Ένα από πιο ειδεχθή εγκλήματα που μπορεί να συλλάβει ανθρώπινος νους έλαβε χώρα πριν από περίπου δύο εβδομάδες στις ΗΠΑ – Η δολοφονία, η αυτοκτονία και η μυστηριώδης ανάρτηση
«Εργάζομαι με βάση ένα συγκεκριμένο μοντέλο ενδυνάμωσης. Στόχος μου είναι να διδάξω στους πελάτες μου νέους τρόπους αντίληψης του προβλήματός τους, υγιείς συμπεριφορές αντιμετώπισης του και δεξιότητες επικοινωνίας για συνεργασία με τις οικογένειες, τους συνεργάτες ή το εργασιακό τους περιβάλλον, ώστε να μπορούν να κάνουν αλλαγές στη δική τους ζωή».
Τα παραπάνω λόγια της διακεκριμένης ψυχολόγου Μισέλ Μρουντό Ντίγκαν δεν αποτελούσαν για εκείνη απλώς και μόνο την παρουσίαση της επαγγελματικής ιστοσελίδας της με την ονομασία «Ανατέλλων Ήλιος», αλλά σκοπό ζωής. Η Ντίγκαν, για τους συγγενείς, τους φίλους, τους γνωστούς αλλά και τους πελάτες της είχε μόνον έναν στόχο: Να αλλάζει τη ζωή. Δική της ή των άλλων. Οι προσωπικές της αλλαγές προς το καλύτερο ήταν μέχρι ένα σημείο ορατές σε όλους: άριστη επαγγελματίας, τρυφερή μητέρα, πιστή φίλη… Το τελευταίο διάστημα κάποιοι έβλεπαν πως πολλά δεν πήγαιναν καλά. Κανείς ωστόσο δεν φανταζόταν ότι η αλλαγή που αποφάσισε το βράδυ της Παρασκευής 23 Οκτωβρίου του 2020, δεν θα ήταν απλώς προς το χειρότερο αλλά ένας πραγματικός όλεθρος…
Το βράδυ της 23ης Οκτωβρίου, η Ντίγκαν ποστάρει στην επαγγελματική σελίδα της στο facebook ένα άρθρο με τίτλο «Οι ναρκισσιστές γονείς είναι κυριολεκτικά ανίκανοι να αγαπήσουν τα παιδιά τους». Λίγο διάστημα αργότερα, βρίσκεται νεκρή στο σπίτι της πλάι στις δίδυμες, επίσης νεκρές, επτάχρονες κόρες της. Στην αρχή, όλοι μιλούν για «αδίστακτους ληστές και αιμοσταγείς δολοφόνους» που στέρησαν τη ζωή σε μία υπέροχη μάνα και δύο ακόμη πιο υπέροχα παιδιά. Λίγο αργότερα, όταν η αστυνομία, κάνει σαφές ότι τα 7χρονα κοριτσάκια δεν υπήρξαν θύματα δολοφονίας από τρίτο πρόσωπο – αδίστακτο ληστή ή αιμοσταγή δολοφόνο – αλλά από την ίδια τους τη μάνα, κανείς δεν μπορεί να αρθρώσει λέξη… Ελάχιστοι μόνο είναι ικανοί να κατάλαβαν: Η δολοφονία-αυτοκτονία πυροδοτήθηκε από μια πικρή μάχη για την επιμέλεια των παιδιών…
Η δολοφονία, η αυτοκτονία και η μυστηριώδης ανάρτηση
Ήταν περίπου 13.00 μ.μ., στις 24 Οκτωβρίου του 2020, όταν ένα άτομο που περιγράφεται ως «συγκάτοικος», χωρίς να έχουν δοθεί για εκείνον μέχρι στιγμής περαιτέρω στοιχεία, μπήκε στο υπνοδωμάτια των παιδιών αντικρίζοντας το φρικτό θέαμα. Τα επτάχρονα κοριτσάκια «έμοιαζαν να κοιμούνται στα κρεβατάκια τους, μέσα σε λίμνες αίματος…». Λίγο πιο πέρα βρισκόταν το άψυχο σώμα της Ντίγκαν.
Η μητέρα και ψυχολόγος, σύμφωνα με άτομα του στενού οικογενειακού της περιβάλλοντος, βρισκόταν το τελευταίο διάστημα σε κατάσταση τρομερού άγχους και ψυχικής διαταραχής. Μια δημοσίευση από το γραφείο του σερίφη της κομητείας Whatcom αποκάλυψε εν συνεχεία ότι η κλιμάκωση της διαμάχης για την επιμέλεια των διδύμων «φαίνεται να αποτέλεσε το πρωταρχικό κίνητρο πίσω από το συμβάν».
Αν και δεν έχουν δημοσιευτεί περαιτέρω λεπτομέρειες σχετικά με αυτό, τα βλέμματα όλων στρέφονται σήμερα στην τελευταία – και αινιγματική – ανάρτηση της Ντίγκαν, στο ένα άρθρο με τον τίτλο, «Οι ναρκισσιστικοί γονείς είναι κυριολεκτικά ανίκανοι να αγαπήσουν τα παιδιά τους». Στο εν λόγω άρθρο, η ψυχολόγος αναφέρεται διεξοδικά σε αρκετές μελέτες που καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι τα άτομα με ναρκισσιστική διαταραχή προσωπικότητας υποφέρουν από διογκωμένη αίσθηση του εαυτού τους και έλλειψη ενσυναίσθησης προς τους άλλους – ακόμα κι όταν πρόκειται για τα ίδια τους τα παιδιά (!). Ο προάγγελος των πράξεων της αναρτήθηκε στις 9:48 μ.μ. το βράδυ της Παρασκευής, λίγο πριν από τους φόνους…
Τι είπαν οι γείτονες, οι ντεντέκτιβ και ένας καλός φίλος…
Τα τραγικά νέα συνοδεύτηκαν από αμέτρητες δηλώσεις γειτόνων οι οποίες συμφωνούσαν πως «μ’ αυτή τη μάνα, κάτι δεν πήγαινε καλά». Ένας από αυτούς ανέφερε ότι η Ντίγκαν φαινόταν πολύ «ταραγμένη» και «προβληματική» και πως κάποια άτομα φρόντιζαν τα κορίτσια, τα οποία σπάνια τα έβλεπαν έξω. Κάποια στιγμή, ένας γείτονας που έβλεπε ότι κάτι δεν πηγαίνει καλά έφτασε ακόμη και στο σημείο να ειδοποιήσει τις υπηρεσίες Πρόνοιας προκειμένου να ερευνήσουν την κατάσταση των παιδιών στο σπίτι. Κανείς δεν γνωρίζει αν η Πρόνοια ενδιαφέρθηκε και ουδείς στην πραγματικότητα ήταν σε θέση να υποψιαστεί την τραγική αυτή κατάληξη.
Εξίσου σοκαρισμένοι είναι και οι ντετέκτιβ που ερευνούν την υπόθεση. «Πρόκειται για την πιο συγκλονιστική υπόθεση που έχω συναντήσει σε όλη μου τη σταδιοδρομία. Είναι μια πραγματικά τραγική κατάσταση που εξακολουθούμε να ερευνούμε, προσπαθώντας να πάρουμε περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το τι θα μπορούσε να παρακινήσει κάποιον να κάνει κάτι τόσο τρομερό», δήλωσε ο Σερίφης της κομητείας Whatcom, Μπιλ ΄Ελφο.
Ο ιατροδικαστής της κομητείας Whatcom επιβεβαίωσε τις υποψίες της αστυνομίας: τα κορίτσια είχαν πέσει θύματα δολοφονίας και η μητέρα τους είχε αυτοκτονήσει. Ειδικότερα, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το κάθε ένα από τα δίδυμα κατέληξε από τραύματα από πυροβολισμό στο κεφάλι με βλήμα μεγάλου διαμετρήματος. Στη συνέχεια η Ντίγκαν αυτοπυροβολήθηκε στο κεφάλι με το ίδιο όπλο. Επιπλέον, σύμφωνα με πληροφορίες η Ντίγκαν διακατεχόταν από «εκτεταμένη αυτοκτονική τάση» η οποία πιθανότατα ήταν τελικά αυτό που την οδήγησε στην τραγική πράξη.
Τέλος, ένας φίλος της έγραψε σε ανάρτησή του στο facebook: «Η Μισέλ ήταν μια υπέροχη γυναίκα. Δυστυχώς αποφάσισε με έναν απόλυτα άρρωστο και αδιανόητα διεστραμμένο τρόπο να «προστατεύσει» τα κορίτσια της από μια ζωή με τον μπαμπά τους χωρίς αυτήν… Ήταν μια ευγενική και καλή φίλη, λαμπερή και συμπαθητική, εξαιρετική ψυχολόγος που βοήθησε πολλούς ανθρώπους, συμπεριλαμβανομένου εμού και της κόρης μου». Ο φίλος αυτός επιβεβαίωσε ότι η Ντίγκαν βρισκόταν εν μέσω μιας φρικτής διαμάχης για την επιμέλεια των παιδιών, με έναν άνδρα, σε βάρος του οποίου υπήρχε δικαστική εντολή προστασίας από ενδοοικογενειακή βία. «Κάθε φορά που πίστευε ότι το διαζύγιό της είχε σχεδόν τελειώσει, παγιδευόταν από τον άντρα της σε μια δύσκολη και δαπανηρή επαναδιαπραγμάτευση. Είχε σχεδόν χρεοκοπήσει από τα δικαστικά έξοδα. Ανησυχούσε για τα κορίτσια της και φοβόταν να είναι με τον μπαμπά τους. Θέλω πραγματικά όλοι να γνωρίζουν ότι η Μισέλ δεν κακοποιούσε τα κορίτσια της, τα λάτρευε. Ήταν όμως ψυχικά άρρωστη και φοβόταν…»