Το Σιτάρι του Ουρανού
Σκυφτή με το δρεπάνι
Θέριζες το σιτάρι του ουρανού
Άρμεγες στη χούφτα σου
Τη βροχή από το σύννεφο
Με εκείνη δρόσιζες
Τα φιλημένα από το λιοπύρι
Χείλη σου
Στις μυλόπετρες της προσευχής
Χούφτα χούφτα αλεύρωνες
Το σιτάρι
Διψασμένο το αλεύρι
Ρουφούσε λαίμαργα
Το κρυστάλλινο της πηγής νερό
Να πλάσει το κορμί του
Μαγιά γινόταν η ευχή
Σφυριά τα χέρια σου
Πάλευαν με το προζύμι
Αποκαμωμένο
Στην αγκαλιά της πινακωτής
Φούσκωνε στο όνειρο
Κλαδιά ξερά
Απομεινάρια από τα κοφτερά δόντια
Ψηλοκέρατου Τράγου
Ερωτοτροπούσαν
Στη φλόγα αναψοκοκκινισμένου
Φούρνου
Σαν της αυγής το ξύπνημα
Μοσχομύριστα καρβέλια
Ρόδιζαν
Στο πύρωμά του
Το γλυκόσυρτο του Ξωμάχου
Τραγούδι
Μιας ευλογημένης σοδειάς
Χόρευε τον κάμπο
Μεστά χρυσόλαμπα στάχυα
Από το θείο ζευγάρωμα
Της φλόγας του Ήλιου
Με τον αέναο πόθο της Γης
Ζωής φύτρα
Στης θεάς Δήμητρας
Την άσπιλη μήτρα
Λικνίζονταν
Στο φύσημα του Ανέμου
Στον ίσκιο της γέρικης βελανιδιάς
Εκεί που ο Ιάσωνας ξεκρέμασε
Το χρυσόμαλλο δέρας
Απλώθηκε η καρώ πετσέτα
Του μεσημεριανού
Το τουλουμίσιο τυρί
Φλέρταρε
Με την αναψοκοκκινισμένη
Από την πύρα του καλοκαιριού
Ντομάτα
Να δροσίσει την αρμύρα του
Από τον τάλαρο οι ελιές
Πλάγιασαν στη δροσιά του αγγουριού
Το άρωμα του φρεσκοκομμένου ψωμιού
Ακουμπισμένο στα τέσσερα του ορίζοντα
Σημεία
Να απλώσει το χέρι του πεινασμένου
Να πάρει τη δικιά του μπουκιά
Με την ευωδία από τα φρεσκοθερισμένα
Στάχυα
Να χορέψουν στο πανηγύρι του ουρανίσκου
Το παγωμένο στο πηγάδι κρασί
Αρμεγμένο από του Διόνυσου
Το γιοματάρι
Δρόσιζε τα χείλη
Γλύκαινε το φιλί
Αρμάτωνε τη ψυχή
Το χλιμίντρισμα του αλόγου
Στον οίστρο της φοράδας
Πήγασου άνοιξε φτερά στον έρωτα
Σε Ουράνια μονοπάτια
Μιας απόκρυφης ηδονής
Τα λεμονόκαρπα στήθια της κοπελιάς
Δεν βάσταξαν τον αναστεναγμό
Του δικού τους πόθου
Στη γαλήνια μελωδία της Ειρήνης
Η Αγάπη αγκάλιαζε την Αγάπη
Η Χαρά χόρευε τη Χαρά
Ο Έρωτας στα χείλη φιλούσε τον Έρωτα
Ιωάννης Αριστοτέλης Γκούμας
Παρασκευή, 13 Ιουνίου 2025
Εποχή του Θερισμού