Η τακτική χρήση ισχυρών καθαριστικών όπως η χλωρίνη συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθιας (ΧΑΠ), δείχνει μια νέα γαλλο-αμερικανική επιστημονική μελέτη.
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), με τον όρο χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια περιγράφεται ένα σύνολο παθήσεων των πνευμόνων που προκαλούν περιορισμό στην κυκλοφορία του αέρα στο αναπνευστικό σύστημα. Στη διάγνωση για ΧΑΠ περιλαμβάνονται ενδεικτικά η χρόνια βρογχίτιδα και το εμφύσημα.
Βασικοί παράγοντες κινδύνου για τη ΧΑΠ είναι η ρύπανση των εσωτερικών χώρων (π.χ. λόγω καύσης βιομάζας για το μαγείρεμα και τη θέρμανση), η ατμοσφαιρική ρύπανση αλλά και η έκθεση σε χημικές ουσίες.
Όσον αφορά τη χρήση καθαριστικών συγκεκριμένα, η νέα μελέτη έδειξε ότι η έκθεση σε ισχυρά απολυμαντικά όπως η χλωρίνη ακόμη και μία φορά την εβδομάδα συνδέεται με έως και 32% περισσότερες πιθανότητες εκδήλωσης ΧΑΠ.
Η μελέτη, η οποία είχε συνολική διάρκεια 30 χρόνια, πραγματοποιήθηκε από ερευνητές στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ και το Γαλλικό Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας και Ιατρικών Ερευνών (INSERM) και περιλάμβανε δείγμα άνω των 55.000 νοσηλευτών από τις ΗΠΑ.
Μελετήθηκε η έκθεση σε συγκεκριμένα απολυμαντικά προϊόντα όπως η χλωρίνη, το υπεροξείδιο του υδρογόνου και οι τεταρτοταγείς ενώσεις αμμωνίου, τα οποία χρησιμοποιούνται ευρέως για τον καθαρισμό των εσωτερικών χώρων.
Όσοι εκ των νοσηλευτών χρησιμοποιούσαν είχαν εκτεθεί σε ισχυρά απολυμαντικά προϊόντα με συχνότητα έστω και μία φορά την εβδομάδα φάνηκε να διατρέχουν έως και 32% μεγαλύτερο κίνδυνο να εμφανίσουν ΧΑΠ, αναφέρει η βρετανική Guardian.
Παλαιότερες μελέτες έχουν συνδέσει τη χρήση ισχυρών καθαριστικών με αυξημένο κίνδυνο για αναπνευστικά προβλήματα και άσθμα. Ωστόσο, η νέα μελέτη θεωρείται η πρώτη που αναδεικνύει τη σχέση μεταξύ ΧΑΠ και συγκεκριμένων καθαριστικών προϊόντων.
Όπως επισημαίνουν οι ερευνητές, τα ευρήματά τους υπογραμμίζουν την ανάγκη να τεθούν σαφείς κατευθυντήριες οδηγίες σχετικά με τη χρήση ισχυρών καθαριστικών, ιδιαίτερα σε χώρους υγειονομικού ενδιαφέροντος όπως τα νοσοκομεία, ώστε να περιοριστεί ο επαγγελματικός κίνδυνος των ατόμων που τα χρησιμοποιούν.