Smothered στο Θέατρο Μπιπ – Κριτική της Παράστασης
H Ελληνίδα μάνα παρουσιάζεται ως δημιούργημα και δημιουργός της σύγχρονης ψυχοπαθολογίας. Μια Ψυχολόγος παρουσιάζει την επιστημονικά τεκμηριωμένη μελέτη της για την Ελληνίδα μάνα, μια Μαρκετίερ χτίζει το ιδανικό προφίλ της Μάνας και δίνει τροφή στις καταναλωτικές συνειδήσεις, από τις οποίες ξεπηδούν οι πάμπολλες, πάμπλουτες ιστορίες όλων μας με αυτήν!
Η Παράσταση
Τι σημαίνει Smothered? Κάποιος που ασφυκτιά, κάποιος που αποσβέννυται, κάποιος που έχει κατασταλεί, κάποιος που περιορίζεται. Στην παράσταση του θεάτρου Μπιπ, η ομάδα Ατελείς, εξετάζει το πώς ένα παιδί μεγαλώνει κάτω από την ασφυκτική παρακολούθηση της μάνας του. Το εξαιρετικά ενδιαφέρον της περίπτωσης αυτής όμως είναι ότι επί της ουσίας βλέπουμε ελάχιστα τη συμπεριφορά του παιδιού, αλλά κυρίως της μάνας. Είναι εκείνη που μπαίνει στο μικροσκόπιο της παράστασης, καθιστώντας τη άκρως ενδιαφέρουσα, αστεία, αλλά και συγκινητική ταυτόχρονα. Είναι δύσκολο να την παρακολουθήσεις χωρίς να βρεις οικείες αναφορές, χωρίς να αισθανθείς ότι κάπου υπήρχε μια κάμερα στο πατρικό σπίτι… γιατί – Ελληνίδα – μάνα είναι μόνο μία, ευτυχώς, αλλά όμως έχει σταθερές, και μάλιστα επαναλαμβανόμενες! Ιδιαίτερα στην ελληνική κοινωνία, η μορφή της μητέρας κατέχει κεντρική θέση, αφού συνοψίζει τις ιδέες της συνέχειας, της ασφάλειας, της θυσίας, της προσφοράς, της άνευ όρων αγάπης, αλλά και της τάσης συμβιωτισμού που τη διακρίνει!
Το σκηνικό της παράστασης είναι μινιμαλιστικό αλλά εξαιρετικά λειτουργικό. Μια οθόνη μας δείχνει χρήσιμα γραφικά και πληροφορίες, ένα «πανί» δίνει τη δυνατότητα εναλλαγής προσωπικοτήτων σαν θέατρο σκιών, και ένας μαγνητικός τοίχος δημιουργεί την οικεία αίσθηση του σπιτιού. Μπαίνοντας στην αίθουσα, τα πάντα θυμίζουν μανούλα: τα σεμεδάκια στα καθίσματα των θεατών ή στο συναγερμό πυρκαγιάς του θέατρου είναι δείγμα της λογικής και χιουμοριστικής αισθητικής της παράστασης. Κάπως έτσι απλά ξεκινούν όλα, για να φτάσουμε στην ψυχ-ανάλυση της μάνας, μέσα από τις διαφορετικές εκδοχές της, με τρόπο χιουμοριστικό, ζεστό, και πολύ οικείο.
Το έργο χωρίζεται σε δυο μέρη, καθένα εκ των οποίων αντιπροσωπεύει στην πραγματικότητα τις βασικές ακαδημαϊκές σπουδές κάθε μιας από τις πρωταγωνίστριες. Στο πρώτο μεγάλο μέρος η ψυχολόγος της υπόθεσης δίνει μια διάλεξη για τη μάνα, χρησιμοποιώντας στοιχεία Συναισθηματικής Νοημοσύνης και Συναισθηματικής Αγωγής, για να εξηγήσει την ιδιοσυγκρασία της μάνας, παρουσιάζοντας όμως τις διαφορετικές – πλην ίδιες – μάνες που υπάρχουν, μεταξύ των οποίων η απούσα, η εναλλακτική, η αποστασιοποιημένη, απούσα, η αυταρχική. Η εγκυμοσύνη, η γέννα, το μεγάλωμα του παιδιού, προβάλλονται μέσα από τις εικόνες της μάνας σε διάφορες κατηγορίες, φέρνοντας την ψυχολόγο αντιμέτωπη τόσο με τη δική της μάνα, που μονολογεί κάπου στο βάθος, αλλά και τελικά με την ίδια την έρευνα, αφού η μάνα είναι υπεράνω έρευνας!
Στο δεύτερο, πιο μικρό μέρος, παρουσιάζεται η εικόνα της μάνας ως εμπορικό προϊόν, κάτι που συνηθίζεται ιδιαίτερα στα περιοδικά και τις σχετικές εκπομπές, που τείνουν να ξεχνούν τον ανθρώπινο χαρακτήρα της μάνας και τη μετατρέπουν σε ένα αλλόκοτο, παράλογα εξιδανικευμένο προιόν, χωρίς καμία προσωπικά ανάγκη. Το δεύτερο μέρος βρίσκεται καθαρά στον αντίποδα του πρώτου μέρους, και ίσως να μην αναλύεται όσο θα θέλαμε, αλλά μας κλείνει το μάτι ως προς τις απαιτήσεις που έχουμε ρίξει στους ώμους μιας σύγχρονης γυναίκας- μάνας, που πρέπει να γυρίζει αποκαμωμένη από τη δουλειά της, να είναι ευχάριστη και χαμογελαστή, να φροντίσει το παιδί της, να κάνει τις δουλειές του σπιτιού και φυσικά να είναι ερωτική για το σύντροφο της. Μια και το υλικό είναι ανεξάντλητο, θα θέλαμε μια μεγαλύτερη ανάλυση αυτής της πλευράς, ίσως σε ένα sequel!
Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον ότι η μάνα παρουσιάζεται με τη συνήθη, αρχετυπική εκδοχή της, αλλά με στοιχεία σύγχρονα. οι Ατελείς κάνουν μια πολύ σωστή παρατήρηση όσον αφορά τη λειτουργικότητα της μάνας μέσα στην οικογένεια, αλλά και τη μετάλλαξη που υφίσταται σταδιακά, ακολουθώντας και την κοινωνικοπολιτιστική μετάλλαξη και εξέλιξη του περιβάλλοντος της.
Ερμηνευτικά οι δυο πρωταγωνίστριες, κυριαρχούν επί σκηνής ισορροπώντας εντυπωσιακά ανάμεσα στην αμεσότητα της επικοινωνίας τους με το κοινό και την εναλλαγή των ρόλων και των κατηγοριών. Έχουν χιούμορ, είναι ιδιαίτερα επικοινωνιακές, και κινούνται με άνεση στη σκηνή και μεταξύ των ρόλων τους. Η σκηνοθεσία της Κύνθιας Βουκουβαλίδου υπηρετεί και το δικό της ένστικτο και προσωπικότητα αλλά και της Μαίρης Λογοθέτη, και επιτρέπει μια δημιουργική ελευθερία που αφήνει να διαφανεί το δουλεμένο χιούμορ, αλλά και η μεγάλη κατανόηση και βαθιά αγάπη προς την ηρωίδα του έργου: τη μάνα. Ίσως για αυτό τελικά και τα στοιχεία του χιούμορ και της συγκίνησης συνυπάρχουν σε πολλά σημεία τόσο έντονα.
Ένα από τα θετικά της παράστασης είναι ότι φεύγεις με μεγαλύτερη κατανόηση για τη μάνα. Υπάρχει μια απενεχοποίηση που βασίζεται στην παραδοχή ότι στη ζωή δεν επιτυγχάνονται συνθήκες εργαστηρίου, δηλαδή δεν υπάρχουν τέλειες καταστάσεις, τέλειες μάνες, τέλειες συμπεριφορές. Αυτό είναι παρήγορο τόσο για τα παιδιά, και δη τις κόρες που καλούνται να αποφασίσουν αν θα γίνουν μανάδες, όσο και για τις ίδιες τις μάνες που μπορούν επιτέλους να βρούν μια ανακούφιση ότι κάποιος τις έχει καταλάβει. Οι δυσλειτουργίες που προκύπτουν είναι σε μεγάλο βαθμό διαχειρίσιμες, ωστόσο η εικόνα της άμεμπτης και αψεγάδιαστης μάνας, προφανώς δεν υπάρχει.
Να δείτε την παράσταση; Εννοείται. Και μάλιστα βιαστείτε γιατί μένουν λίγες. Να πάρετε και τη μαμά σας μαζί. Το πιθανότερο είναι ότι μετά θα κλαίτε μαζί, και θα φύγετε σίγουρα πιο δεμένοι από ποτέ.
Παραστάσεις
- 29/1 στις 19:00
- 5/2 και 12/2 στις 20:00
- Δεύτερες 6/2 και 13/2 στις 21:00
Συντελεστές:
Κείμενα-ιδέα: Ομάδα Ατελείς
Παίζουν: Μαίρη Λογοθέτη, Κύνθια Βουκουβαλίδου
Σκηνοθετική και δραματουργική επιμέλεια: Κύνθια Βουκουβαλίδου
Βοηθός σκηνοθέτη: Μαρίνα Τσελεπή
Επιμέλεια κίνησης: Κέλλυ Καρμοίρη
Σκηνογράφος-Ενδυματολογος: Ξένια Παπατριανταφύλλου
Σχεδιασμός φώτων: Περικλής Μαθιέλης
Σκίτσα: Τάσος Κυριακίδης
Λογότυπο: Ηλίας Τσαλδάρης