Στην Αθήνα έρχεται το βράδυ της Τρίτης 30/9 η Ευρωπαία εισαγγελέας Λάουρα Κοβέσι για να διερευνήσει τις εξελίξεις στην υπόθεση των Τεμπών και του ΟΠΕΚΕΠΕ και την επιχείρηση «Καλυψώ» που αφορούσε μια μεγάλη τελωνειακή έρευνα για απάτη.
Θα παραχωρήσει συνέντευξη Τύπου και σκοπεύει να απαντήσει σε όλα τα «καυτά» θέματα που αφορούν τις αρμοδιότητές της.
Η Ευρωπαία εισαγγελέας θα επισκεφθεί το γραφείο της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας στην Αθήνα και θα έχει συναντήσεις με αρκετές εθνικές Αρχές (υπουργούς, αρχηγό αστυνομίας, τελωνείων, γενικό εισαγγελέα κ.λπ.). Θα δει σίγουρα τον υπουργό Δικαιοσύνης Γιώργο Φλωρίδη και κατά πάσα πιθανότητα τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου.
Προτεραιότητές της είναι οι υποθέσεις που αφορούν απάτες σε βάρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις οποίες διενεργούνται έρευνες από το ελληνικό γραφείο της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας.
Η Κοβέσι έχει εμπλακεί άμεσα σε ελληνικές υποθέσεις, αποκαλύπτοντας σκάνδαλα που αφορούν ευρωπαϊκά κονδύλια:
Το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ (Οργανισμός Πληρωμών και Ελέγχου Κοινοτικών Ενισχύσεων Προσανατολισμού και Εγγυήσεων) αποτελεί τη μεγαλύτερη υπόθεση απάτης με ευρωπαϊκές αγροτικές επιδοτήσεις στην Ελλάδα, με ζημιά εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ. Η έρευνα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας (EPPO) υπό τη Λάουρα Κοβέσι αποκάλυψε εκτεταμένη διαφθορά με πλαστά βοσκοτόπια, ψευδή ΑΦΜ και πολιτικές παρεμβάσεις.
Ερευνά την καθυστέρηση υλοποίησης έργων ασφαλείας στον ελληνικό σιδηρόδρομο μετά την τραγωδία στη Τέμπη. Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία έχει συντάξει έκθεση-καταπέλτη εις βάρος της Ελλάδας , για την «αμαρτωλή» σύμβαση 717, που αφορά τη σηματοδότηση και τηλεδιοίκηση στο σιδηρόδρομο και συνδέεται με την τραγωδία των Τεμπών. Η Κοβέσι είχε καταγγείλει ότι η ελληνική κυβέρνηση όρθωσε εμπόδια στην έρευνά της για τους ελληνικούς σιδηροδρόμους.
Τελευταία υπόθεση που έχει μπει στο στόχαστρο της Γενικής Ευρωπαίας Εισαγγελέας, Λάουρα Κοβέσι, είναι αυτή των ψηφιακών υδρομετρητών.
Μια υπόθεση που μπορεί να φαντάζει άγνωστη στους περισσότερους, εντούτοις όμως, ενδεχομένως να αποτελέσει μια υπόθεση διαφθοράς που να ξεπερνά τα 300 εκατομμύρια ευρώ.
Αγόραζαν σε δεκαπλάσια τιμή
Ενώ η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία ερευνά ήδη -μεταξύ πολλών άλλων- την πιθανή κατάχρηση ευρωπαϊκών κονδυλίων που προορίζονταν για ανακύκλωση, μια νέα υπόθεση που αφορά την Τοπική Αυτοδιοίκηση, έρχεται στο φως της δημοσιότητας. Η δικογραφία που φέρεται σύμφωνα με πληροφορίες να έχει ανοίξει η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία για την προμήθεια «ψηφιακών υδρομέτρων», αφορά ενδεχόμενη κατασπατάληση κοινοτικών πόρων. Πρόκειται άλλωστε για προμήθειες που χρηματοδοτήθηκαν από προγράμματα ΕΣΠΑ.
Τα εν πολλοίς άγνωστα μέχρι σήμερα στο ευρύ κοινό «ψηφιακά υδρόμετρα», χρησιμοποιούνται από τους δήμους ώστε να καταγράφουν ηλεκτρονικά την κατανάλωση νερού από τους δημότες. Πρόκειται για έναν σύγχρονο τρόπο εντοπισμού διαρροών σε μια περίοδο που η Ελλάδα αντιμετωπίζει τεράστιο ζήτημα λειψυδρίας.
Ενώ λοιπόν η χρησιμότητα των «ψηφιακών υδρομέτρων» δεν μπορεί να παραγνωριστεί, οι έως τώρα έρευνες της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, φαίνεται να έχουν διαπιστώσει πως έχει υπάρξει μια γιγαντιαία υπερκοστολόγησή τους.
Όπως άλλωστε μπορεί εύκολα να διαπιστώσει κανείς έπειτα από μια ολιγόλεπτη έρευνα στο διαδίκτυο, η πραγματική αξία των «ψηφιακών υδρομέτρων», δεν φαίνεται να ξεπερνά τα 30 ευρώ. Εντούτοις, αρκετοί δήμοι φέρονται να τα αγόραζαν σε τιμές που έφταναν ακόμη και τα 250-300 ευρώ. Τα αγόραζαν δηλαδή σε σχεδόν δεκαπλάσια τιμή.
Περνούσαν «κάτω από τα ραντάρ»
Αυτές οι φερόμενες υπερκοστολογημένες προμήθειες, φαίνεται πως κατόρθωσαν να περάσουν «κάτω από τα ραντάρ», καθώς αποτελούσαν απευθείας αναθέσεις μικρών προμηθειών, αξίας 30.000- 40.000 ευρώ κι ως αποτέλεσμα δεν ελέγχονταν από το Ελεγκτικό Συνέδριο.
Αυτή η πρακτική αξιοποιήθηκε όπως όλα δείχνουν από πολλούς δήμους, οι οποίοι προέβαιναν σε αναρίθμητες προμήθειες «ψηφιακών υδρομέτρων», χωρίς να τους ελέγχει κανείς. Μάλιστα, πολλοί δήμοι φαίνεται πως εξακολουθούν να επιδίδονται σε αυτή την πρακτική μέχρι και σήμερα.
Ακόμη δεν μπορεί να γίνει εκτίμηση του μεγέθους της πιθανής κατασπατάλησης κοινοτικών πόρων, η οποία ενδεχομένως ξεπερνάει -σύμφωνα με ανεπίσημες εκτιμήσεις- τα 300 εκατομμύρια ευρώ. Το εντυπωσιακό παρόλα αυτά είναι ότι σύμφωνα με ρεπορτάζ της εφημερίδας «Τα Νέα», πρόκειται για μια υπόθεση που αφορά περίπου τους μισούς δήμους της χώρας.