἶναι μαζί μας γιὰ νὰ μᾶς σώσει ἀπὸ τὴν ἁμαρτία.

gennisis

Τὸ λεπτὸ σημεῖο σὲ αὐτὴν τὴν κενωτικὴ κίνηση ἀπροϋπόθετης ἀγάπης εἶναι ὅτι γιὰ νὰ λειτουργήσει στὴ ζωή μας καὶ νὰ μᾶς προσφέρει τὴ σωτηρία εἶναι ἀπαραίτητη καὶ ἡ δική μας συνδρομή. Ὁ Χριστὸς μᾶς προσφέρει μία δυνατότητα, χωρὶς νὰ μᾶς ἐκβιάζει, ἀλλὰ μᾶς βοηθᾶ νὰ ἐνεργοποιήσουμε τὴν ἐλευθερία μὲ τὴν ὁποία μᾶς προίκισε ἤδη ἀπὸ τὴ δημιουργία μας.

Γι᾿ αὐτὸ στὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας δὲν χωρᾶ πουθενὰ καὶ δὲν ταιριάζει ποτὲ ἡ ἀπαισιοδοξία, ἡ ὁποία μακριὰ ἀπὸ τὴ χάρη τοῦ Χριστοῦ τσακίζει τὴ ζωή μας. Ὁ κόσμος μας, ὅπως ἐξαγιάζεται μὲ τὰ Μυστήρια, πορεύεται πρὸς τὴ σωτηρία.

Γι᾿ αὐτὸ στὸν πνευματικὸ χῶρο τῆς Ἐκκλησίας δὲν ἁρμόζουν σχόλια τοῦ τύπου «ἄδειασαν οἱ Ἐκκλησίες …», «στὴν ἐποχή μας οἱ νέοι δὲν πᾶνε στὴν Ἐκκλησία…» καὶ τὰ συναφῆ. Ἡ Ἐκκλησία διαρκῶς σώζει τὸν κόσμο μας. Ὅποιος συνδέεται μέ αὐτὴ σώζεται, οἱ ὑπόλοιποι κάνοντας χρήση τῆς ἐλευθερίας, τοῦ μεγαλύτερου δώρου ποὺ μᾶς προσέφερε ὁ Θεός, στεροῦν ἀπὸ τὸν ἑαυτό τους αὐτὴ τὴ σπουδαία δυνατότητα καὶ πορεύονται τὴ ζωή τους κατὰ τὶς ἐπιλογές τους. Ἡ σάρκωση τοῦ Θεοῦ Λόγου, ὅμως, ἔχει δημιουργήσει ἕνα προηγούμενο ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ ἀλλάξει οὔτε ἀπὸ τὴ δική μας ἀπιστία, οὔτε ἀπὸ τὸν ἐγωισμὸ καὶ τὴ φιλαυτία μας.

August_Labicana_Massimo_Inv56230

Ὁ Ὀκταβιανὸς Αὔγουστος μὲ τὰ ἔνδύματα τοῦ Pontifex Maximus τοῦ ἀρχηγοῦ τῆς ρωμαϊκῆς κρατικῆς λατρείας.

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΑΝΩΝΥΜΑ Ή ΕΠΩΝΥΜΑ