Στέλιος Κρητικός: Με τον Μάρκο δεν παίξαμε μπουνιές ούτε βριστήκαμε

0
1590

Ο Στέλιος Κρητικός αποκαλύπτει στην «Espresso» άγνωστα περιστατικά της καριέρας του 
❱❱ Τα παιδικά χρόνια στη Ρόδο, το όνειρο για το ποδόσφαιρο και η γνωριμία με την πρώτη σύζυγό του

Από την
ΚΛΑΡΑ ΑΣΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΥ

Οι περισσότεροι λένε ότι είναι ωραίος, αλλά όλοι συμφωνούν ότι είναι καλό παιδί! Ο ίδιος δεν δέχεται κανέναν τίτλο και, αν του ζητήσεις να περιγράψει τον εαυτό του, θα απαντήσει μονολεκτικά: «Ανθρωπος».

Ο Στέλιος Κρητικός επιχειρηματολογεί -και μας πείθει- ότι και στη ζωή και στην τέχνη τον πρώτο ρόλο έχει η πολλή δουλειά.

Πότε και πού γεννηθήκατε;

Γεννήθηκα στις 14 Δεκεμβρίου του 1973 στη Ρόδο. Εκεί μεγάλωσα και στα 20 ήρθα στην Αθήνα, για να ασχοληθώ επαγγελματικά με το ποδόσφαιρο. Επαιζα μπάλα από τα 13 μου και ήθελα να αγωνιστώ σε μεγάλη ομάδα. Το όνειρό μου ήταν να παίξω στην Εθνική Ελλάδος! Πήρα μεταγραφή σε μία ομάδα στη Γ΄ Εθνική, λοιπόν, και ήρθα στην Αθήνα.

Τα παιδικά σας χρόνια πώς ήταν;

Με μια μπάλα στα πόδια συνεχώς (γέλια)! Ομορφα και ξένοιαστα χρόνια, με πολλή αγάπη. Είμαστε αγαπημένη και πολύ μεγάλη οικογένεια. Η μητέρα μου έχει πέντε αδερφές, ο πατέρας μου εφτά αδέρφια και όλες τις Κυριακές μαζευόμασταν στην Καλλιθέα της Ρόδου και ψήναμε, τρώγαμε και παίζαμε μέχρι το βράδυ!

Ηρθατε στην Αθήνα και τι σας περίμενε;

Ηταν και η περίοδος που γνώρισα την πρώτη σύζυγό μου, η οποία έμενε μόνιμα στην Αθήνα, και συνδύασα το τερπνόν μετά του ωφελίμου! Αρραβωνιαστήκαμε και παντρευτήκαμε πολύ γρήγορα. Εκείνη ηθοποιός. Εγώ δειλά δειλά άρχισα να κάνω κι άλλες δουλειές, γιατί το ποδόσφαιρο δεν είχε λεφτά. Δούλεψα μέχρι και security στο αεροδρόμιο «Ελ. Βενιζέλος».

Με την ηθοποιία πώς ξεκινήσατε;

Παρακολουθούσα πρόβες, περιμένοντας τη γυναίκα μου να τελειώσει, και κρατούσα σημειώσεις. Κρατούσα λόγια από τα κείμενα. Αρχισα να διαβάζω και μου μπήκε η ιδέα. Ξεκίνησα στο παιδικό θέατρο, αρχικά μοιράζοντας φυλλάδια και κάνοντας αφισοκόλληση… Παράλληλα σταμάτησα να ασχολούμαι επαγγελματικά με το ποδόσφαιρο, γιατί ήθελα να πάρω μεταγραφή σε ομάδα Α΄ Εθνικής και η ομάδα μου δεν με έδινε. Συνέχισα ερασιτεχνικά, δεν άφησα όμως ποτέ το ποδόσφαιρο και δεν μετάνιωσα καθόλου που πήρα αυτήν την απόφαση. Γενικώς, τις μεγάλες αποφάσεις της ζωής μου τις παίρνω πολύ γρήγορα και δεν το μετανιώνω, γιατί αποδεικνύονται σωστές.

Τον πρώτο ρόλο σας τον θυμάστε;

Δεν τον ξεχνάω ποτέ! Ηταν ρόλος πειρατή δίπλα στον Κάπτεν Χουκ, στο έργο «Πίτερ Παν». Και τον αγάπησα αυτόν τον ρόλο και τον Χουκ σαν ήρωα, που αργότερα τον υποδύθηκα, και είναι μέχρι σήμερα ο αγαπημένος μου. Από τότε τα πράγματα πήραν τον δρόμο τους… Δεν μπορώ να πω εύκολα ή δύσκολα. Πάντα όμως μαγικά… Κι αυτό με κρατάει έως σήμερα.

Μεγάλο κεφάλαιο στην καλλιτεχνική πορεία σας αποτελεί και η πολύχρονη συνεργασία σας με τον Μάρκο Σεφερλή… Πώς γνωριστήκατε;

Τον θαύμαζα πολύ πριν συνεργαστούμε και πολύ πριν ασχοληθώ με την ηθοποιία. Γνωριστήκαμε το 2009 στην επίσημη πρεμιέρα του «Naked Boys Singing» στο θέατρο Πειραιώς. Πιάσαμε την κουβέντα στο φουαγιέ και μιλούσαμε ώρες, χωρίς να το καταλάβουμε. Είπαμε να ξανασυναντηθούμε και -γιατί όχι;- επί σκηνής. Την επόμενη σεζόν μού έκανε πρόταση για το «Κυρία Ντάπφαϊρ», αλλά εγώ είχα ήδη κλείσει στο θέατρο Προσκήνιο. Την άνοιξη ξαναμιλήσαμε και μου είπε ότι για το καλοκαίρι είχε στο μυαλό του έναν ρόλο ναυαγοσώστη, που θα μου ταίριαζε, και πράγματι ξεκινήσαμε να δουλεύουμε μαζί στην παράσταση «Η μεγάλη του Γέλιου Σχολή» στο Δελφινάριο το 2011.

Και το τέλος αυτής της συνεργασίας πώς ήρθε;

Εγώ πήρα την απόφαση, γιατί συνέβησαν κάποια πράγματα στη ζωή μου, όπως ένα ατύχημα με τους γονείς μου και δεν μπόρεσα να πάω στο νοσοκομείο λόγω παράστασης και ένα τριπλό μπαϊπάς του πεθερού μου, που επίσης δεν ήμουν εκεί λόγω δουλειάς… Αισθάνθηκα ότι δεν έχω χρόνο για τη ζωή μου και η ζωή περνάει. Ηθελα να αφιερώσω περισσότερο χώρο και χρόνο στην οικογένειά μου. Ετσι πήγα στο καμαρίνι του Μάρκου και του ανακοίνωσα την απόφασή μου. Τη σεβάστηκε. Μόλις σταμάτησα, πήρα την οικογένειά μου και ταξιδέψαμε σε όλη την Ελλάδα από άκρη σε άκρη. Ισως εκείνο το καλοκαίρι να ήταν το πιο ωραίο της ζωής μου!

Οι σχέσεις σας με τον Μάρκο δεν διαταράχθηκαν;

Οχι! Δεν παίξαμε μπουνιές ούτε βριστήκαμε!

Από τη συνεργασία με τον Μάρκο Σεφερλή, όμως, γνωρίσατε και την τωρινή σύζυγό σας, την Κάτια Παπαδοπούλου…

Ναι, τη γνώρισα στο Δελφινάριο. Η Κάτια ήταν στο μπαλέτο από το 2010. Το 2011 που πήγα εγώ και τη γνώρισα, ήμουν παντρεμένος. Δεν είχαμε τίποτα παραπάνω από κάποιες κουβέντες σε περιοδείες ή κοινές εξόδους με τον θίασο.

Αρχές του 2012 χώρισα και τέλος της ίδιας χρονιάς κάναμε σχέση. Μου άρεσε ως άνθρωπος. Δημιουργήσαμε μια όμορφη σχέση με πολλή αγάπη και αμοιβαίο σεβασμό.

Εχετε τρία παιδιά, σωστά;

Ναι. Δύο γιους από τον πρώτο μου γάμο, έναν 18 και έναν 15 χρόνων, και μία κορούλα δυόμισι χρόνων από τον δεύτερο γάμο μου.

Πώς είναι οι σχέσεις της πρώην και της νυν συζύγου και των παιδιών μεταξύ τους;

Εχουμε μια πολύ ωραία, υγιή σχέση. Δεν έχουμε να χωρίσουμε κάτι.

Η καλή εξωτερική σας εμφάνιση σας βοήθησε επαγγελματικά;

Εγώ δεν με θεωρώ ωραίο. Αυτό που κοιτάζω στους άλλους και θέλω και οι άλλοι να κοιτάζουν σε μένα είναι η προσωπικότητα. Θέλω ο άλλος να έχει άποψη, να έχει λόγο, να έχει ντομπροσύνη, να σε κοιτάζει στα μάτια όταν σου μιλάει και να είναι ειλικρινής. Αυτά που ζητώ τα προσφέρω και εγώ. Σιχαίνομαι τους «δήθεν». Και, αλήθεια σου λέω, δεν ένιωσα ποτέ ωραίος. Οταν κοιτάζω τον καθρέφτη, το κάνω για να βλέπω πώς περνάει ο χρόνος πάνω μου.

Κεφάλαιο «Survivor»…

Μου είχαν κάνει πρόταση για το πρώτο, αλλά δεν μπορούσα να πάω λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων. Στο δεύτερο, μου το πρότειναν ξανά. Οι γιοι μου επέμεναν να πάω, γιατί ήθελαν να με δουν να αγωνίζομαι. Το 2006 βγήκα παγκόσμιος πρωταθλητής στο 6×6 και καλύτερος αμυντικός, αλλά το πρωτάθλημα έγινε στη Γερμανία και τα παιδιά ήταν μικρά και δεν το έζησαν. Ετσι αποφάσισα να πάω. Είναι ένα δύσκολο παιχνίδι. Ενα παιχνίδι μυαλού. Δεν έχει να κάνει μόνο με τα αγωνίσματα, αλλά και με τη συμπεριφορά. Ημουν έτοιμος και συνειδητοποιημένος γι’ αυτό που θα αντιμετώπιζα. Δεν φοβήθηκα στιγμή, δεν δίστασα στιγμή, δεν πείνασα, δεν κρύωσα! Ειλικρινά, εκείνο που με ζόρισε ήταν η έλλειψη επικοινωνίας με την οικογένειά μου. Μου έλειπαν πάρα πολύ! Σε σημείο που δεν μπορούσα να το διαχειριστώ. Μια δυνατή εμπειρία που μεγάλωσε την αγάπη μου για τους δικούς μου ανθρώπους.

Πρόσφατα ανοίξατε μια σχολή χορού και θεάτρου με τη γυναίκα σας…

Το KA STEL στο Παλαιό Φάληρο. Είναι ένας χώρος που προσεγγίζει όλους όσοι θέλουν να γίνουν καλλιτέχνες. Η γυναίκα μου είναι χορογράφος και δασκάλα χορού, και το όνειρό της ήταν να δημιουργήσει έναν χώρο για μικρούς και μεγάλους. Στην πορεία της σχέσης μας αρχίσαμε να συνεργαζόμαστε, να μπλέκουμε το θέατρο με τον χορό και το αποτέλεσμα ήταν πολύ όμορφο. Ετσι αποφασίσαμε να φτιάξουμε έναν χώρο που θα έχει θέατρο, χορό, μουσική, εικαστικά, σκηνογραφία. Λειτουργεί εδώ και λίγες μέρες, αρχίζει σιγά σιγά να το μαθαίνει ο κόσμος και είμαστε ενθουσιασμένοι.

Μια άλλη πτυχή του ταλέντου σας είναι η συγγραφή…

Εχω γράψει ένα παιδικό παραμύθι που το εμπνεύστηκα μέσα στο «Survivor». Λέγεται «Οταν ο μικρός Ντομινίκ θύμωσε με το φεγγάρι» και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Λιβάνη. Η εικονογράφηση είναι της βραβευμένης με βραβείο κοινού πέρυσι Παναγιώτας Κατσακάλη και είναι ήδη στην τρίτη έκδοση.

Κι ένα τελευταίο… Την «ψωνίσατε» ποτέ;

Οχι. Δεν θεώρησα ούτε θεωρώ τίποτα δεδομένο. Εχω δουλέψει τόσο πολύ και τόσο σκληρά για όλα. Δεν ένιωσα ποτέ ότι είμαι κάποιος. Ισως επειδή εγώ δεν γεννήθηκα για να γίνω ηθοποιός ούτε το είχα παιδικό όνειρο. Δεν φύτρωσε μέσα μου το φυτό της αλαζονείας, γιατί δεν υπήρξε τέτοιος σπόρος.

Πηγή: espressonews.gr

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΑΝΩΝΥΜΑ Ή ΕΠΩΝΥΜΑ