Σταμάτης Κόκοτας: Του έδιναν 50 εκατ. δραχμές για να ξυρίσει τις φαβορίτες! – «Όχι, τις αγαπώ» επέμενε
Ήταν το χαρακτηριστικό που τον διαφοροποίησε από τη μάζα, στο οποίο έμεινε πιστός ως το τέλος – «Τότε αγόραζες τη μισή Αθήνα» με αυτά τα χρήματα, είχε αποκαλύψει σε παλαιότερη συνέντευξή του ο μεγάλος ερμηνευτής
Έφυγε σήμερα από τη ζωή μία σπουδαία προσωπικότητα του ελληνικού τραγουδιού, ο Σταμάτης Κόκοτας σε ηλικίας 85 ετών, αφήνοντας πίσω του ως παρακαταθήκη στον πολιτισμό μια μακρά λίστα από επιτυχίες που θα μείνουν αξέχαστες, όπως αξέχαστη θα μείνει επίσης και… η ιδιαίτερη φυσιογνωμία του με τις φαβορίτες-σήμα κατατεθέν, που επανειλημμένα αρνήθηκε να ξυρίσει, ακόμη και όταν του έδιναν… 50 εκατ. δραχμές!
Ακόμη και μέχρι αρκετά πρόσφατα, εταιρείες με ξυριστικά είδη -εγχώριες και διεθνείς- προσέγγιζαν και προσπαθούσαν να «δελεάσουν» με ιλιγγιώδη χρηματικά ποσά τον Έλληνα ερμηνευτή να κόψει τις φαβορίτες του…
Όπως είχε αποκαλύψει και ο ίδιος ο Σταμάτης Κόκοτας σε παλαιότερη συνέντευξή του, δεν σκέφτηκε ούτε στιγμή να τις ξυρίσει, γιατί τις αγαπούσε! Ήταν μια απόλυτα προσωπική επιλογή του, στην οποία παρέμεινε πιστός μέχρι το τέλος της ζωής του.
«Μία πρόταση μου κάνανε. Δεν πήρα τίποτα. Είναι αλήθεια. Μου πρότειναν να μου δώσουν 50.000.000 δραχμές. Τότε έπαιρνες τη μισή Αθήνα. Αυτές οι προτάσεις είναι για άλλους δεν είναι για μένα. Εγώ είμαι πολύ αυστηρός πρώτα με τον εαυτό μου και μετά με τους άλλους και τους φίλους μου», είχε αποκαλύψει ο Σταμάτης Κόκοτας σε συνέντευξή του το 2015.
«Τις αγαπάω. Δεν με ενδιέφεραν τα χρήματα. Για εμένα δεν είχε καμία σημασία, τον έστειλα από εκεί που ήρθε. Απ’ την Αμερική ήρθε και τον έστειλα πίσω», είχε δηλώσει σε άλλη συνέντευξή του ο τραγουδιστής.
Ο Σταμάτης Κόκοτας γεννήθηκε στην Αθήνα, στις 23 Μαρτίου 1937, είχε σημαντική δισκογραφική παρουσία κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του 1960 και 1970, οπότε και συνεργάστηκε με ορισμένους από τους σημαντικότερους Έλληνες συνθέτες της εποχής, όπως ο Σταύρος Ξαρχάκος, ο Δήμος Μούτσης, ο Απόστολος Καλδάρας, ο Γιώργος Χατζηνάσιος, ο Γιάννης Σπανός, ο Γιώργος Ζαμπέτας.
Ο «τεράστιος» καλλιτέχνης άφησε πίσω του μία σημαντική παρακαταθήκη με τα τραγούδια του.
Σταμάτης Κόκοτας – «Γιε μου»: Η αληθινή ιστορία πίσω από τη μεγάλη επιτυχία του
Πολλοί πίστευαν ότι οι στίχοι του Λευτέρη Παπαδόπουλου αφορούσαν τον γιο του Αριστοτέλη Ωνάση, Αλέξανδρο – Τι είχε αποκαλύψει ο ερμηνευτής
Σε ηλικία 85 ετών έφυγε από τη ζωή τα ξημερώματα του Σαββάτου, ο Σταμάτης Κόκοτας, σκορπίζοντας θλίψη στον καλλιτεχνικό χώρο.
Γεννημένος στην Αθήνα, στις 23 Μαρτίου 1937, ο αείμνηστος τραγουδιστής διέγραψε μία αξιοσημείωτη πορεία κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του 1960 και 1970, οπότε και συνεργάστηκε με ορισμένους από τους σημαντικότερους Έλληνες συνθέτες της εποχής, όπως ο Σταύρος Ξαρχάκος, ο Δήμος Μούτσης, ο Απόστολος Καλδάρας, ο Γιώργος Χατζηνάσιος, ο Γιάννης Σπανός, ο Γιώργος Ζαμπέτας.
Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά τραγούδια του Σταμάτη Κόκοτα είναι το «Γιε μου».
Ο γνωστός τραγουδιστής νοσηλευόταν τις τελευταίες ημέρες στο Ασκληπιείο της Βούλας και κατέληξε τα ξημερώματα του Σαββάτου έπειτα από ραγδαία επιδείνωση της υγείας του.
Η επιτυχία των Απόστολου Καλδάρα και Λευτέρη Παπαδόπουλου κυκλοφόρησε το 1977 και πολλοί πίστευαν ότι το τραγούδι αυτό γράφτηκε για τον θάνατο του γιου του Αριστοτέλη Ωνάση, Αλέξανδρου, μιας και ο αείμνηστος τραγουδιστής είχε φιλία με τον Αριστοτέλη Ωνάση.
Παρόλα αυτά, ο Σταμάτης Κόκοτας το διέψευσε, αποκαλύπτοντας την πραγματική ιστορία πίσω από το τραγούδι.
Σε συνέντευξή του, είχε πει:
«Το τραγούδι γράφτηκε για ένα πατέρα με ναρκομανή γιο. Τότε, τέλη δεκαετίας ’70, άρχισε να μπαίνει η πρέζα στη ζωή μας. Και ο Λευτέρης Παπαδόπουλος τα λέει όλα εδώ… Είσαι είκοσι χρονών κι όμως γερνάς… Γιε μου, είν’ οι άνθρωποι απάνθρωποι καλέ μου, οι αρχόντοι είν’ εμπόροι του πολέμου και γελούν όταν το δάκρυ μας κυλά. Ως κι οι φίλοι σου χαρήκανε, Θεέ μου που ’χεις πέσει τώρα τόσο χαμηλά».
«Σε τουρνέ μου στην Αμερική, που έλεγα το «Γιε μου» και πήγε κάποιος ν’ ανάψει το τσιγάρο του -από πόνο, επειδή είχε χάσει το παιδί του- με αποτέλεσμα να πάρουν τα μαλλιά μου φωτιά και ο μπουζουξής να τραβάει το τραπεζομάντιλο για να τη σβήσει» είχε προσθέσει.
Οι στίχοι του «Γιε μου»
Γιε μου, είν’ ο πόνος μου αβάσταχτος καλέ μου
που σε βλέπω σαν ξερόφυλλο του ανέμου
στη ζωή κυνηγημένος να γυρνάς
Γιε μου, δεν τον άκουσες τον δόλιο σου πατέρα
παρασύρθηκες και μέρα με τη μέρα
είσαι είκοσι χρονών κι όμως γερνάς
Γιε μου, τι περιμένεις, πε μου
σ’ έναν δρόμο λασπωμένο
θα ’σαι πάντα σαν δεντρί ξεριζωμένο
δίχως μοίρα, δίχως ήλιο κι ουρανό
Γιε μου, τον καημό μου συλλογίσου
γύρνα σπίτι να γλυκάνω την πληγή σου
γιε μου, γιε μου, πώς πονώ
Γιε μου, είν’ οι άνθρωποι απάνθρωποι καλέ μου
οι αρχόντοι είν’ εμπόροι του πολέμου
και γελούν όταν το δάκρυ μας κυλά
Γιε μου, μην πιστεύεις σε κανέναν ακριβέ μου
ως κι οι φίλοι σου χαρήκανε, Θεέ μου
που ‘χεις πέσει τώρα τόσο χαμηλά