Μετά το κύμα μαζικών θανάτων λόγω ενός ξενόφερτου παράσιτου, οι βιολόγοι προσπαθούν να προστατεύσουν τις απειλούμενες πίννες σε ενυδρεία.
Οι δικτυωτές σακούλες για κρεμμύδια που κρέμονται από σχοινιά μέσα στη θάλασσα περιέργως δεν είναι σκουπίδια.
Τοποθετήθηκαν επίτηδες στα ανοιχτά της Κροατίας για να προσελκύουν προνύμφες της μεσογειακής πίννας, αυτού του ενδημικού οστρακοειδούς που κινδυνεύει να εξαφανιστεί για πάντα.
Η μεσογειακή «πίννα η ευγενής» (Pinna nobilis), η οποία μοιάζει με γιγάντιο πορτοκαλί μύδι, είναι ένα από τα μεγαλύτερα μαλάκια του κόσμου με μήκος που ενίοτε φτάνει τα 120 εκατοστά.
Οι πληθυσμοί της στην Ελλάδα και άλλες μεσογειακές χώρες αποδεκατίστηκαν από το ξενόφερτο πρωτόζωο Haplosporidium pinnae, ένα μικροσκοπικό παράσιτο που πρωτοεμφανίστηκε το 2016 στην Ισπανία.
H ασθένεια γρήγορα εξαπλώθηκε σε όλη τη Μεσόγειο και προκάλεσε μαζική θανάτωση της πίννας στην Ελλάδα, τη Γαλλία, την Ιταλία, την Κύπρο, την Τουρκία, την Τυνησία, το Μαυροβούνιο και την Κροατία.
Η άφιξη του παράσιτου ήρθε να προστεθεί σε μια ποικιλία άλλων απειλών, όπως το ψάρεμα με συρόμενα εργαλεία, η αγκυροβόληση και η κλιματική αλλαγή, η οποία φαίνεται να ευνοεί την εξάπλωση της ασθένειας.
«Οι δικτυωτές σακούλες είναι αποδεδειγμένη μέθοδος να προσελκύσουμε προνύμφες της πίννας, όμως η πιθανότητα να εμφανιστούν και να επιζήσουν είναι μικρή» αναφέρει στο BBC η Σιλβίγια Κίπσον της οργάνωσης Natura Histrica, που συμμετέχει στην προσπάθεια μαζί με ινστιτούτα και άλλες οργανώσεις.
«Μοιάζει με θαύμα που βρήκαμε περίπου 80 μωρά» στην τελευταία συλλογή τον Νοέμβριο, λέει.
Οι προνύμφες που συλλέγονται μεταφέρονται στη συνέχεια σε εξειδικευμένα ενυδρεία όπου θα παραμείνουν για μήνες, με την ελπίδα ότι θα μεγαλώσουν αρκετά για να μεταφερθούν κάποια στιγμή πίσω στη θάλασσα.
«Όταν λαμβάνουμε νεαρά δείγματα, τα βάζουμε σε μικρά ποτήρια γεμάτα με ίζημα, τα οποία μεταφέρονται σε ειδικές δεξαμενές με αποστειρωμένο νερό» λέει η βιολόγος Μιλένα Μίτσιτς, ιδιοκτήτρια του ενυδρείου στην πόλη της Πούλα.
Από όλες τις τροφές που έχουν δοκιμαστεί μέχρι σήμερα, οι πίννες δείχνουν να προτιμούν το μονοκύτταρο φύκος Isochrysis galbana.
Οι πίννες είναι διηθηματοφάγες, τρέφονται δηλαδή, φιλτράροντας οργανικά σωματίδια από το νερό, κάτι που σημαίνει ότι βοηθούν να διατηρείται η θάλασσα καθαρή. Μία και μόνο πίνα μπορεί να φιλτράρει έως και 2.000 λίτρα νερού την ημέρα, ενώ το μεγάλο της κέλυφος προσφέρει καταφύγιο σε έως 35 διαφορετικά είδη ζώων.
Για τις πρώτες 40 ημέρες, η θερμοκρασία του νερού στο ενυδρείο διατηρείται στους 12 βαθμούς Κελσίου για να εμποδίζεται ο πολλαπλασιασμός του παράσιτου. «Στη συνέχεια, ανεβάζουμε τη θερμοκρασία αργά, αλλιώς το νερό είναι πολύ κρύο για να μεγαλώσει το οστρακοειδές», επισημαίνει ο Μίτσιτς.
Ακόμα κι έτσι, όμως, η πιθανότητα επιβίωσης είναι μικρή. Από τα 40 άτομα που μεταφέρθηκαν στο ενυδρείο τον Νοέμβριο, τα μισά σύντομα πέθαναν, με τις αναλύσεις να δείχνουν, ότι ήταν ήδη μολυσμένα από Haplosporidium.
Οι βιολόγοι, όμως, συνεχίζουν τις προσπάθειες. Σε ενυδρείο της ισπανικής πόλης της Μούρθια, κάποιες πίννες επιζούν εδώ και πέντε χρόνια.
Και πέρυσι, το ενυδρείο της Πούλα γιόρτασε τη γέννηση της πρώτης προνύμφης σε δεξαμενή και την ονόμασε «Μοράνα». Η μικρή πίννα είναι ακόμα ζωντανή, μια περίπτωση που συντηρεί τις ελπίδες, ότι η ωρίμανση ή ακόμα και η αναπαραγωγή είναι εφικτή σε συνθήκες εργαστηρίου.
Πηγή: in.gr