Οι παλλόμενες καρδίες της ελληνικής επαρχίας – Από τους παραδοσιακούς καφενέδες του χθες μέχρι τους μοντέρνους χώρους του σήμερα, η ιστορία τους ξετυλίγεται μέσα από βιωματικές αφηγήσεις και ερμηνείες μελετητών αυτού του τόσο ξεχωριστού πολιτισμικού ιδιώματος
Το καφενείο για αιώνες αποτελεί ένα κοινωνικό, πολιτικό και πολιτιστικό κέντρο που επηρέασε βαθιά την ελληνική κοινωνία. Ο σημαντικότατος λογοτέχνης μας (ο Αγιος των γραμμάτων) και λάτρης των καφενείων Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης προσδιορίζει την αφετηρία του καφέ στον ελλαδικό χώρο στα 1700, αν και ήδη από τον 17ο αιώνα στη Θεσσαλονίκη υπήρχαν αναρίθμητα καφενεία ή παρόμοια στέκια όλα στην περιοχή του Βαρδάρη. Ο ίδιος αρεσκόταν να συχνάζει στο καφενείο της Δεξαμενής στην Αθήνα, αλλά και στο καφενείο του Φορλίδα στο Πήλιο, το παλαιότερο καφενείο στην Ελλάδα που λειτουργεί αδιάκοπα από το 1785.
Με τη λήξη της Επανάστασης και τη σύσταση του ελληνικού κράτους, τα καφενεία εξαπλώνονται ραγδαία σε ολόκληρη τη χώρα. Παράλληλα σχηματίζονται και τα πρώτα αστικά καφενεία στην Αθήνα, πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους από το 1834. Το «Πράσινο Δεντρί», «Η Ωραία Ελλάς». Ολα τους κέντρα συζητήσεων, πολιτικών συνωμοσιών και αποφάσεων, επαναστατικών προκηρύξεων και τόποι εύρεσης αντιμοναρχικών φυλλάδων, διαδραμάτισαν σημαντικό ρολό στα δύσκολα χρόνια που ακολούθησαν.

Παράλληλα, προς τα τέλη του 1800 εμφανίζονται δειλά-δειλά και τα καφέ-αμάν. Λαϊκά καφενεία όπου τραγουδιστές αυτοσχεδίαζαν σε ελεύθερο μέτρο και στίχους δημιουργώντας τους περίφημους αμανέδες. Τα καφέ-αμάν έπαψαν να υφίστανται με το Προεδρικό Διάταγμα του Μεταξά το 1937 που απαγόρευε τους αμανέδες σε δημόσιους χώρους.
Η στροφή του αιώνα βρίσκει την Αθήνα μοιρασμένη ανάμεσα στα καφέ-αμάν και το αντίπαλο δέος. Τα πολυτελή καφέ-σαντάν: Γαλλίδες, Ιταλίδες και Βιεννέζες αρτίστες αλλά και ολόκληροι θίασοι πρόσφεραν χορό, τραγούδια, αλλά και αυτοσχέδιες δημιουργίες σατιρικού θεάτρου. Το κοινό αποτελούνταν ως επί το πλείστον από άνδρες – κυρίως από τη μεσαία και ανώτερη τάξη.
Στα χρόνια του Μεσοπολέμου μεσουρανεί το καφενείο του Λουμίδη στην Αθήνα, κεντρικό στέκι διανοουμένων, λογοτεχνών και ποιητών, αλλά και το κοσμοπολιτικό «Καφέ Ντορέ» στη Θεσσαλονίκη.

Υστέρα ήρθαν τα χρόνια του Πολέμου. Τα καφενεία αλλάζουν μορφή. Γίνονται αντιστασιακοί πόλοι και παρακολουθούνται στενά. Η πείνα, η φτώχεια, οι κακουχίες, αλλά και η βασική έλλειψη πρώτων υλών ανάγκασαν τον κόσμο να ψάξει για υποκατάστατα του καφέ. Θυμάμαι τον παππού μου να μου λέει χαρακτηριστικά για το αλεσμένο ρεβίθι που έπιναν εκείνη την περίοδο.
Τα χρόνια που ακολουθούν το τέλος του Πολέμου, μια νέα γενιά καφενείων κάνει την εμφάνισή της. Ονόματα όπως «Ρούμελη» και «Ηπειρος» είναι δηλωτικά μιας εσωτερικής μετανάστευσης που ακολούθησε τον Εμφύλιο και που άλλαξε τη δομή του κοινωνικού ιστού της Αθήνας. Παράλληλα, η είσοδος της ασπρόμαυρης τηλεόρασης στα καφενεία δημιουργεί το φαινόμενο της συλλογικής παρακολούθησης ποδοσφαιρικών αγώνων, αλλά και πολιτικών εξελίξεων και γεγονότων σε παγκόσμιο επίπεδο.

Είναι η εποχή που οι ταβέρνες δημιουργούν την ανάγκη εξόδου για φαγητό. Κρατούν όμως και ένα καίριο πολιτικό ρόλο, καθώς οι βουλευτές πλέον διαλέγουν τα καφενεία της χώρας για τις κεντρικές τους ομιλίες. Στην Ελλάδα της Μεταπολίτευσης εισάγεται ένας νέος ψυχαγωγικός και με παρόμοιο κοινωνικό χαρακτήρα ορός. Η καφετέρια. Για πολλούς η μετεξέλιξη του καφενείου. Για άλλους, όχι.
Η ταυτότητα
Τα καφενεία διαχρονικά είναι χώροι με ισχυρό κοινωνικό και προπάντων ανθρώπινο πρόσημο. Διάσπαρτα απομονωμένα καφενεία σε ολόκληρη την Ελλάδα γίνονταν για χρόνια οι μοναδικοί σύνδεσμοι επικοινωνίας με τον έξω κόσμο. Εκεί κατέφθανε ο ταχυδρόμος μία φορά την εβδομάδα, ίσως και πιο σπάνια, για να αφήσει την αλληλογραφία, θείο δώρο για γενιές και γενιές κατοίκων και μοναδικός δίαυλος επαφής με αγαπημένα τους πρόσωπα.
Εκεί τον περίμεναν και οι απόμαχοι της ζωής για να τους φέρει τη σύνταξη και με αυτό να κάνουν τα πρώτα απαραίτητα ψώνια αφού διπλομετρήσουν τα χρήματα που έπαιρναν στα χέρια τους. Και ο καφετζής, σαν άλλος πρεσβευτής μιας ιδιότυπης κοινωνικής ευθύνης, φύλαγε γράμματα και συντάξεις σαν υπερπολύτιμο φυλαχτό έως ότου έρθουν στα χέρια των παραληπτών τους. Υπαίθριοι πραματευτάδες, λογιών-λογιών πωλητές πάντα σταματούσαν έξω από τις πόρτες ενός καφενείου για να διαλαλήσουν την πραμάτεια τους.

Ηταν και είναι ο τόπος συνάντησης και το σημείο αναφοράς κάθε χωριού στην ελληνική ύπαιθρο. Μαζί με την κοινωνική του σπουδαιότητα αποτελεί διαχρονικά κι ένα σημαντικό επικοινωνιακό και ψυχαγωγικό προπύργιο. Πρώτα στα καφενεία μπήκαν τηλέφωνα, ραδιόφωνα και ασπρόμαυρες τηλεοράσεις. Πρώτα στα καφενεία μπήκε ο Καραγκιόζης στις ζωές των χωρικών.
Εδώ οι περιοδεύοντες θίασοι έστηναν τα πανιά προβολής και καλούσαν το χωριό να παρακολουθήσει τον πρώιμο κινηματογράφο της εποχής. Διαχρονικά τα καφενεία είναι οι χώροι όπου οι άνδρες των τοπικών κοινωνιών ξόδευαν ένα σημαντικό κομμάτι του χρόνου τους συντροφιά με έναν ελληνικό καφέ, μια ρετσίνα, μια μπίρα. Χώροι συνάντησης των ανδρών, χώροι εμπορικών συναλλαγών, χώροι διαβουλεύσεων και πολιτικών αντιπαραθέσεων, χώροι ενημέρωσης και ανταλλαγής απόψεων για ζητήματα που άπτονταν των επαγγελματικών τους δραστηριοτήτων.
Χώροι επαγγελματικής προσφοράς και ζήτησης. Αλλά και τόποι χαράς και γλεντιού. Και τόποι παιγνίων. Και όταν το καφενείο έκλεινε για λίγο τις πόρτες του, ίσα-ίσα για να ξαποστάσει ο καφετζής, ήταν σαν να σταματούσε ο χρόνος. Σαν το ρολόι της ζωής να διέκοπτε για λίγο την αέναη ροή του. Σαν να ξαπόσταινε κι αυτό μαζί με τις ιστορίες και τα πάθη τόσων και τόσων ανθρώπων που κουβαλά στους δείκτες του.

Καφενείο vs καφετέριας
Είναι επιτακτική ανάγκη τα καφενεία μας να παραμείνουν οι ζωντανοί κοινωνικοί πυλώνες που πάντα ήταν. «Οι μικρές βουλές της χώρας», όπως πολύ εύστοχα επισημαίνει ο Γιώργος Πίττας.
Μιλώντας με τον ίδιο και πίνοντας καφέ ένα μεσημέρι σε κάποιο παραδοσιακό καφενείο της Αθήνας, διαπίστωσα την αγάπη ενός ανθρώπου που ταξίδεψε και συνεχίζει να ταξιδεύει σε ολόκληρη τη χώρα για να χαρτογραφήσει και να μελετήσει τα παραδοσιακά μας καφενεία. Ρωτώντας τον αν η καφετέρια του σήμερα είναι η μετεξέλιξη του καφενείου του χθες, ο ίδιος απαντά:
«Στο καφενείο το παρελθόν είναι παρόν. Η ιστορία προσδίδει κύρος στον χώρο. Η καφετέρια του σήμερα δεν μπορεί να είναι η μετεξέλιξη του καφενείου για έναν απλό λόγο. Η επιτακτική ανάγκη για ανακαίνιση δεν επιτρέπει να δημιουργηθεί ίχνος ιστορίας στον χώρο.
Τα παραδοσιακά καφενεία θα συνεχίσουν να υπάρχουν όσο τα εγγόνια των παλιών ιδιοκτητών επιθυμούν να συνεχίσουν το επάγγελμά του καφετζή. Αρκεί να καταλάβουν ότι ο καφετζής δεν είναι διόλου υποτιμητικό επάγγελμά. Το αντίθετο μάλιστα».

Οι 8 κανόνες
- • Στο καφενείο δεν πηγαίνουμε για φαγητό. Οι μεζέδες του καφενέ ανοίγουν την όρεξη πριν από το φαγητό.
- • Στο καφενείο δεν αντι-κερνάμε αυτόν που μας κέρασε.
- • Την ώρα που κερνάμε δεν πληρώνουμε, ο λογαριασμός γίνεται στο τέλος.
- • Στο καφενείο, σε αντίθεση με την ταβέρνα, επικρατεί μια οργάνωση και μια τάξη.
- • Στο καφενείο δεν μεθάμε, στο καφενείο επικρατεί νηφαλιότητα.
- • Στο καφενείο επικρατεί η αίσθηση του μοιράσματος.
- • Στο καφενείο, το παλιό είναι και καινούριο παράλληλα. Η γοητεία της πατίνας του χρόνου είναι κυρίαρχο χαρακτηριστικό.
- • Στο καφενείο τα πράγματα ήταν πάντα πιο ελαφρά. Στην ταβέρνα βγαίνουν τα βαθύτερα ένστικτα της ύπαρξής μας.

Παιδικές μνήμες…από ένα υπεραιωνόβιο καφενείο-παντοπωλείο στη Ράχη Ιθάκης
Ακόμη θυμάμαι τα παιδικά μου χρόνια στην Ιθάκη. Στο καφενείο του Αποστολαρή στη Ράχη, εκεί όπου χτυπούσε ο παλμός ολόκληρου του χωριού. Ο νόνος μου ο Γρηγόρης, ο επίτροπος της Ευαγγελίστριας, της εκκλησίας του χωριού, με κρατούσε σφιχτά από το χέρι και με κερνούσε πάντα μια πορτοκαλάδα κι εκείνα τα φοβερά μικρά λουκουμάκια, τις μπουκίτσες που ο ψηλός ξερακιανός ιδιόκτητης του καφενείου, ο επονομαζόμενος και Κωστόπουλος, έβγαζε από το μεγάλο χάρτινο κιβώτιο.
«Τα φέρνω από την Πάτρα, είναι τα καλύτερα λουκούμια. Ξέρεις πόσο μου κοστίζουν;» μας έλεγε με περηφάνια καθώς ξετύλιγε το λεπτό φύλλο από χαρτί που τύλιγε τις μπουκιές.
Στο σκοροφαγωμένο ξύλινο πάτωμα δυο μικρά τραπέζια και μερικές ψάθινες καρέκλες δημιουργούσαν τα απαραίτητα σκηνικά σε αυτή την αλλόκοτη πρόζα. Ενα θέατρο του μόχθου με πρωταγωνιστές τους ήρωες της καθημερινότητας ενός τόπου άγριου, μα και παραδεισένιου συνάμα, στις πλαγιές του κόλπου του Κιονιού στη βόρεια Ιθάκη.
Καθένας με τη δική του γλυκιά κουρλαμάρα. Πεδίο αντιπαράθεσης καθετί που άγγιζε τη θυμοσοφία τους, την αγαθομάρα τους, τη γνώση και την πονηριά τους. Τα αμπέλια, τα χωράφια, ο καιρός, τα νέα του χωριού, τα νέα που έφερναν οι Θιακοί από την υπόλοιπη Ελλάδα, το ποδόσφαιρο, η πολιτική.
Προπάντων, η πολιτική. Εκεί είχαμε και τις μεγαλύτερες διαμάχες. Λες και όλος ο μόχθος από τη σκληρή καθημερινή εργασία έβρισκε πρόσφορο έδαφος για να εκτονωθεί πάνω στις προβλέψεις για την οικονομία της χώρας ή την εξωτερική της πολιτική. Επάνω στη λαδόκολλα, κορν μπιφ, ζαμπονάκι, σαρδέλα κονσέρβα με καυτερή κόκκινη πιπερίτσα, μια σαλάτα-αλοιφή, ένα χταποδάκι, αληθινό ψωμί στα ξύλα, αλλά και παξιμάδια όταν δεν υπήρχε ψωμί, ελιές, ντομάτα και τυριά από τον τοπικό παραγωγό του νησιού.
Στο υπόγειο του πετρόκτιστου κτιρίου με ιστορία ενός και πλέον αιώνα βρίσκονταν ο λινός, το πατητήρι του κρασιού, μαζί με τα κρασοβάρελα και τα απαραίτητα σύνεργα για τις αγροτικές εργασίες στο αμπέλι. Ηταν πολύ περήφανος ο Κωστόπουλος για το δικό του κρασί.
Αυτό είναι το καφενείο του χωριού μου. Η ζωντανή ανάμνηση μιας εποχής που πέρασε, αλλά άφησε πίσω ανεξίτηλα τα σημάδια της.
Οπως μου είπε πρόσφατα σε μια συζήτησή μας ο μεγαλύτερος μελετητής των καφενείων σε ολόκληρη την Ελλάδα και συγγραφέας του βιβλίου «Τα καφενεία της Ελλάδας» Γιώργος Πίττας, «τα καφενεία είναι οι μικρές βουλές των χωριών. Το καφενείο είναι η σχόλη του άνδρα. Το καφενείο είναι και θα συνεχίσει να είναι μια υπαρξιακή αναγκαιότητα του Ελληνα».

Θρυλικά και σύγχρονα καφενεία
Μέσα στο κλίμα της ελληνικότητας που ζούμε, τα καφενεία επιστρέφουν σε σύγχρονες εκδοχές προσελκύοντας νεότερες γενιές
Τα καφενεία στην Ελλάδα ήταν πάντα κάτι παραπάνω από χώρος για καφέ ή τσίπουρο. Ηταν σημείο συνάντησης, κουβέντας και ξεκούρασης μετά τη δουλειά. Σήμερα, η εικόνα έχει αλλάξει ριζικά. Τα νέα καφενεία ανθούν και προσελκύουν ένα διαφορετικό κοινό, νεότερο, πιο ανοιχτό στις γεύσεις.
«Ο κόσμος έχει ανάγκη από κάτι πιο απλό και καθαρό. Θέλει πρώτες ύλες καλές, χωρίς πολλά-πολλά, και πιάτα που να αναγνωρίζεις τι τρως», εξηγεί ο Αρης Σκλαβενίτης συνιδιοκτήτης του «¡Topa!». Η βασική διαφορά είναι η κουζίνα. «Υπάρχει μεγαλύτερο ψάξιμο στα προϊόντα, ο κόσμος θέλει να δοκιμάζει». H ουσία παραμένει η ίδια: το καφενείο είναι ο τόπος της συνάντησης. Μόνο που σήμερα αυτή η συνάντηση έρχεται με περισσότερες γεύσεις, περισσότερες επιλογές και μια αίσθηση ότι η παράδοση μπορεί να γίνει ξανά επίκαιρη.
Καφεθέατρο 1929 / Αμφισσα
Το θρυλικό «Πανελλήνιον», όπου γυρίστηκε το 1976 μια σκηνή από τον «Θίασο» του Θόδωρου Αγγελόπουλου.
Το καφενείο του Φορλίδα / Πήλιο
Εκεί όπου έπινε το κρασί του ο Παπαδιαμάντης.

Το καφενείο του Κώστα / Σίβα στην Κρήτη
Ενα μυσταγωγικού χαρακτήρα καφενείο γεμάτο εικόνες αγίων και φωτογραφίες από έργα του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου.
Το καφενείο της κυρα-Ρήνης / Λέσβος
Εξαιρετικά γλυκά του κουταλιού από τα χέρια της εγγονής της κυρα-Ρήνης.
Το καφενείο του Σκουλά / Ανώγεια
Στο ξακουστό χωριό της Κρήτης στον Ψηλορείτη, εκεί όπου ο χρόνος σταματά και υποκλίνεται.

Το καφενείο Σαρανταυγά / Ηράκλειο
Ενα αστικό καφενείο, με ιστορία ενός και πλέον αιώνα και τη γοητευτική πατίνα του χρόνου στους τοίχους του.
Καφενείο «Κύμα» / Δονούσα
Ενα καφενείο-παντοπωλείο-μαγέρικο, αναπόσπαστο κομμάτι του νησιού.
Το καφενείο της Χαράς / Σχοινούσα
Στέκι ντόπιων, νεολαίας αλλά και παραθεριστών, με εξαιρετικά γλυκά.
Ο Μεγάλος Καφενές / Τήνος
Παραδοσιακός καφενές από το 1920 στη μοναδική πλατεία του χωριού Πύργος, με τον μεγάλο πλάτανο.
Το Μεγάλο Καφενείον (Αθανασιάδειον) / Πλωμάρι
Μεγαλοπρεπέστατο καφενείο στη Λέσβο, χτίστηκε το 1902, δωρεά του ελληνοδιδάσκαλου Ιωνα Αθανασιάδη.
5 παλιά καφενεία της Αθήνας
«Η ωραία Ελλάς» / Μοναστηράκι
Παραδοσιακός καφές στη χόβολη, στη Μητροπόλεως, εδώ και περισσότερα από 50 χρόνια.
«Μουριά» / Εξάρχεια
Από το 1915 μέχρι και σήμερα αποτελεί χώρο συνάντησης όλων των γενιών, που αλληλεπιδρούν τακτικά στα τραπέζια της.
«Πανελλήνιον» / Εξάρχεια
Το σκακιστικό καφενείο του κέντρου, που έχει φιλοξενήσει μέχρι και τον παγκόσμιο πρωταθλητή στο σκάκι Καρπόφ για σιμουλτανέ παιχνίδι σε 30 σκακιέρες.
«Ικαριώτικο» / Λιμάνι του Πειραιά
Από το 1956 μέχρι σήμερα σερβίρει μεζέδες-αφρό και διηγείται συναρπαστικές ιστορίες των ναυτικών.
«Καφενείο ουζερί Λέσβιον» / Γαλάτσι
Ενα στέκι δεκαετιών που δεν σταματά να εξελίσσεται. Ξεκίνησε το 1965 ως κλασικό καφενείο και σήμερα έχει αναδειχθεί σε πραγματικό γαστρονομικό προορισμό.
5 νέα καφενεία της Αθήνας
«Αφαία» / Θησείο
Το σύγχρονο , ηλιόλουστο καφενείο του Θησείου, για μπίρα, ούζο, τσίπουρο και κρασί με επιλεγμένα πιάτα.
«Αλλιώς» / Κυψέλη
Ενα καφενείο της Κυψέλης που δίνει πολλή προσοχή στην προέλευση κάθε ποτού που σερβίρει, ενώ οι χειροποίητοι μεζέδες ανανεώνονται τακτικά.
«¡Topa!» / Κυψέλη
To κρητικοβάσκικο καφενείο της Φωκίωνος, που σερβίρει γευστικότατους κρητικούς μεζέδες και πιατάκια της βάσκικης κουζίνας, ενώ δίνει μεγάλη σημασία, μεταξύ άλλων, και στο βερμούτ.

«Το Λούβρον» / Παγκράτι
Δημιουργικές συνταγές και παλαιωμένο τσίπουρο στο στέκι του Παγκρατίου.
«Δεξαμενή» / Κολωνάκι
Ψηλά στο Κολωνάκι, για φρεσκοψημένο καφέ και μεζεδάκια από το πρωί μέχρι το βράδυ, κάτω από τα δέντρα του πεζόδρομου.