Πώς αρπάζουν τα φιλέτα με χρησικτησία – Η νέα υπόθεση με το οικόπεδο των 10 εκατ. ευρώ στη Γλυφάδα

0
166

To οικόπεδο βρίσκεται επί της οδού Οινόης – Πρόκειται για το δεύτερο περιστατικό στην περιοχή – Εκμεταλλεύονται τα κενά του Κτηματολογίου, την αδράνεια του κράτους και τις παραλείψεις υπηρεσιών

Στο κέντρο της Κάτω Γλυφάδας, λίγα μόλις τετράγωνα από την παραλιακή λεωφόρο, ένα οικόπεδο υψηλότατης αξίας –σχεδόν 10 εκατομμύρια ευρώ– κινδυνεύει να αλλάξει χέρια όχι μέσω αγοραπωλησίας, αλλά μέσω… χρησικτησίας.

Πρόκειται για το ακίνητο των 3.172 τ.μ. επί της οδού Οινόης 67, το οποίο, αν και ανήκει κατά πλήρη κυριότητα στο Ελληνικό Δημόσιο, εμφανίζεται πλέον στο Κτηματολόγιο ως ιδιοκτησία ιδιώτη, μέσα από μια αμφιλεγόμενη διαδικασία διόρθωσης εγγραφής και σειρά εικονικών δικαστικών αντιδικιών.

Ό,τι συμβαίνει εδώ, δεν είναι ένα μεμονωμένο περιστατικό. Είναι το πιο πρόσφατο επεισόδιο ενός ευρύτερου σχεδίου υφαρπαγής δημόσιων ακινήτων από οργανωμένα κυκλώματα, που εκμεταλλεύονται τα κενά του Κτηματολογίου, την αδράνεια του κράτους και τις παραλείψεις υπηρεσιών.

Το εν λόγω ακίνητο, το οποίο περικλείεται από τις οδούς Οινόης, Πανδώρας, Ζαμάνου και Χριστοφόρου Νέζερ, ανήκε από το 1938 στο ΠΙΚΠΑ, κατόπιν πέρασε στον ΕΟΚΦ, στη συνέχεια στο Υπουργείο Υγείας, στο Υπουργείο Εργασίας και από το 2023 στο νεοσύστατο Υπουργείο Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας.

Πώς αρπάζουν τα φιλέτα με χρησικτησία - Η νέα υπόθεση με το οικόπεδο των 10 εκατ. ευρώ στη Γλυφάδα

Το 2021, η τότε υπουργός Εργασίας παραχώρησε τη χρήση του ακινήτου στον Δήμο Γλυφάδας για τη δημιουργία βρεφονηπιακού σταθμού και ΚΔΑΠ για ΑμεΑ. Όμως, το έργο δεν προχώρησε ποτέ, καθώς το Κτηματολόγιο το εμφάνιζε ως «αγνώστου ιδιοκτήτη» — το Δημόσιο δεν το είχε δηλώσει εγκαίρως στην κτηματογράφηση που ολοκληρώθηκε το 2017.

Αυτό το κενό ήταν αρκετό για να ξεκινήσει η επιχείρηση υφαρπαγής. Το 2023, μια γυναίκα εμφανίζεται και συντάσσει πράξη αποδοχής κληρονομιάς, βασισμένη σε ιδιόγραφη διαθήκη της μητέρας της από το… 1990, η οποία όμως δημοσιεύεται για πρώτη φορά το 2023. Η διαθήκη φέρεται να μεταβιβάζει ένα ακίνητο που δεν είχε ποτέ δηλωθεί ή κατοχυρωθεί από την αποθανούσα, αλλά που –σύμφωνα με την κόρη της– είχε περιέλθει στην οικογένεια είτε μέσω άτυπης δωρεάς το 1965 είτε μέσω έκτακτης χρησικτησίας. Με αυτά τα «στοιχεία», η γυναίκα προσφεύγει στο Μονομελές Πρωτοδικείο και ζητά διόρθωση της εγγραφής στο Κτηματολόγιο, με αποτέλεσμα να καταχωρηθεί ως ιδιοκτήτρια.

Το Δημόσιο δεν παρενέβη στη διαδικασία, παρότι είχε κοινοποιηθεί η αίτηση. Έτσι, η απόφαση πέρασε χωρίς αντίλογο. Και ενώ η αναγνώριση της κυριότητας απορρίφθηκε από το Δικαστήριο επειδή δεν μπορεί να ζητηθεί από αυτή τη διαδικασία, το Κτηματολόγιο καταχώρησε την αλλαγή, εμφανίζοντας την ιδιώτη ως ιδιοκτήτρια — παρότι η ουσία της κυριότητας δεν κρίθηκε.

Και τότε εμφανίζεται ένας δεύτερος διεκδικητής. Ένας ακόμη ιδιώτης, φαινομενικά «ανταγωνιστής», που καταθέτει αγωγή κατά της πρώτης, ζητώντας να αναγνωριστεί ως ο αληθινός ιδιοκτήτης, γιατί κι εκείνος… «ξέχασε να δηλώσει» το ακίνητο. Το σενάριο είναι γνώριμο: η σύγκρουση είναι προσχηματική. Στόχος δεν είναι να κερδίσει ο ένας ή ο άλλος, αλλά να εκδοθεί οποιαδήποτε δικαστική απόφαση αναγνώρισης κυριότητας με δεδικασμένο. Από εκεί και μετά, ο «νικητής» μπορεί να μεταβιβάσει το ακίνητο σε τρίτο πρόσωπο χωρίς νομικά εμπόδια.

Αξιοσημείωτο είναι ότι ο συγκεκριμένος δεύτερος διεκδικητής είναι το ίδιο πρόσωπο που εμφανίζεται και στην υπόθεση του οικοπέδου της Τσιτσάνη 2, στο ίδιο σενάριο: οικόπεδο «ορφανό», χρησικτησία, αμφισβήτηση, εικονική αντιδικία. Η επανάληψη του ίδιου μοτίβου με τα ίδια πρόσωπα αποκαλύπτει κύκλωμα. Ένα δίκτυο που κινείται μεθοδικά και επιχειρεί να αποκτήσει «καθαρούς» τίτλους μέσω εικονικών δικών. Όλα γίνονται με ψυχρή νομική τεχνική και ακρίβεια.

Ο Δήμος Γλυφάδας, μόλις αντιλήφθηκε τι συνέβαινε, απευθύνθηκε στο Υπουργείο Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας, ζητώντας να προστατευτεί το ακίνητο. Το Υπουργείο όμως δήλωσε ανέτοιμο να ενεργήσει, επικαλούμενο έλλειψη υπηρεσιακής δομής, αφού είναι νεοσύστατο. Τελικά, ο Δήμος κατέθεσε αγωγή ζητώντας να αναγνωριστεί η κυριότητα του Δημοσίου.

Μετά από διαδοχικές πιέσεις, το Δημόσιο προχώρησε σε πρόσθετη παρέμβαση υπέρ του Δήμου, ωστόσο νομικοί εκτιμούν ότι έπρεπε να είχε ασκήσει δική του αγωγή ή τουλάχιστον κύρια παρέμβαση, κάτι που θα έδινε μεγαλύτερη θεσμική ισχύ.

Σύμφωνα με πληροφορίες, ο Δήμος Γλυφάδας προτίθεται να υποβάλει και μηνυτήρια αναφορά για την υπόθεση στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, στην οποία θα περιληφθεί και το προηγούμενο περιστατικό της οδού Τσιτσάνη 2.

Το mondus operandi

Η υπόθεση της Οινόης 67 φαίνεται πως είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Όπως λένε καλά πληροφορημένες πηγές, παρόμοια σχήματα εξελίσσονται σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας, όπου η κτηματογράφηση έχει ολοκληρωθεί και το Δημόσιο αδυνατεί να εντοπίσει εγκαίρως τα ακίνητά του.

Αυτό που επιδιώκουν τα κυκλώματα είναι απλό, αλλά αποτελεσματικό: εντοπίζουν ακίνητα που έχουν καταχωρηθεί στο Κτηματολόγιο ως «αγνώστου ιδιοκτήτη», συνήθως επειδή το Δημόσιο αμέλησε να τα δηλώσει. Στη συνέχεια, εμφανίζεται ένα πρόσωπο που επικαλείται χρησικτησία και ζητά τη διόρθωση της εγγραφής. Ακολουθεί μια δεύτερη «αντίθετη» αγωγή από άλλο πρόσωπο, φαινομενικά ανταγωνιστή, ώστε να προκληθεί μία δικαστική απόφαση που θα αναγνωρίσει την κυριότητα σε έναν από τους δύο – δεν έχει σημασία ποιον, αρκεί να υπάρχει δεδικασμένο.

Η υπόθεση δεν καταλήγει απλώς σε διαγραφή της ένδειξης «άγνωστου ιδιοκτήτη» αλλά σε νόμιμο τίτλο, πάνω στον οποίο μπορεί πλέον να βασιστεί κάθε μελλοντική πώληση. Έτσι, το ακίνητο φεύγει από τα χέρια του Δημοσίου χωρίς το Δημόσιο να το καταλάβει καν. Όλα γίνονται με ψυχρότητα, μεθοδικότητα και, κυρίως, με την κάλυψη που προσφέρει ένας δικαστικός τίτλος βασισμένος στη χρησικτησία.

Η καταγγελία που ξεσκέπασε το κύκλωμα με τα κτηματολογικά γραφεία – Η συγκεντρωτική αρχηγός, το δεξί της χέρι και η τμηματική πληρωμή των «υπηρεσιών» τους

Το κύκλωμα αναλάμβανε να «επισπεύσει» υποθέσεις με το αζημίωτο – H γυναίκα αρχηγός, οι ενδιάμεσοι και οι διεκπεραιωτές – Τουλάχιστον από τον Οκτώβριο του 2024 η δράση τους

Η καταγγελία που ξεσκέπασε το κύκλωμα με τα κτηματολογικά γραφεία - Η συγκεντρωτική αρχηγός, το δεξί της χέρι και η τμηματική πληρωμή των «υπηρεσιών» τους
Σε κτηματολογικά γραφεία σε Αθήνα, Πειραιά, Καλλιθέα και Χαλάνδρι, δρούσε το κύκλωμα των υπαλλήλων που αναλάμβαναν να «επισπεύσουν» υποθέσεις με το αζημίωτο.

Ως αρχηγός της οργάνωσης εμφανίζεται μία γυναίκα, η V.N., η οποία ήταν επιφορτισμένη με την επιμέλεια και την υλοποίηση του επιχειρησιακού σκέλους. Ήταν η μόνη που βρισκόταν σε απευθείας επικοινωνία με τους υπαλλήλους των Κτηματολογικών Γραφείων της Αττικής και είχε απρόσκοπτη πρόσβαση σε αυτά.

Η συγκεντρωτική αρχηγός και το δεξί της χέρι

Ήταν ιδιαίτερα συγκεντρωτική, καθώς ήταν εκείνη που παρέδιδε στους υπαλλήλους τα στοιχεία των αιτήσεων των «πελατών», τα οποία παραλάμβανε από τον Π.Γ. (ιδιώτης), είτε ηλεκτρονικά (μέσω viber), είτε με έγγραφη λίστα και μόνο εκείνη βρισκόταν δια ζώσης μαζί τους, ώστε να τους παραδώσει το συμφωνηθέν χρηματικό ποσό, ενώ μετέβαινε πολύ συχνά σε διάφορα Κτηματολογικά Γραφεία, με σκοπό την ταχύτερη δυνατή έκδοση των επίμαχων εγγράφων- πιστοποιητικών.

Ο Π.Γ. αποτελούσε το δεξί χέρι της V.N., καθώς ήταν απαραίτητος στην οργάνωση, λόγω των γνώσεών του στη διεκπεραίωση υποθέσεων που αφορούν το Κτηματολόγιο.

Βρισκόταν σε καθημερινή επαφή με την V.N., είτε τηλεφωνική, είτε δια ζώσης, παραλάμβανε από τον Π.Χ. (ιδιώτης) τα στοιχεία των αιτήσεων των ενδιαφερόμενων, της τα προωθούσε είτε ηλεκτρονικά (μέσω viber), είτε παραδίδοντάς της έγγραφη λίστα και ενημερωνόταν για την πορεία τους είτε μέσω της ιστοσελίδας του Κτηματολογίου, καθώς διέθετε απαραίτητους κωδικούς πρόσβασης του συστήματος, είτε από την ίδια.

Επίσης, παραλάμβανε τα συμφωνηθέντα χρηματικά ποσά που συγκέντρωνε ο Π.Χ. και τα παρέδιδε στην V.N.

Ο Π.Χ., ήταν επιφορτισμένος με τον ρόλο του ενδιάμεσου. Βρισκόταν σε καθημερινή επικοινωνία με συμβολαιογράφους και δικηγόρους (για υποθέσεις πελατών τους) ή λοιπούς ιδιώτες (για υποθέσεις τους), λάμβανε τα στοιχεία της αίτησής τους και τα προωθούσε στον Π.Γ., ενώ τους ενημέρωνε για την έκβαση του αιτήματός τους.

Μετά την έκδοση του επίμαχου εγγράφου-πιστοποιητικού, ενημέρωνε τους «πελάτες» και αναλάμβανε να παραλάβει το συμφωνηθέν χρηματικό ποσό, το οποίο στη συνέχεια παρέδιδε στον Π. Γ.

Σε αρκετές περιπτώσεις που αφορούσαν το Κτηματολογικό Γραφείο Αθηνών, ερχόταν σε απευθείας επικοινωνία με τον υπάλληλο Α.Η. για την πορεία της εκάστοτε υπόθεσης.

Όσον αφορά στους υπαλλήλους, αυτοί ήταν απαραίτητοι, λόγω της θέσης τους στη δομή της οργάνωσης, καθώς μπορούσαν να καθορίζουν και να επιλέγουν τη σειρά και την ταχύτητα διεκπεραίωσης των υποθέσεων. Βρισκόντουσαν σε άμεση επικοινωνία με την V.N. και λάμβαναν οδηγίες απευθείας από αυτήν για την προτεραιοποίηση των υποθέσεων.

Όπως προέκυψε από την έρευνα των «Αδιάφθορων», η δράση του κυκλώματος ήταν διαρκής, με έναρξη σε απροσδιόριστο κατά την έρευνα χρόνο, αλλά τουλάχιστον από τον Οκτώβριο 2024.

Ειδικότερα, οι υπάλληλοι των Κτηματολογικών Γραφείων της Αττικής εκμεταλλευόμενοι τη θέση τους και το ρόλο τους, καθώς και τον αργό ρυθμό της διαδικασίας έκδοσης εγγράφων-πιστοποιητικών, λόγω του πλήθους των αιτήσεων που κατατίθεντο καθημερινά στις Υπηρεσίες τους, λάμβαναν, μέσω ιδιωτών διεκπεραιωτών και ενδιάμεσων, χρηματικά ποσά για την «επίσπευση» έκδοσης των εγγράφων-πιστοποιητικών (λ.χ. αιτήσεις εξωδικαστικών διορθώσεων, αιτήσεις άρσης βαρών ακινήτων, μετεγγραφές ακινήτων κλπ).

Η διαδικασία έκδοσης των επίμαχων εγγράφων-πιστοποιητικών ολοκληρωνόταν τάχιστα συνήθως εντός δύο μηνών, ενώ σε διαφορετική περίπτωση το σύνηθες χρονικό διάστημα που απαιτούνταν για την έκδοσής τους ήταν πάνω από έξι μήνες, χωρίς να μπορεί να εξακριβωθεί αν η καθυστέρηση αυτή πραγματοποιούταν τεχνηέντως από τους υπαλλήλους.

Πώς αποκαλύφθηκε το κύκλωμα

Η αντίστροφη μέτρηση για την αποδόμηση της ομάδας ξεκίνησε τον Σεπτέμβριο του 2024, όταν έφθασε στην υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων ανώνυμη καταγγελία, η οποία ανέφερε ότι υπάλληλοι του Κτηματολογικού Γραφείου Αττικής χρηματίζονται, προκειμένου να φέρουν εις πέρας εκκρεμείς αιτήσεις των ενδιαφερόμενων μέσω ιδιώτη υπό στοιχεία Π.Χ., ο οποίος ενεργεί ως διακανονιστής.

Τέλος, σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, οι ενδιαφερόμενοι πληρώνουν το χρηματικό ποσό των 500 έως 1000 ευρώ στον ανωτέρω ιδιώτη, ανάλογα την περίπτωση.

Με προκαταβολή οι… υπηρεσίες τους

Όπως διαπιστώθηκε, η καταβολή των χρηματικών ποσών γινόταν τμηματικά. Τα μέλη της ομάδας λάμβαναν, δηλαδή, ένα μέρος του χρηματικού αντιτίμου ως προκαταβολή και η «εξόφλησή» τους πραγματοποιούνταν μετά την έκδοση του εγγράφου-πιστοποιητικού. Σε περίπτωση που το έγγραφο-πιστοποιητικό εκδιδόταν κανονικά, το κόστος της «επίσπευσης» κυμαινόταν μεταξύ 300 και 800 ευρώ, ανάλογα με το Κτηματολογικό Γραφείο που αναλάμβανε τη διεκπεραίωση, ενώ σε περίπτωση που αυτό απορριπτόταν η αμοιβή του υπαλλήλου ήταν 100 ευρώ.

Τα μέλη της οργάνωσης προκειμένου να ελαχιστοποιήσουν τις πιθανότητες αποκάλυψης της εγκληματικής δράσης τους, παραλάμβαναν το συμφωνηθέν χρηματικό ποσό εκτός των Κτηματολογικών Γραφείων, ώστε να μην γίνουν αντιληπτοί είτε από τις κάμερες ασφαλείας είτε από άλλους υπαλλήλους.

Από τη μέχρι σήμερα έρευνα της Υπηρεσίας, εξακριβώθηκε η συμμετοχή των εμπλεκομένων ατόμων σε τουλάχιστον 150 περιπτώσεις «επίσπευσης» εγγράφων–πιστοποιητικών, εκ των οποίων σε ενενήντα μία (91) περιπτώσεις η εγκληματική οργάνωση αποκόμισε τουλάχιστον το χρηματικό ποσό των 46.600 ευρώ, ενώ από την Υπηρεσία μας εκτιμάται ότι το συνολικό όφελος κυμαίνεται από 63.700 ευρώ έως 92.200 ευρώ για το σύνολο των περιπτώσεων επίσπευσης.

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΑΝΩΝΥΜΑ Ή ΕΠΩΝΥΜΑ