Οι ενήλικες μέσης και τρίτης ηλικίας που κατανάλωναν τουλάχιστον τρεις μερίδες προϊόντων ολικής άλεσης καθημερινά παρουσίαζαν μικρότερη αύξηση στην περίμετρο μέσης και στα επίπεδα σακχάρου καθώς μεγάλωναν συγκριτικά με εκείνους που έτρωγαν λιγότερο από μισή μερίδα ημερησίως, σύμφωνα με νέα έρευνα που δημοσιεύθηκε στο Journal of Nutrition.
Οι ερευνητές από το Jean Mayer USDA Human Nutrition Research Center on Aging του Πανεπιστημίου Tufts εξέτασαν το πώς η πρόσληψη τροφίμων ολικής άλεσης και ραφιναρισμένων επηρέαζε με την πάροδο του χρόνου πέντε παράγοντες κινδύνου για καρδιακές παθήσεις: την περίμετρο μέσης, την αρτηριακή πίεση, το σάκχαρο, τα τριγλυκερίδια και την «καλή»-HDL χοληστερόλη.
Χρησιμοποιώντας δεδομένα από τη Μελέτη Framingham που ξεκίνησε τη δεκαετία του 1970 για να αξιολογήσει τους μακροπρόθεσμους παράγοντες κινδύνου για τις καρδιακές παθήσεις, η νέα έρευνα εξέτασε τα αποτελέσματα υγείας που σχετίζονται με την κατανάλωση τροφίμων ολικής άλεσης και ραφιναρισμένων για μια μέση περίοδο 18 ετών. Οι 3.100 συμμετέχοντες από την κοόρτη ήταν κυρίως λευκοί και στα μέσα της έκτης δεκαετίας της ζωής τους κατά την έναρξη συγκέντρωσης των δεδομένων.
Η ερευνητική ομάδα συνέκρινε τις αλλαγές στους πέντε παράγοντες κινδύνου ανά τετραετίες μεταξύ των τεσσάρων κατηγοριών της αναφερόμενης πρόσληψης προϊόντων, ξεκινώντας από λιγότερο από μισή μερίδα ημερησίως και φτάνοντας σε πάνω από τρεις μερίδες. Η συνιστώμενη ποσότητα τροφίμων ολικής άλεσης είναι πάνω από τρεις μερίδες την ημέρα, σύμφωνα με τις διατροφικές οδηγίες για τους Αμερικανούς για την περίοδο 2020-2025, με τη μερίδα να θεωρείται μια φέτα ψωμί ολικής άλεσης, μισό ποτήρι βρώμη ή μισό ποτήρι καφέ ρύζι.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι για κάθε τετραετία:
Η περίμετρος μέσης αυξήθηκε κατά μέσο όσο 2,5 εκατοστά στην ομάδα χαμηλής πρόσληψης, έναντι περίπου 1,25 εκατοστών στην ομάδα υψηλής πρόσληψης.
Ακόμα και μετά την προσαρμογή σε αλλαγές στην περίμετρο μέσης, η μέση αύξηση στα επίπεδα σακχάρου και στη συστολική αρτηριακή πίεση ήταν μεγαλύτερη στους συμμετέχοντες με χαμηλή πρόσληψη σε σύγκριση με αυτούς της υψηλής.
Οι ερευνητές μελέτησαν, επίσης, τους πέντε παράγοντες κινδύνου στις τέσσερις κατηγορίες πρόσληψης ραφιναρισμένων τροφίμων, ξεκινώντας από λιγότερες από δύο μερίδες ημερησίως έως τις περισσότερες από τέσσερις. Η χαμηλή πρόσληψη οδήγησε σε χαμηλότερη μέση αύξηση στην περίμετρο μέσης και μεγαλύτερη μέση πτώση στα επίπεδα τριγλυκεριδίων κάθε τετραετία.
«Τα ευρήματά μας υποδεικνύουν ότι η κατανάλωση τροφίμων ολικής άλεσης ως μέρος μιας υγιεινής διατροφής προσφέρει οφέλη υγείας, βοηθώντας να χάσουμε ή να διατηρήσουμε το βάρος μας καθώς μεγαλώνουμε. Πράγματι, τα δεδομένα δείχνουν ότι οι άνθρωποι που καταναλώνουν περισσότερα τρόφιμα ολικής άλεσης μπορούν καλύτερα να διατηρήσουν το σάκχαρο και την αρτηριακή τους πίεση με το πέρασμα του χρόνου. Η διαχείριση αυτών των παραγόντων κινδύνου καθώς μεγαλώνουμε βοηθά στην προστασία έναντι των καρδιακών παθήσεων», αναφέρει ο Nicola McKeown, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης και επιστήμονας στο USDA.
«Υπάρχουν πολλοί λόγοι που τα τρόφιμα ολικής άλεσης βοηθούν τους ανθρώπους να διατηρήσουν την περίμετρο μέσης και να μειώσουν τις αυξήσεις σε άλλους παράγοντες κινδύνου. Η παρουσία διατροφικών φυτικών ινών στα τρόφιμα ολικής άλεσης μπορεί να έχει ικανοποιητική επίδραση, ενώ το μαγνήσιο, το κάλιο και τα αντιοξειδωτικά μπορεί να συνεισφέρουν στη μείωση της αρτηριακής πίεσης. Οι διαλυτές φυτικές ίνες συγκεκριμένα μπορεί να έχουν επωφελή επίδραση στις αυξήσεις του σακχάρου μετά το φαγητό», καταλήγει με τη σειρά της η Caleigh Sawicki από τη Σχολή Επιστημών της Διατροφής του Πανεπιστημίου Tufts.
Πηγή: ygeiamou.gr