Ζωή Γρυπάρη: Ο Μανώλης Χιώτης με απήγαγε όταν ήμουν 14 ετών και με παντρεύτηκε

0
1642

Η Ζωή Γρυπάρη, η πρώτη σύζυγος του μεγάλου βιρτουόζου, αποκαλύπτει στην «Espresso» γιατί αποφάσισε να γράψει τη βιογραφία του 
 Ο χαμός της κόρης τους Μαρίας, που δεν κατάφερε να ξεπεράσει τον θάνατο του πατέρα της, και οι πληγές που δεν έχουν επουλωθεί

Από τον
ΝΙΚΟ ΝΙΚΟΛΙΖΑ

Τραγούδια, δόξα, πόνος, χωρισμοί, θάνατοι και μυστικά που ποτέ δεν είδαν το φως της δημοσιότητας είναι μερικά από τα κεφάλαια της πιο αποκαλυπτικής βιογραφίας που αναφέρεται στον Μανώλη Χιώτη. Βιογράφος του; Η πρώτη του σύζυγος, Ζωή Γρυπάρη, η γυναίκα που έφερε στον κόσμο τους μοναδικούς απογόνους του μεγάλου βιρτουόζου του μπουζουκιού: τη Μαρία και τον Διαμαντή.

Δυστυχώς, η Μαρία Χιώτη πέθανε πριν από μία δεκαετία ξαφνικά, επειδή δεν μπορούσε να συνειδητοποιήσει ότι ο πατέρας της έφυγε από τη ζωή δίχως να της πει «αντίο»! «Η αγάπη της για εκείνον ήταν κάτι το αδιανόητο» εκμυστηρεύεται σήμερα στην «Espresso» η Ζωή Γρυπάρη.

Ο τίτλος του βιβλίου θα είναι «Εκείνος κι εγώ» και θα περιλαμβάνει συγκλονιστικές λεπτομέρειες από τον κοινό βίο του ζευγαριού, αλλά και τη μετέπειτα μοναχική πορεία της πάλαι ποτέ δόξας του θεάτρου και του λαϊκού τραγουδιού -που ακολούθησε μετά το θέατρο- Ζωής Γρυπάρη, η οποία σήμερα είναι γνωστή με το πατρικό της επώνυμο, καθώς έχει υπογράψει πολλά από τα σουξέ των Τόλη Βοσκόπουλου, Πασχάλη Τερζή, Νότη Σφακιανάκη, Ελενας Παπαρίζου, Δέσποινας Βανδή, Καίτης Γαρμπή, Παντελή Παντελίδη, Νίκου Οικονομόπουλου, Ελλης Κοκκίνου και πολλών άλλων.

Αλλωστε, μερικά από τα πιο γνωστά τραγούδια του Μανώλη Χιώτη φέρουν την υπογραφή της, καθώς η Ζωή Γρυπάρη έγραφε τραγούδια από τα 11 χρόνια της. Υπήρξε το τελευταίο παιδί-θαύμα που βγήκε από την περίφημη Μάντρα του Αττίκ και κατάφερε να γίνει σπουδαίο όνομα τόσο στο θέατρο όσο και στο τραγούδι, αλλά και στη στιχουργική. Στα 14 χρόνια της παντρεύτηκε τον Μανώλη Χιώτη, ο οποίος την έκλεψε, καθώς οι γονείς της δεν ενέκριναν τον γάμο αυτόν γιατί ήταν ανήλικη…

Μια ζωή γεμάτη από θέατρο, τραγούδι, έναν γάμο και δύο παιδιά από τον σπουδαίο Μανώλη Χιώτη. Ζήσατε ευτυχισμένα χρόνια…

Τα μόνα ευτυχισμένα χρόνια που θυμάμαι στη ζωή μου, που ήταν γεμάτα έρωτα και αγάπη, ήταν αυτά με τον Μανώλη μου, που μου έδωσε τα πάντα. Ακόμα και τα παιδιά που ήθελε να φέρει στη ζωή μ’ εμένα τα απέκτησε.

Η αλήθεια είναι ότι το άστρο σας έλαμπε πάντα, και μάλιστα στο πλευρό πολύ μεγάλων συνθετών, ακόμα και μετά τον χωρισμό σας από τον Μανώλη Χιώτη…

Δούλεψα μαζί με τον Μανώλη Χιώτη, τον Βασίλη Τσιτσάνη, τον Γιάννη Παπαϊωάννου, τον Γιώργο Μητσάκη, τον Γιώργο Ζαμπέτα και πολλούς άλλους, για να μπορέσω να μεγαλώσω τα παιδιά μου. Και γράφω για τη ζωή μου από τότε που γεννήθηκα. Θέλω να αφήσω τη βιογραφία μου παρακαταθήκη. Γιατί κι εγώ έβαλα ένα λιθαράκι στο καλλιτεχνικό στερέωμα και το ελληνικό τραγούδι.

Στο βιβλίο σας, ωστόσο, η μεγαλύτερη αναφορά γίνεται στον Μανώλη Χιώτη. Πολύ μεγάλος έρωτας…

Ο Μανώλης Χιώτης πάντα με αγαπούσε και υπολόγιζε σε εμένα και τη στήριξή μου. Θυμάμαι με πήρε τηλέφωνο από την Αμερική μόλις έμεινε μόνος και μου ζήτησε να πάω εκεί και να γυρίσουμε μαζί πίσω. Δεν το δέχτηκα. Του απάντησα: «Γύρνα εδώ και τα βρίσκουμε. Στην Αμερική δεν έρχομαι».

Πώς αποφασίσατε να γράψετε την αυτοβιογραφία σας;

Το βιβλίο αυτό το γράφω κυρίως για τον Μανώλη Χιώτη. Τον πολύ μεγάλο Μανώλη Χιώτη. Δεν μπορεί ούτε θα μπορέσει ποτέ να τον φτάσει κανείς. Και όποιος τολμήσει να τον υποτιμήσει θα με βρει μπροστά του.

Τι ήταν αυτό που σας ώθησε να το γράψετε;

Με ανάγκασαν να βγω να μιλήσω, αλλά και να τα γράψω σε βιβλίο, γιατί δεν μπορώ να καταλάβω με τι κριτήρια προβάλλουν άλλους μουσικούς και όχι τον άνθρωπο που κατόρθωσε να στείλει τις πενιές του μπουζουκιού στα πέρατα της Γης.

Μπορεί να μην ήμασταν συνέχεια μαζί, αλλά πορευόμασταν μαζί. Διότι έπρεπε να λύνουμε τα θέματα των παιδιών μας. Οπότε δεν χωρίσαμε ποτέ. Ημασταν και θα είμαστε πάντα οικογένεια.

Πότε γνωρίσατε πρώτη φορά τον Μανώλη Χιώτη;

Η γνωριμία μας έγινε σε ένα θέατρο στον Πειραιά, όπου δούλευα ως παιδί-θαύμα με τον Κώστα Χατζηχρήστο και τον Γιώργο Οικονομίδη. Σε μια τιμητική βραδιά λοιπόν για τον Χατζηχρήστο γνώρισα τον Μανώλη. Και εκείνος τρελάθηκε που με είδε, όπως είπε τότε στον φίλο του Χατζηχρήστο, και από τότε έγινε η σκιά μου.

Πώς αντέδρασαν οι γονείς σας…

Ηρθε να με ζητήσει από τους γονείς μου, δεν με έδωσαν και με απήγαγε σε ηλικία 14 ετών. Από εκεί με πήγε στο σπίτι του Μητσάκη, για να χάσουν τα ίχνη μου, μέχρι να βγουν οι άδειες του γάμου. Μάλιστα, μου… έβαλε και καμιά 15αριά χρόνια παραπάνω για να είναι νόμιμος ο γάμος και παντρευτήκαμε. Και θα σ’ το πω με μεγάλο εγωισμό: Ο Μανώλης μόνο εμένα αγάπησε και μόνο εκείνον θα αγαπώ μέχρι να πάω κοντά του. Οταν θα διαβάσετε την αυτοβιογραφία μου, θα διαπιστώσετε ότι λέω αλήθεια. Αλλωστε, το ίδιο έλεγε κι εκείνος.

Αποκτήσατε και δύο παιδιά μαζί. Τους δύο μοναδικούς απογόνους του Μανώλη Χιώτη…

Με τον Μανώλη αγαπηθήκαμε με τρέλα και κάναμε αμέσως δύο παιδάκια: τη Μαρία και τον Διαμαντή. Αλλά δεν πρόλαβε να τα χαρεί, γιατί τον έχασα ξαφνικά για πάντα, αφού μου τον πήραν.

Ωστόσο, μετά και οι δύο τα αγαπήσαμε αυτά τα παιδιά σαν πολύτιμους λίθους. Πολύ δυνατά. Τα πάντα θα είναι γραμμένα με λεπτομέρειες μέσα στο βιβλίο. Είναι οι αλήθειες της ζωής μου όλα αυτά.

Τι πιστεύετε ότι τον έκανε τόσο σπουδαίο;

Δεν υπήρξε και δεν υπάρχει κανένας μουσικός που ξεπέρασε ή θα ξεπεράσει τον Μανώλη. Ο Μανώλης έβγαλε το μπουζούκι από τους τεκέδες και τα καταγώγια, και το έβαλε στο παλάτι.

Και ο τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος, παιδί ακόμα τότε, έφερε μερικές εξευγενισμένες στροφές υπό τους ρυθμούς του Χιώτη. Τα δάχτυλά του ήταν δέκα διαμάντια που του τα τοποθέτησε εκεί ο Θεός. Ο Μανώλης ήταν ένας πολύ καλός πατέρας, που ο Θεός τού τα είχε δώσει όλα: ομορφιά, στιλ, καλοσύνη, κουβαρνταλίκι. Οσοι δεν είχαν χτυπούσαν την πόρτα και τους δίναμε τα πάντα.

Περιγράψτε μου τις στιγμές μετά τον χωρισμό σας από τον Χιώτη…

Χαμένη στο άπειρο. Υπήρχα μόνο «μηχανικά», για να μεγαλώσω καλά παιδιά. Ολο το όνειρό μου ήταν αυτά τα παιδιά μας. Μέσα στο βιβλίο γράφω συνεχώς ότι χωρίς Χιώτη η Ελλάδα δεν θα είχε λαϊκό τραγούδι. Τον αγάπησαν ωραίοι άνθρωποι. Τον ζήλεψαν ανθρωπάκια.

Ως μεγάλη αξία, δεν έδινε σημασία, γιατί ήξερε ότι τους μεγάλους καλλιτέχνες τους ζηλεύουν, όπως γίνεται πάντα στην Ελλάδα. Γιατί στο εξωτερικό δεν ισχύει αυτό. Και όταν θέλουν να κακολογήσουν, λάθος ανθρώπους κακολογούν. Είπαν πολλά για εκείνον, αλλά δεν έδινε σημασία, γιατί ήξερε ποια ήταν η καλλιτεχνική αξία του και ποιος ήταν εκείνος. Δυστυχώς, τη ζήλια την έχουμε ως λαός.

Ενα από τα πιο συγκλονιστικά κεφάλαια στο βιβλίο σας είναι και ο χαμός της κόρης σας…

Είναι κάτι που με πληγώνει αφάνταστα. Δεν πρόκειται ποτέ να ξεπεράσω τον θάνατο του παιδιού μου. Δέκα χρόνια τώρα είναι μια πληγή ανοιχτή για μένα. Η Μαρία μου είχε παθολογική αγάπη στον πατέρα της. Ποτέ δεν ξεπέρασε τον θάνατό του. Και ποτέ δεν πίστεψε ότι ο θάνατος του πατέρας της ήταν ξαφνικός.

Είχε παραιτηθεί από τη ζωή δηλαδή…

Η Μαρία είχε αφήσει τον εαυτό της εντελώς. Δεν ήθελε να ζήσει. Κάθε μέρα έλιωνε για τον χαμό του. Δεν ήθελε ούτε να φάει. Προσπαθούσα να την ισορροπήσω εγώ, αλλά δεν έπαιρνε από λόγια. Ξαφνικά μια μέρα ένιωσε αδιαθεσία, έπεσε και πέθανε…

Πηγή: espressonews.gr

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΑΝΩΝΥΜΑ Ή ΕΠΩΝΥΜΑ