ΔΕΙΤΕ ΦΩΤΟ & ΒΙΝΤΕΟ
Με μεγάλο ενδιαφέρον (παρά τις πολλές κοινωνικές εκδηλώσεις του Σαββατόβραδου) πραγματοποιήθηκε απόψε στην γεμάτη από κόσμο αίθουσα της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Κω η παρουσίαση του βιβλίου του Καλύμνιου συγγραφέα Γιάννη Πατέλη «Η Υγεία στην Κάλυμνο από τα μέσα του 19ου αιώνα μέχρι την απελευθέρωση», το οποίο βραβεύθηκε με το βραβείο Β. Μοσκόβη 2016.
Το βιβλίο προλόγισε ο πρόεδρος του Αναγνωστηρίου «ΑΙ ΜΟΥΣΑΙ» Παναγιώτης Γιαμαίος, ο οποίος έκανε και μια σύντομη αναφορά για το έργο του Αναγνωστηρίου.
Για το βιβλίο μίλησαν πολύ γλαφυρά και παραστατικά οι Κώστας Κογιόπουλος και Κώστας Μηνέτος, ενώ την εκδήλωση συντόνιζε ο Πρόεδρος του ΦΙΛΗΤΑ Κ. Ιωάννου (απευθύνοντας κάλεσμα σε όλους για την ημερίδα που διοργανώνεται το επόμενο Σάββατο στο ξεν. Κως για την αρχαία Αλάσαρνα)
Τέλος ο ίδιος ο συγγραφέας Γιάννης Πατέλης, αφού ευχαρίστησε όλους τους ομιλητές και ιδιαίτερα τον Πνευματικό Όμιλο Κώων ο Φιλητάς, τόνισε ότι δεν αποτελεί τοπικιστική υπερβολή αλλά ιστορικό δεδομένο ότι η Κάλυμνος είναι το νησί των σφουγγαράδων αλλά και των ιατρών (σε πληθυσμιακή αναλογία).
Αναφερόμενος σε κάποιες σημαντικές υποσημειώσεις του βιβλίου ο συγγραφέας έκανε ιδιαίτερη μνεία στους Καλύμνιους Ιατρούς της Δωδεκανήσου και της διασποράς συνολικά (ειδικά για την Κω στην κλινική του Πέρου και στην μεγάλη προσφορά των αείμνηστων ιατρών Πέρου και Χατζηθεμιστοκλή) προσθέτοντας ότι μακάρι να βρεθούν μελλοντικά κι άλλοι ερευνητές να εμπλουτίσουν αυτό το μεγάλο κεφάλαιο.
Το βιβλίο μοιράστηκε δωρεάν -τιμής ένεκεν- σε όλους τους παριστάμενους με ειδική αφιέρωση από τον συγγραφέα.
Παρόντες ήταν μεταξύ άλλων: ο εκπρόσωπος του Σεβασμιωτάτου (ο οποίος δεν μπόρσε να παρευρεθεί) π. Κωνσταντίνος Καματερός, η επικ. του Οράματος Ι. Ρούφα συνοδευόμενο από τον Γ. Φραγκούλη, η Πρόεδρος του Ιατρικού συλλόγου Κω Μ. Φρατζάκη, πολλά μέλη του ΦΙΛΗΤΑ, συγγραφείς και άνθρωποι των τοπικών γραμμάτων.
ΒΙΝΤΕΟ από Δημοτική τηλεόραση Κω
Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΚΟΓΙΟΠΟΥΛΟΥ: Η YΓΕΙΑ ΣΤΑ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΜΙΣΟ ΤΟΥ 20ΟΥ ΑΙΩΝΑ ΜΕΧΡΙ ΤΗΝ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ
Η υγεία και η αρρώστια έχουν μιαν αδιαφιλονίκητη επίδραση στο σύνολο της Ιστορίας και η εφαρμογή της ιατρικής επιστήμης σε ορισμένη χρονική περίοδο μπορεί να θεωρηθεί ένα είδος προβολής ολόκληρου του πολιτισμού αυτής της περιόδου. Γνωρίζουμε πολύ περισσότερα για μια κοινωνία, όταν ξέρουμε πώς αντιμετώπιζε τους ασθενείς της και τι πίστευε για την αρρώστια.
Η σύγχρονη ιατρική οφείλεται ουσιαστικά στις ανακαλύψεις που έγιναν το δεύτερο μισό του 19ου και όλη τη διάρκεια του 20ού αιώνα. Την περίοδο αυτή η ιατρική έκανε θεαματική πρόοδο σε όλους τους κλάδους της.
Τα Δωδεκάνησα στην αρχή του 20ού αιώνα βρίσκονταν ακόμη υπό μακροχρόνιο οθωμανικό ζυγό, διοικούμενα με ένα ιδιόρρυθμο καθεστώς αυτονομίας, όπου οι οθωμανικές αρχές περιορίζονταν στα νησιά Ρόδο και Κω, ενώ στα υπόλοιπα η παρουσία τους ήταν μόνο συμβολική. Οι δημοτικές αρχές των νησιών (δημογεροντίες) φρόντιζαν για τις περισσότερες λειτουργίες που σήμερα ανήκουν στο κράτος (έργα κοινωνικής πρόνοιας, δικαστήρια, εκπαίδευση, υγειονομικά καθήκοντα). Η παρουσία του οθωμανικού κράτους στην υγεία ήταν ισχνή και περιοριζόταν στην εφαρμογή των υγειονομικών νόμων που ίσχυαν στην αυτοκρατορία και αφορούσαν κυρίως την παρεμπόδιση της μετάδοσης λοιμωδών νόσων και τη λειτουργία των υγειονομείων.
Με την ιταλική κατάληψη του 1912 άρχισε βαθμιαία η οργάνωση του νέου υγειονομικού συστήματος. H ιταλική υγειονομική νομοθεσία σταδιακά εφαρμόστηκε στα νησιά, όπως ίσχυε και στη Μητρόπολη. Τα πρώτα μέτρα αποσκοπούσαν κυρίως στα απολύτως απαραίτητα και στόχευαν στην εφαρμογή της νομοθεσίας σχετικά με τα υγειονομικά επαγγέλματα, τη δημόσια υγιεινή και την υγειονομική επίβλεψη. Από το 1924 μετά τη συνθήκη της Λωζάννης άρχισαν οι μεγάλες παρεμβάσεις στο χώρο της υγείας. Δημιουργήθηκε το τμήμα υγείας και υγιεινήςi και η φαρμακαποθήκη, που ανήκαν στη διεύθυνση των πολιτικών υποθέσεων. Η ιταλική νομοθεσία προέβλεπε το θεσμό του δημοτικού και κοινοτικού γιατρού, καθώς και τη δωρεάν υγειονομική κάλυψη στους απόρους. Το 1934 σταδιακά καταργήθηκαν οι δημοτικοί και κοινοτικοί γιατροί και άρχισε ο νέος θεσμός του κυβερνητικού γιατρού· οι άποροι συνέχισαν να καλύπτονται υγειονομικά. Για τις λεγόμενες κοινωνικές νόσους υπήρχαν ειδικές διατάξειςii. Η νοσοκομειακή περίθαλψη αναβαθμίστηκε σε περισσότερο οργανωμένες μορφές, τα νοσοκομεία έπαψαν να είναι φιλανθρωπικά ή δημοτικά ιδρύματα και τη λειτουργία τους ανέλαβε η κυβέρνηση και η Εθνική Ένωση Ιταλών Ιεραποστόλων (Α.Ν.Μ.Ι.) με την κατασκευή των νοσοκομείων Ρόδου (1926), Κω (1928) και Λέρου (1936).
Πριν τον 20ό αιώνα οι διάφορες συντεχνίες και σωματεία βοηθούσαν τα μέλη τους. Στην αρχή του 20ού αιώνα άρχισαν τα διάφορα κράτη να αναλαμβάνουν τα ίδια τις ευθύνες για την προστασία και την προαγωγή της δημόσιας και κοινωνικής υγιεινής. Τα ιδιωτικά ιδρύματα και τα αγαθοεργά σωματεία λειτουργούσαν επικουρικά στα κρατικά ιδρύματα και μόνο μετά από ειδική άδεια. Η κοινωνική ασφάλιση δεν εφαρμόστηκε αμέσως στα Δωδεκάνησα. Η πραγματική ασφαλιστική πολιτική άρχισε πρώτα με την ασφάλιση κατά των ατυχημάτων το 1928. Ακολούθησε η ασφάλιση για ασθένειες το 1930 και τα οικογενειακά επιδόματα το 1941. Το 1938 κατασκευάστηκε το νέο υγειονομείο στη Ρόδο, με πλήρες βιοχημικό και μικροβιολογικό εργαστήριο, και το κτήριο του Φασιστικού Ινστιτούτου Ασφαλίσεων για εργατικά ατυχήματα (I.N.F.A.I.L.-Istituto Nazionale Fascista per l’ Assicurazione contro gli Infortuni sul Lavoro). Δωρεάν ιατρική περίθαλψη απολάμβαναν μόνον οι άποροι. Το 1922 δημιουργήθηκε το ταμείο σφουγγαράδων.
Η ορθόδοξη Εκκλησία και η ελληνική κοινότητα από την εποχή της οθωμανικής κατοχής και κατά τη διάρκεια της ιταλικής κατοχής οργάνωσαν σωματεία και αδελφότητες θρησκευτικές, πολιτιστικές, αθλητικές για να βοηθήσουν τα σχολεία, τους απόρους και να αναδείξουν τα πολιτιστικά και εθνικά στοιχεία της Δωδεκανήσου.
Ο χώρος της υγείας και της πρόνοιας προσφέρεται για όσους θέλουν να ασκήσουν προπαγανδιστική, προσηλυτιστική και φιλολαϊκή πολιτική.
Η ιταλική διοίκηση, ενώ έβλεπε με δυσπιστία τις δραστηριότητες των άλλων θρησκευτικών κοινοτήτων, αντιθέτως συνεργαζόταν και βοηθούσε τις ανάλογες δράσεις των καθολικών θρησκευτικών ταγμάτων και οργανώσεων. Δεν υπήρξε χωριό εποίκων ή στρατόπεδο που να μην είχε καθολική Εκκλησία, ενώ στρατιωτικοί ιερείς υπηρετούσαν σε όλα τα νησιά. Η καθολική και ιταλική προπαγάνδα περνούσε μέσα από την Α.Ν.Μ.Ι. και τα τάγματα των Ιταλίδων καλογριών, που είχαν εξαπλωθεί στη Βουλγαρία, την Ελλάδα, την Τουρκία, την Κύπρο, την Παλαιστίνη, την Αίγυπτοiii. Οι σχέσεις του ιταλικού κράτους με την Α.Ν.Μ.Ι. ήταν πολύπλευρες. Η Ένωση είχε σκοπούς εθνικούς και θρησκευτικούς, όπως αναφέρει ο τίτλος της και αποδεικνύεται από τις συμφωνίες που έκανε με την ιταλική διοίκηση της Δωδεκανήσου.
Στα νοσοκομεία υπηρετούσαν μόνον Ιταλοί γιατροί και Ιταλίδες καθολικές καλόγριες. Ποτέ δεν επιτράπηκε ως την απελευθέρωση να εργαστούν εκεί ορθόδοξοι γιατροί ή επιστήμονες άλλων θρησκευτικών δογμάτων. Ένα από τα πρώτα μεγάλα έργα του Mario Lago ήταν το νέο μεγάλο νοσοκομείο της Ρόδου και η αναδιοργάνωση της υπηρεσίας υγιεινής τον Φεβρουάριο του 1925iv. Η κατασκευή του δεν έγινε μόνο για τις τοπικές ανάγκες, αλλά φιλοδοξούσε να καλύψει όλη την Ανατολική Μεσόγειο, όπου υπήρχαν σοβαρές πολιτικές και προπαγανδιστικές σκοπιμότητες. Ο ρόλος του ήταν να γίνει το κέντρο όλης της ιταλικής υγειονομικής οργάνωσης στην Ανατολική Μεσόγειοv, όπως αυτή χωρίστηκε μετά τη συνθήκη της Λωζάννης. Την ίδια εποχή άρχισε και η προσπάθεια για δημιουργία Πανεπιστημίου στη Ρόδο, κάτι που θα βοηθούσε όχι μόνο στη διείσδυση του ιταλικού πολιτισμού στην Ανατολική Μεσόγειο, αλλά και θα έδινε τη δυνατότητα στην ιταλική διοίκηση να ελέγχει τους μελλοντικούς Δωδεκανήσιους επιστήμονες, οι οποίοι δε θα χρειαζόταν να πηγαίνουν για σπουδές στα πανεπιστήμια της Ελλάδας.
Οι διάφορες καθολικές θρησκευτικές οργανώσεις και το φασιστικό κόμμα περνούσαν την προπαγάνδα και την πολιτική τους μέσα από τη φιλανθρωπία. Τα νοσοκομεία, τα σχολεία και τα φιλανθρωπικά ιδρύματα ήταν το φιλολαϊκό προσωπείο της ιταλικής πολιτικής και εξαρτιόνταν από την Α.Ν.Μ.Ι. Αυτή χρηματοδοτούσε εν μέρει την κατασκευή των νοσοκομείων και έλεγχε τη διοίκησή τους. Η κυβέρνηση και οι δήμοι πλήρωναν ένα σταθερό ποσό κάθε χρόνο και τα νοσήλια των απόρων, ενώ οι εύποροι ασθενείς πλήρωναν εξ ιδίων. Έτσι συντηρούνταν τα νοσοκομεία, ώσπου ο θρησκόληπτος κυβερνήτης De Vecchi έκανε το λάθος να κρατικοποιήσει τα νοσοκομεία και όλα τα ευαγή καθολικά ιδρύματα. Στην προσπάθειά του μάλιστα να καταπνίξει την ελληνική παιδεία, επέβαλε το κυβερνητικό διάταγμα 149 της 21ης/7/1937, με το οποίο κρατικοποίησε τα σχολεία και τα νοσοκομεία και μετέφερε όλη την περιουσία της Α.Ν.Μ.Ι. στο κράτοςvi. Η σύμβαση ετέθη σε ισχύ από την 1η Απριλίου 1937. Κατά τη διάρκεια όμως της γερμανικής κατοχής το 1944 ο υποδιοικητής Faralli κατάλαβε το μεγάλο λάθος, και ενώ κατέρρεε ο Άξονας και η μοίρα της Δωδεκανήσου δε θα ήταν πια η ίδια, μετέφερε την ιδιοκτησία των νοσοκομείων και λοιπών ιδρυμάτων ξανά στην καθολική Εκκλησία της Ρόδουvii. Ο Δρόσος Ταυλάριος, με την ιδιότητα του Προέδρου πρωτοδικών Κω απέρριψε τη σχετική αίτηση του Faralli. Μ΄ αυτή την απόφαση οι μεταγραφές αυτές θεωρήθηκαν άκυρες, και τα νοσοκομεία πέρασαν στο ελληνικό κράτος με την απελευθέρωσηviii. Το 1947 η καθολική Εκκλησία της Ρόδου αναγκάστηκε να παραδώσει τα σχολεία και τα άλλα φιλανθρωπικά ιδρύματα των Δωδεκανήσων στην ελληνική διοίκηση
Ένας άλλος λόγος για τη δημιουργία νέου και οργανωμένου συστήματος υγείας στα Δωδεκάνησα ήταν ο οικονομικός. Η Ιταλία είχε σκοπό να δημιουργήσει χωριά εποίκων στη Ρόδο και την Κω. Χωρίς ένα οργανωμένο και αποτελεσματικό υγειονομικό σύστημα η πολιτική αυτή δε θα απέδιδε. Μερικές ασθένειες της εποχής, όπως π.χ. η ελονοσία, ήταν ικανές να επηρεάσουν την εργατική απόδοση και να γίνουν αιτία να καταρρεύσει η τουριστική πολιτική.
Το νέο υγειονομικό σύστημα στα Δωδεκάνησα μπορούσε να ελέγχει καλύτερα και τους Έλληνες γιατρούς, ιδίως αυτούς που είχαν μικρά εισοδήματα. Δεν είχαν καμιά εγγύηση στη δουλειά τους, αφού οι φασίστες εύκολα απέλυαν ή εξόριζαν όποιον δεν τους άρεσε. Εφόσον απαγορευόταν να διοριστούν στα νοσοκομεία, το μόνο που μπορούσαν να κάνουν ήταν να διοριστούν γιατροί της «κοντότας», με την προϋπόθεση ότι είχαν θετικό πιστοποιητικό πολιτικών φρονημάτων. Οι υπόλοιποι ήταν υπό παρακολούθηση και ο κάθε γιατρός είχε δικό του φάκελο.
Η πρόοδος στην ιατρική επιστήμη και ιδιαίτερα στη θεραπευτική την περίοδο αυτή ήταν σημαντική. Το μεγαλύτερο επίτευγμα ήταν η ανακάλυψη και η διάθεση της πενικιλίνης το 1944. Πριν απ’ αυτό το γεγονός η καλύτερη άμυνα απέναντι στις μεταδοτικές ασθένειες ήταν ο έλεγχος των συνόρων και η απομόνωση. Από την εποχή της τουρκοκρατίας και, σε μεγαλύτερο βαθμό, κατά τη διάρκεια της ιταλικής κατοχής, το κατεξοχήν μέσο απομόνωσης στα σύνορα ήταν το λοιμοκαθαρτήριο, με την επιβολή της καραντίνας και την απαγόρευση της ελευθεροκοινωνίας. Οι αυστηροί νόμοι που υπήρχαν για τον έλεγχο των πλοίων, των επιβατών και των εμπορευμάτων που προσέγγιζαν τα λιμάνια της Δωδεκανήσου απαιτούσαν στενή συνεργασία γιατρού και αστυνόμου, μιαν ολόκληρη οργάνωση, την υγειονομική υπηρεσία, η οποία αποτελούνταν από τους επιθεωρητές, τις υγειονομικές επιτροπές, τους υγειονομικούς σταθμούς, τα υγειονομικά φυλάκια και τα λοιμοκαθαρτήρια. Το προσωπικό αποτελούνταν από τους υγειονόμους, τους γιατρούς και τους υγειονομοφύλακες.
Η υγεία είναι ένα αγαθό, στενά συνδεδεμένο με την κοινωνική λειτουργία, τις υποδομές και την οικονομία (βιοπολιτική και βιοεξουσία). Η περίοδος της ιταλικής κατοχής είναι η εποχή που στην Ευρώπη και στον υπόλοιπο αναπτυγμένο κόσμο άλλαξαν αρκετές αντιλήψεις στην ιατρική επιστήμη. Τα νοσοκομεία απέκτησαν τον πραγματικό τους ρόλο και η κοινωνική ασφάλιση άρχισε να εφαρμόζεται στα περισσότερα κράτη. Τα Δωδεκάνησα, από τη σοβαρή έλλειψη υγειονομικής πολιτικής επί τουρκοκρατίας, μπήκαν σε μια περίοδο κατά την οποία έγιναν σημαντικά βήματα στον τομέα της δημόσιας υγείας και αξιόλογα έργα στη νοσοκομειακή υποδομή. Τα νοσήλια δεν ήταν πια ακριβάix. Όμως παντού υπήρχε το στοιχείο της σκοπιμότητας και του αυστηρού συγκεντρωτισμού του φασιστικού κράτους. Ο ορθόδοξος πληθυσμός των νησιών ανερχόταν στο 92% περίπου. Αν και δεν υπήρξαν εμφανείς αποκλεισμοί ή διαφορετική μεταχείριση των ορθόδοξων ασθενών, η γραφειοκρατία όμως του φασιστικού καθεστώτος και η αστυνομική γνωμάτευση, που συνόδευε όλες τις σοβαρές πράξεις των πολιτών με το σύστημα, πολλές φορές εμπόδιζαν και ταλαιπωρούσαν όσους δεν ήταν αρεστοί του συστήματος. Ο κάθε απλός νησιώτης, που δε διέθετε τα μέσα και ταλαιπωρούνταν από τη γραφειοκρατία, έπρεπε να παρακαλέσει τον κυβερνήτη για οποιοδήποτε πρόβλημα υγείας του, ιδιαίτερα δε για τα σοβαρά, όπου ήταν αναγκαία και η μεταφορά στην Ιταλία.
Όσο σημαντικά και αν ήταν τα νέα έργα στα Δωδεκάνησα, δεν μπόρεσαν να καλύψουν το κενό που είχε δημιουργήσει ο μακραίωνος τουρκικός ζυγός. Σε σύγκριση με τα γύρω νησιά -Κυκλάδες, Σάμο, Λέσβο, Χίο και Κρήτη- υστερούσαν αρκετά σε νοσοκομεία και κλίνες. Το 1937 στα ελληνικά νησιά η αναλογία κλινών ανά κάτοικο ήταν 1/540, ενώ στα Δωδεκάνησα 1/1020, δηλαδή στα ελληνικά νησιά η νοσοκομειακή υποδομή ήταν διπλάσια.
Η εικόνα μιας κοινωνίας που συνεχώς απειλείται από σοβαρές ασθένειες και η ανυπαρξία βασικών θεραπειών, τότε, έκαναν αναγκαία την επιβολή των υγειονομικών νόμων, με αποτέλεσμα τη συχνή παρέμβαση του αστυνόμου. Αυτού του είδους οι μέθοδοι ήταν το ίδιο σημαντικές και μπορούσαν να ελέγχουν και να επηρεάζουν την κοινωνία το ίδιο με οποιαδήποτε άλλη διοικητική νομοθεσία. Στο όνομα της επιστήμης, η αυστηρή εφαρμογή του νόμου ήταν απόλυτη. Η εφαρμογή αυτής της πολιτικής ενίοτε ήταν απάνθρωπη, όπως ο χειρισμός των ψυχικά ασθενών, ή ανύπαρκτη, όπως η απουσία σανατόριου στα Δωδεκάνησα, ή υπερβολική, όπως η δημιουργία των μεγάλων εγκαταστάσεων των λουτρών της Καλλιθέας. Τα ειδικά μέτρα και τα εμπόδια, που έβαλε η ιταλική διοίκηση στη μετακίνηση ασθενών προς τα ελληνικά νοσοκομεία, ήταν απαράδεκτα. Η επιβολή των καθολικών φιλανθρωπικών οργανώσεων και η πολιτική της φασιστικής φιλανθρωπίας υποτίμησαν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και δημιούργησαν στο ορθόδοξο στοιχείο επιφυλάξεις για τα ιδρύματα αυτά, όπως συνέβη και με τα ιταλικά σχολεία. Η αργοπορημένη εφαρμογή των κοινωνικών ασφαλίσεων στα Δωδεκάνησα, σε συνάρτηση με την απαγόρευση οποιασδήποτε συνδικαλιστικής δράσης, δυσχέρανε την καλή λειτουργία των ασφαλιστικών θεσμών.
Συμπερασματικά, η πολιτική της υγείας δεν πρέπει να ιδωθεί μόνο από την πλευρά της επιστημονικής εξέλιξης, αλλά ως ένα τμήμα στο σύνολο της ιταλικής πολιτικής στα Δωδεκάνησα, που εξυπηρετούσε δύο σκοπούς: ο πρώτος ήταν βέβαια η υγεία του πληθυσμού και, ο δεύτερος, η επιβολή των υγειονομικών νόμων ως μέσου κοινωνικού ελέγχου.
Το πρώτο μισό του 20ού αιώνα είναι η περίοδος που έγιναν βαθιές αλλαγές στην ιατρική. Τα νοσοκομεία έπαψαν να είναι άσυλα και οργανώθηκαν σε επιστημονικές βάσεις. Το 1909 δημιουργήθηκε η διεθνής υπηρεσία δημόσιας υγιεινής στο Παρίσι. Μετά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο η Κοινωνία των Εθνών δημιούργησε το τμήμα υγιεινής, που διάδοχος του είναι η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας (Π.Ο.Υ.), που λειτουργεί σήμερα στα πλαίσια του Ο.Η.Ε. Την εποχή αυτή δημιουργήθηκε και η κοινωνική πρόνοια με υποχρεωτική ασφάλιση.
Όλα αυτά έστω και αργοπορημένα άρχισαν να εφαρμόζονται στα Δωδεκάνησα και ασφαλώς βοήθησαν και ανακούφισαν τον πληθυσμό. Ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος όμως ανέτρεψε όλα τα υγειονομικά μέτρα και τις προφυλάξεις, παρουσιάστηκε έλλειψη τροφίμων και υποσιτισμός, που έφθασε σε επίπεδα λιμοκτονίας του πληθυσμού των νησιών. Ορισμένες ασθένειες, όπως η φυματίωση, έφθασαν σε υψηλά ποσοστά. Η έλλειψη φαρμάκων και υγειονομικού υλικού επέτειναν όλη την τραγική αυτή κατάσταση.
Με το τέλος του πολέμου τα Δωδεκάνησα ήταν σε τραγικότερη κατάσταση από την υπόλοιπη Ελλάδα. Η αγγλική διοίκηση με τη βοήθεια της U.N.R.R.A., του Ερυθρού Σταυρού και των δωδεκανησιακών συλλόγων στην Αθήνα και στο εξωτερικό προσπάθησαν να βοηθήσουν τον πληθυσμό.
Με την ανάληψη της διοίκησης από τον Έλληνα διοικητή Περικλή Ιωαννίδη, δημιουργήθηκε το 1947 η υγειονομική υπηρεσία και ο ασφαλιστικός οργανισμός Ε.Λ.Κ.Α.Δ. (Ειδικός Λογαριασμός Κοινωνικής Ασφαλίσεως Δωδεκανήσου) που αποτελεί μια πρωτοτυπία στην Ελλάδα διότι ήταν ο μοναδικός ασφαλιστικός οργανισμός που από τις πρώτες ημέρες της ίδρυσης του παρείχε πάσης φύσεως περίθαλψη. Έτσι η πατρίδα έδειξε την στοργή της στους πολύπαθους δωδεκανήσιους και σιγά σιγά τα Δωδεκάνησα έφθασαν τα επίπεδα υγείας που χαρακτήριζαν τα υπόλοιπα μέρη της Ελλάδας.
Μετά το τέλος εξάλλου του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου η ιατρική εξελίχθηκε ραγδαία. Η ανακάλυψη των αντιβιοτικών εξαφάνισε τα περισσότερα από τα λοιμώδη νοσήματα.
Η ΥΓΕΙΑ ΣΤΗΝ ΚΑΛΥΜΝΟ αναδεικνύει την προσπάθεια των Καλυμνίων για το ύψιστο αγαθό της υγείας και τους αγώνες τους για καλύτερες συνθήκες ζωής και εργασίας από το τέλος της τουρκοκρατίας ως την ενσωμάτωση στην Ελλάδα.
Ο θεσμός της αυτοδιοίκησης στην Κάλυμνο λειτούργησε άψογα, με τον κανονισμό της δημογεροντίας του 1894 το νησί πρωτοπορεί και δείχνει το υψηλό επίπεδο πολιτισμού και αυτοδιαχείρισης που ακόμη και για την σημερινή εποχή παραμένουν πρωτοποριακά. Η υγειονομική ιστορία της Καλύμνου περιγράφει την πολιτική της υγείας, τους λειτουργούς της, τον καλυμνιακό λαό και τους ηγέτες του, αλλά και την βούληση και τις παρεμβάσεις των κατακτητών (όχι μόνο στο στενό πλαίσιο της υγείας), τις σκοπιμότητες και την προπαγάνδα για την επίτευξη άλλων σκοπών από αυτούς που διακήρυσσαν.
Κ. Κογιόπουλος
Ψυχίατρος
i MdR. 19/2/1933, L’ assistenza sanitaria nel Possedimentο …una nuova luminosissima prova dell’ azione civilizzatrice dell’ Italia.
ii Testo unico delle leggi sanitarie (seconda edizione riveduta ed ampliata), Ρώμη 1934. Η ιταλική υγειονομική νομοθεσία αναμορφώθηκε και κωδικοποιήθηκε το 1907, αλλά έπειτα έγιναν αλλαγές σε ορισμένους νόμους και άρθρα, ώστε με το βασιλικό διάταγμα αρ. 1265 της 25ης/7/1934 να εκδοθεί η αναμόρφωση και κωδικοποίηση, που αποτελούνταν από 394 άρθρα και 8 συνημμένους πίνακες. Η κωδικοποίηση αρχίζει με τον πρώτο τίτλο – πρώτο κεφάλαιο – πρώτο άρθρο (που είναι η εξέλιξη του πρώτου άρθρου της κωδικοποίησης του 1907) και αναφέρει ότι όλες οι υγειονομικές υπηρεσίες και οτιδήποτε αφορά την υγεία στην Ιταλία και τις αποικίες ανήκει στη δικαιοδοσία του υπουργείου εσωτερικών.
iii Φ. Κλαδάκη- Μελεμενλή – Α. Τ. Φρέρη, Από την εκπαιδευτική ιστορία της Ρόδου 1889 -1989, Σύρος 2002, σσ. 113 -114.
iv MdR. 19/2/1933.
v Γ.Α.Κ. Αρχείο Ι.Δ.Δ., φάκ. 128/1927. Επιστολή της κυβέρνησης προς την Α.Ν.Μ.Ι., L’ Ospedale Regio vanto di Rodi. «Il nostro governo che tante cure ha dato e continua a dare all’ organizzazione sanitaria del Possedimento e che anzi, come tutti sanno, ambisce di creare a Rodi il centro di tutta l’ organizzazione sanitaria italiana in Levante, ha ora regolato il funzionamento dello Ospedale Regio in modo che raccoglierà il plauso di tutta la popolazione».
vi Παρά την κρατικοποίησή τους παρέμειναν οι Ιταλίδες καλόγριες να συνεχίσουν το έργο τους.
vii Σχετικά με τη μεταγραφή: Σ. Αγαπητίδη, Η κατάσταση εις την Δωδεκάνησον, Αθήνα 1946, σ. 26.
– Ε.Μ. Καριώτη, Δωδεκάνησος, έτος Α΄, τχ.4ον, 1955, σσ. 57-58. Ο Ιταλός Διοικητής Ντε Βέκκι ηγόρασε την 12η Μαρτίου 1936 από το Βατικανόν όλα τα ακίνητά του αντί 13.000.000 λιρετών, εξοφλητέον με ετησίας δόσεις «χάριν καλλιτέρας επιτεύξεως των ευγενών σκοπών των ιδρυμάτων». Η αγοραπωλησία υπεγράφη από την πωλήτριαν Associazione Nazionale per i missionari, oνομαζομένην Italica Gens και από την αγοράσασαν Ιταλικήν Γενικήν Διοίκησιν. Η σύμβασις ετέθη εν ισχύϊ από 1 Απριλίου 1937.
viii Β. Χατζηβασιλείου, Ιστορία της νήσου Κω, Κως 1990, σ. 633. Σκόπιμα ο προϊστάμενος του κτηματολογίου Κω Ν. Γεωργιάδης, καθυστέρησε όσο μπορούσε την καταχώριση της πράξης στα κτηματολογικά βιβλία, έχοντας την συμπαράσταση του δημάρχου Κω, Γεωργίου Κουτσουράδη…. Η απόφαση κυρώθηκε με το Νομ. Διάτ. 423/1947 στο παράρτημα XIV, παράγραφος 2, όρος «Πάσαι αι μεταβιβάσεις κρατικών ή παρακρατικών ιταλικών περιουσιών, αίτινες εγένοντο μετά την 3ην Σεπτεμβρίου1943 θα θεωρούνται ως άκυραι και μη γενόμεναι».
ix Γ.Α.Κ. Αρχείο Ι.Δ.Δ., φάκ. 128/1927. Σχετικά με τα νοσήλια, σε έγγραφο της διοίκησης προς την Α.Ν.Μ.Ι. αναφέρεται, ότι οι τιμές στο νοσοκομείο είναι οι ίδιες που ισχύουν στα νοσοκομεία της Ιταλίας. Το κόστος παραμονής για κάθε ασθενή ήταν 23 λιρέτες την ημέρα κατά μέσο όρο. Η τρίτη θέση κόστιζε μόνο 15 λιρέτες. Οι τιμές αυτές ήταν καλύτερες από τα γειτονικά ιταλικά νοσοκομεία που υπήρχαν στην Ανατολή, όπως του Καΐρου, της Ιερουσαλήμ, της Χάιφας και της Θεσσαλονίκης.