Κυριακή του Θωμά στην ‘Παναγία’, στο χωριό Λαγούδι
(Γράφει η Ξανθίππη Αγρέλλη) (Κως 27/4/2025)
Κυριακή του Θωμά, μετά την Λαμπροφόρο Αναστάσιμη Κυριακή, βρεθήκαμε στην Εκκλησία της Παναγίας στο Λαγούδι.
Με τον πρωινό ήλιο, να μας συντροφεύει και τον ζεστό καιρό, να μας συνοδεύει, ακολουθήσαμε το κάλεσμα, από την γλυκόλαλη καμπάνα της Βυζαντινής Εκκλησιάς, στο χωριό Λαγούδι. Ανηφορίζουμε το πλακόστρωτο που θα μας φέρει ως το προαύλιο, του ιστορικού Ιερού Ναού. Ο λαμπερός άρχοντας, συνεχίζει να μας χαμογελάει, από την απέναντι κορυφογραμμή του βουνού Δίκαιος. Ο ήπιος καιρός του Απρίλη και το δροσερό αεράκι, σπρώχνει απαλά, μερικά αραιά σύννεφα, που βολτάρουν στον ουρανό, θυμίζοντάς μου, πως περάσαμε πια το κατώφλι της Άνοιξης. Ο γιορτινός ρυθμικός ήχος της καμπάνας, από το πέτρινο καμπαναριό, διαλαλεί πως την μέρα τούτη, Εορτάζεται η Κυριακή της απιστίας του Θωμά και μαθητή του Αναστάντος Χριστού, σε τούτη εδώ την ιστορική Εκκλησιά.
Ο δρόμος του λαού, όπως λεγόταν παλιά σύμφωνα με τις μαρτυρίες του αείμνηστου καθηγητή Μανόλη Κιαπόκα, μας έφερε μέχρι το Λαγούδι.
Αυτός ήταν ο κεντρικός δρόμος, που περνούσαν όλοι για να πάνε στα υπόλοιπα χωριά. Έτσι, ‘ο λαού-δρόμος ή λαγού-οδός,’ με την σύντμηση των λέξεων και την ζωντάνια της γλώσσας, έγινε Λαγούδι. Κατά άλλους, λέγεται έτσι, επειδή η περιοχή εκείνη ήταν γεμάτη με πολλούς λαγούς, που φώλιαζαν στους γύρω λόφους, για το χατίρι των κυνηγών.
Πώς να αρνηθείς μια επίσκεψη, σε αυτό το παραδεισένιο χωριό, με τους 110 περίπου εναπομείναντες μόνιμους κάτοικους; Όλοι είναι έτοιμοι, για να σε υποδεχθούν στις ανθισμένες αυλές τους και να σου προσφέρουν, δροσερή κατακόκκινη κανελάδα και σπιτικό, γλυκό του κουταλιού ντοματάκι.
Για την ώρα οι κάτοικοι έβαλαν τα καλά τους, για να παρακολουθήσουν ευλαβικά την Θεία λειτουργία, στην Εκκλησία της Παναγίας.
Ο δρόμος αν και ανηφορικός, είναι πολύ ευχάριστος. Πελώριοι ευκάλυπτοι, ανθισμένες πικροδάφνες, ανακατεμένες με μπλε ή μαβί λυγαριές, ευωδιαστές άγριες λεβάντες, και μυρωδάτοι κατακίτρινοι σπάρτοι, μας συνεπαίρνουν. Γύρω μας πανύψηλα κυπαρίσσια και δασύφυλλα πεύκα, μυρτιές και δάφνες αμέτρητες, ανακατεμένες, με πολλά και διάφορα καρποφόρα δέντρα. Τα σπίτια του χωριού είναι κτισμένα χαμηλά και κυκλικά, γύρω από την αιωνόβια, Βυζαντινή Εκκλησία της Παναγιάς, που είναι κτισμένη από το 1913, όπου δεσπόζει στο ύψωμα και μαζί με το καμπαναριό της, ξεχωρίζει από παντού.
Ο εφημέριος ο παπά Κυριάκος ο Παρασκευαδάκης, με την Εκκλησιαστική Αδελφότητα κυριών, συνεπής πάντα μετά την Κυριακάτικη Θεία Λειτουργία, προσφέρει αχνιστό Ελληνικό καφέ, με νόστιμα βουτήματα.
Όποτε συναντηθούμε όλοι οι ευλαβείς προσκυνητές, θυμόμαστε τα χρόνια που το Λαγούδι, τότε είχε 1.350 κατοίκους και 160 μαθητές, στο παλιό μεταπολεμικό Σχολείο, που βρίσκεται στον προαύλιο χώρο της Εκκλησίας. Αργότερα λίγο πιο πέρα χτίστηκε ένα νέο Σχολικό συγκρότημα, για να καλύψει τότε τις ανάγκες των παιδιών.
Πέρασαν σπουδαίοι μαθητές, καύχημα του χωριού, όπως ο καθηγητής και πρώην Πρύτανης του Πανεπιστημίου Πατρών, ο κ. Σταμάτης Αλαχιώτης, καθώς και δάσκαλοι και καθηγητές, που έβγαλαν με υπερηφάνεια, οι οικογένειες Αλαχιώτη, Χατζηστέργου και Φλάσου, ο Δικηγόρος Ν. Χατζηβασίλης κ.α., μαζί με τόσες άλλες αρχοντικές οικογένειες, του ορεινού χωριού Λαγούδι.
Ο δραστήριος Ιερέας και επί 45 και πλέον χρόνια εφημέριος, ο παπά Κυριακός Παρασκευαδάκης, μας αναφέρει τα δύσκολα οικονομικά χρόνια του χωριού του, όταν δεν μπόρεσε ούτε ο ίδιος να πάει στο Γυμνάσιο.
Έτσι ακολούθησε το δρόμο της μετανάστευσης, μέχρι την Γερμανία, αφού εργάστηκε ως αγρότης αλλά και ναυτικός στη συνέχεια. Όμως με χαρά δέχθηκε το Θείο κάλεσμα, να υπηρετήσει την Ιεροσύνη στην Εκκλησιά του χωριού του (βλέποντας επί έξι μήνες το ίδιο επιτακτικό όνειρο με την Παναγία να τον καλεί).
Ο αξιοσέβαστος ιερέας, θυμάται με νοσταλγία και τις παλιές καλές ημέρες, της ευημερίας του τόπου του. Τότε που ο κάθε νοικοκύρης του χωριού, πάλευε να αναθρέψει τα παιδιά του, μαζί με τους παππούδες και τις γιαγιάδες της αθάνατης παραδοσιακής, Ελληνικής πολυμελούς οικογένειας.
Οι περισσότεροι ξενιτεύτηκαν, αν και μερικούς τους συναντάμε ξανά, στο μεγάλο παραδοσιακό ετήσιο πανηγύρι, που γίνεται για χάρη των Γενεθλίων της Παναγιάς, στις 8 του Σεπτέμβρη.
Συνήθως τότε μετά τον Μέγα πανηγυρικό Εσπερινό, όλο το χωριό θα γίνει μια παρέα, με τους ευλαβείς επισκέπτες και θα πάρει μέρος σε μια μουσικοχορευτική, Δημοτική, λαϊκή, γιορτινή πανδαισία.
Κατηφορίζω το πέτρινο, στενό δρομάκι, ως την μικρή Πλατεία του χωριού. Γύρω μου τα χαμηλόκτιστα, νοικοκυρεμένα σπίτια, με τους ασπρισμένους αυλόγυρους, είναι καλυμμένα παντού από πράσινο. Πράσινο της κληματαριάς, πράσινο από το πυκνόφυλλο αγιόκλημα και τριγύρω λουλούδια, όπως πολύχρωμα γεράνια, μυρωδάτοι δυόσμοι και βασιλικοί στις γλάστρες και εκατόφυλλες, ευωδιαστές τριανταφυλλιές.
Υπάρχουν ακόμη, ένα δυο παλιά ερειπωμένα αρχοντικά, που η κατάρα της μετανάστευσης πήρε μακριά τους ιδιοκτήτες τους αλλά και κάποια από αυτά που τα ανακαινίζουν.
‘Κάτω από την κληματαριά, πόσο μου έλειψες πατρίδα, πόσα μες στον ήλιο σου θαύματα δεν είδα.’ Λέει το λαϊκό άσμα της ξενιτιάς.
Απέναντι μου με περίσσια συγκίνηση, θυμάμαι το παραδοσιακό καφενείο, του ακούραστου μπάρμπα Γιάννη του Κιάρη. Τώρα το ανακαίνισαν, οι άξιοι κληρονόμοι του. Μέχρι τα βαθιά του γεράματα, κάτω από τον ίσκιο της μουριάς, ο αξέχαστος μπάρμπα Γιάννης, σέρβιρε καφέ στην χόβολη, κανελάδα, νόστιμα μεζεδάκια, ουζάκι και Ασφενδιανό γλυκό κρασί, στους περαστικούς και στους μόνιμους θαμώνες του. Πίσω από την ξύλινη κλειστή πόρτα, κρυμμένες χίλιες δυο ιστορίες και χαρακτηριστικές ανδρικές φιγούρες, που ζωντανεύουν με την τραγιάσκα και το κεχριμπαρένιο κομπολόι, στα ροζιασμένα τους χέρια.
Ιστορίες πολλές από αυτές, που κάθε βράδυ διηγούνταν οι κουρασμένοι λεσπέριδες, ύστερα από τον κάματο ολόκληρης ημέρας στα χωράφια.
Και τι δεν έλεγαν, για τα μαξούλια για το λιομάζωμα, για τα μποστάνια, για τα ζωντανά τους και για τα τοπικά φρέσκα νέα, καθώς και για τις όμορφες και τσαχπίνες, τις ζωηρές γυναίκες του χωριού τους.
Αυτά που συνήθιζαν να λένε στις Αποσπερίδες τους και οι νοικοκυρές, καθισμένες στα ασπρισμένα κατώφλια των παραδοσιακών σπιτιών τους.
Σχεδόν όλα τα σπίτια του πανέμορφου χωριού, είναι καλό- συντηρημένα πλην ελαχίστων, που περιμένουν από τα ξένα τους δικούς τους, για να τα φροντίσουν. Δεν είναι λίγοι και αυτοί που αν και βρίσκονται μακριά, επιστρέφουν τους καλοκαιρινούς μήνες, για να απολαύσουν την ήρεμη και φυσική ζωή του χωριού τους, μακριά από τους αγχώδης ρυθμούς των μεγαλουπόλεων. Πάλι το ταψί με τα γεμιστά και τα ντολμαδάκια και τους κολοκυνθό- ανθούς, θα ξαναμπεί στο φούρνο. Ενώ μερικές νοικοκυρές πάλι θα φτιάξουν ζυμωτό ψωμί και άλλες θα κάνουν γλυκό σταφύλι ή ντοματάκι, για να τα πάρουν μαζί τους ή για να τα στείλουν στους ξενιτεμένους τους. Το Πάσχα και πάλι το λακανιώτικο αρνί, θα ψηθεί στον παραδοσιακό φούρνο, μαζί με τα κόκκινα αυγά, τα λαμπριάτικα κουλουράκια, τις λαμπρόπιτες, τις κουλούρες και τις αυγούλες.
Περιπλανήθηκα, στα πλακόστρωτα στενοσόκακα του χωριού και χόρτασα ευωδιές, από το φασκόμηλο, την άγρια ρίγανη και το θυμάρι, καθώς και από τα χρώματα και τα αρώματα, που μου πρόσφεραν οι ανθισμένοι κήποι.
Η απέραντη μαγευτική θέα, τράβηξε το βλέμμα μου πότε στο καταπράσινο δάσος και πότε στον ατέλειωτο, απέναντι Αιγαιοπελαγίτικο, μπλε ορίζοντα.
Η πάντα φιλόξενη κ. Μαρία, επέμενε να μας φιλέψει με την αστείρευτη καλοσύνη και τα αγαθά αυτού του χωριού, που είναι διάχυτα παντού. Πρόσθεσε ακόμα μερικές εκδοχές, στην ονομασία του χωριού της.
Το λένε Λαγούδι, από το φυτό λαγουδάκι ή από τους πολλούς λαγούς που υπήρχαν. Ακόμη ότι το ορεινό χωριό, όφειλε την ονομασία του σε ένα άρχοντα πλούσιο, τον Λαγουδάκη, μου είπε.
Άφησα το φιλόξενο χωριό Λαγούδι και ακολούθησα τον άλλο, παράλληλο δρόμο. Ταξίδεψα την αδηφάγα ματιά μου, σε δεκάδες σαγηνευτικά τοπία, γεμάτα με απέραντους αμπελώνες και ελαιόδεντρα, να με χαιρετούν και τα
ωδικά πουλιά, να με συντροφεύουν. Μακαρίζω όσους είναι τυχεροί και κατοικούν σε αυτό τον ευλογημένο, εύφορο και γαλήνιο τόπο.
Το υπέροχο αυτό χωριό, Λαγούδι, έγινε μαγνήτης, πιο ισχυρός και από την βαρύτητα. Σίγουρα τραβάει κάθε ξένο επισκέπτη, σαν αυτούς που είχα την χαρά να συναντήσω την Κυριακή του Θωμά στην Εκκλησία, της Παναγιάς, που προστατεύει με την ευλογία της, όλα τα χωριά του ορεινού Ασφενδιού.
Χριστός Ανέστη και Χρόνια Πολλά.
Ξανθίππη Αγρέλλη