Η καθηλωτική αφήγηση της απίστευτης περιπέτειας που έζησε μια νεαρή Ελληνίδα, από τη σύλληψη έως τη διπλή αθώωσή της, στην Κίνα πρώτα και κατόπιν στην Ελλάδα, δια χειρός του συνηγόρου της και διακεκριμένου Έλληνα ποινικολόγου Σάκη Κεχαγιόγλου
Είχε συναίσθηση της πράξης του ή μήπως όχι; Έτσι, ρώτησα και την Ειρήνη την πρώτη φορά που μιλήσαμε, προτού την επισκεφθώ στις φυλακές του Χονγκ Κονγκ, ποια ήταν η αλήθεια. Αναλόγως της απαντήσεώς της θα διαμορφώναμε την υπερασπιστική γραμμή. Η απάντησή της ήταν κάθετη: «Κύριε Κεχαγιόγλου, είμαι αθώα, πιστέψτε με!» Η απάντησή μου έθεσε για πρώτη φορά το κρίσιμο διακύβευμα: «Εγώ σε πιστεύω. Το θέμα είναι να σε πιστέψουν και οι δικαστές».
Το κινητό μου χτυπούσε επίμονα και για πολλή ώρα και λίγο αργότερα, περίπου το μεσημέρι, έλαβα ένα μήνυμα από τον πατέρα της Ειρήνης, αστυνομικό στη Μυτιλήνη, που μου ζητούσε να επικοινωνήσω μαζί του οποιαδήποτε ώρα κι αν ήταν, προκειμένου να αναλάβω άμεσα την υπόθεση της κόρης του, η οποία είχε συλληφθεί με 2,6 κιλά κοκαΐνης στο αεροδρόμιο του Χονγκ Κονγκ. Το ίδιο πρωί πηγαίνοντας στο δικαστικό μέγαρο Θεσσαλονίκης είχα διαβάσει ότι συνελήφθη μια Ελληνίδα υπήκοος στην Κίνα μεταφέροντας 2,6 κιλά κοκαΐνης, ωστόσο η όλη μου προσοχή ήταν στραμμένη στην υπόθεση που χειριζόμουν εκείνη την ημέρα του τότε εντολέα μου. Όταν διέκοψε το δικαστήριο, προκειμένου να διασκεφθεί για ένα αίτημα που είχα υποβάλει, κάλεσα τον πατέρα της.
Του ζήτησα να μου δώσει περισσότερες πληροφορίες, ωστόσο δεν γνώριζε τίποτε. Είχε ενημερωθεί νωρίτερα από συναδελφούς του, ότι η κοπέλα με την εντυπωσιακή εμφάνιση, τις μαύρες μπότες, την κόκκινη φούστα, το λευκό μπλουζάκι και την μαύρη κουκούλα της αστυνομίας, με την οποία περιέφεραν την Ειρήνη οι αρχές του αεροδρομίου του Χονγκ Κονγκ, ήταν η κόρη του. Για τα δεδομένα του Χονγκ Κονγκ, επρόκειτο για μία ιδιαίτερα μεγάλη ποσότητα. Αυτή η ποσότητα σε συνδυασμό με την εντυπωσιακή της εμφάνιση μετέτρεψε την Ειρήνη σε «μοντέλο» για τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και η υπόθεσή της απασχόλησε ταυτόχρονα την Ελλάδα και την Κίνα. Όπως μου εξομολογήθηκε ο πατέρας της λίγες ημέρες αργότερα όταν με επισκέφθηκε στο γραφείο μου, αγνοούσε κάθε λεπτομέρεια για την τύχη της κόρης του, αγνοούσε ακόμη και το πώς βρέθηκε σε άλλη ήπειρο και εναπόθεσε την υπόθεσή της και την τύχη της επάνω μου.

Η μαύρη κουκούλα
Η Ειρήνη Μελισσαροπούλου γεννήθηκε στη Μυτιλήνη στις 22 Ιανουαρίου του 1998. Μέχρι σήμερα μένει στην περιοχή της Χρυσομαλλούσας στη Μυτιλήνη μαζί με τους γονείς της και τον μικρότερο αδελφό της, τον Νικόλα-Ταξιάρχη. Από τα 3 ως τα 7 της χρόνια πήγαινε στον ιδιωτικό βρεφονηπιακό σταθμό για απασχόληση και εκπαίδευση, λόγω των ωραρίων των γονέων της. Ο πατέρας της είναι αστυνομικός στη Μυτιλήνη και η μητέρα της νοσηλεύτρια. Από το 7ο έτος της ηλικίας της μέχρι και το 12ο φοίτησε στο ιδιωτικό δημοτικό σχολείο του εκπαιδευτηρίου «Πλάτων» στη Μυτιλήνη. Παράλληλα παρακολουθούσε μαθήματα πιάνου σε ιδιώτη εκτός σχολείου και φροντιστήριο αγγλικής και γερμανικής γλώσσας. Στη διάρκεια αυτών των χρόνων ασχολούνταν και με αθλητικές δραστηριότητες. Αργότερα, τελειώνοντας το δημοτικό σχολείο, ασχολήθηκε με τους υπολογιστές για αρκετά χρόνια.
Τελείωσε το 1ο Γυμνάσιο Μυτιλήνης με άριστα και συνέχισε το Λύκειο στο ΕΠΑΛ Μυτιλήνης. Το μεγάλο της όνειρο ήταν να γίνει αεροσυνοδός, να ταξιδέψει και να γνωρίσει τον κόσμο. Τελειώνοντας το λύκειο και αφού έδωσε εξετάσεις, ασχολήθηκε με πολλές δουλειές και εργάστηκε σε βενζινάδικο, σαν πωλήτρια σε κατάστημα ρούχων, σε καφετέριες και σούπερ μάρκετ. Λαχταρούσε να ταξιδέψει εκτός του νησιού της, για να βρει την τύχη της, όπως έλεγε. Αποφάσισε να γραφτεί σε ΙΕΚ στην Αθήνα και από εκεί να διάλεγε αυτό που ήθελε. Όμως τα όνειρα της γκρεμίστηκαν όταν ξαφνικά βρέθηκε από το πουθενά στο Χονγκ Κονγκ κρατούμενη και κατηγορούμενη. Για 16 μήνες περίμενε υπομονετικά την εκδίκαση της υπόθεσής της.
Όταν επέστρεψε στη Μυτιλήνη, αγωνίστηκε με πείσμα και θέληση για την επανένταξή της στην κοινωνία και κατάφερε με μεγάλο αγώνα να σταθεί στα πόδια της. Σήμερα η Ειρήνη δουλεύει σαν αστυνομικός-συνοριοφύλακας στη Μυτιλήνη και ζει μια ήσυχη και αξιοπρεπή ζωή.
Η Ειρήνη συνελήφθη την 23η Νοεμβρίου 2017, κατά τη διάρκεια του τρίτου τυπικού ελέγχου στο αεροδρόμιο του Χονγκ Κονγκ με την κατηγορία της κατοχής και διακίνησης 2,6 κιλών κοκαϊνης. Είχαν προηγηθεί στο αεροδρόμιο του Χονγκ Κονγκ άλλοι δύο έλεγχοι. Η αξία των ναρκωτικών υπολογίστηκε από την αστυνομία ότι ξεπερνούσε τα 300.000 ευρώ.
Η εικόνα της με τη μαύρη κουκούλα η οποία κά λυπτε τα χαρακτηριστικά του προσώπου της και τα τηλεοπτικά μέσα Ελλάδας και Κίνας την αναμετέδιδαν από το πρωί μέχρι το βράδυ, παρομοιάστηκε με εικόνα τζιχαντιστή τρομοκράτη. Η εικόνα της περιφοράς της στο αεροδρόμιο από τους αστυνομικούς, οι κάμερες και οι δημοσιογράφοι που κάλυπταν το ρεπορτάζ, η αστυνομικός που φωτογραφιζόταν κρατώντας ψηλά με το αριστερό της χέρι την καλά κρυμμένη κοκαϊνη των 2,6 κιλών που μόλις αποκαλύφθηκε, και με το δεξί χέρι το ταξιδιωτικό σακίδιο της Ειρήνης, σαν η συλληφθείσα να αποτελούσε το τρόπαιο μίας επιτυχημένης -και με μεγάλη ποσότητα για τα δεδομένα της Νοτιοανατολικής Ασίας- σύλληψης, πάγωσαν την Ελλάδα. Η είδηση έκανε ιδιαίτερη αίσθηση στη χώρα μας.
Από την πρώτη στιγμή που ανέλαβα την υπόθεση της Ειρήνης, προσωπικά δεν εντυπωσιάστηκα από την ποσότητα της κοκαϊνης που ανευρέθη στο σακίδιό της. Έχοντας χειριστεί μέχρι σήμερα πλείστες όσες υποθέσεις ναρκωτικών, η έννοια του τι θεωρείται μικρή ή μεγάλη ποσότητα, μπορώ να πω πως είναι σχετική και μη δεσμευτική για τη δικαστική κρίση. Άλλωστε, εάν συνέδεα την ενοχή ή την αθωότητα του κάθε εντολέα μου ή απλώς τον βαθμό εμπλοκής του σε κάποια υπόθεση ναρκωτικών, με το μέγεθος της διακινούμενης ποσότητας αυτών, τότε θα έπρεπε να απορρίπτω υποθέσεις εκατοντάδων κιλών ή τόνων ναρκωτικών ουσιών.
Η ποσότητα αυτή πράγματι θεωρείται πολύ μεγάλη και οι ποινές διαμορφώνονται ανάλογα με την ποσότητα και την καθαρότητα της ναρκωτικής ουσίας. Οι δε νόμοι που ισχύουν για τα ναρκωτικά είναι πολύ αυστηροί, σε σχέση με την Ελλάδα και την Ευρώπη. Στην Κίνα, όταν κάποιος καταδικάζεται για διακίνηση μεγάλης ποσότητας ναρκωτικών ουσιών, η ποινή που προβλέπεται είναι η θανατική.

Βαρύτατες ποινές προβλέπονται και σε άλλες χώρες της περιοχής (Φιλιππίνες, Ινδονησία, Ταϊλάνδη). Δεν ισχύει όμως το ίδιο και για το Χονγκ Κονγκ, αφού υπάρχει η πολιτική «μία χώρα, δύο συστήματα», και έτσι προβλέπεται αυτονομία μεταξύ του Χονγκ Κονγκ και της υπόλοιπης ηπειρωτικής Κίνας στο νομικό σύστημα, το νόμισμα, την τελωνειακή πολιτική, τις πολιτισμικές αντιπροσωπείες, τις διεθνείς αθλητικές ομάδες, τους νόμους μετανάστευσης.
Το Χονγκ Κονγκ ανήκει στην Κίνα από το 1997 που επεστράφη από τη Μεγάλη Βρετανία. ‘Ετσι, η Ειρήνη, τυχερή μέσα στην ατυχία της, γλύτωσε τη θανατική ποινή. Η ποινή που προβλεπόταν εκεί σε περίπτωση ενοχής της ήταν: 27-30 χρόνια κάθειρξης. Εάν οι δικαστές που θα δίκαζαν την υπόθεσή της δεν πίστευαν στην αθωότητά της, αυτό σήμαινε ότι η Ειρήνη θα έβλεπε το φως του ήλιου όταν θα έκλεινε τα 44 της -στην καλύτερη περίπτωση. Σε μία επικοινωνία της με τους γονείς της, η Ειρήνη τούς είπε πως εάν παραμείνει πολλά χρόνια στη φυλακή θα πεθάνει. Τίποτα περισσότερο δεν μπορεί να περιγράψει με απόλυτη ακρίβεια την απελπισία ενός κρατουμένου.
Για εμένα προσωπικά η χάραξη της ορθής υπερασπιστικής γραμμής και τακτικής έγινε σε ένα απόγευμα. Και υπήρχε μονάχα ένας τρόπος: η δημιουργία αμ φιβολιών. Και αυτό γιατί, αν έστω και μία αμφιβολία υπεισήρχετο στη συνείδηση των δικαστών αναφορικά με το ερώτημα αν γνώριζε ή δεν γνώριζε ότι κουβαλά ναρκωτικά εντός του σακιδίου της, ήταν αρκετό για να αθωωθεί. Ή μήπως όχι;
Η αρχική της κατάθεση, ότι είχε μεταβεί στο κοσμοπολίτικο Χονγκ Κονγκ προκειμένου να παραστεί σε κάποιο κάστινγκ για μοντέλα, δεν φαινόταν αληθοφανής ως τότε. Επιπλέον δεν επιβεβαιωνόταν και από πουθενά. Πράγματι, όταν μίλησα μαζί της για πρώτη φορά, μου είπε πως κατόπιν πρόσκλησης του φίλου της από τη Μυτιλήνη, με τον οποίο είχε συνταξιδέψει στην Αιθιοπία, γνώρισε κάποιους φίλους του από εκεί. Τη ρώτησα πώς βρέθηκε στην Αντίς Αμπέμπα, καθότι δεν είναι δημοφιλής ταξιδιωτική επιλογή. Μου απάντησε ότι ο φίλος της είχε εκεί επαγγελματικές επαφές και της πρότεινε να τον συνοδέψει. Εκείνη αμέσως δέχτηκε, για την εμπειρία, και γιατί της φάνηκε εξωτικός προορισμός. ‘Εχει σημασία να ειπωθεί ότι στο ξενοδοχείο που κατέλυσαν έμειναν σε διαφορετικά δωμάτια.
Το πρώτο βράδυ, μετά την άφιξή τους, γνώρισε αυτούς που της παρουσίασε ως φίλους και συνεργάτες του. Εκείνοι θεώρησαν πως λόγω της εντυπωσιακής της εμφάνισης έπρεπε οπωσδήποτε να ασχοληθεί με το χώρο του μόντελινγκ, οπότε και της πρότειναν να της κλείσουν εισιτήριο για το Χονγκ Κονγκ, εκεί όπου ο χώρος του μόντελινγκ ανθίζει και υπάρχουν πραγματικές ευκαιρίες. Η Ειρήνη κολακευμένη και αγωνιώντας για το επαγγελματικό της μέλλον ως νεαρό κορίτσι, δέχτηκε. Αφού υπήρχαν οι κατάλληλες γνωριμίες για να επιτύχει ως μοντέλο, αφού υπήρχε η κατάλληλη χώρα με πάμπολλες δυνατότητες και εταιρείες που αναζητούν μοντέλα, αφού εκείνη πληρούσε τα τυπικά προσόντα που απαιτούνται για να γίνει μοντέλο, τότε γιατί όχι;
Βάζοντας τα πράγματά της σε ένα σακί διο, ξεκίνησε μόνη της για την πόλη της νότιας Κίνας. Την επόμενη κιόλας ημέρα θα ερχόταν να τη βρει και ο φίλος της. Ωστόσο, εκείνος δεν ήλθε ποτέ… Μετά τη σύλληψη της Ειρήνης, ο φίλος της εξαφανίστηκε. Το ημερολόγιο έγραφε 23 Νοεμβρίου 2017.
«Εν φυλακή ήμην και ήλθατε προς με»
Όταν συνελήφθη, η Ειρήνη ρώτησε τους τελωνειακούς τι είχε μόλις συμβεί. Όταν της ανακοίνωσαν ότι επάνω της βρέθηκαν και κατασχέθηκαν 2,6 κιλά κοκαΊνης, αμέσως έβαλε τα κλάματα. Το σοκ ήταν τεράστιο. Τη ρώτησαν το λόγο που ερχόταν στο Χονγκ Κονγκ και εκείνη τους είπε ότι είχε έρθει για να περάσει από κάποιο κάστινγκ και την επόμενη ημέρα θα ερχόταν και ο φίλος της, ο οποίος έως εκείνη τη στιγμή βρισκόταν στην Αιθιοπία και με τον οποίο είχαν συνταξιδέψει από την Ελλάδα στην Αντίς Αμπέμπα. Τους ζήτησε να καλέσει τον φίλο της, ήθελε να του πει τι είχε μόλις συμβεί.
Όταν, μετά από πολλή ώρα, εκείνος απάντησε, η Ειρήνη του είπε ότι τη συνέλαβαν, γιατί εντός του σακιδίου της βρέθηκαν ναρκωτικά. Εκείνος, σύμφωνα με τα όσα η ίδια μου αποκάλυψε αργότερα, της είπε να μην ανησυχεί και ότι θα βρει τρόπο να την ξεμπλέξει. Ωστόσο, αυτός ο αριθμός τηλεφώνου δεν λειτούργησε ποτέ ξανά. Λίγες ώρες μετά, η Ειρήνη μεταφερόταν στις Φυλακές Ανηλίκων και Μετεφήβων του Χονγκ Κονγκ. Οι αστυνομικοί τής υπέδειξαν να υπογράψει έγγραφη ομολογία και να παραδεχτεί την ενοχή της. Παρά την πίεση που της ασκήθηκε δεν υπέκυψε ποτέ. Η απόφασή της αυτή, όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων, θα είχε θετικό αντίκτυπο στη δίκη που θα ακολουθούσε.

Απόσπασμα από το γράμμα της Eιρήvης Μελισσαροπούλου στις 18 Φεβρουαρίου 2018 στους γονείς της: «Κάθε μέρα εδώ λέω τον εθνικό μας ύμνο. Ξεφτίλισα την πατρίδα μου. Δεν έχω νέα σας. Κάθε μέρα η καρδιά μου χτυπάει σαν τρελή, όταν η κυρία πιάνει τα γράμματα για να μας τα μοιράσει στο τέλος της βραδιάς. Ανασηκώνομαι πολλές φορές από την καρέκλα μήπως πει το όνομά μου η υπεύθυνη, αλλά τίποτα. Τελείωσα το βιβλίο του πρόξενου και τώρα διαβάζω το δικό σας ‘Η Αγάπη δεν έχει Τέλος’»…
Αν θα μπορούσα να συνοψίσω την καθημερινότητα της Ειρήνης μέσα στις φυλακές, όπως αυτή μου την περιέγραφε τηλεφωνικώς στο ένα και μοναδικό διάρκειας δέκα λεπτών τηλεφώνημα που δικαιούνταν να πραγματοποιεί μία φορά το μήνα με τον συνήγορό της, αλλά και μέσα από τα γράμματά της, αυτομάτως μου έρχεται μία λέξη στο μυαλό: στρατός. Και εάν μπορούσα να καταλήξω στο αν αποκόμισε κάτι η Ειρήνη από την παραμονή της εκεί, αυτό συνοψίζεται στη λέξη «ελευθερία».
Σε ένα γράμμα της, στις 11 Σεπτεμβρίου 2018, απευθυνόμενο στους γονείς της λέει: « Άσπρες τρίχες στο κεφάλι μου βγαίνουν. 20 χρονών είμαι μαμάκα. Όμως πείτε μου τι γίνεται με την υπόθεση μου: Κανένα καλό νέο; Παρακαλάω τον Άγιο Ταξιάρχη μας με δάκρυα κάθε μέρα και του λέω ότι οι γονείς μου, η μαμάκα μου και μπαμπάκας μου, δεν έχουν αρκετά λεφτά για να δώσουν στους δικηγόρους εάν πω ότι είμαι αθώα, γιατί τότε θα χρειαστεί να κάνουν πάνω από δύο ακροάσεις και θα πρέπει να πληρωθούν οι δικηγόροι. Δεν φταίνε εκείνοι σε κάτι, ούτε ο αδερφούλης μου. Εγώ τα έκανα όλα. Βοήθησέ με να γυρίσω στην Ελλάδα με τη βοήθεια του κυρίου Σάκη Κεχαγιόγλου και να γυρίσω σπίτι μου στην οικογένειά μου».
Αγνοούσε βέβαια η Ειρήνη, όταν έγραφε αυτό το γράμμα, ότι είχα αρνηθεί την οιαδήποτε αμοιβή. Τα έξοδα άλλωστε και μόνο για τη μετάβαση των γονέων της στο Χονγκ Κονγκ ήταν ήδη δυσβάσταχτα. Εκδηλώθηκε όμως τότε συγκινητική πρωτοβουλία αλληλεγγύης των συναδέλφων του πατέρα της από τη Μυτιλήνη, αλλά και από όλη τη χώρα.
Στα ποινικά δικαστήρια το αίτημα των εντολέων είναι πάντα κοινό και έγκειται στην απελευθέρωση. Και αυτή πρέπει να γίνει το συντομότερο δυνατόν. Αν έχουν μεταμεληθεί ή όχι το γνωρίζουν οι ίδιοι και η πορεία τους σε ελεύθερο καθεστώς μετά. Κανείς άλλος. Η Ειρήνη αντιλήφθηκε, βίαια και αναγκαστικά, τις σημαντικές αξίες της ζωής.
Ευχαριστίες οφείλονται, εκτός πολλών άλλων, και στον καθολικό ιερέα Father Johη Wotherςpooη, που ανάμεσα στα πολλά ταξίδια του που επισκεπτόταν κρατούμενους, το ίδιο έπραξε και για την Ειρήνη, παρέχοντάς της μάλιστα, τόσο αυτός, όσο και ο κ. Ιωάννης Μαλούκος τηλεκάρτες για να μπορεί να επικοινωνεί μία φορά τον μήνα. Αυτονόητη φυσικά ήταν η ψυχολογική στήριξη του ιερέα στην Ειρήνη τις ώρες της δυστυχίας και της μοναξιάς· «Εν φυλακή ήμην και ήλθατε προς με».

Πρωτοχρονιά στο κελί
Στις 19 Φεβρουαρίου 2018, η Ειρήνη ξύπνησε, όπως έκανε κάθε άλλη ημέρα από την ημέρα της κράτησής της, στις 06:00 το πρωί. Οι καθημερινές απαιτούν καθαριότητα του κελιού. Ανάλογα με το πόσο καθαρό είναι το κελί δίδεται και ατομική βαθμολογία. Ακολουθεί το σχολείο και έπειτα η κάθε κρατούμενη πηγαίνει στο τραπέζι της για απογευματινό. Στην υποχρεωτική καθημερινή παρέλαση βαθμολογείτο με 4 στα 5, δηλαδή άριστα. Όλες οι άλλες κρατούμενες βαθμολογούνται συνήθως με 3. Έτσι, δεν χρειάστηκε πολύ, και οι υπόλοιπες συγκρατούμενές της εκδήλωσαν γρήγορα αισθήματα ζήλιας απέναντί της. Η αριστεία της, σε συνδυασμό με την εντυπωσιακή εξωτερική της εμφάνιση, τη φέρνουν αντιμέτωπη με τους «εχθρούς». Ωστόσο, δεν φοβάται.
Όχι γιατί προσεύχεται αδιάκοπα ή γιατί μελετά συστηματικά την περίοδο εκείνη τα θαύματα του Γέροντα Παΐσιου, αλλά γιατί γνωρίζει πως όση ζήλια και εάν αισθάνονται για το πρόσωπό της οι συγκρατούμενές της, δεν είναι οι πραγματικοί εχθροί της. Η Ειρήνη ήξερε ήδη από την πρώτη ημέρα της κράτησής της ότι πραγματικός εχθρός μπορεί να γίνει ο πιο κοντινός σου άνθρωπος, ο πιο έμπιστος σου, ο πιο φίλος σου.’Ηξερε να ξεχωρίσει πια το καλό από το κακό.
Σύντομα έπιασε δουλειά στο καθαριστήριο. Έγινε η ταχύτερη και ικανότερη όλων. ‘Επλενε, καταμετρούσε και σιδέρωνε περί τα 200 υπηρεσιακά πουκάμισα και στολές των υπαλλήλων της φυλακής κάθε ημέρα. Πολλές φορές περιγράφει στα γράμματά της πως «κλαίει πάνω από το σίδερο και τα δάκρυά της γίνονται υδρατμοί, που γυρνούν πίσω στο πρόσωπό της και το καίνε».
Τις περισσότερες φορές όμως λειτουργεί σαν ρομπότ. Δεν θέλει τη βοήθεια των υπολοίπων. Αν καταφέρει να πλύνει, να σιδερώσει και να καταμετρήσει 200 πουκάμισα αισθάνεται πλήρης. Σταδιακά διαφαίνεται στις επιστολές της ότι προσπαθούσε να γίνει ένα με τους κανόνες της φυλακής για να τους συνηθίσει, διότι όσο και αν διακηρύσσεις την αθωότητά σου ή όση εμπιστοσύνη κι αν έχεις στο πρόσωπο του δικηγόρου σου, στο τέλος οι δικαστές αποφαίνονται για τη ζωή σου και την ελευθερία σου. Και σε αντίθεση με την Ελλάδα, στο Χονγκ Κονγκ δεν υπάρχει δυνατότητα εφέσεως κατά της πρωτοδίκου αποφάσεως, έτσι ώστε ο κατηγορούμενος να κριθεί και δεύτερη φορά από εμπειρότερους δικαστές, αφού η υπόθεση εισάγεται απευθείας στο Ανώτατο Δικαστήριο του Χονγκ Κονγκ.

Τα γράμματα που απευθύνει η Ειρήνη στους γονείς της, σχεδόν σε καθημερινή βάση, με αρχή, μέση και τέλος, ξεκινούν να γράφονται τις πρώτες πρωινές ώρες, στα διαλείμματα της ημέρας και στο τέλος πριν τον ύπνο. Την επόμενη ημέρα δίδονται στον αρμόδιο υπάλληλο προς αποστολή. Έπαιρνε λίγο χρόνο για να φτάσουν στην Ελλάδα. Από αυτά αρκετά σώθηκαν, άλλα καταστράφηκαν μερικώς, αφού ποτίστηκαν από τα δάκρυα της οικογένειάς της. Είναι φανερή η ανάγκη της να εξιλεωθεί απέναντι στους γονείς της.
Απόσπασμα από το γράμμα της Eιρήvης στις 22 Μαρτίου 2018 στους γονείς της: «Αυτές τις μέρες δεν σας έγραψα, γιατί προέκυψαν κάποιοι καυγάδες, κλεψιές και διαφωνίες μεταξύ των συγκρατούμενων, γι’ αυτό μας είχαν στην μπούκα οι καθηγήτριες και μας έλεγαν να γυαλίσουμε πάρα πολύ καλά τα παπούτσια μας, για να περάσουμε με 5, δηλαδη με άριστα. Και έτσι έγινε από την πλευρά μου. Και τις τέσσερις φορές βαθμολογηθηκα με 5. Mας άνοιγαν όλα τα πράγματά μας, ένα προς ένα, για να δουν ποια έκλεψε. Με κοίταζαν στον αριθμό, όχι στο πρόσωπο, και δείχνοντάς με στις άλλες συγκρατούμενές μου, τους έλεγαν να γυαλίσουν τα παπούτσια τόσο καλά, όσο τα είχα γυαλίσει εγώ. Πέταξα στα σύννεφα. Πιστεύω να σας κάνω περήφανους. Δεν μου κάνουν παρατηρήσεις. Τα φτιάχνω όλα στην πένα και δεν είχε καμία και κανένας να μου κάνει παρατήρηση και να μου επισημάνει τίποτα. Νιώθω και λίγο περήφανη…»
Απόσπασμα από άλλο γράμμα της Eιρήvης στις 5 Μαΐου 2018: «Εκεί που δεν ήξερα να πιάνω το σίδερο, τώρα παίρνω και τα εύσημα σχεδόν κάθε μέρα από τις κυρίες. Αυτό με κάνει να δουλεύω κάθε μέρα και πιο σκληρά. Είμαι λίγο υπερήφανη για τον εαυτό μου. Τελικά χθες παρέδωσα κοντά στα 200 και βάλε ζευγάρια υπηρεσιακές στολές. Σημερα λοιπόν ήταν πιο ξεκούραστη η μέρα μου για αυτό το λόγο. Χθες το βράδυ έπιασε μια βροχή. Η νύχτα δεν ήταν και η καλύτερη.

Η δική της φυλακή
Στη φυλακή δεν υπάρχει χρόνος για φιλίες, αφού η δουλειά είναι αδιάκοπη από το πρωί μέχρι το βράδυ. Συν τοις άλλοις, πραγματοποιείται σχεδόν καθημερινή αλλαγή κελιών και κρεβατιών μεταξύ των κρατουμένων, προφανώς για να μην υπάρχει συναισθηματικό δέσιμο μεταξύ τους. Έτσι, τα γράμματα ξεκινούν να γράφονται σε ένα διαφορετικό κελί, πάνω σε ένα διαφορετικό κρεβάτι και σχεδόν κάθε βράδυ κλείνουν και ολοκληρώνονται σε ένα άλλο κελί. Όμως, στην πραγματικότητα, καμία ουσιαστική αλλαγή δεν υφίσταται, αφού παντού κυριαρχούν τα ίδια άχαρα χρώματα, με μόνη αλλαγή τα πρόσωπα, που όλα φορούν τις ίδιες στολές και είναι ανέκφραστα.
Άλλες κρατούμενες έχουν αποδεχθεί ότι θα καθίσουν εκεί σχεδόν για πάντα και άλλες ελπίζουν στην αθώωσή τους, όπως η Ειρήνη. Με κάποιες θα γνωριστείς λίγο καλύτερα, με κάποιες ίσως πεις μια κουβέντα παραπάνω, αλλά κυρίως θα πρέπει να υφίστασαι τις συνήθειες ή μάλλον τις παραξενιές της καθεμιάς θέτοντας τα όριά σου.
Η Ειρήνη περιγράφει στα γράμματά της πως πολλές συγκρατούμενές της την αντιπαθούν και δεν επιθυμούν την παρέα της. Η ίδια αποδίδει την αντιμετώπιση αυτή στην εμφάνισή της, αφού έχουν μεγάλη διαφορά ύψους, όχι μόνο λόγω εθνικότητος, αλλά και λόγω διαφοράς ηλικίας, αφού η πλειοψηφία των συγκρατούμενών της είναι ανήλικες κρατούμενες, αλλά και λόγω των διαφορετικών χαρακτηριστικών του προσώπου της.
Γράμμα της 15ης Μαΐου 2018:
«Όταν τελείωσα από τη δουλειά στο καθαριστήριο, έκατσα σε μια καρέκλα τρέμοντας από την κούραση, αλλά ήμουν χαρούμενη. Από το πρωί περίμενα κάποια επίσκεψή, αλλά ούτε φωνή ούτε ακρόαση. Από το πρωί όμως που ξύπνήσα ήμουν χαρούμενη, ο λόγος είναι άγνωστος. Πριν από λίγο κάναμε στρατιωτικά παραγγέλματα για να κλείσουμε τη μέρα μας. Μόλις λοιπόν κάναμε προσοχή για να αλλάξουμε πιτζάμες, η δικιά μου η προσοχή δεν έκανε τόσο θόρυβο και η Γιανγκ Μέι, η οποία κοιμάται δίπλα μου και δουλεύουμε μαζί για τις στολές, γύρισε με νεύρα και με κοίταξε.
Γύρισα με χαμόγελο και της είπα τι έγινε και κοίταξε δίπλα της μια άλλή κοπέλα, η οποία απλά βοηθάει στα ρούχα και ρώτησε γιατί ήμουν τόσο χαρούμενη. Και η Γιανγκ Μέι, επειδή μάλλον νομίζει ότι είμαστε ακόμα φίλες, γέλασε σαν να με κορόιδευε. Νιώθω όμως ότι και η Γιάνγκ Μέι τώρα πια με κοιτάει με μίσος. Ξέρω λοιπόν, το αισθάνομαι, ότι δεν θα μείνω για πολύ ακόμα εδώ. Εκείνες όμως δεν έχουν ιδέα για τα χαμόγελα. Νομίζουν ότι θα κάτσω να σκάσω, γιατί, όπως είπαν, δεν με έχουν φίλη τους πια.
» Τα γέλια θέλω να βάλω, μιας που το γέλιο είναι η μόνη αντεπίθεση. Περιμένω να ακούσω τα νέα στο σακατεμένο μου ραδιοφωνάκι. Θα γυαλίσω τα παπουτσάκια μου σε λιγάκι και θα διαβάσω το βιβλίο μου. Ο πόνος στο δόντι μου περνάει σιγά σιγά και κάθε μέρα συνεχίζω να προσεύχομαι. Γυάλισα και τα παπουτσάκια μου και τώρα κοντεύει δέκα το βράδυ. Θα διαβάσω και λίγο από το βιβλίο τώρα. Σύντομα θα γυρίσω κοντά σας. Σας το υπόσχομαι. Καληνύχτα και όνειρα γλυκά. Καλή ξεκούραση και καλό ξημέρωμα».
Τα γράμματα της Ειρήνης, που με την άδειά της δημοσιεύονται στο ανά χείρας βιβλίο, αποτελούν στην πραγματικότητα γράμματα στον εαυτό της. Ένα ημερολόγιο που αποτύπωνε τον συναισθηματικό της κόσμο. Ακόμη και οι σχέσεις της με άλλες συγκρατούμενές της καταγράφονται με τη σύγχυση που προκαλεί η ζωή μέσα στη φυλακή. Ακόμη και η δημιουργία της φιλίας εντός της φυλακής από τις περιγραφές της μοιάζει να είναι σαν το οικοδόμημα μίας φιλίας, όπως όταν πρωτοξεκινά να κάνει κανείς φιλίες στο δημοτικό σχολείο, γενικεύοντας τα συναισθήματα και τις παρατηρήσεις του γύρω από τους ανθρώπους, τον κόσμο και τις σχέσεις, χρησιμοποιώντας εκφράσεις όπως καλός ή κακός, συμπαθής ή μισητός. Η Ειρήνη αντελήφθη ότι αυτό που πίστευε για καλό, όχι μόνο δεν ήταν καλό, αλλά την ώθησε προς τους χειρότερους εφιάλτες της.
Ακολουθούν μερικά γράμματα της Ειρήνης τον Μάιο και Ιούνιο του 2018, έναν μήνα πριν την πρώτη ακρόασή της, όπου θα δηλώσει ένοχη ή αθώα.

Γράμμα της 14ης Mαΐου 2018:
«Τώρα βρίσκομαι στο κρεβάτι μου με αριθμό 2β στο κελί 8 και όλα είναι, όπως τα ξέρετε, με μόνη διαφορά ότι ήρθε μια καινούργια κοπέλα. Σε λιγάκι, μόλις δηλαδή τελειώσω το γράμμα μου, θα γυαλίσω λιγάκι τα παπούτσια μου. Σήμερα είχε 34°C και αύριο ξανά 34°C. Ίσως χτυπήσει και παραπάνω η θερμοκρασία. Η ώρα είναι ήδή 9 το βράδυ. Πριν από μισή ώρα βούλιαξα μες τα νερά μια τετράπαχή καφέ και τεράστια κατσαρίδα μέσα στήν τουαλέτα. Πλέον οι κατσαρίδες έχουν γίνει μέρος τής ζωής μου.
» Αφού με το που πηγαίνουμε στην τάξη βρίσκουμε και καμιά δεκαριά. Άλλες φορές μισοξεψυχισμένες και άλλες φορές να πε ριπλανιούνται στα τραπέζια, στα γραφεία και στις τουαλέτες. Ζω έναν εφιάλτη, αλλά μακάρι να γίνει ένα θαύμα Ταξιάρχη μου. Όσο πλησιάζουν οι μέρες για το δικαστήριο και για το εάν θα δηλώσω αθώα ή ένοχη, νιώθω το μυαλό μου σαν ηφαίστειο έτοιμο να εκραγεί. Οι απαντήσεις μηδαμινές και άγνωστες και φοβάμαι. Τώρα πραγματικά έχω αρχίσει και ανατριχιάζω με τις ώρες που κυλούν προς το τέλος της ημέρας.
» Είμαι δυστυχισμένή και εγκλωβισμένη μακριά σας. Σήμερα κόντεψα να λιποθυμήσω από τoυς 34°C πάνω στο θερμόμετρο εντός του καθαριστηρίου. Τα λόγια μου είναι μπερδεμένα και ανήμπορα να σχηματίσουν μια σωστή πρόταση. Οι ανάσες μου είναι βαριές. Πείσμωσα, αλλά συνέχισα και τελειώσαμε τις 8 κούτες με τα ρούχα που ήταν για σίδερο. Και ήμουν ευτυχισμένη! Χωρίς να το δείχνω. Ούτως ή άλλως εδώ, αν σε δουν χαρούμενη, θα θέλουν να σε κάνουν λυπημένη. Τα συναισθήματα, όσα βγαίνουν από την ψυχή μου τώρα πια, είναι μετρημένα στα δάχτυλα. Άλλαξα. Μεγαλώνω».

Γράμμα της 16ης Μαΐου 2018:
«Σήμερα είναι Τετάρτη 16 Μαΐου 2018. Η μέρα από το πρωί κατάλαβα ότι μου επιφύλασσε κάτι. Έξω ή θερμοκρασία αγγίζει τους 34°C. Στις τέσσερις και μισή το απόγευμα πήγα στο γραφείο, όπου με φώναξαν -χωρίς βέβαια- να μου πούνε τον λόγο. Όταν έφτασα, πήρα στα χέρια μου γράμμα από το δικηγόρο, τον κύριο Σάκη. Δεκαέξι ολόκληρες σελίδες. Στην πρώτη δική του σελίδα είχε ένα πρόλογο και είχε γράψει: ‘Η ημέρα της επιστροφής 4 Ιουνίου στις 9:30 το πρωί στο Δικαστήριο’. Με παρακάλεσε να μην αποκαλύψω πουθενά τις δικές τους συμβουλές με τις αποδείξεις τις οποίες ήλπιζε να βρω ασφαλείς και χρήσιμες, όπως μου έγραφε. Σε αυτά τα χαρτιά μου εξήγησε τι θα γίνει αν δηλώσω ένοχη ή αθώα, αλλά και τι θα γίνει, αν χάσω τη δίκη ενώ έχω δηλώσει αθώα.
» Γράφει στη συνέχεια τους φακέλους με τους οποίους θα πάω στο επόμενο δικαστήριο ακροάσεως και θα τους δώσω στον δικηγόρο, για να τους δώσει στο δικαστήριο. Γράφει ότι δίνονται αυτοί οι φάκελοι προτού αυτό το κελί (έτσι αποκαλούνται οι κρατούμενοι, σαν «κελιά») οδηγηθεί στο ανώτατο δικαστήριο.
» Το σήμαντικότερο όμως από όλα είναι ότι θα δηλώσω αθώα και ξέρω πως ο δικηγόρος φημίζεται σε όλους και όλες ότι είναι πολύ καλός δικήγόρος και δεν θα έπαιζε κορώνα γράμματα τη ζωή μου. Από τη στιγμή που έχει ανακοινώσει ο κύριος Κεχαγιόγλου ότι είμαι αθώα, έχει πάρει στην κυριολεξία τη ζωή μου στα χέρια του. Δεν θα με έβαζε σε ρίσκο. Αυτό μετράει για εμάς. Και πλέον η δύναμή μου, το κουράγιο μου και η υπομονή μου βγήκαν σε καλό. Επιμονή και υπομονή 6 μήνες ακόμα. Η ώρα είναι 8:30 το απόγευμα. Μας έφερε η κυρία νωρίς σήμερα στα κελιά μας.
» Ακούω αρκετές φορές για την Ελλάδα και τη Ρωσία τι γίνεται. Ποιος θέλει να αλλάξει το όνομα της Μακεδονίας; Μόλις είδα αυτό στα νέα της εφημερίδας φούντωσα. Στις 29 ή 30 του μηνός, την άλλη εβδομάδα, θα σας πάρω τηλέφωνο. Ο κύριος Κεχαγιόγλου, μου είπε ότι αυτή τη φορά θα μιλήσουμε πάνω από 10 λεπτά. Πώς το κατάφερε;»

Γράμμα της 1ης Ιουνίου 2018:
«Ο οργανισμός μου έχει εξασθενήσει. Το χειρότερο είναι πως αύριο έχω ακρόαση, μιας και σήμερα είναι Κυριακή. Σήμερα δεν γυάλισα τα παπούτσια μου, γιατί τη Δευτέρα έχω ακρόαση και συνεπώς δεν χρειάζεται. Προτιμώ να διαβάσω και να παρακαλέσω ξανά και ξανά τον Ταξιάρχη μας. Σήμερα το πρωί είχαμε γενική στο κελί μου. Κυριακή σήμερα και όλοι τα κάνουμε λαμπίκο πάντα. Η υπεύθυνη της τάξης με κοίταξε και μου λέει μόλις έβαζα νερό στους κουβάδες, ‘Ειρήνη σήμερα είναι η τελευταία σου μέρα εδώ… Αύριο πας σπίτι σου…’ Όχι μόνο ο κουβάς από τα χέρια μου έπεσε, αλλά κόντεψα να σωριαστώ και κάτω.
» Έπειτα, μόλις πήγαμε για μπάνιο, με φώναξε η κυρία που κάνει τον έλεγχο για να παραδώσω τα πράγματά μου μαζί με τον αριθμό μου. Αύριο θα πάρω και τα ντοκουμέντα, τα έγγραφα δηλαδή. Η υπεύθυνη της τάξης, μου είπε ότι θα πάω πίσω στους γονείς μου και τής είπα ‘μπορεί, αλλά όχι τώρα’. Μου είπε ‘ίσως και να μην ξανάρθεις’ και τής είπα πάλι ‘μπορεί’. Πέρασαν 20 λεπτά και ήρθε η ανώτερη κυρία κρατώντας ένα αστέρι. Ήρθε κοντά μου με ένα χαμόγελο και μου είπε ‘αύριο έχεις ακρόαση’ και της απάντησα ‘ναι’, έπειτα μου είπε ‘μπορεί και να πας σπίτι σου, να φύγεις’. Tης απάντησα ότι ‘θα ξανάρθω και ότι δεν είναι ακόμα η ώρα για να φύγω’ και μου ξαναείπε ‘μπορεί όμως και να μην ξανάρθεις’ και μου χαμογέλασε.
» Εγώ αποφάσισα να μην χαίρομαι με όσα μου προαναγγέλλουν οι κυρίες σχετικά με τις ακροάσεις και την επιστροφή μου. Εγώ αρκούμαι στο ότι ο κύριος Σάκης κάνει προσπάθειες και ότι η επόμενη ακρόαση θα είναι στις 9 Ιουλίου -αν δεν κάνω λάθος. Έχω σιγουρέψει όμως ότι αν γίνει κάτι θα γίνει πριν τις 9 Ιουλίου. Αύριο μετά τήν επιστροφή μου, αντί να μείνω στο κελί μου, το 8β, θα μείνω στο νοσοκομείο, τόσο για λόγους ψυχολογικούς όσο και υγείας, στην περίπτωση που χρειαστεί μετά την ακρόαση. Ούτως ή άλλως όλα τα κορίτσια μετά τις ακροάσεις πάνε τώρα πια στο νοσοκομείο. Το καλό είναι ότι εκεί έχει κλιματισμό, οπότε θα είμαι κανονικά και όχι μέσα στον ιδρώτα».

Γράμμα της 5ης Ιουνίου 2018:
«Σήμερα που σας γράφω είναι Τρίτη και βρίσκομαι στο νοσοκομείο μόνη μου, στο κελί μου. Εχτές όπως θα ξέρετε ήταν η ακρόασή μου. Θα ξαναπάω όμως πάλι στις 9 Ιουλίου, δηλαδή μετά από 5 εβδομάδες και τότε θα πω εάν είμαι ένοχη ή αθώα. Το πρωί δεν μπορούσα να φάω. Πήρα βιαστικά τα πράγματά μου με το ζόρι. Αφού φόρεσα τις χειροπέδες, μου έκαναν πρώτα έλεγχο, για να δουν αν είναι καλά κλειδωμένες οι χειροπέδες και ξεκινήσαμε την αναχώρησή για το West Kowloon.
» Όταν έφτασα, περίμενα για μισή ώρα και έπειτα αφού ήρθαν οι υπόλοιπες γυναίκες που ήταν για το δικαστήριο μαζί με εμένα, 9 στο σύνολο, αναχωρήσαμε σε ένα λεωφορείο με 20 θέσεις, αλλά διαπίστωσα ότι όλες οι υπόλοιπες θέσεις ήταν γεμάτες από άνδρες κρατουμένους με μάσκες στα πρόσωπά τoυς και αστυνομικούς να τoυς συνοδεύουν. Έκατσα πρώτη και δίπλα μου κάθισε μια μαύρη γυναίκα. Μετά από 40 λεπτά φτάσαμε εκεί. Είχε τρομερή κίνηση και αν ξέρεις, μπαμπά, με τα συγκρουόμενα καμία απολύτως διαφορά δεν έχει.
» Φτάσαμε οι περισσότερες ζαλισμένες αφού είχαμε τα σιδερικά να ηχούν δυνατά δίπλα στα αυτιά μας. Μόλις φτάσαμε στο κελί, μας έκαναν σωματικό έλεγχο πάλι. ‘Επειτα μας πήγαν στο μέρος όπως αυτό την προηγούμενη φορά. Μετά από κανένα τέταρτο μας πήγαν σε ένα άλλο κελί, όπου οι γυναίκες θα μπορούσαν να πουν ό,τι ήθελαν με τoυς δικηγόρους τoυς. Μερικές πήραν και τα ντοκουμέντα εκείνη τη στιγμή. Μετά από μισή ώρα αναμονής σε αυτό το κελί, μας οδήγησαν πάλι πίσω στο πρώτο κελί μας. Εγώ σε αυτό το διάστημα δεν είχα δει κανέναν. Οι άλλες κάπνιζαν, αλλά τώρα όχι τόσο πολύ. Πάλι το στομάχι μου με είχε πιάσει.
» Εμένα και μία άλλη κοπέλα από την Τανζανία που σας είχα πει από την προηγούμενη φορά. Και εκείνη την είχε πατήσει από τον λεγόμενο πρώην, αλλά με κάποιον άλλο μεσολαβητή για να το πάει σε εκείνη και εκείνη ήρθε μετά στο Χονγκ Κονγκ, 25 χρονών είναι τώρα. Τηv έπιασαν στα 24 με ενάμιση κιλό καθαρής κοκαΐνης. Εκείνη όμως είπε ‘ένοχη’, γιατί φοβόταν λέει να πολεμήσει για την αθωότητά της, ενώ μπορούσε και έμαθα επίσης ότι αυτή από τη Βενεζουέλα, η Raiki Youzef, δήλωσε αθώα, αλλά έχασε, και τώρα πήρε 16 χρόνια φυλάκισης. Θέλει όμως να ξαναπεί αθώα, γιατί τώρα έχει να δώσει περισσότερα στοιχεία στο δικαστήριο.
» Αυτή από την Τανζανία την έλεγαν Kiu Kiu. Εκεί γνώρισα και μια άλλη γυναίκα από την Αφρική, με το όνομα Νατάσα και ηλικία πάνω από 20 χρονών περίπου. Η συγκεκριμένη μού εξιστόρησε το πώς είχε βρεθεί εδώ και ανατρίχιασα. Γέννησε μόνη της μέσα σε μια τουαλέτα ενός εστιατορίου το μωράκι της και το στραγγάλισε. Αφού το σκότωσε, το πέταξε στον δρόμο και το βρήκε ένας άνθρωπος νομίζοντας ότι είναι ψόφιος σκύλος και το πέταξε στα σκουπίδια. Από τα σκουπίδια το βρήκε μια ρακοσυλλέκτρια, νομίζοντας ότι είναι παιχνίδι για τα μωράκια και το μάζεψε. Ήταν νύχτα και δεν μπορούσε η ρακοσυλλέκτρια να δει τι ήταν και το πρωί μόλις ξημέρωσε πήρε την αστυνομία τηλέφωνο και είδε τι ήταν τελικά αυτό το νεκρό αποσυναρμολογούμενο ‘παιχνίδι’.
» ‘Εζησα για να ακούσω από τους ίδιους τους δολοφόνους των παιδιών τους τις ιστορίες, ή μάλλον όχι ιστορίες, αλλά πραγματικότητες! Θεέ μου, βοήθα με, Ταξιάρχη μου, βοήθα με!»
Η υπεράσπιση
Οι ποινικολόγοι μοιάζουν, κατά κάποιο τρόπο, με τους καρδιολόγους, που καλούνται να ανατάξουν τη λειτουργία της καρδιάς ενός ασθενούς μετά από ένα έμφραγμα. Η παρουσία μας, οι γνώσεις μας, η εμπειρία μας, αλλά και οι «τεχνικές» μας είναι το αντίστοιχο «ΚΑΡΠΑ» την κατάλληλη στιγμή. Στο σημείο αυτό θέλω να καταστήσω σαφές, ότι η προσπάθεια της οικοδόμησης της υπερα σπιστικής γραμμής είναι μία διαδικασία που γίνεται ακόμη και όταν ο κατηγορούμενος δηλώνει αθώος, όπως σε αυτή την περίπτωση. Δεν επιθυμώ να εκληφθεί σε καμία περίπτωση η προσπάθειά μου αυτή ως απόπειρα να μετατρέψω έναν ένοχο σε αθώο,αλλά ως προσπάθεια να κτίσω γερές βάσεις στα επιχειρήματα του αθωωτικού ισχυρισμού της εντολέως μου. Από τη στιγμή που δια κηρύσσει την αθωότητά της οφείλω να τη σεβαστώ και να συμπορευτώ.
Εάν δήλωνε ένοχη, αποδεχόμενη τις κατηγορίες, η ποινή της θα μειωνόταν κατά πολύ, σχεδόν περισσότερο από το μισό της προβλεπόμενης, αφού θα εξέτιε περίπου 11 έως 14 έτη, με την πιθανότητα περαιτέρω μείωσης σε περίπτωση καλής διαγωγής. Η διαγωγή της Ειρήνης εντός του καταστήματος κράτησης ήταν άψογη, γεγονός που θα μπορούσε να καθορίσει τη συνολική της ποινή ακόμη και στα 8 έως 11 έτη. Και αυτός ήταν ο μεγαλύτερος προβληματισμός, τόσο ο δικός μου, όσο και του δικηγόρου που επέλεξα να συνεργαστούμε για να την εκπροσωπήσει επ’ ακροατηρίω (barrister), αφoύ σε περίπτωση που χάναμε το προσωπικό μας στοίχημα να πείσουμε το δικαστήριο για την αθωότητά της, τότε η Ειρήνη θα έβλεπε πολύ αργότερα το φως του ήλιου.
Στο Χονγκ Κονγκ η ποσότητα των 2,6 κιλών κοκαΐνης θεωρείται αν όχι τεράστια, σίγουρα πολύ μεγάλη. Στη νομολογία της εν λόγω ασιατικής χώρας δεν υπήρχε προηγούμενο αθωώσεως πριν από την Ειρήνη σε αντίστοιχη υπόθεση, με αποτέλεσμα, και επειδή το δικαστικό σύστημα του Χονγκ Κονγκ έχει αγγλικές ρίζες -που σημαίνει ότι λαμβάνονται υπόψη προηγούμενες δικαστικές αποφάσεις (νομολογία)- η πρωτοφανής για τα κινεζικά δικαστικά χρονικά αθώωση της Ειρήνης βοήθησε εν τοις πράγμασι πολλές ακόμα κρατούμενες, που υπήρξαν θύματα ως βαποράκια διεθνών κυκλωμάτων, τα οποία εκμεταλλεύονται την άγνοια, την απειρία και την επιθυμία αυτών των ανθρώπων για μία καλύτερη ζωή, να αθωωθούν μετά.

Οι ακροάσεις
Στις 11 Σεπτεμβρίου 2018, η Ειρήνη γράφει στους γονείς της κλείνοντας το γράμμα της πως έχει ανάγκη την αγκαλιά τους, την υποστήριξή τους, την αγάπη τους και τους ζητά να μην την εγκαταλείψουν. Τους λέει πως πολεμάει μαζί τους και εύχεται να γυρίσει σπίτι της φέτος μαζί τους. Οι γονείς της, άνθρωποι του μεροκάματου και του καθημερινού μόχθου, από τους αξιοπρεπέστερους ανθρώπους που έχω συναντήσει στη ζωή μου, δεν επρόκειτο φυσικά ποτέ να την εγκατέλειπαν. Αυτό που συμβαίνει κάθε φορά, όταν ένα πρόβλημα παρουσιά ζεται σε ένα σπιτικό, είτε ενδυναμώνει τις σχέσεις της οικογένειας είτε τις αποδομεί μέρα με την ημέρα.
Γνωρίζω με πόση δυσκολία έκλεισαν αυτά τα εισιτήρια, όχι μόνο για το οικονομικό σκέλος, αφού δύο τέτοια εισιτήρια μετ’ επιστροφής αντιστοιχούν σε τρεις μισθούς του πατέρα της, αλλά κυρίως για το τι θα αντίκρυζαν και πώς θα αντιμετώπιζαν την κόρη τους. Σκέφτομαι την έγνοια τους να κρύψουν την αγωνία την δική τους από τα πρόσωπά τους, για να μην αγχώσουν την Ειρήνη. Την έντονη επιθυμία που είχαν να της μεταφέρουν κάποιο καλό νέο, το οποίο δυστυχώς δεν κατάφεραν να μου αποσπάσουν, διότι ως δικηγόρος δεν οφείλω να είμαι αναμεταδότης ευχάριστων ή δυσάρεστων νέων, αλλά προσπαθώ να μιλάω με τις πράξεις μου -και συνήθως στο τέλος- αφού ποτέ δεν υπόσχομαι στους εντολείς μου τίποτε.
Φαντάζομαι και την αγωνία τους, για το κάθε πότε θα μπορούν να την επισκέπτονται, εάν καταδικαζόταν σε λίγους μήνες από τότε. Άλλοι σκέφτονται πού θα ταξιδέψουν κάθε χρόνο και δύο καθημερινοί άνθρωποι από τη Μυτιλήνη σκεφτόντουσαν το πώς θα καταφέρουν να επισκέπτονται το παιδί τους μία φορά το χρόνο σε ένα τόσο μακρινό μέρος, για να το δουν μία φορά και μόνο για μισή ώρα.
Εκείνο το πρωινό το θυμάμαι πολύ καλά, γιατί ήταν μετά τα γενέθλια της Ειρήνης, όταν συμπλήρωσε το 21ο έτος της ηλικίας της, οπότε και μεταφέρθηκε στις Φυλακές Ενηλίκων πια. Η καθημερινότητά της δεν άλλαξε ριζικά, ούτε η μεταγωγή σε άλλη φυλακή και η επικοινωνία την έκαναν να αισθανθεί μεγαλύτερη. Είχε ήδη ωριμάσει και η ίδια η ζωή την είχε μεγαλώσει απότομα. Το πρωινό εκείνο, όταν της είπαν ότι είχε μία επίσκεψη, χωρίς να το γνωρίζει, παρόλα αυτά κατάλαβε αμέσως ποιοι ήταν οι επισκέπτες. Και μου είπε στο τηλέφωνο πως αυτό ήταν το καλύτερο δώρο γενεθλίων που της είχε κάνει ποτέ κάποιος.
Τους γονείς της τους συνάντησε πίσω από ένα τζάμι και η προσδοκία για την αγκαλιά τους και η δική τους για την δική της δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ. Οι Κινέζοι είναι εξαιρετικά αυστηροί, τα πρωτόκολλα ασφαλείας εντός των φυλακών θυμίζουν στρατιωτική εγκατάσταση. Στη διάρκεια αυτής της μισής ώρας ζήτησε κλαίγοντας από τον πατέρα της να την πιστέψει, κάτι το οποίο από δικής του πλευράς ήταν ούτως ή άλλως αδιαμφισβήτητο. Έκλαιγε η Ειρήνη και έκλαιγαν και οι γονείς της. Σαφώς το κλάμα τους είχε λυτρωτική επίδραση για όλους, αλλά ήταν σαφέστατα δυσκολότερο να πουν το οτιδήποτε.
Την 9η Ιουλίου 2018, κατόπιν αναβολής από την 4η Ιουνίου 2018, η Ειρήνη μετήχθη στο δικαστήριο, προ κειμένου να δηλώσει αθώα, όπερ και εγένετο. Η ίδια επιθυμούσε διακαώς να αποδειχθεί η αθωότητά της και η υπεράσπιση είχε όλα τα στοιχεία τώρα πια. Ταυτόχρονα, το δικαστήριό της προσδιορίστηκε να εκδικασθεί την 7η Μαρτίου 2019 ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστη ρίου του Χονγκ Κονγκ. Ο Πρόεδρος του δικαστηρίου έχει κατευθυντήριο ρόλο όσον αφορά τη διαδικασία, αλλά την τελική απόφαση περί ενοχής ή αθωότητας τη λαμβάνει το 7μελες σώμα των ενόρκων, δηλαδή οι απλοί πολίτες.
Στις φυλακές Ενηλίκων του Χονγκ Κονγκ, οι συνθήκες στα γράμματα της Ειρήνης περιγράφονται άθλιες και τριτοκοσμικές. Τα πρωινά συνοδεύονται από πολύ γρήγορο πλύσιμο του προσώπου και των χεριών, γυάλισμα των παπουτσιών, παράταξη και παρέλαση και έπειτα πρωινό, το οποίο είναι μία φέτα ψωμί με δύο κουταλιές σούπας ψαριού ή μαρμελάδα. Ουκ ολίγες φορές, η Ειρήνη αναφέρθηκε στην υγιεινή του φαγητού, αφού πολλές φορές είτε διαπίστωσε ότι ήταν χαλασμένο ή οδηγήθηκε στο ιατρείο με στομαχικούς πόνους.
Ο Γενικός πρόξενος και ο πρόξενος της Ελλάδας συνέχιζαν τακτικά να την επισκέπτονται μεταφέροντας της νέα για την υπόθεσή της ή απλώς συζητώντας μαζί της. Η Ειρήνη ήταν αποφασισμένη να δηλώσει αθώα. Το γεγονός της πιθανής καταδίκης της, η οποία θα επέφερε 27-30 έτη κάθειρξης ήταν ο συγκλονιστικότερος αγώνας που θα έδινε ποτέ στη ζωή της. Ένας δίκαιος αγώνας…
Ημέρα 1η του δικαστηρίου
Ξημέρωσε η Πέμπτη 7 Μαρτίου 2019. Η δίκη θα διεξήγετο, όπως προανέφερα, ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου (The High Court) του Χονγκ Κονγκ. Εάν θα έπρεπε να το παραλληλίσω με τα δικά μας δικαστήρια, θα χαρακτήριζα αυτό το δικαστήριο ως Αμιγές Ορκωτό Εφετείο, δηλαδή το δικαστήριο που στην δικαιοδοσία του υπάγονται βαριά αδικήματα, ανάμεσα στα οποία ήταν και η κατηγορία που αντιμετώπιζε η Ειρήνη.
Οι γονείς της κάθισαν στο ακροατήριο με την αγωνία ζωγραφισμένη στο πρόσωπό τους, καθότι είχε φτάσει η ώρα της κρίσεως. Στις 9 το πρωί και έχοντας λάβει όλοι τις θέσεις τους στο Court Νο. 11, ανέβηκε στην έδρα η πρόεδρος του δικαστηρίου με κόκκινη τήβεννο και περούκα, κατά την παράδοση των βρετανικών δικαστηρίων. Η δικαστής διευθύνει απλώς τη διαδικασία, δίνει και αφαιρεί τον λόγο και επιβάλλει την ποινή σε περίπτωση ενοχής. Το σώμα των ενόρκων του Ανωτάτου Δικαστηρίου είναι 7μελες και αποφασίζει κυριαρχικά επί της ενοχής ή αθωότητας και μόνο. Η απαιτούμενη πλειοψηφία για την καταδίκη είναι 5-2.
Στην περίπτωση της Ειρήνης, το σώμα των 7 ενόρκων απαρτίστηκε από τον πρόεδρο των ενόρκων, έναν Γάλλο, ο οποίος ήταν καθηγητής γαλλικής φιλολογίας, 2 Κινέζους από το Χονγκ Κονγκ, έναν ένορκο από την Ταϊλάνδη, 3 από την ηπειρωτική Κίνα και μία Γερμανίδα που ζούσε στο Χονγκ Κονγκ.
Στην Κίνα η απόφαση πρέπει να βασίζεται αποκλειστικά στα αντικειμενικά στοιχεία που υπάρχουν εντός της δικογραφίας,αλλά και από όσα ακόμη προκύψουν από τη διαδικασία. Το γεγονός που μας είχε προβληματίσει, λοιπόν, με τον συνάδελφο δικηγόρο, είναι ότι από τα αντικειμενικά στοιχεία της δικογραφίας, εκ πρώτης όψεως, η Ειρήνη έμοιαζε ένοχη. Παρότι αμφότεροι πιστεύαμε στην αθωότητά της, οφείλω να ομολογήσω και σήμερα ότι μέχρι και την τελευταία στιγμή είχα ισχυρές αμφιβολίες για το εάν το δικαστήριο δεν θα ακολουθούσε την πεπατημένη και την απολύτως προβλέψιμη καταδικαστική κρίση του, η οποία άνετα προέκυπτε από τα αντικειμενικά δεδομένα της δικογραφίας. Για τον λόγο αυτό άλλωστε όλοι όσοι την επισκέπτονταν στη φυλακή προσπαθούσαν να την πείσουν να δηλώσει ένοχη (plead guilty), έτσι ώστε να μειωθεί η ποινή της κατά το ένα τρίτο αυτής.
Η κατηγορούσα αρχή είχε καλέσει δύο μάρτυρες της Interpol (του International Criminal Police Organization, ενός διεθνούς διακρατικού αστυνομικού οργανισμού, με συμμετοχή 194 κρατών) οι οποίοι είχαν ανοίξει το κινητό της Ειρήνης ελέγχοντας το περιεχόμενό του. Η Interpol ενεπλάκη με σκοπό να αναζητηθεί ο άνθρωπος που είχε υποδείξει η Ειρήνη ως το άτομο που της έδωσε το σακίδιο με τα ναρκωτικά.
Η Interpol επεξεργάστηκε το κινητό της και επα νέφερε όλα τα μηνύματα που είχαν ανταλλαγεί μεταξύ τους. Τα μηνύματα αυτά αποτελούσαν ισχυρό στοιχείο για την αθωότητά της, διότι δεν περιείχαν τίποτα το ενοχοποιητικό. Είχε προφανώς άθελά της εμπλακεί σε ένα δίκτυο μεγαλεμπόρων ναρκωτικών.
Η Ειρήνη είχε δώσει τους κωδικούς του email της στον Father John την πρώτη φορά που την επισκέφθηκε στην φυλακή. Εκείνος αμέσως μου τηλεφώνησε και μου τους έδωσε. Από την έρευνα που κάναμε οι συνεργάτες μου και εγώ προέκυψε ότι είχε γίνει σύνδεση την 24η Νοεμβρίου του 2017 από την Αντίς Αμπέμπα από τον λογαριασμό της Ειρήνης και κάποιος τρίτος είχε παρέμβει αλλάζοντας τους κωδικούς της. Ωστόσο, η Ειρήνη είχε συλληφθεί ήδη από τις 20 Νοεμβρίου 2017… Κάποιος ήθελε να κρύψει κάτι -και το μόνο βέβαιο είναι ότι δεν ήταν η
Ειρήνη.
Αυτά τα αποδεικτικά στοιχεία εισέφερα εκείνη την ημέρα στη δίκη προς μεγάλη έκπληξη και δυσφορία του Εισαγγελέα. Έτσι, καταρρίφθηκε η προσπάθεια της Interpol να καταστήσει ένοχη την Ειρήνη. Πλέον, τα μόνα στοιχεία που απέμεναν, εκτός του αντικειμενικού στοιχείου της κατασχέσεως της ποσότητας της ναρκωτικής ουσίας, ήταν οι συνομιλίες της με το άτομο που εκείνη υπέδειξε στις αρχές από την πρώτη στιγμή, οι οποίες συνομιλίες χρονικά εκτείνονταν από την ώρα που ήταν στο αεροδρόμιο έως τη σύλληψή της.
Ο εκπρόσωπος της Interpol προσπαθούσε ανεπιτυχώς να επισημάνει στους ενόρκους, ότι εφόσον οι μοναδικές συνομιλίες που υπήρχαν ήταν κατά την κρίσιμη στιγμή της σύλληψής της, τότε αυτό απεδείκνυε την ενοχή της, αλλά εκείνη τη στιγμή προσεκόμισα φωτογραφίες της Ειρήνης μαζί με αυτόν τον άνθρωπο, οπότε και απεδείχθη το λογικό: για ποιον λόγο να έχουν προγενέστερες συνομιλίες, εφόσον ήταν μαζί; Όλα αυτά οι ένορκοι τα άκουγαν, τα έγραφαν και τα συζητούσαν,χωρίς ωστόσο να θέσουν έως τότε κανένα απολύτως ερώτημα.
Όταν η Ειρήνη έφτασε στο αεροδρόμιο του Χονγκ Κονγκ και ενώ είχε περάσει κανονικά από όλους τους ελέγχους έψαχνε να ρωτήσει πού υπήρχε κατάστημα, για να κάνει συνάλλαγμα. Της είπαν ότι υπήρχε έξω από το αεροδρόμιο. Προχωρώντας προς την έξοδο, τη σταμάτησε ένας αστυνομικός του αεροδρομίου και τότε τη ρώτησε αν μπορεί να της ελέγξει τα πράγματα. Εκείνη δέχτηκε, ενώ υπό κανονικές συνθήκες δεν είχε λόγο να ελεγχθεί. Συνεπώς, αυτό μέτρησε θετικά υπέρ της.
«Μπορούμε να κάνουμε έναν πιο ενδελεχή έλεγχο στα πράγματά σου;» την ρώτησε, και τότε ήταν στον έλεγχο αυτό, που εντόπισαν τη ναρκωτική ουσία. Μετά τον έλεγχο τη μετέφεραν σε ένα δωμάτιο, ανακριτικού τύπου, όπου ένας σκύλος ειδικά εκπαιδευμένος στο να ανιχνεύει ναρκωτικές ουσίες, τη μύριζε από πάνω μέχρι κάτω. Περισσότεροι από 30 αστυνομικοί βρισκόντουσαν παρατεταγμένοι γύρω της, προκειμένου να ασφαλίσουν τον χώρο. Πάνω σε έναν πράσινο τάπητα άδειασαν όλο το περιεχόμενο της βαλίτσας, τραβούσαν φωτογραφίες για τα πειστήρια της δικογραφίας που θα σχηματιζόταν και τοποθέτησαν δίπλα τη ναρκωτική ουσία, η οποία έσκασε με δύναμη από το άνοιγμα του συμπιεσμένου δέματος και μια άσπρη σκόνη απλώθηκε στην ατμόσφαιρα σαν σύννεφο.
Σύμφωνα με την έκθεση του χημείου η καθαρή ουσία του ναρκωτικού ήταν 2,1 από τα 2,6 κιλά στο σύνολο, γεγονός πολύ αρνητικό για την Ειρήνη. Το μόνο θετικό εκείνη τη στιγμή ήταν όταν ζητήθηκε στους αστυνομικούς να περιγράψουν την αντίδρασή της, οι οποίοι δήλωσαν ότι έκλαιγε ασταμάτητα και έμοιαζε να είναι έκπληκτη και αποσβολωμένη. Το γεγονός ότι υπήρξε θύμα ενός οργανωμένου κυκλώματος εμπορίας ναρκωτικών ουσιών ήταν και το ότι ελέγχθηκε το σακίδιο της νωρίτερα, χωρίς να βρεθεί κάτι επιλήψιμο. Κατά λογική ακολουθία των πραγμάτων, άλλωστε, θα έπρεπε να είχε εντοπιστεί η ναρκωτική ουσία ήδη από την Αντίς Αμπέμπα της Αιθιοπίας, αφού είχε περάσει κανονικά όλους τους ελέγχους, αλλά και τους ελέγχους X-ray.
Ημέρα 2η του δικαστηρίου
Τη δεύτερη ημέρα της ακροάσεως τον λόγο πήρε ο Εισαγγελέας, ο οποίος έδωσε αγώνα για να κριθεί ένοχη η Ειρήνη. Όσες φορές όμως κι αν είπε τη λέξη ένοχη, χωρίς τον χαρακτηρισμό αυτό να μπορεί να τον αποδείξει έστω και με ένα έγγραφο της δικογραφίας, η Πρόεδρος τον επανάφερε στην τάξη. Ο εισαγγελέας προσπάθησε ανεπιτυχώς να κάνει χρήση εγγράφων που είχαν ληφθεί στο τελωνείο -χωρίς όμως την παρουσία μεταφραστή- η Πρόεδρος όμως απέρριψε το αίτημά του. Δεν κατόρθωσε να επηρεάσει τους ενόρκους, αλλά ούτε και να παγιδεύσει την Ειρήνη, όταν υποβάλλοντάς της ερωτήσεις επί 3 ώρες προσπαθούσε να αποδείξει ότι γνώριζε το περιεχόμενο του σακιδίου, χωρίς ωστόσο να τα καταφέρει.
Έφτασε μέχρι στο σημείο να προσπαθεί με αδόκιμους και προσβλητικούς χαρακτηρισμούς προς την κατηγορουμένη να σχολιάζει την εμφάνισή της κατά τη σύλληψή της, ως δήθεν εμφάνιση που αποδείκνυε την ενοχή της. Αυτό ήταν ένα θέμα άλλωστε που είχαμε συζητήσει με τον συνάδελφο δικηγόρο του Χονγκ Κονγκ και είχαμε συμφωνήσει πως η εμφάνισή της ήταν από τα υπέρ, αφού, εάν γνώριζε το περιεχόμενο του σακιδίου θα επέλεγε μία ενδυμασία περισσότερο συνηθισμένη και συντηρητική, που δεν θα την ξεχώριζε σε μεγάλο βαθμό από τους υπόλοιπους ταξιδιώτες.
Αναστάτωση προκλήθηκε, όταν ο εισαγγελέας ζήτησε από την Πρόεδρο του δικαστηρίου να του επιτρέψει να δώσει στην Ειρήνη μία τσάντα άδεια στο ένα χέρι και στο άλλο χέρι μία σακούλα με τα 2,6 κιλά κοκαΐνης, που περιλαμβανόταν στα πειστήρια της δίκης, προκειμένου μέσω της αναπαράστασης να αποδείξει ότι μπορούσε να καταλάβει ότι κουβαλά επιπλέον βάρος.
Εκείνη τη στιγμή η Ειρήνη έτρεμε.Τότε τη ρώτησαν αν μπορεί να καταλάβει ποια είναι η διαφορά βάρους ανάμεσα στα δύο σακίδια. Ανέμεναν ότι θα απαντού σε ότι καταλαβαίνει την διαφορά, πλην όμως διαψεύ στηκαν, αφού απάντησε πως βέβαια τώρα μπορεί να αντιληφθεί τη διαφορά, αλλά εξήγησε ότι, όταν εκεί νη παρέλαβε το σακίδιο, αυτό ήταν σε όρθια θέση και ακουμπισμένο πάνω στο κρεβάτι του ξενοδοχείου και η ναρκωτική ουσία συμπιεσμένη και ραμμένη στην πλάτη σε όλο το μήκος και πλάτος της επιφάνειας του σακιδίου.Συνεπώς δεν θα μπορούσε να αντιληφθεί την ύπαρξη ενός επιπλέον βάρους,ούτε άλλωστε είχε ποτέ σηκώσει την τσάντα άδεια από το επίμαχο περιεχόμενο.
Τότε πήρα το ρίσκο και ζήτησα μέσω του barriςter να πάρει την τσάντα στα χέρια του ο Πρόεδρος του σώματος των ενόρκων. Πίστευα ότι δεν θα το δεχόταν η Πρόε δρος του δικαστηρίου, πλην όμως προς ικανοποίησή μου το επέτρεψε. Το ρίσκο συνίστατο στο να θεωρήσει ο ένορκος με βάση καθαρά προσωπικά κριτήρια, ότι η Ειρήνη ήταν σε απόλυτη θέση να αντιληφθεί ότι μετέ φερε κρυμμένο επιπλέον βάρος στο σακίδιο που της δόθηκε. Η πρωτοβουλία όμως απέδωσε, διότι από την έκφραση του προσώπου του και τη γλώσσα του σώματος κατάλαβα ότι πείστηκε από την εξήγηση της Ειρήνης. Βλέπαμε την αμφιβολία να σχηματίζεται σιγά-σιγά στα πρόσωπά τους…
Ημέρα 3η του δικαστηρίου
Την τρίτη ημέρα, με την αγωνία να κορυφώνεται ολοένα και περισσότερο, αφού την επομένη ημέρα θα έβγαινε η απόφαση μετά την απολογία της, η Ειρήνη εξετάσθηκε και από τους συνηγόρους υπεράσπισής της, όπως προβλέπεται στο αγγλοσαξωνικό δίκαιο. Τότε είχαμε τη δυνατότητα να παρουσιάσουμε για πρώτη φορά τα ισχυρά υπερασπιστικά στοιχεία που είχαμε συγκεντρώσει.
– Πρώτον, είχε μόνο ένα κινητό μαζί της, ενώ συνήθως οι έμποροι ναρκωτικών έχουν άνω της μίας συσκευής, χρησιμοποιώντας τη δεύτερη ή και τρίτη πολλές φορές συσκευή τους για τις συναλλαγές και την επικοινωνία τους.
– Δεύτερον, είχε επάνω της λίγα χρήματα, γεγονός που δεν είναι σύνηθες για έναν διακινητή ναρκωτικών.
– Τρίτον, δεν απέφυγε ούτε τον πρώτο ούτε τον δεύτερο ούτε τον τρίτο έλεγχο, που της ζητήθηκε κατά την στιγμή της εξόδου της από το αεροδρόμιο του Χονγκ Κονγκ.
– Τέταρτον, από την ηλεκτρονική αλληλογραφία της (SMS) απεδεικνύετο ότι ήταν ανυποψίαστη και δεν θα μπορούσε να γνωρίζει το περιεχόμενο του σακιδίου.
– Πέμπτον, η εμφάνισή της ήταν εντυπωσιακή, κάτι που δεν είθισται στα βαποράκια.
– ‘Εκτον, ο Εισαγγελέας καθόλη τη διάρκεια της δίκης προσπαθούσε να αποδομήσει τον βασικό ισχυρισμό της Ειρήνης. Αυτός διετείνετο, δηλαδή, ότι δεν υπήρχε κανένα τρίτο πρόσωπο που να της έδωσε το σακίδιο με τα ναρκωτικά. Υποστήριζε μάλιστα πως αυτός ο ισχυρισμός αποτελεί μία συνήθη δικαιολογία όλων των κατηγορουμένων σε αυτές τις περιπτώσεις. Είχα ήδη από την Ελλάδα όμως προβεί σε μετάφραση του συνόλου του περιεχομένου της συνέντευξης που είχε παραχωρήσει αυτό το τρίτο πρόσωπο, που είχε υποδείξει η Ειρήνη, σε Ελληνίδα δημοσιογράφο, γεγονός που έπεισε τους ενόρκους και την Πρόεδρο ότι όντως επρόκειτο περί υπαρκτού προσώπου.
Είναι εξαιρετικά σύνηθες σε υποθέσεις ναρκωτικών οι συλληφθέντες να υποδεικνύουν ως προμηθευτές τους ή ως τους πραγματικούς ιδιοκτήτες της ναρκωτικής ουσίας ανύπαρκτα πρόσωπα, προκειμένου να θεμελιώσουν ισχυρισμό συνεργασίας με τις αρχές και έμπρακτης μετάνοιας. Η δίκη διεκόπη για συνολικά δύο ώρες έως ότου παρακολουθήσουν τη συνέντευξη υποτιτλισμένη με μετάφραση στα αγγλικά, αφού όλη η διαδικασία διεξήγετο στην αγγλική γλώσσα.
– Έβδομον και πολύ σημαντικό, δεν υπήρχαν δακτυλικά αποτυπώματα πάνω στο περικάλυμμα της ναρκωτικής ουσίας, αφού υποδείξαμε το έγγραφο που απεδείκνυε την ανυπαρξία τους, για την οποία είχαμε υποβάλει σχετική αίτηση, προκειμένου να διενεργηθεί έλεγχος και να συσχετιστεί με τη δικογραφία.
– Όγδοο, δεν βρέθηκε ναρκωτική ουσία στο αίμα ή στα ούρα της Ειρήνης.
– ‘Ενατον, στο δικαστήριο ήταν παρόντες οι γονείς της, δύο εξαιρετικοί άνθρωποι, οι οποίοι εργάζονται στο δημόσιο, γεγονός που εκτιμάται ιδιαίτερα στην Κίνα. Πάντοτε μία συγκροτημένη οικογένεια, η οποία στηρίζει τον κατηγορούμενο, εκτιμάται θετικά από τα δικαστήρια.
– Δέκατον, η ιδέα να καταθέσουν μηνυτήρια αναφορά οι ίδιοι οι γονείς της κατά της κόρης τους στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών και η οποία είχε χαρακτηριστεί ως νομικό τέχνασμα, προκειμένου να ανοίξει η υπόθεση και στην Ελλάδα. Φυσικά, όπως ήδη έχω αναφέρει, αυτό δεν έγινε προκειμένου να δείξουμε ότι δεν είχαμε να φοβηθούμε τίποτα στο δικαστήριο του Χονγκ Κονγκ, αλλά σε περίπτωση καταδίκης της να υπάρχει εκκρεμής δίκη στην Ελλάδα. Κατ’ αυτόν τον τρόπο θα μπορούσε να μεταχθεί στην πατρίδα της. Το αποτέλεσμα ήταν να ανοίξει πράγματι η υπόθεση και στην Ελλάδα και η Ειρήνη να αθωωθεί για δεύτερη φορά.
Η απόφαση
Ξημέρωσε Τετάρτη 13 Μαρτίου 2019, η ημέρα της κρίσεως. Σε όλη μου τη σταδιοδρομία, όταν πρόκειται να εκδοθεί η δικαστική απόφαση, έχω πάντοτε την αγωνία της πολύωρης αναμονής και της προσμονής του αποτελέσματος, πολλώ δε μάλλον σε μία τόσο σοβαρή δίκη με τον νόμο να προβλέπει δρακόντειες ποινές σε μία ξένη χώρα, με διαφορετικό σύστημα απονομής δικαιοσύνης από ό,τι στην Ελλάδα.
Βέβαια δεν ήταν η πρώτη φορά στην ζωή μου που δίκαζα σε ποινικό δικαστήριο στο εξωτερικό. Πριν από αρκετά χρόνια είχα αναλάβει την υπεράσπιση ενός νεαρού Έλληνα, ο οποίος μετέφερε μέσα στις μπότες του τρία κιλά κοκαΊνης προερχόμενος από το Σαντιάγκο της Χιλής και προσγειώθηκε και συνελήφθη ξημερώματα στην Πίζα της Ιταλίας. Ανέλαβα την υπόθεση μετά από αίτημα των γονέων του και παραστάθηκα και τον υπερασπίστηκα ενώπιον του δικαστηρίου Κακουργημάτων της Πίζας. Ήταν μία ενδιαφέρουσα για εμένα εμπειρία. Διεξήγαγα τη δίκη και αγόρευσα στα αγγλικά με διερμηνέα που μετέφραζε ταυτόχρονα στα ιταλικά. Βέβαια, με την Ιταλία έχουμε κοινές ρίζες στο ποινικό δίκαιο και στην ποινική δικονομία, λόγω και του ρωμαϊκού δικαίου, αλλά και της γαλλογερμανικής ευρωπαϊκής παράδοσης.
Το δικαστήριο που δίκασε στην Πίζα αποτελείτο μόνο από τακτικούς δικαστές, όπως ισχύει και στην Ελλάδα με τα Μονομελή και Τριμελή Εφετεία Κακουργημάτων, που δικάζουν σε πρώτο βαθμό τις παραβάσεις της νομοθεσίας του νόμου περί ναρκωτικών. Η βασική διαφορά μεταξύ της υποθέσεως της Ιταλίας και της υποθέσεως της Ειρήνης ήταν ότι στην περίπτωση του νεαρού ήταν ομολογημένη η πράξη του και επιδιώκαμε μία χαμηλή κατά το δυνατόν ποινή, ενώ στο Χονγκ Κονγκ η Ειρήνη ταλαντεύονταν ανάμεσα στον Θάνατο και την Ανάσταση.
Και στην Πίζα πήγαν καλά τα πράγματα… Ο νεαρός καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης 3 ετών και μετά από 6 μήνες κράτησης αποφυλακίστηκε και επέστρεψε στην Ελλάδα. Θυμάμαι την έκπληξη που δοκίμασα, όταν ο πρόεδρος του δικαστηρίου μετά την έκδοση της αποφάσεως και την εκφώνηση της ποινής, και αφού κήρυξε το πέρας της διαδικασίας με περισσή ευγένεια, αλλά και μεσογειακή θερμότητα, με κάλεσε σε ένα από τα ωραία ιταλικά καφέ απέναντι από τα δικαστήρια, για να μου προσφέρει ένα εσπρέσο στο πόδι και να συζητήσουμε για την απονομή της ποινικής δικαιοσύνης στην Ελλάδα.
Οι παράγοντες της δίκης και το κοινό στο Χονγκ Κονγκ παρακολουθούσαν με θρησκευτική ευλάβεια, με απόλυτη τάξη και ησυχία. Μου ήρθαν βέβαια στο νου ορισμένες τριτοκοσμικές εικόνες στην Ελλάδα, με επιθέσεις και ύβρεις κατά των συνηγόρων υπερασπίσεως, με διακοπές και φωνασκίες κατά τη διάρκεια της αγόρευσής τους ή με διαδηλώσεις έξω από τις αίθουσες των δικαστηρίων.
Ας μην παρεξηγηθεί η σύγκριση που κάνω εδώ, διότι ούτε επιθυμώ να αποθεώσω την Κίνα ούτε θέλω να υποτιμήσω την πατρίδα μου. Μερικών μηνών δικηγόρος ήμουν στο μακρινό πια για εμένα 1992, όταν μαζί με τον μέντορά μου και διαπρεπέστερο, κατά γενική ομολογία, Έλληνα ποινικολόγο των τελευταίων 50 ετών, Αλέξανδρο Λυκουρέζο, υπερασπιστήκαμε έναν κατηγορούμενο για διπλή ανθρωποκτονία. Χρειαζόμασταν κάθε μέρα μία διμοιρία των ΜΑΤ για να μας προστατεύει…
Ακόμα ηχούν στα αυτιά μου τα λόγια της μητέρας του ενός θύματος, που με μία κορνίζα στο χέρι προέτρεπε να κοιτάξουν οι δικαστές τα μάτια του παιδιού της και την απάντηση από έδρας του Προέδρου του Κακουργιοδικείου και μετέπειτα επιτίμου Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου, Δημητρίου Γουργουράκη, «Κυρία μου, σεβόμαστε τον πόνο σας, αλλά στην ποινική δίκη το μόνο που με ενδιαφέρει είναι τα μάτια του κατηγορούμενου».
Τα μάτια του κατηγορουμένου… κάτι που πολλές φορές παραβλέπεται και λησμονείται στην Ελλάδα. Το Ποινικό Δίκαιο θεωρεί τον κατηγορούμενο το κεντρικό πρόσωπο της ποινικής δίκης και αυτή η βασική αρχή πέφτει πολλές φορές θύμα εντυπωσιοθηρίας και λαϊκισμού.
Μετά την αγόρευση στο Χονγκ Κονγκ ακολούθησε η σύνοψη της δίκης από μέρους της Προέδρου απευθυνόμενη στους ενόρκους. Ήταν πολύ κρίσιμη στιγμή, γιατί οι συνάδελφοι δικηγόροι, μού εξήγησαν ότι ο τρόπος που θα απευθυνθεί προς τους ενόρκους, αλλά και τα σημεία στα οποία θα έδινε βαρύτητα, θα ήταν ιδιαίτερα μεγάλης σημασίας για τη διάσκεψή τους. Άρχισα να έχω μία μικρή αισιοδοξία, όταν άκουσα να λέει η Πρόεδρος «αξιότιμοι κύριοι Ένορκοι, εάν διατηρείτε οποιαδήποτε αμφιβολία, έστω και μικρή, για την ενοχή της κατηγορουμένης, είστε υποχρεωμένοι εκ του νόμου να την αθωώσετε».
Στο σημείο αυτό η Πρόεδρος κήρυξε τη λήξη της αποδεικτικής διαδικασίας και οι ένορκοι αποσύρθηκαν συνοδεία δικαστικών υπαλλήλων στα διαμερίσματα των διασκέψεων. Να επισημάνω εδώ, ότι από τη στιγμή που ξεκίνησε η διάσκεψη των ενόρκων δεν επιτρεπόταν να εξέλθουν από το κτήριο έως ότου καταλήξουν σε απόφαση. Αυτό θα μπορούσε να κρατήσει πολλές ημέρες. Στην περίπτωση αυτή το κράτος τους παρέχει εντός του κτηρίου δωμάτια για να κοιμηθούν και τα γεύματά τους. Δεν επιτρέπεται επαφή με τον έξω κόσμο έως τη στιγμή που ο προϊστάμενος των ενόρκων παραδώσει την απόφαση στον Πρόεδρο του δικαστηρίου.
Ο Άγγλος συνάδελφος επέστρεψε στο γραφείο του και εγώ πήγα στο ξενοδοχείο μου έχοντας την πρόβλεψή του ότι θα χρειαστούν τουλάχιστον 8 με 10 ώρες και ότι θα φτάσουμε μεσάνυχτα. Σε όλη μου τη σταδιοδρομία αυτές οι ώρες της αναμονής ως την έκδοση της δικαστικής απόφασης μου φαίνονται ατελείωτες.
Η έκπληξή μου και η ταραχή μου ήταν λοιπόν μεγάλες, όταν δυόμιση ώρες μετά ακούω τον barrister να μου λέει «Sakis, we have the verdict» (Σάκη, έχουμε την απόφαση). Δεν θυμάμαι σε πόση ώρα έφτασα στο δικαστήριο. Τα λεπτά μέχρις ότου ανέβει η Πρόεδρος στην έδρα και καταλάβουν οι ένορκοι τις θέσεις τους, μου φάνηκαν αιώνες. Όση όμως εμπειρία και ψυχραιμία να διέθετα, δεν μπορώ να πω ότι έμεινα ασυγκίνητος στη θέα των γονέων της Ειρήνης, που από μία λέξη στα επόμενα λεπτά θα κρινόταν εάν θα έπαιρναν το παιδί τους μαζί στην Ελλάδα ή αν θα έκαναν να το δουν 30 χρόνια…
– Κύριε Πρόεδρε των ενόρκων, έχετε καταλήξει σε απόφαση;
– Μάλιστα, Κυρία Πρόεδρε.
– Η απόφασή σας είναι ομόφωνη ή κατά πλειοψηφία;
– Ομόφωνη, κυρία Πρόεδρε.
Στο σημείο αυτό και στα δευτερόλεπτα που μεσολάβησαν, αντιλήφθηκα ότι το θαύμα είχε γίνει και τούτο διότι ήμουν βέβαιος, ότι σε περίπτωση καταδίκης θα είχαμε στη μειοψηφία αθωωτικές ψήφους. Από τη στιγμή που η απόφαση ήταν ομόφωνη αυτό προδίκαζε το αποτέλεσμα.
– Και ποια είναι η απόφασή σας, κύριε ένορκε;
– Νot guilty, Your Honor. (Αθώα, εντιμότατη Κυρία Πρόεδρε).
Δεν ήταν η πρώτη αθωωτική απόφαση που άκουγα στην καριέρα μου, αλλά ίσως ήταν η πιο απρόσμενη και ανέλπιστη. Όλους αυτούς τους προηγούμενους μήνες βαθιά μέσα μου είχα πάντα την ελπίδα της αθώωσης, παρέμενε όμως ελπίδα καλά κρυμμένη.
Σε συζητήσεις που είχα με ανώτερους και ανώτατους δικαστές στην Ελλάδα για την υπόθεση αυτή, κανείς δεν μου άφηνε περιθώρια αισιοδοξίας. Η μόνιμη επωδός ήταν το αντικειμενικό εύρημα των 2,6 κιλών κοκαΊνης, το οποίο, κατά την άποψή τους, δεν μπορούσε να ξεπεραστεί. Προσέθεταν δε, ότι θα μπορούσαν να μετατρέψουν τη βαρύτητα του αδικήματος, να αναγνωρίσουν ελαφρυντι κά λόγω του νεαρού της ηλικίας της ή της ενδεχόμενης μεταμέλειας, να είναι επιεικείς στην ποινή, αλλά σε καμία περίπτωση δεν θα την έκριναν αθώα.
Η επιφυ λακτικότητά μου μετά από όλα αυτά χαρακτήριζε και τις δηλώσεις και συνεντεύξεις που έδινα ενόψει της δίκης. Σε όλες είχα πει ότι θα αποτελούσε και για εμένα έκπληξη η ενδεχόμενη αθώωσή της.
Όλη αυτή η ένταση, η κόπωση, η αγωνία, η σκληρή και επιμελημένη δουλειά και προετοιμασία των προηγουμένων μηνών αποτυπώθηκαν σε μία λέξη: ΑΘΩΑ. Στην αίθουσα επικρατούσε συγκίνηση. Αυτονόητη φυσικά για την ίδια και τους γονείς της, αλλά μη αναμενόμενη από τις μεταφράστριες, τους γραμματείς, το κοινό, αλλά και τους ανέκφραστους συνήθως Κινέζους αστυνομικούς.
Αυτές οι στιγμές περικλείουν όλη τη μαγεία του ποινικού δικαστηρίου και δικαίωναν, για μια ακόμη φορά, την επιλογή μου σε όλη μου την καριέρα να είμαι στο πλευρό των κατηγορουμένων, των αδικημένων, των διωγμένων. Από χαρακτήρα και από στάση ζωής, άλλωστε, επέλεγα πάντοτε να βρίσκομαι στη θέση του υπερασπιστή και όχι της πολιτικής αγωγής -της υποστήριξης της κατηγορίας, όπως ονομάζεται σή μερα.
Δύο ήταν οι κορυφαίες εξαιρέσεις: η πρώτη όταν εκπροσώπησα τον πρώην υπουργό Γεώργιο Πέτσο στην ιστορική δίκη της 17ης Νοέμβρη και η δεύτερη, όταν ανέλαβα την πολιτική αγωγή των 21 νεκρών μαθητών του τραγικού τροχαίου δυστυχήματος των Τεμπών, το 2003.
Η Ειρήνη δεν μπορούσε, ούτε της επιτρεπόταν να βγει από το γυάλινο κουβούκλιο μέσα στο οποίο βρισκόταν σε όλη την διάρκεια της δίκης. Με την ολοκλήρωση της διαδικασίας και τις τελευταίες λεπτομέρειες, οδηγήθηκε στα υπόγεια του δικαστικού μεγάρου. Συνηθισμένος από την πρακτική των ελληνικών δικαστηρίων, όπου ο κρατούμενος συνήθως επιστρέφει στη φυλακή, δεν περίμενα ότι η Ειρήνη μέσα σε μία ώρα θα ήταν ελεύθερη. Κατέβηκα στα κρατητήρια μαζί με τους γονείς της, οι οποίοι περίμεναν απέξω και εγώ μπήκα μέσα, για να τη δω και να τη συνοδεύσω προς την ελευθερία.
Ήταν πολύ έντονες και συγκινητικές οι στιγμές. Η είδηση της αθώωσής της είχε διαδοθεί αστραπιαία στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης του Χονγκ Κονγκ και ήδη έξω από τα κρατητήρια είχαν συγκεντρωθεί τηλεοπτικές κάμερες, φωτογράφοι και δημοσιογράφοι.
Στις 3:55 μ.μ.ο εφιάλτης που ξεκίνησε πριν 16 μήνες είχε τελειώσει. Θα έβλεπε ξανά το νησί της, το σπίτι της, τον αδελφό της, αλλά και τον Ταξιάρχη, που τόσο αγαπούσε. Ξαναέπαιρνε τη ζωή της στα χέρια της.
Η είδηση μετεδόθη αμέσως και στην Ελλάδα. Πολλά κανάλια διέκοπταν τη ροή του προγράμματός τους για να ανακοινώσουν την είδηση της αθώωσής της και ταυτόχρονα άρχιζε για εμένα ο μαραθώνιος των τηλεφωνημάτων και των μηνυμάτων. Φίλοι δημοσιογράφοι, διευθυντές ειδήσεων των καναλιών, πρωινές και απογευματινές εκπομπές, ραδιόφωνα, ιστοσελίδες και δεκάδες συνάδελφοι και φίλοι επικοινωνούσαν για να συγχαρούν και να μάθουν λεπτομέρειες για την αθώωση.
Δεν είχα αντιμετωπίσει κάτι τέτοιο σε όλη μου την καριέρα. Για ώρες μετά, ως το βράδυ, θα πρέπει να μίλησα με εκατοντάδες άτομα και να δέχθηκα χιλιάδες μηνύματα. Η κόπωση είχε υπερκεραστεί από τη χαρά της αθωώσεως. Η αδρεναλίνη ήταν στα ύψη.
Το ίδιο βράδυ παρέθεσα δείπνο σε ένα καλό κινέζικο εστιατόριο, στο κέντρο του Χονγκ Κονγκ, στην Ειρήνη, στους γονείς της και στον Άγγλο δικηγόρο. Πόση διαφορά είχε το κλείσιμο αυτής της ημέρας από το ξεκίνημά της… Τη ρώτησα τι θέλει να κάνει με την επιστροφή της στην Ελλάδα και εκείνη κοιτώντας τον πατέρα της, ωριμότερη και γαλήνια όσο ποτέ άλλοτε, είπε με σιγουριά, πως το μόνο που ήθελε ήταν να γυρίσει στο σπίτι της και στο νησί της. Και συμπλήρωσε και κάτι ακόμα, που μου έκανε αίσθηση: «Θέλω να γίνω αστυνομικός».
Η επιστροφή μας στην Ελλάδα προκάλεσε φρενίτιδα στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Από το αεροδρόμιο ήρθαμε κατευθείαν στο σπίτι μου στο Κολωνάκι με τον στενό μου φίλο από τα παιδικά μας χρόνια στη Βέροια, Χρήστο Ζαμπούνη, ο οποίος σε αυτό το γεύμα και με την ιδιότητα του εκδότη μού απέσπασε την υπόσχεση της συγγραφής και έκδοσης στο μέλλον του παρόντος βιβλίου.
Υπήρχαν δεκάδες αιτήματα για συνεντεύξεις της Ειρήνης. Θεώρησα σκόπιμο να τη συμβουλεύσω να μιλήσει μία και μοναδική φορά σε δημοσιογράφο της επιλογής της. Η υπερέκθεση και η επανάληψη των ίδιων πραγμάτων μόνο κακό θα της έκανε. Διάλεξε τον έγκριτο δημοσιογράφο Αντώνη Σρόιτερ, προκειμένου να τη φιλοξενήσει στην εβδομαδιαία βραδινή του εκ πομπή, ο οποίος, εκτός από την περιγραφή της δικής της εμπειρίας και των βιωμάτων της μέσα στην φυλακή, ήθελε οπωσδήποτε και τη δική μου ανάλυση για τη δίκη, τη διεξαγωγή της, τα νομικά θέματα και το αποτέλεσμα αυτής και έτσι καταλήξαμε σε κοινή συνέντευξη.
Η Ειρήνη πρέπει να δικαστεί και στην Ελλάδα
Τον Δεκέμβριο του 2017 ζήτησα από τους γονείς της να καταθέσουν μηνυτήρια αναφορά στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, προκειμένου να γνωστοποιήσουν στις ελληνικές αρχές τα αδικήματα για τα οποία κατηγορείται η κόρη τους σε τρίτη χώρα του εξωτερικού, εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πράγματι, οι γονείς της κατέθεσαν τη 19η Δεκεμβρίου 2017 μηνυτήρια αναφορά στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, επί της ουσίας «εναντίον» της κόρης τους.
Πρακτικά, η ενέργειά μου αυτή είχε διττή σημασία, αφού αφενός υπήρχε η ισχυρή πιθανότητα να επιφέρει την ενδεχόμενη άρση της προσωρινής της κράτησης στο Χονγκ Κονγκ και τη μεταφορά της στην Ελλάδα, δίνοντάς της τη δυνατότητα να δικαστεί στην πατρίδα της. Και αφετέρου, σε περίπτωση καταδικαστικής απόφασης στο εξωτερικό, να υπάρχει εκκρεμής δίκη στην Ελλάδα, έτσι ώστε να προσπαθήσουμε να εκδοθεί, για να εκτίσει την ποινή της. Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 8 του Ποινικού Κώδικα που αφορά εγκλήματα στην αλλοδαπή τα οποία τιμωρούνται πάντοτε κατά τους ελληνικούς νόμους, η διακίνηση ναρκωτικών περιλαμβάνεται σε αυτά τα αδικήματα.
Αυτό που ήταν γνωστό σε όλους έως εκείνη τη στιγμή ήταν ότι η Ειρήνη είχε κατονομάσει κατά τη σύλληψή της ένα πρόσωπο, με το οποίο συνταξίδεψε από την Ελλάδα μέχρι την Αντίς Αμπέμπα. Ωστόσο, οι ελληνικές αρχές αδυνατούσαν να εντοπίσουν τον συγκεκριμένο άνθρωπο, ο οποίος θεωρείτο ο βασικός ύποπτος και ο κυρίως εμπλεκόμενος στην υπόθεση αυτή. Το άτομο αυτό είχε κατονομαστεί από την Ειρήνη ως εκείνος που ενδεχομένως τοποθέτησε στο ταξιδιωτικό της σακίδιο την ποσότητα της κοκαΐνης εν αγνοία της, και εναντίον του οποίου εξεδόθη ένταλμα σύλληψης από τις ελληνικές αρχές.
Η Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών άσκησε εναντίον της Ειρήνης, του προσώπου που είχε κατονομάσει και ενός τρίτου εμπλεκομένου, ποινική δίωξη σε βαθμό κακουργήματος για τη μεταφορά ποσότητας ναρκωτικών ουσιών, η οποία χαρακτηρίστηκε ιδιαίτερα διακεκριμένη, γιατί υπερέβαινε το προσδοκώμενο όφελος των 75.000 ευρώ, όπως ορίζει ο νόμος. Με άμεση συνέπεια, σε περίπτωση ενοχής, το ενδεχόμενο επιβολής ισόβιας κάθειρξης.
Εν τω μεταξύ η Ειρήνη προσελήφθη στην ΕΛΑΣ ως συνοριοφύλακας στο νησί της, στη Λέσβο. Τη 15η Φεβρουαρίου του 2022 ήταν η μοναδική κατηγορούμενη η οποία προσήλθε για να απολογηθεί ενώπιον της 2ης Ανακρίτριας Ναρκωτικών Αθηνών, για την πράξη διακίνησης ναρκωτικών ουσιών, πράξη που φερόταν τελεσθείσα στην Αντίς Αμπέμπα της Αιθιοπίας και στο Χονγκ Κονγκ κατά τα τέλη του Νοεμβρίου του 2017 και συγκεκριμένα από το χρονικό διάστημα της 16ης Νοεμβρίου του 2017 έως τις 20 Νοεμβρίου του 2017. Μετά την απολογία της αφέθηκε ελεύθερη με τους περιοριστικούς όρους της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα και της εμφάνισης στο αστυνομικό τμήμα της πε ριοχής της μία φορά τον μήνα.
Με εξέπληξε δυσάρεστα η επιβολή των περιοριστικών όρων. Αντιλήφθηκα όμως ότι θα χρειαστεί νέος αγώνας για εμένα και παράταση της αγωνίας για την ίδια και την οικογένειά της έως ότου ακούσει τη λέξη «αθώα» και από τους δικαστές της πατρίδας της. Δυστυχώς, ετέθη σε διαθεσιμότητα από την υπηρεσία της μέχρι να τελεσιδικήσει η υπόθεσή της και στην Ελλάδα, όπως προβλέπεται από τις διαδικασίες και τους κανονισμούς της ΕΛΑΣ.
Ήδη από την ανάκριση και για έναν χρόνο μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης στην Ελλάδα, η Ειρήνη ζούσε ξανά τις αγωνιώδεις στιγμές του δικαστηρίου στο Χονγκ Κονγκ. Το εδώλιο, οι δικαστές, που θα έπρεπε πάλι να τους πείσει για την αθωότητά της, το γεγονός ότι ο ελληνικός νόμος για αδικήματα που έχουν τελεσθεί σε τρίτη χώρα, εκτός ευρωπαϊκής ένωσης, πρέπει να δικαστούν ξανά στην Ελλάδα και δεν δεσμεύονται τα δικαστήρια από την εκεί αθώωσή της, σηματοδοτούσαν τη διεξαγωγή από την αρχή της δίκης, χωρίς να προδικάζεται το αποτέλεσμα.
Μετά από 6 ώρες ακροαματικής διαδικασίας, όπου τέθηκαν υπόψη των δικαστών του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών όλα τα στοιχεία της δικογραφίας, όπως αυτά είχαν συγκεντρωθεί αυτή τη φορά από τη Δίωξη Ναρκωτικών της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αθηνών, η Ειρήνη αθωώθηκε ομόφωνα. Και δεν αθωώθηκε επειδή ελήφθη υπόψη μόνο η αθωωτική απόφαση στην Κίνα, αλλά επειδή από όλα εκείνα τα στοιχεία της δικογραφίας απεδείχθη ότι αυτή η κοπέλα ήταν τελικά το θύμα της όλης υπόθεσης.
Για την ιστορία, οφείλω να αναφέρω ότι αθωώθηκαν και οι συγκατηγορούμενοί της. Η εισαγγελέας της έδρας επίσης είχε προτείνει νωρίτερα την αθώωσή της. Φυσικά, ούτε και τότε ήμουν βέβαιος για το αποτέλεσμα της δίκης, αλλά εγώ απλώς όφειλα να δώσω τον ίδιο αγώνα, όπως κάθε φορά οφείλει να δίνει ο υπερασπιστής.
Στο τέλος της διαδικασίας, η Εισαγγελέας απευθυνόμενη προς την Ειρήνη της είπε: «Εμένα με συγκλόνισε, όπως σας είχαν με σκυμμένο το κεφάλι και σας περιέφεραν στο αεροδρόμιο. Αν αυτό δεν σας συγκλόνισε εσάς προσωπικά που το βιώσατε, δεν θα σας συγκλονίσει τίποτα άλλο στη ζωή. Είμαστε η ευκαιρία σας. Δείτε μας καλά. Δεν ξέρω αν θα έχετε άλλη στη ζωή σας».
Βγαίνοντας από τη δικαστική αίθουσα, ο πατέρας της Ειρήνης μού είπε: «Όπως το είπατε, έτσι και το κάνατε. Σας ευχαριστούμε από τα βάθη της ψυχής μας». Του απάντησα ότι από την αρχή μέχρι και το τέλος είχα δεσμευτεί ότι θα ήμουν στο πλευρό τους.
Την επόμενη ημέρα της νέας αθώωσής της, η Ειρήνη επέστρεψε στη Μυτιλήνη και όταν η απόφαση κατέστη αμετάκλητη μετά την καθαρογραφή της, επανήλθε στην υπηρεσία της.
Επίλογος
Ακόμη ηχεί στα αυτιά μου η φράση μιας καλής φίλης: «Ο Θεός δεν είναι στη γη, αλλά στέλνει τους ανθρώπους Του». Υπήρξα άραγε απεσταλμένος Του για την Ειρήνη; Οι ένορκοι που την αθώωσαν είχαν θεία φώτιση; Ανταποκρίθηκε ο Ταξιάρχης στην πίστη και τις προσευχές της ιδίας και των γονέων της;
Δεν αρμόζει στον δικηγόρο και υπερασπιστή η επίκληση του θείου και του υπερφυσικού. Θα ήθελα φυσικά πάντα να καρπώνομαι μόνος τις επιτυχίες. Είναι όμως έτσι; Δεν έχω απάντηση, ούτε θα έχω όσο διαρκεί η ζωή μου. Ελπίζω να λάβω την απάντηση την κατάλληλη ώρα… Ένα όμως ξέρω καλά. Το έχω πει δημόσια και το επαναλαμβάνω και τώρα. Ο συγχωρεμένος πατέρας μου, Θεόδωρος, έλεγε ότι τα σάβανα δεν έχουν τσέπες, και προσέθετε ότι μόνο τις καλές πράξεις και την εκτίμηση των συνανθρώπων μας παίρνουμε μαζί μας. Δεν γνωρίζω επίσης την κρίση του Κυρίου για εμένα. Δεν διατηρώ την ελπίδα μου σε όσα έπραξα και πράττω, αλλά μόνο στο έλεος Του.
Γνωρίζω όμως, ότι όταν έλθει η ώρα, θα με κατευοδώσουν οι ευχές και η αγάπη των αθωωμένων και αποφυλακισμένων, που για τη ζωή και την ελευθερία τους έβαλα και εγώ ένα λιθαράκι. Ανάμεσα σε αυτούς, θέση σημαντική θα έχει και η Ειρήνη.
ΤΕΛΟΣ