Προτείνει νέες ανατροπές σε φορολογία και συντάξεις: Εξομοίωση φόρων στα καύσιμα – Αύξηση μέσης ηλικίας συνταξιοδότησης κατά 4 χρόνια ως το 2030 – ΦΠΑ 24% αντί 6 -13% και ριζικές αλλαγές στο δημόσιο
Εμβάθυνση και όχι “ξήλωμα” των μεταρρυθμίσεων ήταν το πολιτικό μήνυμα που στέλνει η 188 σελίδων Ερευνα του ΟΟΣΑ για την Ελληνική Οικονομία, την οποία παρέδωσε στο κύριο Ευκλείδη Τσακαλώτο ο γενικού γραμματέας του διεθνούς οργανισμού, Άνχελ Γκουρία. “Μεταρρυθμίσεις και πάλι μεταρρυθμίσεις” είπε εμφατικά άλλωστε και στις δηλώσεις του, μετά την συνάντηση Γκουρία με τον πρωθυπουργό.
Στην έκθεση του ο ΟΟΣΑ περιγράφει τους τομείς που θέλει συνεχείς και μεγαλύτερες παρεμβάσεις, για τα μετά τα Μνημόνια: στην φορολογία αλλά και -πάλι- στο Ασφαλιστικό.
Στην φορολογία, ο ΟΟΣΑ επισημαίνει ότι ενώ οι φορολογικοί συντελεστές είναι υψηλοί, ενώ η απόδοση των φόρων και τα φορολογικά έσοδα είναι χαμηλά, ειδικά στο πεδίο του ΦΠΑ: η Ελλάδα κατατάσσεται στην τρίτη θέση από το τέλος σε εισπραξιμότητα, μετά το Μεξικό και την Ιταλία.
Για το λόγο αυτό προτείνει:
– κατάργηση εκπτώσεων στον ΦΠΑ, στα καύσιμα (πχ στο diesel θέρμανσης) . Ο ΟΟΣΑ βλέπει δηλαδή πεδίο για έξτρα έσοδα αυξάνοντας στο 24% είδη που φορολογούνται με 6 ή 13% ΦΠΑ. Και αυτό παρά την αύξηση του ΦΠΑ στα νησιά.
– απλοποίηση του φορολογικού συστήματος, επειδή είναι περίπλοκο, ενθαρρύνει την παραοικονομία και μειώνει τα κρατικά έσοδα. Ανοίγει παράθυρο έτσι και για μείωση κλιμακίων και συντελεστών φορολόγησης
– κατάργηση φοροαπαλλαγών, κυρίως στον ΦΠΑ αλλά και άλλων φορολογικών εκπτώσεων-απαλλαγών. Και αυτό, πέραν των μειώσεων που έχουν ήδη αποφασιστεί και περιλαμβάνονται στο “βασικό σενάριο” για την πορεία της ελληνικής οικονομίας.
Το “ενισχυμένο σενάριο” με προτάσεις μέτρων που εκπόνησε ο ΟΟΣΑ περιλαμβάνει ακόμα:
– αλλαγές για να αυξηθεί η πραγματική ηλικία συνταξιοδότησης κατά 4 έτη έως το 2030
– νέες μεταρρυθμίσεις στην αγορά προϊόντων
– περαιτέρω ενοποίηση των διαφόρων προγραμμάτων κοινωνικής ασφάλισης και επιδομάτων
– αναδιάρθρωση του δημοσίου τομέα για να αυξηθεί η αποδοτικότητα των δημοσίων δαπανών με συνεχόμενες επισκοπήσεις
– την ενίσχυση των πολιτικών απασχόλησης, αλλά και παρεμβάσεις στο εκπαιδευτικό σύστημα.
Σε ειδικό πίνακα ο ΟΟΣΑ ποσοτικοποιεί και τα οφέλη από τα μέτρα προτείνει.Πχ αν υπάρξουν πρόσθετες μεταρρυθμίσεις στο δημόσιο, τότε η επιτάχυνση του ΑΕΠ θα είναι της τάξης του 25%.
Πολύ μεγάλη θα είναι η ενίσχυση του ΑΕΠ και σε σχέση με το συνταξιοδοτικό. Αν επιτευχθεί η αύξηση του πραγματικού ορίου συνταξιοδότησης κατά 3 έτη (το οποίο δρομολογείται από τις μεταρρυθμίσεις που ήδη έχουν αποφασιστεί) θα προσφέρει 7,5% επιπλέον μονάδες ΑΕΠ.
Ωστόσο εκτιμά και ότι αν με πρόσθετες μεταρρυθμίσεις στο συνταξιοδοτικό, το πραγματικό όριο αυξηθεί κατά 4 έτη, τότε το επιπρόσθετο ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 4%…
Με τα σημερινά δεδομένα πάντως ο ΟΟΣΑ προβλέπει ρυθμο ανάπτυξης 2% για το 2018 και 2,3% για το 2019 για την Ελλάδα.
Συγκεκριμένα, για φέτος ο Οργανισμός προβλέπει ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα φτάσει στο 4% (σ.σ ο Οργανισμός μετράει με βάση τη μεθοδολογία της Eurostat και όχι με βάση τον μνημονιακό ορισμό) ενώ για το 2019 κατεβάζει τον πήχη στο 3,6%, σε κάθε περίπτωση πάνω από τον στόχο του μνημονίου.
Ως πιθανούς κινδύνους για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, ο ΟΟΣΑ εστιάζει στο μεταναστευτικό, σε μια οπισθοχώρηση της κυβέρνησης όσον αφορά στην προώθηση των μεταρρυθμίσεων αλλά και σε μια συστημική κρίση η οποία μπορεί να οδηγήσει στην ανάγκη για νέα ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών.
Ο ΟΟΣΑ επισημαίνει ότι ενώ οι φορολογικοί συντελεστές είναι υψηλοί, η απόδοση των φόρων και τα φορολογικά έσοδα είναι χαμηλά, ειδικά στο πεδίο του ΦΠΑ: η Ελλάδα κατατάσσεται στην τρίτη θέση από το τέλος σε εισπραξιμότητα, μετά το Μεξικό και την Ιταλία. Κάνει λόγο για ένα φορολογικό σύστημα το οποίο είναι περίπλοκο και αποθαρρύνει την προσαρμογή, ενθαρρύνει τον άτυπο τομέα της οικονομίας και μειώνει τα έσοδα.
Συστήνει επίσης να αυξηθεί η αποδοτικότητα των δημοσίων δαπανών με συνεχόμενες επισκοπήσεις αλλά και να υπάρξει αναδιάρθρωση του δημόσιου τομέα, ενώ καταγράφει το δημοσιονομικό όφελος μιας σειράς από μεταρρυθμίσεις τις οποίες και προτείνει.
Σε αυτές περιλαμβάνονται η κατάργηση διαφόρων εξαιρέσεων στον ΦΠΑ αλλά και σε άλλα πεδία φορολογικών εκπτώσεων/απαλλαγών. Προτείνει και την ενοποίηση των διαφορών προγραμμάτων κοινωνικής ασφάλισης και επιδομάτων, την ενίσχυση των έργων πολιτικών απασχόλησης, αλλά και παρεμβάσεις στο εκπαιδευτικό σύστημα.
Ο ΟΟΣΑ τονίζει επίσης την ανάγκη να υπάρξει νέα αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους και να μειωθεί το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων τραπεζικών δανείων. «Τα υψηλά επίπεδα δημόσιου χρέους και μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs) καθιστούν τις οικονομικές προοπτικές της Ελλάδας πολύ ευαίσθητες σε ενδεχόμενη αποτυχία επίτευξης στόχων της πολιτικής. Μία μικρότερη από την αναμενόμενη πρόοδο στην αντιμετώπιση των NPLs θα μείωνε την εμπιστοσύνη και τις επενδύσεις.
Ένα εξωγενές σοκ στο κόστος εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους μετά τη λήξη του προγράμματος στήριξης του ESM, που ολοκληρώνεται το 2018, θα μπορούσε να πιέσει τα δημόσια οικονομικά και την εμπιστοσύνη και να οδηγήσει σε σύρσιμο της ανάπτυξης. Μία βραδύτερη ανάπτυξη των εμπορικών εταίρων της ή ένα μη συντεταγμένο Brexit θα μπορούσε να μειώσει την εμπιστοσύνη και να οδηγήσει σε χαμηλότερες εξαγωγές».
Περαιτέρω αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους θα μείωνε τις αδυναμίες και θα επιτάχυνε τα κέρδη όσον αφορά τη χρηματοδότηση της Ελλάδας από τις αγορές και την οικονομική δραστηριότητα, αναφέρει η έκθεση.
Το δημόσιο χρέος θα μειωθεί μέσω της υψηλότερης ανάπτυξης, της συνετής δημοσιονομικής πολιτικής και της αναδιάρθρωσης του χρέους, τονίζει ο ΟΟΣΑ.
Όπως αναφέρει, το χρέος κινείται στο 180% του ΑΕΠ και εξακολουθεί να είναι μεταξύ των υψηλότερων στον κόσμο, τονίζοντας ότι κάτω από διαφορετικές υποθέσεις θα παραμείνει υψηλό, καθιστώντας αναγκαία μία περαιτέρω αναδιάρθρωσή του.
Το βασικό σενάριο, που λαμβάνει υπόψη το αποτέλεσμα μεταρρυθμίσεων που έκανε η Ελλάδα, τα βραχυπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους από τον ESM, ένα πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ έως το 2022 και 2,2% από το 2025, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ θα μειωθεί σταδιακά στο περίπου 120% του ΑΕΠ στα μέσα της δεκαετίας του 2030 για να αυξηθεί και πάλι στη συνέχεια, καθώς τα δάνεια που έχουν δοθεί με χαμηλό επιτόκιο θα αναχρηματοδοτηθούν με τα επιτόκια της αγορές. Ο ΟΟΣΑ θεωρεί ως καλύτερη λύση ένα «κλείδωμα» των χαμηλών επιτοκίων που έχει λάβει η Ελλάδα με δάνεια από την Ευρωζώνη, καθώς θα οδηγούσε, με βάση το σενάριο διευρυμένων μεταρρυθμίσεων, σε μία συνεχή μείωση του χρέους και κάτω από το 80% του ΑΕΠ το 2060.
Η επιμήκυνση των λήξεων των δανείων από τους Ευρωπαίους εταίρους και τον ESM έως το 2031 θα συμβάλει στη μείωση του λόγου του χρέους προς το ΑΕΠ, αλλά μόνο οριακά, αναφέρει η έκθεση.
Αναλυτικά οι προβλέψεις του ΟΟΣΑ για την ελληνική οικονομία:
1. Ο ρυθμός ανάπτυξης εκτιμάται στο 2% για το 2018 (από 1,3% που βλέπει ο ΟΟΣΑ για το 2017 τη στιγμή που η ΕΛΣΤΑΤ έχει ανακοινώσει 1,4%) και στο 2,3% για το 2019
2. Η ιδιωτική κατανάλωση εκτιμάται ότι θα είναι οριακά θετική για το 2018 στο 0,4% ενώ για το 2019 προβλέπεται αύξηση με ρυθμό 1,5%
3. Οι επενδύσεις, όπως αποτυπώνονται στον ακαθάριστο σχηματισμό κεφαλαίου προβλέπεται να αυξηθούν με ρυθμό 7,9% για το 2018 και 8,1% για το 2019. Αρνητικός αναμένεται να είναι για φέτος ο ρυθμός των επενδύσεων στην κατοικία (-2,1%) ενώ ανάκαμψη προβλέπεται για το 2019 (+1%).
4. Οι εξαγωγές προβλέπεται ότι θα αυξηθούν με ρυθμό 5,9% για το 2018 και 4,4% για το 2019. Από την άλλη οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών θα αυξηθούν με ρυθμό 4,1% για το 2018 και 4,6% για το 2019.
5. Η ανεργία προβλέπεται να μειωθεί στο 20,4% για το 2018 και στο 19,4% για το 2019 από 21,5% που είναι η εκτίμηση του ΟΟΣΑ για το 2017.
6. Ο πληθωρισμός, θα τρέξει με ρυθμό 0,7% το 2018 (έναντι 1,1% το 2017) και 1,1% για το 2019.
7. Το πρωτογενές πλεόνασμα σε επίπεδο γενικής κυβέρνησης εκτιμάται στο 4% για το 2018 και στο 3,6% για το 2019 κάτι που σημαίνει ότι ο προϋπολογισμός θα είναι πλεονασματικός και το 2018 (κατά 0,5%) αλλά και για το 2019 (κατά 0,4%).
8. Το χρέος αναμένεται να διαμορφωθεί στο 172,5% του ΑΕΠ για το 2018 και να μειωθεί περαιτέρω στο 168,3% για