Με τη φανέλα του Παναθηναϊκού πανηγύρισε την κατάκτηση του τίτλου του πρωταθλητή έξι φορές, ενώ ακολούθως χρίστηκε προπονητής των πρασίνων
Ο πρώην παίκτης και προπονητής των «πράσινων» διακρίθηκε αρχικά στο NCAA με τη φανέλα του Temple, αψηφώντας τον σοβαρό τραυματισμό του (συντριπτικό κάταγμα δίσκου στην σπονδυλική στήλη), που τον υποχρέωσε να αγωνίζεται με ορθοπεδική ζώνη για το υπόλοιπο της καριέρας του.
Σε τουρνουά στη Βοστώνη παράγοντες του Παναθηναϊκού τον έπεισαν να αγωνιστεί στην Ελλάδα, με τον τότε προπονητή του «τριφυλλιού», Κώστα Μουρούζη, να πείθει τον Φαίδωνα Ματθαίου να τον καλέσει και στην Εθνική Ανδρών.
Με τον Παναθηναϊκό πήρε μέρος σε 174 αγώνες της Α΄ Εθνικής και πέτυχε συνολικά 1.755 πόντους. Εναντίον του Ολυμπιακού στις 25 Φεβρουαρίου 1973 πέτυχε και το ατομικό ρεκόρ του (30 πόντοι).
Στον Παναθηναϊκό κατέκτησε 6 πρωταθλήματα (1971, 1972, 1973, 1974, 1975, 1977) εκ των οποίων τα 5 ήταν συνεχόμενα, ενώ σημαντική επιτυχία ήταν η συμμετοχή του στην τετράδα του Κυπέλλου Πρωταθλητριών το 1972.
Τελευταία φορά που έπαιξε μπάσκετ, ήταν στις 9 Δεκεμβρίου 1978 εναντίον του Αμαρουσίου, αλλά ποτέ δεν έφυγε από την Ελλάδα, όπου εγκαταστάθηκε μόνιμα. Μόλις αποχώρησε από την ενεργό δράση, ανέλαβε την τεχνική ηγεσία του Παναθηναϊκού.
Από τη θέση του προπονητή με τον Παναθηναϊκό κατέκτησε το κύπελλο Ελλάδος το 1983, ενώ ως προπονητής του Ηλυσιακού εξασφάλισε τον προβιβασμό της ομάδας στη Β’ Εθνική κατηγορία.