Το κουνουπίδι προσφέρει μία εντυπωσιακή ποικιλία θρεπτικών συστατικών για τον οργανισμό, όπως βιταμίνες, αντιοξειδωτικά, μέταλλα και ιχνοστοιχεία.
Η ενσωμάτωσή του στο καθημερινό μας διαιτολόγιο ενισχύει το ανοσοποιητικό, μειώνει την LDL χοληστερόλη, προλαμβάνει τα καρδιαγγειακά νοσήματα και προσφέρει ισχυρή αντικαρκινική προστασία.
Η ανθοκράμβη των αρχαίων Ελλήνων, το γνωστό μας κουνουπίδι, προέρχεται από μία ποικιλία άγριου λάχανου που ευδοκιμούσε στην Ασία και την ανατολική Μεσόγειο, κυρίως στην περιοχή που καταλαμβάνει τώρα η Τουρκία και καλλιεργείται εδώ και χιλιάδες χρόνια. Τον 16ο αιώνα ξεκίνησε η καλλιέργειά του και σε περιοχές της Δυτικής Ευρώπη. Αν και υπάρχουν διάφορες χρωματικές ποικιλίες, το πιο διαδεδομένο λευκό οφείλει το χρώμα του στα παχιά πράσινα φύλλα του που εμποδίζουν τις ακτίνες του ήλιου να φθάσουν στο λουλούδι που είναι ουσιαστικά το μέρος του φυτού που καταναλώνουμε και να σχηματίσουν χλωροφύλλη.
Αυτό το μη αμυλούχο λαχανικό αποτελεί πολύ καλή πηγή διαιτητικών ινών και βιταμινών όπως A, B1, B2, B3, B6 και C. Περιέχει επίσης παντοθενικό οξύ, µαγγάνιο, φώσφορο, κάλιο, ασβέστιο και φυλλικό οξύ. Τα αντιοξειδωτικά του προστατεύουν τον οργανισμό από τις βλαβερές ελεύθερες ρίζες και επιβραδύνουν τη γήρανση. Αποτελείται περίπου από 85% νερό, έχει πολύ λίγους υδατάνθρακες, πρωτεΐνη ή λίπη, αλλά είναι πλούσιο σε μια χημική ένωση θείου που ονομάζεται σουλφοραφάνη και συμβάλει στη βελτίωση της αρτηριακής πίεσης και των διαφόρων προβλημάτων των νεφρών. Η ίδια ουσία παίζει σημαντικό ρόλο στην καταστροφή των καρκινικά κυττάρων, εμποδίζοντας την ανάπτυξη των όγκων. Έρευνες τονίζουν την αποτελεσματικότητα του συνδυασμού του κουνουπιδιού με κουρκουμά σε διάφορες μορφές καρκίνου.
Τα γλυκοσινολικά άλατα που περιέχει, ενεργοποιούν τα ένζυμα που συμβάλλουν στην αποτοξίνωση του οργανισμού. Παρέχει αντιφλεγμονώδη δράση λόγω της ινδόλης-3 και καρβινόλης. Οι φυτικές του ίνες συμβάλλουν στην καλή λειτουργία της πέψης και της προστασίας των τοιχωμάτων του στομάχου, ενώ η σουλφοραφάνη εμποδίζει την ανάπτυξη του ελικοβακτηρίδιου του πυλωρού. Μια άλλη ουσία που συναντάται στο κουνουπίδι, είναι η χολίνη απαραίτητης για την υγιή ανάπτυξη του εγκεφάλου. Εύκολα εντάσσεται σε όλες τις δίαιτες λόγω των φτωχών του θερμίδων.
Το κουνουπίδι περιέχει ενώσεις του θείου που εύκολα διασπώνται και παράγουν υδρόθειο, το οποίο μυρίζει άσχημα. Προσθέστε λίγο γάλα ή λεμόνι στο νερό που το βράζετε και η άσχημη μυρωδιά θα μειωθεί σημαντικά. Το γρήγορο μαγείρεμα μειώνει τη μυρωδιά, διατηρεί το κουνουπίδι τραγανό, τη λευκότητά του και το σημαντικότερο, το μεγαλύτερο ποσοστό των θρεπτικών του συστατικών, ιδιαίτερα τις υδατοδιαλυτές του βιταμίνες. Προτιμήστε το μαγείρεμα στον ατμό ή ακόμη καλύτερα το σοτάρισμα.
Το περισσότερο ασβέστιο του κουνουπιδιού βρίσκεται στα πράσινα φύλλα του, γι’ αυτό μην τα πετάτε. Καθαρίστε τα προσεχτικά και μαγειρέψτε τα ελαφρά προσθέτοντάς τα ψιλοκομμένα στις σαλάτες. Επιλέξτε τα κουνουπίδια που είναι όσο το δυνατόν πιο λευκά, βαριά και συμπαγή με φρέσκα πράσινα εξωτερικά φύλλα. Διατηρείστε το ωμό κουνουπίδι σε χάρτινη ή πλαστική σακούλα στο ψυγείο με το κοτσάνι προς τα κάτω για μια εβδομάδα περίπου. Αν αγοράσετε κομμένο σε μπουκέτα, να το καταναλώσετε μέσα σε δύο το πολύ ημέρες, καθώς χάνει γρήγορα τη φρεσκάδα του.
Πηγή: itrofi.gr