Στον χώρο του αθλητισμού, η σχέση ανάμεσα στον προπονητή, τον γονέα και τον αθλητή αποτελεί θεμέλιο για την επιτυχία και την πρόοδο του παιδιού. Ωστόσο, είναι ζωτικής σημασίας να κατανοηθεί ότι οι ρόλοι αυτών των τριών πλευρών είναι διακριτοί και χρειάζεται να παραμένουν σε αρμονία, χωρίς να παραβιάζονται τα όρια του ενός από τον άλλον.
Ο προπονητής είναι ο επαγγελματίας που έχει τη γνώση και την εμπειρία για να καθοδηγήσει τον αθλητή, να τον βοηθήσει να αναπτύξει τις φυσικές και ψυχικές του ικανότητες
και να τον ενισχύσει σε κάθε του βήμα. Ο ρόλος του δεν περιορίζεται μόνο στη διδασκαλία τεχνικών, αλλά επεκτείνεται στην πνευματική καλλιέργεια του αθλητή, στην προώθηση αξιών όπως η πειθαρχία, η αφοσίωση και η επιμονή. Η διαδικασία αυτή απαιτεί σεβασμό, εμπιστοσύνη και επικοινωνία μεταξύ προπονητή και αθλητή.
Από την άλλη πλευρά, οι γονείς παίζουν επίσης έναν σημαντικό ρόλο, υποστηρίζοντας το παιδί τους τόσο συναισθηματικά όσο και πρακτικά. Είναι οι άνθρωποι που ενθαρρύνουν τα παιδιά τους να ακολουθήσουν τα ενδιαφέροντά τους και να παραμείνουν συνεπείς στις δεσμεύσεις τους. Η συνεισφορά τους είναι πολύτιμη, αλλά χρειάζεται να μένει σε ένα πλαίσιο στήριξης και όχι παρέμβασης. Ο ρόλος τους είναι να εμπιστευτούν τον προπονητή και να επιτρέψουν στο παιδί τους να μάθει μέσα από τη διαδικασία της προπόνησης, χωρίς να αισθάνονται την ανάγκη να αναμειχθούν στη δουλειά του προπονητή.
Η παρέμβαση των γονέων στη διαδικασία της προπόνησης μπορεί να προκαλέσει σύγχυση στον αθλητή, μειώνοντας την αυτοπεποίθηση του προπονητή και διαταράσσοντας την ισορροπία της σχέσης προπονητή-αθλητή. Οι γονείς, όσο καλοπροαίρετοι κι αν είναι, μπορεί αθέλητα να οδηγήσουν το παιδί τους σε απογοήτευση ή ακόμα και σε απομάκρυνση από το άθλημα. Η υπερβολική επιρροή από πλευράς γονέα δημιουργεί ένα περιβάλλον όπου ο αθλητής δεν μπορεί να εμπιστευτεί πλήρως τον προπονητή του, κάτι που είναι απαραίτητο για την επιτυχή εξέλιξη του παιδιού.
Αυτό που χρειάζεται, επομένως, είναι ένα ξεκάθαρο πλαίσιο συνεργασίας, όπου ο καθένας εκπληρώνει τον ρόλο του. Ο προπονητής θα πρέπει να έχει την ελευθερία να καθοδηγεί και να διαμορφώνει τον αθλητή με βάση την εμπειρία του και τις αρχές του αθλήματος, ενώ ο γονέας θα πρέπει να υποστηρίζει αυτή τη διαδικασία, δείχνοντας εμπιστοσύνη στον προπονητή και προσφέροντας στο παιδί του τη συναισθηματική υποστήριξη που χρειάζεται. Έτσι, ο αθλητής μπορεί να αναπτυχθεί ομαλά, να αντλήσει τα μέγιστα από την εμπειρία του στον αθλητισμό, και να εξελιχθεί τόσο σε σωματικό όσο και σε ψυχικό επίπεδο.
Η σωστή ισορροπία ανάμεσα στους τρεις αυτούς ρόλους είναι το κλειδί για την ατομική πρόοδο του αθλητή, αλλά και για τη διατήρηση μιας υγιούς, παραγωγικής αθλητικής κοινότητας.
Με εκτίμηση, Απόστολος Παπανικολάου