Ο αδελφός της Βλαχοπούλου, Σπύρος, αποκαλύπτει άγνωστες πτυχές από τη ζωή της «Κόμισσας της Κέρκυρας»
Από τον
ΝΙΚΟ ΝΙΚΟΛΙΖΑ
Αγνωστες πτυχές από τη ζωή της αξέχαστης Ρένας Βλαχοπούλου φέρνει στο φως της δημοσιότητας ένας από τους πιο δικούς της ανθρώπους.
Ο τέταρτος κατά σειρά αδελφός της σπουδαίας ηθοποιού Σπύρος Βλαχόπουλος ξεφυλλίζει το άλμπουμ των αναμνήσεών του και μιλά αποκλειστικά στην «Espresso» για τη δική του Ρένα! Αναφέρεται στους έρωτες και στους γάμους της, στη φήμη που την ακολουθούσε ότι ήταν τσιγκούνα και στη βοήθεια που είχε προσφέρει στον Χρόνη Εξαρχάκο όταν εκείνος αρρώστησε από καρκίνο, ενώ αποκαλύπτει πώς αντέδρασε η σταρ της «χρυσής» εποχής του ελληνικού κινηματογράφου όταν πληροφορήθηκε τον θάνατο των γονιών τους το 1940 και πώς γλίτωσε η ίδια από θαύμα σε έναν βομβαρδισμό.
Ο κυρ Σπύρος, όπως τον αποκαλούν, είναι ο τελευταίος από τα αδέλφια που είναι εν ζωή και μένει στην Ελλάδα. «Ο μικρότερος αδελφός μου ζει στην Αμερική εδώ και πολλά χρόνια. Τα υπόλοιπα έξι αδέλφια μας έχουν πεθάνει» λέει συγκινημένος. Η οικογένεια Βλαχοπούλου, με καταγωγή από την Κέρκυρα, θεωρούνταν από τις σπουδαιότερες του νησιού των Φαιάκων, με μεγάλη περιουσία σε γη και όχι μόνο. «Η οικογένειά μας είχε τεράστιες εκτάσεις, τις οποίες οι γονείς μου είχαν δώσει σε ακτήμονες για να τις καλλιεργούν. Οταν βομβαρδίστηκε το σπίτι μας και σκοτώθηκαν οι γονείς μας, εμείς ήμασταν μικρά παιδιά και δεν γνωρίζαμε από περιουσιακά στοιχεία. Ετσι με χρησικτησία όλη μας η περιουσία διαμελίστηκε και εμείς δεν διεκδικήσαμε τίποτα και ποτέ» μας λέει ο 89χρoνος Σπύρος Βλαχόπουλος, ο οποίος μας υποδέχτηκε στο σπίτι όπου μένει με τη σύζυγό του στο Κοντόπευκο Χαλανδρίου.
Στο σαλόνι του δεσπόζουν φωτογραφίες τόσο της αδελφής του όσο και της κόρης του, την οποία βάφτισε η Ρένα Βλαχοπούλου και μάλιστα της έδωσε και το όνομά της. «Για να μείνει πίσω το όνομα» του είχε πει πριν από περίπου 35 χρόνια στη διάρκεια του μυστηρίου. Αλλοτε σκουπίζει τα δάκρυά του, άλλοτε νοσταλγεί, άλλοτε μονολογεί. «Οι γονείς μας ήταν σπουδαίοι άνθρωποι. Ο μπαμπάς μου, ο Ιωάννης, ήταν κορυφαίος αρχιτέκτονας και διακεκριμένος ζωγράφος στο νησί, ενώ η μαμά Καλλιόπη ήταν νοικοκυρά. Η οικογένεια απέκτησε οκτώ παιδιά. Εγώ και η Ρένα είχαμε έξι χρόνια διαφορά. Η Ρένα ήταν γεννημένη το 1923 κι εγώ το 1929».
Ο βομβαρδισμός του σπιτιού τους
Την 1η Νοεμβρίου 1940 οι Ιταλοί βομβάρδισαν την Κέρκυρα. Ενα από τα σπίτια που διαλύθηκαν ολοσχερώς ήταν και της οικογένειας Βλαχοπούλου. «Στον πόλεμο περάσαμε μεγάλα δράματα. Επεσε βόμβα στο σπίτι μας και έτσι σκοτώθηκαν οι γονείς μας. Το σπίτι διαλύθηκε μέχρι και το υπόγειο. Εγώ με τον αδελφό μου τον Μίμη βρισκόμασταν κάτω από ένα κρεβάτι. Θυμάμαι πυκνούς καπνούς μαζί με σκόνη από τα συντρίμμια να έχουν σκεπάσει τα πάντα. Κρατούσα τον αδελφό μου, που ήταν κουλουριασμένος ανάμεσα στα πόδια μου σαν φίδι. Μετά από περίπου δύο ώρες που έπεσε η βόμβα αρχίσαμε να ψάχνουμε να βρούμε τι είχε συμβεί. Ηταν παντού σκοτάδι. Και εμείς τραυματισμένα ψάχναμε τους γονείς μας που είχαν ήδη σκοτωθεί. Κάποια στιγμή είδαμε λίγο φως και, όπως σερνόμουν εγώ πρώτος, εκείνος με κρατούσε από το πόδι, για να τον βγάλω έξω από όλη αυτή τη λαίλαπα. Τον πήρα αγκαλιά και μέσα στα συντρίμμια των δρόμων που είχε αφήσει η βόμβα ψάχναμε να βρούμε έναν δικό μας, ένα στήριγμα. Τα υπόλοιπα παιδιά της οικογένειας, τα τρία κορίτσια (Ρένα, Μαρίνα, Αννα), βρίσκονταν στην Αθήνα, ο μεγάλος μας αδελφός ήταν ναύτης. Και πηγαίναμε από ορφανοτροφείο σε ορφανοτροφείο μέχρι να δούμε πώς θα ζήσουμε». Τα μάτια του υπερήλικα άντρα είναι γεμάτα δάκρυα. Οπως αφηγείται, η Ρένα, που είχε ήδη ξεκινήσει καριέρα στην Αθήνα, ήταν η μόνη τους σωτηρία. «Για εμάς η Ρένα υπήρξε και μάνα και πατέρας μαζί. Εκείνη μας βοήθησε να ορθοποδίσουμε και να σπουδάσουμε».
Τον ρωτάμε πώς αντέδρασε εκείνη όταν ενημερώθηκε για τον θάνατο των γονιών τους. «Βρισκόταν πάνω στη σκηνή του θεάτρου “Μακέδος”, στην οδό Θεμιστοκλέους της Αθήνας, όταν έμαθε το δυσάρεστο νέο. Οπως έπαιζε, κάποιος της φώναξε στα παρασκήνια για τον βομβαρδισμό και όσα ακολούθησαν. Αργότερα, εκείνη μου είπε ότι συνέχισε να παίζει στο έργο. Μόλις τελείωσε η παράσταση και χαιρέτησε το κοινό, μπήκε στο καμαρίνι της και κατέρρευσε από το κλάμα».
ΤΡΕΙΣ ΓΑΜΟΙ ΑΛΛΑ ΑΜΕΤΡΗΤΑ ΤΑ ΦΛΕΡΤ
Στην Αθήνα, η Ρένα έκανε τεράστια καριέρα χάρη στον Γιάννη Σπάρτακο και τον Μίμη Τραϊφόρο. Βέβαια είχε ξεκινήσει από την Κέρκυρα να παίζει στο καφενείο του «Παπαφοράδου», όπως θυμάται σήμερα ο αδελφός της. Ομως και στην προσωπική ζωή της είχε μεγάλη επιτυχία, πολλά φλερτ και γάμους! «Ο πρώτος της σύζυγος ήταν ο παίκτης της ΑΕΚ Κώστας Βασιλείου. Ενα εξαιρετικό παιδί και πολύ σπουδαίος ποδοσφαιριστής. Τον έλεγαν “μπαλαρίνα”, γιατί ήταν τόσο πολύστροφος, που δεν προλάβαιναν οι άλλοι ποδοσφαιριστές να τον μαρκάρουν.
Ωστόσο, η αδελφή μου ήταν πολύ τυχερό πλάσμα και, όπως φαίνεται, ο Θεός την αγαπούσε. Λίγο μετά τον γάμο τους, αποφάσισαν να φύγουν από την Ελλάδα με ένα καράβι που είχε δέσει στον Πειραιά. Τα αμπάρια του ήταν γεμάτα ζάχαρη. Λίγο πριν αποπλεύσει, το πλοίο βομβαρδίστηκε και η αδελφή μου σώθηκε από θαύμα. Η δε ζάχαρη έσωσε πολύ κόσμο στην Κατοχή! Λόγω της φωτιάς που πήρε το πλοίο, η ζάχαρη ψήθηκε κι έγινε καραμέλα. Και ο κόσμος πήγαινε με κάθε μέσο στα αμπάρια του πλοίου να πάρει λίγη για να ζήσει. Υστερα από τέσσερα χρόνια η Ρένα χώρισε από τον Βασιλείου και παντρεύτηκε τον αρχηγό του Παναθηναϊκού Γιάννη Κωστόπουλο, της γνωστής οικογένειας των τραπεζιτών. Οταν χώρισε και από αυτόν, πέρασαν πολλά χρόνια για να παντρευτεί ξανά τον τελευταίο της σύζυγο, τον Γιώργο Λαφαζάνη, τον οποίο λάτρεψε».
Το κεφάλαιο «παιδιά» και οι φήμες για την τσιγκουνιά της
Ο Γιάννης Σπάρτακος ήταν από τους πρώτους ανθρώπους που πίστεψαν στο πηγαίο ταλέντο της. Ο κυρ Σπύρος θυμάται με πόση αγάπη η Ρένα τού έλεγε ιστορίες για εκείνον, που παράλληλα ήταν και ο μέντοράς της, σε μια παγκόσμια περιοδεία που έκαναν μαζί. «Με τον Σπάρτακο κατάφερε να εδραιωθεί η αδελφή μου και να κάνει τεράστια καριέρα εκτός Ελλάδας. Από την Αμερική έως τη Συρία. Στην Αίγυπτο πήρε πολλά χρήματα. Η φωνή της ήταν μοναδική. Οταν γύρισε στην Ελλάδα, έπαιζε στο θέατρο Σαμαρτζή ως τραγουδίστρια. Μετά διαπίστωσε ο Γιάννης Δαλιανίδης ότι η Ρένα ήταν πολύ μεγάλη ηθοποιός. Την πρότεινε στον Φίνο και άρχισε να κάνει τις ταινίες που βλέπουμε και σήμερα, αλλά και να παίζει στο θέατρο. Επαιζε, τραγουδούσε και χάλαγε κόσμο».
Τον ρωτάμε αν αυτοσχεδίαζε στις ταινίες που πρωταγωνιστούσε. Γελάει δυνατά… «Η Ρένα όχι μόνο έβαζε δικές της προσθήκες στους ρόλους που της έδιναν, αλλά έκανε ό,τι ήθελε. Της έδιναν οι σκηνοθέτες και οι σεναριογράφοι το σενάριο και εκείνη έλεγε “αφήστε το πάνω μου”. Δεν ακολουθούσε το σενάριο. Ομως και οι σκηνοθέτες τής είχαν απόλυτη εμπιστοσύνη» μας λέει.
Η συζήτηση φτάνει και στο κεφάλαιο «παιδιά». Πρώτη φορά ο 89χρονος άντρας μάς δίνει την εντύπωση ότι διστάζει να μιλήσει δημοσίως: «Καθένας μπορεί να κάνει ό,τι θέλει στη ζωή του» μας λέει, αλλά στη συνέχεια προσθέτει: «Η αδελφή μου δεν επιθυμούσε να αποκτήσει παιδιά. Είχε… περιπέτειες στο να αποκτήσει παιδί».
Λίγο προτού ολοκληρώσουμε την κουβέντα μας, δεν θα μπορούσαμε να μην τον ρωτήσουμε για τη φήμη που ακολουθούσε τη Ρένα Βλαχοπούλου ότι είναι τσιγκούνα. Χαμογελάει…
«Ηταν τσιγκούνα, όχι όμως πάντα. Σε στιγμές που δεν ήταν τσιγκούνα μπορούσε να δώσει τα πάντα. Εδινε πολλά σε ανθρώπους που αποδεδειγμένα το είχαν ανάγκη. Βοήθησε πολύ φτωχό κόσμο. Θα σας πω ένα παράδειγμα: Στις δύσκολες στιγμές που περνούσαν διάφοροι συνάδελφοί της, η Ρένα έτρεχε και τους βοηθούσε. Βοήθησε πάρα πολύ τη σπουδαία αρτίστα εκείνης της εποχής, την Μπελίντα. Είχε αρρωστήσει βαριά και τότε η αδελφή μου την είχε υπό τη σκέπη της για μεγάλο χρονικό διάστημα, και οικονομικά και ηθικά. Ωστόσο εκείνο που είναι άγνωστο είναι ότι η Ρένα είχε βοηθήσει πολύ τον Χρόνη Εξαρχάκο. Εκείνος είχε αρρωστήσει πολύ βαριά από καρκίνο και η Ρένα ήταν εκείνη που έδινε όλα τα νοσήλια, πλήρωνε τα πάντα για τον Χρόνη. Οταν πέθανε ο Χρόνης, άφησε πίσω του την υπερήλικη μητέρα του, η οποία ήταν πολύ φτωχή. Η Ρένα την πήρε υπό την προστασία της μέχρι που έκλεισε τα μάτια της και εκείνη, έναν χρόνο μετά τον θάνατο του παιδιού της».