Τα πρώτα μουσικά ακούσματα, η συνεργασία με το ραδιόφωνο, οι μεγάλες επιτυχίες και οι απώλειες που τήν «γονάτισαν»
Υπήρξε η πιο χαρακτηριστική φωνή του νησιώτικου τραγουδιού. Ήταν η πασίγνωστη «Κυρά του Αιγαίου» που σημάδεψε ανεξίτηλα την μουσική παράδοση με τη μοναδική φωνή της και συντρόφευε για δεκαετίες και θα συνεχίσει να συντροφεύει τις χαρές, τα γλέντια και τις γιορτές μας με τραγούδια πασίγνωστα όπως τα «Αρμενάκι», «Χορέψετε, χορέψετε», «Να σ’ αγαπώ ιντα θελα», «Σάλα γιάλα». Παράλληλα όμως η Ειρήνη Κονιτοπούλου Λεγάκη, που έφυγε σήμερα από τη ζωή σε ηλικία 91 ετών, ήταν μια γυναίκα που βίωσε τις πιο κομβικές στιγμές της νεότερης ελληνικής ιστορίας, έγινε πρωταγωνίστρια σε εποχές ανδροκρατούμενες και ήρθε αντιμέτωπη με μεγάλες προσωπικές τραγωδίες. Όλα αυτά τα αντιμετώπισε με σθένος και περισσή αξιοπρέπεια. Στοιχεία που τήν χαρακτήριζαν σε ολόκληρη τη ζωή της.
Γεννημένη το 1931, δύο ήταν τα στοιχεία που επικράτησαν στο μεγάλωμά της: Η πολυπληθής οικογένεια με τα 11 παιδιά, από τα οποία όμως επέζησαν τα πέντε, και η μουσική, μέσα από τις μελωδίες του βιολιού του πατέρα της, Μιχάλη Κονιτόπουλου. Έτσι γεννήθηκε μέσα της το μικρόβιο της μουσικής, έτσι ρίζωσε στην ψυχή της η άσβεστη αγάπη για το τραγούδι. «Πολλές φορές όταν τραγούδαγα μικρή μόνη μου χόρευα και πολλές φορές μου ‘ρχότανε κλάμα σ’ ορισμένα τραγούδια, έτσι όπως τα λαϊκά, ού, ου… συγκινιόμουνα πάρα πολύ. Το τραγούδαγα μόνη μου και δεν μ’ ένοιαζε άμα μ’ ακούγανε. Δεν τραγούδαγα για να μ’ ακούσουνε. Τραγούδαγα γιατί το τράβαγ’ η ψυχή μου. Μου άρεσε αυτό το πράγμα τότε» είχε εξομολογηθεί η ίδια σε παλαιότερη συνέντευξή της επιβεβαιώνοντας πως ήταν γεννημένη τραγουδίστρια.
Ήταν ακόμη μωρό ταν η οικογένειά έφυγε για την Αθήνα. Εκεί θα περάσει τα πρώτα μαθητικά της χρόνια και θα φοιτήσει στις δύο πρώτες τάξεις του δημοτικού σ’ ένα ιδιωτικό σχολείο της Κυψέλης καθώς ο πατέρας της θέλει πολύ η μικρή του κόρη να μάθει γράμματα. Ο πόλεμος όμως θα έρθει να ανατρέψει όλα τους τα σχέδια, να φέρει τα πάνω κάτω στη ζωή τους. Η οικογένειά επιστρέφει στη Νάξο και ο πατέρας αναγκάζεται να δουλεύει στην οικοδομή για να θρέψει τα παιδιά του. Το βιολί όμως δεν το αφήνει. Δίνει το παρών σε όλες τις εκδηλώσεις που τον καλούν.
Το 1951, 20 χρονών κορίτσι, μετακομίζει στην Αθήνα. Είναι η εποχή που το Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας (ΕΙΡ), αναζητά παραδοσιακούς οργανοπαίχτες απ’ όλη την Ελλάδα για να παίζουν ζωντανά στις εκπομπές του κορυφαίου δασκάλου της παραδοσιακής μουσικής Σίμωνα Καρρά. Ανάμεσα σε αυτούς που επιλέγονται είναι και ο θείος της, ο λαουτιέρης Δημήτρης Φυρογένης ο οποίος προτείνει την Ειρήνη για να τον συνοδεύει στο τραγούδι: «Εργαζόμουνα σ’ ένα γιατρό εδώ για να του προσέχω το παιδάκι του και να σηκώνω και το τηλέφωνο για τη δουλειά του.
Και στη θεία μου, την αδερφή της μητέρας μου, πού ‘χε κάνει δυο – τρία μωρά και ξεθάρρεψα κι ήρθα στην Αθήνα, σαν δικαιολογία δηλαδή γιατί ο πατέρας μου δεν ήθελε να φύγω απ’ το χωριό. Το 1952 βρίσκομαι στην Αθήνα και ακούω στο ΕΙΡ την εκπομπή με τον θείο μου τον Φυρογένη.
Ξαφνικά έρχεται η θεία μου (η γυναίκα του), δεν ξέρω πως τα είχανε κανονίσει εγώ δεν ξέρω βέβαια, και λέει ότι ήρθανε και ζητήσανε κορίτσια για χορωδία για να κάνετε εκπομπές στο ραδιόφωνο κι έδωσε το όνομά σου ο θείος σου ο Μήτσος.Ο πατέρας μου ήτανε στο χωριό. Η θειά μου τό ‘ πε αυτό κι εγώ είχα σκάσει στα γέλια. Μας φαινόντανε περίεργα πράγματα αυτά γιατί έτσι μας είχανε μάθει να ‘χουμε τη ντροπή, τι δουλειά είχα εγώ τώρα εκεί. Μη γελάς μου λέει η θεία μου, εγώ στο λέω αλήθεια. Κι αν το λες αλήθεια της λέω, ερώτησες τον πατέρα μου της λέω. Είχαμε αυτές τις αρχές. Ήτανε αλλιώς οι γονείς τότες. Αν λοιπόν το λες αλήθεια, χωρίς τη γνώμη του πατέρα μου πως θα πάω; Ήμουνα πια στα 20, δεν ήμουνα κανα μωρουδάκι, αλλά εγώ τους το ‘γραψα. Αλλά εγώ εκείνη την ώρα το σκέφτηκα όπως το είπε η θειά μου. Λέω για κάτσε, θα πάω να δω το περιβάλλον κι αν μ’ αρέσει θα συνεχίσω κι αν δεν μ’ αρέσει δεν με πήγε κανείς με το ζόρι… » έχει διηγηθεί η ίδια. Έτσι, μέσα από τις συχνότητες του ραδιοφώνου ακούγεται για πρώτη φορά στο πανελλήνιο η φωνή που έμελλε να σημαδέψει ανεξίτηλα το νησιώτικο τραγούδι.
Το 1955 αποτελεί μια χρονιά – σταθμό για εκείνη καθώς ηχογραφεί τα πρώτα της τραγούδια και παράλληλα παντρεύεται τον Στέλιο Λεγάκη. Η γνωριμία τους θα γίνει με συνοικέσιο και οι δυο τους θα αποκτήσουν τέσσερα παιδιά μεταξύ των οποίων και η γνωστή τραγουδίστρια Ελένη Λεγάκη. Η Ειρήνη αφοσιώνεται στο μεγάλωμα των παιδιών της, η συνέχεια της ενασχόλησής της με το τραγούδι μοιάζει πλέον ως κάτι πολύ μακρινο. «Εγώ είχα το μυαλό μου στα παιδιά μου, στο σπίτι μου. Εγώ που να πάω, εγώ ήμουνα πολύ ταλαιπωρημένη, είχα και τα παιδιά μωρά και το ένα πίσ’ απ’ τ’ άλλο κι ήμουνα εκεί αφοσιωμένη. Μάλιστα κάποια δόση είπα ότι εδώ θα είναι η ζωή η δική μου με τα παιδιά και δε με ενδιαφέρει τι γίνετ’ απ’ έξω» θα εξομολογηθεί η ίδια δεκαετίες αργότερα.
Στο μεταξύ, όμως ο αδελφός της Γιώργος Κονιτόπουλος, που παλεύει να διεισδύσει στα μουσικά πράγματα της Αθήνας, τήν παροτρύνει να τον ακολουθήσει. Λέγε, λέγε, τελικά τα καταφέρνει: «Ήτανε τότε ο γάμος τ’ αδερφού μου του Κώστα. Και τότες ο Γιώργος κι ο Στάθης (Κουκουλάρης) κι ο Κώστας του θείου του Μήτσου παίζανε εκεί στου Κυραειδή στην οδό Γαλατσίου δίπλα στο σχολείο. Το μισό ήτανε ταβέρνα με βαρέλια και τ’ άλλο μισό ζαχαροπλαστείο, και παίζανε λοιπόν εκεί. Εγώ πήγα με τον άντρα μου και τα παιδιά μου στο γάμο του αδερφού μου στην Αγία Γλυκερία, στο Γαλάτσι. Τελειώνοντας λοιπόν από το γάμο, λέει ο άντρας μου, πάμε λίγο από κει όπου είναι ο Γιώργος; Πάμε του λέω. Ε, και μόλις με είδανε, ξέρανε που πήγαινα και μας ακούγανε απ’ το ραδιόφωνο, ανέβα να πεις δυο τραγούδια, ανέβα να πεις, ανέβηκα. Τα είπα. Και σηκώθηκε κι ακουμπάει το βιολί απάνω στην καρέκλα και λέει, από την άλλη Κυριακή θα είσ’ εδώ. Και με το θάρρος το δικό μου πήρε πρωτοβουλία κι άρχισα και πήγαινα τις Κυριακές, και τα Σάββατα…»
Κάπως έτσι, σχεδόν χωρίς να το καταλάβει ξεκινά τις συνεργασίες της με τα μαγαζιά. Επόμενος σταθμός της είναι το «Σιντριβάνι» στο τέρμα Αχαρνών ενώ ταυτόχρονα τραγουδά σε γάμους και πανηγύρια σε διάφορα μέρη της Ελλάδας. Παράλληλα ηχογραφεί με τον Γιώργο Κονιτόπουλο τις πρώτες μεγάλες επιτυχίες της. Τα τραγούδια «Αρμενάκι», «Ελα να πάμε σ ένα μέρος», «Στον Αρτεμώνα», «Με κοτσάκια φανερώνω» δεν λείπουν από κανένα ελληνικό γλέντι. Η Ειρήνη Κονιτοπούλου – Λεγάκη έχει γίνει πλέον η φωνή των Κυκλάδων!
Τη δεκαετία του ‘70 προστίθενται στο μουσικό σχήμα τα μικρότερα αδέλφια της, Αγγελική και Βαγγέλη και η κόρη της Ελένη. Είναι πλέον για εκείνη μια δουλειά που έχει εξελιχθεί σε οικογενειακή υπόθεση. Όλοι μαζί συνεχίζουν να εμφανίζονται σε διάφορα μαγαζιά της Αθήνας με τελικό προορισμό το «Αρμενάκι» στο Ρουφ όπου θα τραγουδά από το 1984 μέχρι τον θάνατο του άνδρα του οπότε θα αποχωρήσει οριστικά από το πάλκο.
Η ζωή όμως της επιφυλάσσει τραγικές εκπλήξεις. Μέσα σε μια δεκαετία χάνει ξαφνικά τους δύο γιους της. Τα χτυπήματα αυτά της μοίρας την λυγίζουν: ««Από τότε που έχασα τον δεύτερο γιο μου, τα πάντα τα κάνω μηχανικά. Κατάλαβα πως η ζωή δεν έχει νόημα. Απλά ζω γιατί ο Θεός θέλει» θα παραδεχτεί η ίδια.