Σωτηρία Μπέλλου: Γιατί έριξε βιτριόλι στον άντρα της

2
4218

Γιατί έριξε… βιτριόλι στον άντρα της η Σωτηρία Μπέλλου;

Η Σωτηρία Μπέλλου, η τελευταία ρεμπέτισσα του ελληνικού τραγουδιού, γεννήθηκε στις 22 Αυγούστου του 1921 σε ένα χωριό της Χαλκίδας και μεγάλωσε μέχρι τα έξι της χρόνια με τη γιαγιά και τον ιερέα παππού της.

Οι γονείς της διατηρούσαν μπακάλικο και επειδή δούλευαν πολλές ώρες, ανέθεσαν την ανατροφή της στους παππούδες.

Η Σωτηρία Μπέλλου είχε άλλα τέσσερα αδέλφια και μεγάλωσε δίπλα στον ιερέα παππού της. Ως παιδί περνούσε πολλές ώρες στην εκκλησία, όπου έψελνε, ενώ όπου διασκέδαζε να χτυπά την καμπάνα.

Όταν έκλεισε τα έξι, επέστρεψε στο πατρικό της και τους γονείς της για να γραφτεί στο σχολείο. Παρόλο που μεγάλωσε με έναν ιερέα, η ίδια είχε περιγράψει τον εαυτό της σαν «διαβολάκι».

Ήταν άτακτη, πείραζε τους γύρω της και ήταν πολύ απαιτητική και πεισματάρα. Αυτά τα στοιχεία του χαρακτήρα της χρησιμοποίησε αργότερα για να καταφέρει να κάνει πράξη το όνειρό της. Να γίνει τραγουδίστρια.

Η ιδέα μπήκε στο μυαλό της όταν ήταν ακόμα μαθήτρια και είδε στον κινηματογράφο την ταινία «Προσφυγοπούλα» με τη Σοφία Βέμπο.

Μαγεύτηκε από την ερμηνεία της Βέμπο και άρχισε να τη μιμείται περνώντας πολλές ώρες μπροστά στον καθρέφτη, όπου αντέγραφε τις πόζες και τις κινήσεις της τραγουδίστριας.

Όσο ήταν μικρή, όλα αυτά έμοιαζαν για τους γονείς της σαν ένα χαριτωμένο παιχνίδι και πίστευαν ότι θα τα ξεχνούσε μεγαλώνοντας. Όταν όμως διαπίστωσαν πως η Σωτηρία Μπέλλου το εννοούσε ότι θα γινόταν τραγουδίστρια, αντέδρασαν.

Την περίοδο εκείνη οι καλλιτέχνες και ιδιαίτερα οι γυναίκες αυτού του χώρου, είχαν κακή φήμη. Ο πατέρας της ήθελε να την παντρέψει, να κάνει οικογένεια και να ζήσει μια ήσυχη ζωή στο χωριό. Η ζωή της, όπως αποδείχτηκε, μόνο ήσυχη δεν ήταν.

Ο γάμος, το βιτριόλι και η φυλακή

Το 1938 η Σωτηρία Μπέλλου σε ηλικία 17 ετών γνώρισε τον Βαγγέλη Τριμούρα, έναν ελεγκτή λεωφορείων που τη φλέρταρε και μετά από λίγους μήνες παντρεύτηκαν. Ο έγγαμος βίος όμως ήταν μαρτύριο για εκείνη.

Ο άντρας της ξενυχτούσε καθημερινά, έπινε και όταν του έκανε παράπονα τη χτυπούσε. Όταν ήταν έγκυος, τη χτύπησε τόσο πολύ, που τελικά απέβαλε. Η Σωτηρία Μπέλλου έκανε υπομονή και δεν έπαιρνε την απόφαση να χωρίσει.

Όταν έμαθε ότι ο σύζυγός της την απατούσε έχασε την ψυχραιμία της και κατά τη διάρκεια ενός καυγά, του έριξε βιτριόλι στο πρόσωπο, με αποτέλεσμα να συλληφθεί και να οδηγηθεί στη φυλακή.

Η αρχική ποινή ήταν 3 χρόνια φυλάκιση, αλλά τελικά έμεινε κρατούμενη έξι μήνες. Η φυλακή όμως τη στιγμάτισε για πάντα.

Επέστρεψε στο σπίτι της, αλλά πλέον ήταν δακτυλοδεικτούμενη τόσο από την οικογένειά της, όσο και από την τοπική κοινωνία. Γρήγορα οργανώθηκε στην αριστερά. Ήταν κομμουνίστρια, τραγουδίστρια και πρώην φυλακισμένη.

Σωτηρία Μπέλλου: Στο φως το μυστικό της 20 χρόνια μετά τον θάνατο της!

Σωτηρία Μπέλλου: Στο φως το μυστικό της 20 χρόνια μετά τον θάνατο της! - Media

 

«Εγώ ποτέ στα γλέντια μου, αφεντικό δεν βάζω, πολλά ο κόσμος θα μου πει, μα δεν τον λογαριάζω». Αυτοβιογραφικό χαρακτηρίζει το τελευταίο, ακυκλοφόρητο τραγούδι της Σωτηρίας Μπέλλου ο αντιπρόεδρος της Βουλής και πρώην υπουργός Νικήτας Κακλαμάνης, που αποκαλύπτει στην εφημερίδα Espresso, για πρώτη φορά δημόσια τους στίχους που η μεγάλη τραγουδίστρια έγραψε και δεν πρόλαβε να ηχογραφήσει.

Έχετε φέρει μαζί σας το μικρόφωνο με το οποίο τραγουδούσε η Σωτηρία Μπέλλου και το τελευταίο της ακυκλοφόρητο τραγούδι. Ποια ιστορία κρύβεται πίσω από όλα αυτά;
Η Μπέλλου ήταν για μένα η μεγάλη μου αγάπη. Την άκουγα κρυμμένος σε μια γωνιά στο Χάραμα. Είχε, όμως, ένα πάθος. Επαιζε ζάρια. Τα λεφτά της τα ξόδευε όλα εκεί. Οταν αρρώστησε και διάβασα στις εφημερίδες ότι δεν είχε φράγκο, πήγαινα να τη δω, να αφήσω κάτω από το μαξιλάρι της κανένα χαρτζιλίκι. Τι να το κάνει μέσα στο νοσοκομείο, θα μου πεις, αλλά δεν είχε σημασία. Πήγαινα να της κάνω λίγη συντροφιά χωρίς να με παίρνει κανείς χαμπάρι. Εκείνη καταλάβαινε τα πάντα, η διαύγειά της ήταν πλήρης. Εγώ της μιλούσα και εκείνη μου έγραφε σε ένα τεφτεράκι, γιατί δεν μπορούσε να μιλήσει. «Θέλεις κάτι;» την πρωτορώτησα. Και μου απάντησε: «Μπορείς να με κάνεις να μιλήσω;» Ηταν στο τελευταίο στάδιο της αρρώστιας της και το τραγικό είναι ότι στην περίπτωσή της ο καρκίνος τής είχε χτυπήσει και τον λάρυγγα, τις φωνητικές χορδές. Υπέφερε. Δεν υπάρχει τραγικότερο για μια τραγουδίστρια να μην μπορεί να  μιλήσει και να τραγουδήσει. Γνώρισα στην πορεία, λοιπόν, μια από τις πολύ φίλες της, που έγραψε και τη βιογραφία της, τη Σοφία Αδαμίδου. Η Σοφία, ξέροντας την αγάπη που είχα στην Μπέλλου, ήρθε, με βρήκε όταν εκείνη πέθανε, και μου είπε: «Νικήτα μου, θα σου κάνω δώρο το μικρόφωνό της, που μου το έδωσε η ίδια. Την αγαπούσες τόσο πολύ, που πρέπει εσύ να το έχεις να τη θυμάσαι». Και όντως, μου το έφερε η ίδια μετά τον θάνατο της Μπέλλου, μια μέρα που παρουσιαζόταν ένα βιβλίο για τη μεγάλη τραγουδίστρια.

Τι λένε οι στίχοι από το τελευταίο τραγούδι της;
«Θα πίνω, θα ζαλίζομαι, θα ξενυχτώ τα βραδιά,
σαν θα φιλιέμαι θα φιλώ, και θα σκορπάω χάδια.
Εγώ ποτέ στα γλέντια μου, αφεντικό δεν βάζω,
πολλά ο κόσμος θα μου πει, μα δεν τον λογαριάζω».

Νομίζω όλη της η ζωή συμπυκνώνεται σε αυτούς τους στίχους. Τους έγραψε το 1961, μαζί με τη μουσική, αλλά όπως γράφει η ίδια, στο σημείωμα, αυτοί δεν φωνογραφήθηκαν ποτέ. Τότε η ηχογράφηση γινόταν στον φωνογράφο με τη μανιβέλα. Η Μπέλλου, για την εποχή της, ήταν εξτρίμ. Ο χαρακτηρισμός «μοναδική» δεν αφορά μόνο τη φωνή της, αλλά και τον τρόπο ζωής της.

Τι σας συγκινούσε πάνω της;
Που ζούσε όπως γούσταρε, αλλά που κανείς, ακόμη και αυτοί που την κατέκριναν, δεν θυμόταν τίποτε από αυτά όταν η Σωτηρία ανέβαινε στο πάλκο, στο Χάραμα, και άρχιζε να τραγουδάει. Εσβηναν όλα.

Ποια τραγούδια της αγαπούσατε;
Το πρώτο που μου άρεσε πολύ ήταν το «Μην απελπίζεσαι και δεν θα αργήσει, κοντά σου θα ‘ρθει μια χαραυγή». Μετά, όμως, θαύμασα το πόσο μεγάλη τραγουδίστρια ήταν στο «Με αεροπλάνα και βαπόρια». Ο Σαββόπουλος, θυμάμαι, μου είχε πει: «Νικήτα μου, δεν μπορούσε να το πει αυτό το τραγούδι καμία άλλη, γι’ αυτό και όσες  προσπάθησαν να το πουν μετά την Μπέλλου, καμιά δεν το είπε όπως αυτή». Λέμε πάντοτε ουδείς αναντικατάστατος, αλλά μερικοί άνθρωποι είναι αναντικατάστατοι. Για παράδειγμα, ποτέ καμία τραγουδίστρια δεν θα πει όπως έλεγε η Βίκυ Μοσχολιού τον «Αλήτη» του Ζαμπέτα. Ποτέ, καμία. Θυμάμαι δε ότι η Μοσχολιού έλεγε τον «Αλήτη» σε τεράστιες πίστες, χωρίς μουσική και χωρίς μικρόφωνο. Ενα βράδυ προτού φύγει από τη ζωή, το είχε διαισθανθεί ότι θα πέθαινε, μου τραγούδησε στο κρεβάτι του νοσοκομείου. Μου είπε: «Γιατρούλη μου», έτσι με έλεγε, «κάθισε να σου τραγουδήσω τον “Αλήτη” για τελευταία φορά».

Vintage Story: Όταν η Μαρίκα Νινου που έφυγε μόλις στα 39, έφαγε χοντρό ξύλο από την Σωτηρία Μπέλλου

Υπάρχουν διαφορετικές εκδοχές σε σχέση με τον τόπο και την ημερομηνία γέννησης της μοναδικής ερμηνεύτριας Μαρίκας Νίνου (Μαρίκας ή Ευαγγελίας Νικολαΐδου).

Ο Πάνος Γεραμάνης, δημοσιογράφος, αναφέρει στο σημείωμα της συλλογής «Μαρίκα Νίνου – τα μεγάλα πορτρέτα» ότι η Μαρίκα Νίνου γεννήθηκε το 1918 στον Καύκασο. Ο Κώστας Χατζηδουλής στο βιβλίο του «Βασίλης Τσιτσάνης – η ζωή μου, το έργο μου», αναφέρει ως τόπο γέννησης την Κωνσταντινούπολη.

Ο Πάνος Σαββόπουλος, σε σημείωμά του αναφέρει ότι η Μαρίκα Νίνου, αρμενικής καταγωγής, γεννήθηκε το 1922 πάνω στο καράβι «Ευαγγελίστρια» που έφερνε τη μάνα της και την οικογένειά της από τη Σμύρνη στον Πειραιά. Για αυτό και της έδωσαν το όνομα Ευαγγελία.

Ο πατέρας της Οβανές (Γιάννης) και η μητέρα της Γκιούλα (Τριανταφυλλιά) Αταμιάν γλίτωσαν από τη σφαγή του 1922 και ξεκίνησαν ξανά τη ζωή τους στην Κοκκινιά του Πειραιά-Οδός Μεγάρων 50-όπου πέρασαν πολύ δύσκολα χρόνια.

Το 1939 παντρεύτηκε τον συμπατριώτη της Μεσροπιάν και το 1940 γεννιέται ο πρώτος της γιος Οβανές.

Χώρισαν αργότερα και παντρεύτηκε με τον ακροβάτη – ζογκλέρ Νίνο Νικολαΐδη, η μητέρα του οποίου, θεατρίνα κι αυτή, της κόλλησε το όνομα Μαρίκα για να θυμίζει την Κοτοπούλη και του Νίνου από το Νίνο τον άνδρα της.

Έκαναν μαζί παραστάσεις ακροβατικών με το όνομα «Ντούο Νίνο» ενώ όταν μπήκε και ο Οβανές στο σχήμα αυτό μετονομάστηκε σε «Δυόμισι Νίνο». 

Σε κάποια εμφάνισή τους στο Ναύσταθμο Σαλαμίνας την ανακάλυψε ο Πέτρος Κυριακός και την γνώρισε στο Μανώλη Χιώτη. Την πρώτη ηχογράφηση την έκανε τον Ιούνη το 1948 με δύο τραγούδια του Χιώτη : «Ώρες σε κρυφοκοιτάζω» και «Θα σου πω το μυστικό μου».

Λέγεται ότι η Νίνου είναι η πρώτη γυναίκα που τραγούδησε όρθια στο πάλκο γύρω στο 1951, παρότι σύμφωνα με άλλες πηγές η Λίτσα Χάρμα τραγούδαγε μόνο όρθια από το 1948 μαζί με τον άντρα της Τόλη Χάρμα. Η πρώτη της δουλειά σε πάλκο στη «Φλορίδα» στην Αλεξάνδρας στο Πεδίο του Άρεως, του Παναγιώτη Μελιτά, μαζί με τους Μιχάλη Γενίτσαρη, Λεμονόπουλο, Ανέστο Αθανασίου, Βούλα Δερέμπεη, ενώ μετά ήρθαν και οι Απόστολος Χατζηχρήστος και Γιώργος Λαύκας. 

Παρ’όλα αυτά, το 1949 την βλέπει ο Τσιτσάνης και όπως λέει ο ίδιος στη βιογραφία του στον Χατζηδουλή «Την άκουσα και δεν άργησα να καταλάβω το ταλέντο της. Κατάλαβα πως με δουλειά θ’ άφηνε εποχή. Είχε μια ξεχωριστή ερμηνευτική ικανότητα, είχε το κάτι άλλο (…). Γίναμε ντουέτο και κάθε βράδυ στου «Τζίμη» γινόταν χαλασμός κόσμου(…). Η Μαρίκα στο πάλκο ήταν ασυναγώνιστη, οι κινήσεις της ήταν κάτι το συγκλονιστικό.

Όταν τραγουδούσε είχε τέτοια εκφραστικότητα και τέτοια μεταδοτικότητα στο κοινό, που δεν πρόκειται να γεννηθεί άλλη .  Το κέφι που δημιουργούσε η Νίνου στο πάλκο έφτιαχνε μια ατμόσφαιρα που μπορούσε να χαλάσει ο κόσμος στο μαγαζί. Αυτό ήταν έμφυτο. Ήταν γεννημένη για το πάλκο».

Η μεγάλη της επιτυχία και οι πολλές ίντριγκες με τον Τσιτσάνη, γίνονται αιτία να της δώσουν κι άλλοι συνθέτες σπουδαία τραγούδια, όπως ο Μητσάκης: «Στα μπουζούκια να με πας», «Βαλεντίνα», «Παλαμάκια» , ο Χιώτης: «Παράξενη κοπέλα», «Έχασα τα μάτια τα ωραία», ο Χατζηχρήστος: «Η μικρή του καμηλιέρη», οι Ριτσιάρδης-Τραϊφόρος «Η ταμπακιέρα», ο Στέλιος Κηρομύτης: «Πες μου γιατί άλλαξες», ο Γιάννης Τατασόπουλος: «Το δέκα το καλό», ο Σταύρος Τζουανάκος: «Φτάνει που θα μ’ αγαπάει», ο Μιχάλης Σογιούλ «Ο μήνας έχει εννιά» και άλλα.

Ο Τσιτσάνης συνεχίζει να της γράφει τραγούδια που γίνονται τεράστιες επιτυχίες όπως: «Σεράχ», «Είμαι μια δυστυχισμένη», «Τα καβουράκια», «Ζαΐρα», «Απόψε κάνεις μπαμ», «Παίξτε μπουζούκια», «Στο Τούνεζι, στη Μπαρμπαριά», «Γεια σου καΐκι μου Άη Νικόλα», το συγκλονιστικό σε στίχους Κώστα Βίρβου, «Γεννήθηκα για να πονώ» το «Τι σήμερα, τι αύριο, τι τώρα»

Ταξίδι στην Πόλη. Η ρήξη με τον Τσιτσάνη

Τον Οκτώβρη του 1951 πηγαίνουν για ενάμιση μήνα με τον Τσιτσάνη και την Ευαγγελία Μαργαρώνη στην Πόλη για εμφανίσεις στο κέντρο «Καζαμπλάνκα». Αυτό το ταξίδι στοιχειώθηκε από πολλές φημολογίες και για τους δυο τους με αποτέλεσμα να γίνει η αρχή του τέλους για την σχέση τους. Η Νίνου έστελνε χρυσές λίρες στον άντρα της με τις οποίες ξεκίνησε να φτιάχνει το σπίτι της στο Αιγάλεω. «Κάποτε έκλεισαν με τον Τσιτσάνη να πάνε να τραγουδήσουν στη Νέα Υόρκη. Η Νίνου πήρε βίζα.

Ο Τσιτσάνης όχι, καίτοι είχε φίλο τον αρχηγό του ΙΔΕΑ. «Δεν θα πας» της είπε ο Τσιτσάνης. «Θα πάω» απάντησε η Νίνου. Και πήγε μόνη της. Κάποτε ξαναγύρισε. Ήταν άρρωστη. Ο Τσιτσάνης δεν της ξαναμίλησε. Δεν πήγε να τη δει στο νοσοκομείο. Ούτε στην κηδεία της πήγε…», λέει ο ο Λευτέρης Παπαδόπουλος.

Στην Αμερική

Στο τέλος της ενώ γνωρίζει ότι έχει καρκίνο στη μήτρα αποφασίζει να πάει στην Αμερική μια και ο δρόμος είχε ανοίξει από το 1953 με τον Παπαϊωάννου, ενώ ο Τσιτσάνης πρώτος είχε δεχτεί προτάσεις από το 1949, ωστόσο δεν ήθελε το υπερατλαντικό ταξίδι με το αεροπλάνο. Στην Αμερική πηγαίνει ευελπιστώντας να γιατρευτεί από την ασθένεια της αλλά τελικά δουλεύει.

Πρώτο ταξίδι είναι στις 29 Σεπτέμβρη του ’54 και θα δουλέψει στο «Νέο Βυζάντιο» στη Νέα Υόρκη, ενώ μένει σ’ ένα δωμάτιο στους 42 δρόμους. Γυρίζει στην Ελλάδα σε άσχημη κατάσταση, ξαναπηγαίνει στου «Τζίμη», και επίσης ηχογραφεί και το «Αγάπη που έγινες δίκοπο μαχαίρι» από την ταινία «Στέλλα» του Κακογιάννη. Επιστρέφει στην Αμερική, όπου την υποστήριξαν ο Κώστας Καπλάνης και η Ρένα Ντάλλια, η οποία μαζί με την Εύα Στυλ έκαναν κάθε βράδυ έρανο μεταξύ των θαμώνων στα κέντρα «Μπριτάνια» και «Βυζάντιο» για τα έξοδα του νοσοκομείου. Πεθαίνει στις 23 Φλεβάρη του 1957, ημέρα Σάββατο.

Ο Μάνος Χατζιδάκις τής αφιέρωσε το δίσκο του «Τα πέριξ» (1974), με ερμηνεύτρια τη Βούλα Σαββίδη, με τα λόγια: «Όλη η εργασία αυτή χαρίζεται στη μνήμη της ανεπανάληπτης Μαρίκας Νίνου, που δίχως να το ξέρει, με το μαχαίρι της φωνής της, χάραξε μέσα μας βαθιά τα ονόματα των θεών της ταπεινοσύνης και της βυζαντινής παρακμής».

 

 

Η μεγάλη ζήλια της Σωτηρίας Μπέλου και το ξυλοκόπημα στην Μαρίκα 

 

Η Μαρίκα Νίνου επιβάλλεται δίπλα στον Τσιτσάνη και παραμερίζει τη Σωτηρία Μπέλλου, που τραγουδούσε για χρόνια στο πλευρό του μεγάλου συνθέτη.
Η Σωτηρία Μπέλλου εξοργίζεται μετά την απαίτηση της Μαρίκας να μην υπάρχουν πια στο σχήμα οι άλλες τραγουδίστριες, όπως η ίδια και η Σεβάς Χανούμ και θέλει να την εκδικηθεί.

Μάλιστα ήταν τόση η πικρία και η οργή της που διέδιδε ότι αν την πετύχαινε έξω θα την έδερνε.

 

Είχε περάσει λίγος καιρός και οι δύο γυναίκες δεν είχαν έρθει πρόσωπο με πρόσωπο. Η Μπέλλου δεν είχε καταφέρει να βρει την αντίζηλό της «εκτός έδρας» και ο καυγάς έπαιρνε συνεχώς παράταση. Μέχρι τη στιγμή που η Μπέλλου δέχτηκε ένα ανώνυμο τηλεφώνημα.

Η άγνωστη φωνή την ενημέρωσε ότι εκείνη τη στιγμή η Μαρίκα Νίνου βρισκόταν στου Μάριου, που ήταν το καφενείο των μουσικών στην οδό Ίωνος σήμερα λέγεται οδός Κοτοπούλη. 


Η Μπέλλου δεν έχασε καιρό και σε λίγα λεπτά εισέβαλλε σαν μαινόμενος ταύρος στο καφενείο και επιτέθηκε στη Νίνου.
Όσοι βρίσκονταν εκεί, δεν πίστευαν στα μάτια τους. Η Μπέλλου χτύπησε τη Νίνου τόσο, που την έστειλε στο νοσοκομείο.

 

*Σαν σήμερα η Μαρίκα Νίνου «έφυγε» από την ζωή – 23 Φεβρουαρίου 1957

Πηγές: LIFO- TVXS

2 ΣΧΟΛΙΑ

  1. Η ΜΠΕΛΛΟΥ ΕΡΙΞΕ ΒΙΤΡΙΟΛΗ ΣΤΟΝ ΑΝΤΡΑ ΤΗΣ ΓΙΑΤΙ ΠΡΟΤΙΜΟΥΣΕ ΤΙΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΚΑΙ ΗΘΕΛΕ ΝΑ ΞΕΦΥΓΕΙ

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΑΝΩΝΥΜΑ Ή ΕΠΩΝΥΜΑ