Από αριστερά: Αντόνιο Πουέρτα, Μαρκ-Βιβιάν Φοέ, Μίκλος Φέχερ.
Δεν έχει συνέλθει ακόμη η ποδοσφαιρική Ιταλία από τον χαμό του 31χρονου Νταβίντε Αστόρι, του αρχηγού της Φιορεντίνα, που πέθανε από ανακοπή καρδιάς βάζοντας το όνομά του σε μια μακρά λίστα ποδοσφαιριστών που προδόθηκαν από την καρδιά τους ενώ ιατρικώς παρακολουθούνται στενά από τους συλλόγους τους. Η πρόληψη τέτοιων περιπτώσεων απαιτεί συνδυασμό τύχης και γνώσης.
Είναι δεδομένο ότι η σωματική καταπόνηση από τις συνεχείς προπονήσεις, πέρα από την ψυχολογική πίεση του επαγγελματισμού, μπορεί να αποβεί μοιραία για ευπαθείς καρδιές. Γι’ αυτό και τα ιατρικά επιτελεία των συλλόγων φροντίζουν να παρακολουθούν πολύ στενά την καρδιακή υγεία του έμψυχου υλικού τους.
Ακούμε συνεχώς για τις πολύ εξελιγμένες ιατρικές εφαρμογές που υιοθετούν οι σύλλογοι, με τελευταίας τεχνολογίας μετρητές κ.λπ., με συστήματα που όχι μόνον ελέγχουν τακτικά την καρδιακή λειτουργία των ποδοσφαιριστών, αλλά και μπορούν να παρακολουθούν σε ζωντανό χρόνο τους παλμούς και τις κινήσεις τους κατά τη διάρκεια ενός αγώνα μέσω βοηθημάτων που φορούν οι παίκτες. Πώς γίνεται λοιπόν να χάνονται νέα παιδιά που είναι και αθλούμενα ενώ παρακολουθούνται τόσο στενά;
«Ο κόσμος πρέπει να καταλάβει ότι η ανακοπή είναι ένα τελικό γεγονός και όχι διάγνωση. Σαφής απάντηση δεν υπάρχει πάντοτε για τα αίτια», λέει στην «Κ» ο ειδικός καρδιολόγος Β. Αντωνάκης. «Οι επαγγελματίες ποδοσφαιριστές φτάνουν τον οργανισμό τους στα όρια συνεχώς μέσα σε μία σεζόν. Επίσης, υπάρχουν διαταραχές σε κυτταρικό επίπεδο που δεν είναι ανιχνεύσιμες, αλλά και υποκρυπτόμενα νοσήματα ή ιοί που προσβάλλουν το μυοκάρδιο», τονίζει.
Τον Νοέμβριο του 2017 το ποδόσφαιρο συγκλονίστηκε από τον χαμό του Ντιονάταν Τεϊσέιρα της Σερίφ Τιρασπόλ και πρώην της Στόουκ, που πέθανε από καρδιά στα 25 του. Στα 26 του κατέληξε προδομένος από την καρδιά του το 2009 ο Δανιέλ Χάρκε της Εσπανιόλ, δύο χρόνια μετά τον θάνατο από ανακοπή του Αντόνιο Πουέρτα της Σεβίλλης στα 22 του χρόνια. Το 2007 είχε χάσει τη ζωή του και ο Φιλ Ο’ Ντόνελ, της σκωτσέζικης Μάδεργουελ. Τέτοια περίπτωση ήταν και ο Μίκλος Φέχερ. Ο Ούγγρος ποδοσφαιριστής της Μπενφίκα κατέρρευσε στον αγωνιστικό χώρο το 2004 ενώ ήταν μόλις 24 ετών. Και ποιος δεν θυμάται τον Καμερουνέζο διεθνή Μαρκ-Βιβιάν Φοέ, που άφησε στα 28 του την τελευταία του πνοή κατά τη διάρκεια αγώνα του Κυπέλλου Συνομοσπονδιών το 2003;
Ο καθηγητής Καρδιολογίας του Πανεπιστημίου του Λονδίνου Σαντζέι Σάρμα δήλωσε στo BBC ότι «δυστυχώς η πρώτη ένδειξη των ξαφνικών καρδιοπαθειών αυτών είναι η ανακοπή, η οποία δεν ανιχνεύεται. Μόνον το 20% εμφανίζει άλλα συμπτώματα, το υπόλοιπο 80% έχει για πρώτη ένδειξη τον θάνατο,» τόνισε.
Σε αντίθεση με την περίπτωση του Φοέ όμως, ο Φαμπρίς Μουαμπά της Μπόλτον γλίτωσε το 2012 χάρη στην έγκαιρη παρέμβαση με απινιδωτή από τον γιατρό της ομάδας λίγα δευτερόλεπτα αφότου εκείνος κατέρρευσε, καθώς (χάρις και στην περίπτωση Φοέ) οι γιατροί των γηπέδων είναι διεθνώς περισσότερο προετοιμασμένοι και καλύτερα εξοπλισμένοι.
Ο δρ Σάρμα έχει επίσης δηλώσει (στο CNN) ότι υπάρχει έλλειψη εξειδίκευσης στην Ευρώπη στον τομέα, κι αυτό εξηγεί σε έναν βαθμό γιατί οι κυβερνήσεις διστάζουν να κάνουν υποχρεωτική την εξέταση της καρδιάς για πιθανή αιφνίδια ανακοπή. Τα δε αποτελέσματα χρειάζεται να τα αποτιμήσει εξειδικευμένος καρδιολόγος, διότι η ειδική γνώση σώζει. Χαρακτηριστική ήταν η περίπτωση του Ντάρκο Κοβάσεβιτς, του Σέρβου επιθετικού του Ολυμπιακού, που σώθηκε χάρη στη διάγνωση του γιατρού των Πειραιωτών.
Ομοίως ο πρώην επιθετικός της Σέφιλντ Γιουνάιτεντ, Αντι Σκοτ, ένιωσε βαριά τα πόδια του στη διάρκεια αγώνα. Πήγε σε ειδικό καρδιολόγο και «λίγα λεπτά αργότερα η ποδοσφαιρική μου καριέρα είχε τελειώσει.» Οχι όμως κι η ζωή του, αφού ανήκε στο τυχερό 20% που εμφανίζει πρώτα τα ήπια συμπτώματα…
Έντυπη Καθημερινή