Η Απομάκρυνση από τα Κοινά: Μια Κοινωνία σε Αναζήτηση της Ιδιωτικής Σφαίρας | Του Βασίλη Γιαουρδήμου

0
82

Η Απομάκρυνση από τα Κοινά: Μια Κοινωνία σε Αναζήτηση της Ιδιωτικής Σφαίρας

Κάποτε οι πλατείες γέμιζαν με φωνές, οι δημόσιοι χώροι αποτελούσαν σημεία συνάντησης και η συμμετοχή στα κοινά θεωρούνταν πολιτικό χρέος. Σήμερα, όμως, παρατηρούμε ένα αυξανόμενο κύμα αποστροφής και απομάκρυνσης της κοινωνίας από τα κοινά – έναν συλλογικό εγκλεισμό στην ιδιωτική σφαίρα που αφήνει ερωτήματα για το μέλλον της δημόσιας ζωής.
Η αποστροφή από τα κοινά δεν είναι τυχαία. Προέρχεται από μια βαθιά διάβρωση της εμπιστοσύνης προς τους θεσμούς, την πολιτική τάξη και την ίδια την έννοια του συλλογικού αγαθού. Οι πολίτες αισθάνονται ότι η φωνή τους δεν ακούγεται, ότι η συμμετοχή τους δεν έχει αντίκρισμα, ότι το «δημόσιο» έχει καταντήσει συνώνυμο της ανεπάρκειας και της διαφθοράς.
Στην Ελλάδα, αυτό το αίσθημα τροφοδοτήθηκε από τα διαδοχικά σκάνδαλα, την εμπειρία της κρίσης, τα μνημόνια που υπογράφηκαν χωρίς πραγματική λαϊκή συναίνεση, την κατάρρευση του συνδικαλιστικού κινήματος από τον πελατειασμό. Όταν οι ουρές στα νοσοκομεία μεγαλώνουν, όταν τα σχολεία λειτουργούν με ελλείψεις, όταν η γραφειοκρατία καθιστά το κράτος εχθρό και όχι σύμμαχο, η απομάκρυνση γίνεται αμυντική στρατηγική επιβίωσης.
Αυτή η απώλεια εμπιστοσύνης τροφοδοτεί έναν φαύλο κύκλο: όσο λιγότερο συμμετέχουμε, τόσο λιγότερο ελέγχουμε και βελτιώνουμε τα κοινά, και τόσο περισσότερο επιβεβαιώνεται η πεποίθηση ότι δεν αξίζει τον κόπο.
Η σύγχρονη εποχή προάγει την ατομική ευημερία ως υπέρτατο στόχο. Σε έναν κόσμο όπου το «εγώ» επισκιάζει το «εμείς», η επένδυση στο ιδιωτικό – το σπίτι, η οικογένεια, η προσωπική καριέρα – φαντάζει πιο ασφαλής και απτή από την αβέβαιη προοπτική του συλλογικού οφέλους.
Στην Ελλάδα, το φαινόμενο έχει συγκεκριμένες εκφάνσεις: όσοι μπορούν στρέφονται σε ιδιωτικά σχολεία και φροντιστήρια αντί να διεκδικήσουν καλύτερη δημόσια παιδεία. Προτιμούν τις ιδιωτικές κλινικές από τα υποστελεχωμένα δημόσια νοσοκομεία. Εγκαταλείπουν τις κεντρικές πλατείες που έχουν υποβαθμιστεί και αναζητούν προαστιακές περιοχές με ιδιωτικούς χώρους αναψυχής. Το ιδιωτικό αυτοκίνητο υπερισχύει των δημόσιων μέσων μεταφοράς που λειτουργούν ανεπαρκώς.
Ακόμα και στον πολιτισμό, η ατομική κατανάλωση στο σπίτι αντικαθιστά τη συλλογική εμπειρία. Τα θέατρα αδειάζουν, οι κινηματογράφοι κλείνουν, οι πολιτιστικοί σύλλογοι στις γειτονιές σβήνουν. Η απομόνωση μεταμορφώνεται σε προνόμιο για όσους έχουν την οικονομική δυνατότητα, ενώ η επαφή με το «κοινό» γίνεται κάτι που πρέπει να αποφεύγεται.
Η ψηφιακή εποχή υποσχόταν άνευ προηγουμένου σύνδεση και δημοκρατικοποίηση της συμμετοχής. Αντίθετα, έχει συμβάλει στην απομόνωση πίσω από οθόνες, όπου η δημόσια συζήτηση γίνεται ολοένα πιο πολωμένη και επιθετική. Η ψηφιακή «πλατεία» δεν ενώνει – κατακερματίζει σε φούσκες φίλτρων και εχθρικά στρατόπεδα.
Στην Ελλάδα, το Twitter και το Facebook έχουν γίνει πεδία μάχης όπου η πολιτική αντιπαράθεση αναπαράγει τη λογική των «εμείς εναντίον αυτών» σε τοξικά επίπεδα. Τα σχόλια κάτω από άρθρα και αναρτήσεις δείχνουν μια κοινωνία που δεν συνομιλεί αλλά φωνάζει, που δεν ακούει αλλά επιτίθεται. Οι τοπικές ομάδες και κοινότητες που θα μπορούσαν να ενισχύσουν τη συλλογικότητα πνίγονται σε παράπονα και προσωπικές επιθέσεις.
Η ψευδαίσθηση της συμμετοχής μέσω ενός like ή ενός σχολίου αντικαθιστά τη γνήσια δέσμευση. Ο διαδικτυακός ακτιβισμός σπάνια μετατρέπεται σε πράξη, ενώ η αλγοριθμική λογική των πλατφορμών προτιμά τη διχόνοια από τον εποικοδομητικό διάλογο. Παράλληλα, η μετανάστευση των νέων στο εξωτερικό – πραγματική και συναισθηματική – αποστερεί τη χώρα από δυνάμεις που θα μπορούσαν να αγωνιστούν για τα κοινά.
Η απουσία από τα κοινά δεν είναι άμοιρη συνεπειών. Όταν οι πολίτες εγκαταλείπουν τον δημόσιο χώρο – κυριολεκτικά και μεταφορικά – αυτός περνά στα χέρια όσων έχουν ισχύ και συμφέροντα. Η δημοκρατία αδυνατίζει όταν οι πολλοί την παραιτούνται υπέρ των λίγων.
Στην Ελλάδα το βλέπουμε καθημερινά: οι πλατείες που εγκαταλείπονται μετατρέπονται σε χώρους στάθμευσης ή εμπορευματοποιούνται από μεγάλες αλυσίδες. Οι αιγιαλοί παραδίδονται σε ιδιώτες όταν δεν υπάρχει κοινωνική επαγρύπνηση. Τα πάρκα και τα δάση υποβαθμίζονται από την έλλειψη φροντίδας, ενώ παράλληλα τα κονδύλια για τα δημόσια αγαθά μειώνονται χωρίς αντίσταση.
Η χαμηλή εκλογική συμμετοχή, η κατάρρευση της συνδικαλιστικής και συλλογικής οργάνωσης, η απουσία από τα κοινοτικά δρώμενα δημιουργούν ένα κενό εξουσίας που γεμίζεται από λίγους και ισχυρούς. Η υποβάθμιση των δημόσιων υπηρεσιών, η συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους, η ιδιωτικοποίηση κάθε πτυχής της ζωής δεν είναι αναπόφευκτες εξελίξεις – είναι το αποτέλεσμα της συλλογικής μας παραίτησης.
Η επιστροφή στα κοινά δεν θα είναι εύκολη, ούτε αυθόρμητη. Απαιτεί συνειδητή προσπάθεια και θεσμικές αλλαγές που θα επαναφέρουν την εμπιστοσύνη και θα δώσουν νόημα στη συμμετοχή. Απαιτεί νέες μορφές οργάνωσης που θα ξεπερνούν τα αδιέξοδα των παραδοσιακών δομών.
Πάνω απ’ όλα, απαιτεί να αναγνωρίσουμε ότι η ατομική ευημερία δεν μπορεί να υπάρξει σε μια κοινωνία που καταρρέει, και ότι η ποιότητα της ζωής μας εξαρτάται βαθύτατα από την ποιότητα του κοινού μας χώρου – του φυσικού, του πολιτικού και του συμβολικού.
Η αποστροφή από τα κοινά είναι ίσως φυσιολογική αντίδραση σε μια εποχή απογοήτευσης. Αλλά αν καταστεί μόνιμη, το τίμημα θα το πληρώσουμε όλοι – ακόμα και όσοι πιστεύουν ότι μπορούν να κλειστούν στον ιδιωτικό τους παράδεισο.

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΑΝΩΝΥΜΑ Ή ΕΠΩΝΥΜΑ