– Πάγωσαν οι αστυνομικοί όταν άκουσαν την προφορική ομολογία του πατέρα της μικρής Στέλλας
– “Έσπασε” μόνο όταν του είπαν ότι βρέθηκε το πτώμα του παιδιού στον κάδο όπου το πέταξε ο ίδιος
– “Έπαιζε θέατρο” λέγοντας ότι κάποιος άρπαξε το παιδί μέσα από το σπίτι την ώρα που κοιμόταν
– Πάγωσε η Αγία Βαρβάρα, φίλοι, συγγενείς και κάτοικοι της περιοχής άναψαν κεριά στον τόπο που βρέθηκε το σώμα του παιδιού
– Κανείς δεν μπορεί να πιστέψει πως ο συνταξιούχος αστυνομικός σκότωσε ένα παιδί με κινητικά προβλήματα
– Στον εισαγγελέα οδηγήθηκε ο 61χρονος που μοιάζει να είναι σε πλήρη σύγχυση
Μια καταγγελία για εξαφάνιση. Μια πιθανή απαγωγή και ένα amber alert για ένα εξάχρονο αγγελούδι με κινητικά προβλήματα. Κανείς δεν μπορούσε να πιστέψει την τραγική τροπή που θα έπαιρναν τα πράγματα.
«Έτσι σκότωσα την 6χρονη Στέλλα»
Συγκλονισμένη όλη η Ελλάδα από τη δολοφονία της 6χρονης Στέλλας – Σοκάρει η περιγραφή που έδωσε ο δράστης στους αστυνομικούς
Στέλλα Εικοσπεντάκη: Δεν το χωράει ανθρώπινος νους! Σκότωσε το παιδί του, έβαλε το άψυχο κορμάκι του σε σακούλες, το πέταξε σε κάδο σκουπιδιών και γύρισε σπίτι και κοιμήθηκε!
Τον ανατριχιαστικό τρόπο με τον οποίο αφαίρεσε τη ζωή της ίδιας του της κόρης περιέγραψε στην προανακριτική του απολογία του ο 61χρονος απόστρατος αστυνομικός, Γιάννης Εικοσπεντάκης.
Ο καθ’ ομολογίαν παιδοκτόνος, αφού δήλωσε στους πρώην συνάδελφους του ότι πάσχει από κατάθλιψη, υποστήριξε ότι ο λόγος που τον οδήγησε στο να στραγγαλίσει την 6χρονη Στέλλα ήταν επειδή εκείνη δεν ήθελε να κάνει μπάνιο!
Ειδικότερα, στην προανακριτική του απολογία, την οποία εξασφάλισε αποκλειστικά το Newsbomb.gr, o κατηγορούμενος ανέφερε:
«Εξαιτίας του προβλήματος της Στέλλας έπεσα σε κατάθλιψη, με αποτέλεσμα εδώ και τρία χρόνια να παίρνω φαρμακευτική αγωγή. Με το που γεννήθηκαν τα παιδιά, εγώ και η γυναίκα μου κάναμε ένα τεράστιο λάθος. Το λάθος μας ήταν ότι εγώ ασχολούμουν αποκλειστικά με τον Μάριο και η γυναίκα μου με την Στέλλα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να θέλει μόνο τη μαμά της και απέναντί μου να είναι επιθετική (…).
Εκείνο το βράδυ, μόλις φτάσαμε σπίτι της είπα ότι πρέπει να την κάνω μπάνιο. Πήρα τα χάπια μου και ήπια ένα ποτήρι κρασί (…). Παρακάλεσα πάλι την Στέλλα να την κάνω μπάνιο. Εκείνη εξακολουθούσε να μην θέλει, γιατί ήθελε τη μαμά της. Άρχισε να με χτυπάει με τα χέρια της στην κοιλιά. Όπως με χτυπούσε και το κεφάλι της βρισκόταν στο ύψος του στήθους μου, την έσφιξα με το δεξί μου χέρι για να σταματήσει να με χτυπάει, μέχρι που κατάλαβα ότι είχε χάσει τις αισθήσεις της. Άνοιξα το χέρι μου που την έσφιγγα και η Στέλλα έπεσε στο πάτωμα. Είδα ότι δεν ανέπνεε και κατάλαβα ότι κάτι κακό είχε γίνει. Τα έχασα, τρομοκρατήθηκα και το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα ήταν να βγάλω τη Στέλλα έξω από το σπίτι. Πήγα στο αποθηκάκι και πήρα τρεις μαύρες σακούλες σκουπιδιών.
Όπως ήταν πεσμένη στο πάτωμα, έβαλα τη Στέλλα σε μία από αυτές τις σακούλες, ξεκινώντας από το κεφάλι της και καταλήγοντας στα πόδια. Θέλω να σας πω δηλαδή ότι η σακούλα έκλεινε στα πόδια της (…) Μετά σκέφτηκα να σκηνοθετήσω το χώρο για να φαίνεται ότι κάποιος έκανε ληστεία. Ξέχασα να σας πω ότι στις σακούλες σκουπιδιών που έβαλα την Στέλλα έβαλα και μία κόκκινη κουβερτούλα που πήρα από το κρεβάτι της, μη ρωτάτε γιατί, δεν ξέρω να σας απαντήσω.
Τις σακούλες με την Στέλλα τις κρατούσα με τα δυο μου χέρια στην αγκαλιά μου…
Κατέβηκα στο δρόμο και με τα πόδια πήγα σε έναν κάδο και εκεί μέσα άφησα την Στέλλα. Σε έναν άλλο κάδο εκεί κοντά πέταξα και τα κοσμήματα της γυναίκας μου (…).
Μετά πήγα στο κρεβάτι μου, όπου λόγω του κρασιού και των χαπιών που είχα πάρει με πήρε ο ύπνος.
Το πρωί στις 7 παρά τέταρτο ξύπνησα και πήρα τηλέφωνο το ΑΤ Αγίας Βαρβάρας και είπα ότι κάποιοι άγνωστοι μπήκαν στο σπίτι μου».
Τι κατέθεσε η αστυνομικός – ψυχολόγος που μίλησε με το δίδυμο αδελφό της Στέλλας:
«Ο μικρός μου είπε ότι είμαστε στην Αστυνομία και ότι οι αστυνομικοί ψάχνουν την αδελφή του, την οποία είχαν κλέψει από το σπίτι τους το βράδυ… Μου είπε ότι μπήκαν κλέφτες, κλέψανε την αδελφή του, τα χαρτιά της που ήταν από τους γιατρούς, καθώς και κάτι χρυσαφικά. Πρόσθεσε επίσης ότι αυτό συνέβη επειδή όπως ενημερώθηκε από τον πατέρα του ο τελευταίος είχε αφήσει τη νύχτα κατά λάθος τα κλειδιά του έξω από την πόρτα (…) Ο μικρός ήταν απόλυτος, ότι δεν άκουσε τίποτα, μολονότι κάποια στιγμή ανέφερε ότι είχε κλειστά τα αυτιά του, για να μην ακούσει, όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ούτε κιχ. Όταν προσπάθησα να κατανοήσω τι εννοούσε ήταν μάλλον απρόθυμος να μου δώσει περισσότερες επεξηγήσεις (…) Τον ρώτησα, αν θα μπορούσε ο μπαμπάς του να έχει ακούσει κάτι και μου απάντησε πως αυτό δεν θα μπορούσε να έχει συμβεί, επειδή φοράει πάντοτε τόσο τη νύχτα όσο και κάποιες ώρες της ημέρας ωτοασπίδες, γιατί τον ενοχλούν οι θόρυβοι (…) Μου είπε ότι το βράδυ φορούν πιτζάμες και πως με αυτές τις πιτζάμες και την κουβέρτα που σκεπάζεται η Στέλλα την έκλεψαν (…) Μου είπε ότι του αρέσει να τον αγκαλιάζουν και να τον φιλούν, αλλά αυτό το κάνει μόνο η μαμά, γιατί στον μπαμπά δεν αρέσουν γενικά τα χάδια, τα φιλιά και οι αγκαλιές. Πρόσθεσε επίσης, ότι ο μπαμπάς δεν γελάει και πως θυμώνει αρκετά πιο εύκολα από τη μαμά, με την οποία προτιμά και ο ίδιος να μιλάει περισσότερο. Επίσης, ανέφερε ότι η αδελφή του είναι πολύ δεμένη με τη μαμά, ενώ και ο ίδιος εξέφρασε τόσο την αγάπη του, όσο και την αγωνία του για το τι μπορεί να της συμβαίνει».
Κατάθεση του αστυνομικού που εντόπισε το άψυχο κορμάκι της Στέλλας
«Πήγαμε στο σημείο που μας υπέδειξε ο κατηγορούμενος και βρήκαμε εντός κάδου απορριμμάτων μία μεγάλη μαύρη πλαστική σακούλα. Αφού ανοίξαμε αυτή τη σακούλα βρήκαμε μέσα της μία κόκκινη κουβέρτα και άλλη μία ίδια σακούλα δεμένη. Αφού ανοίξαμε αυτή τη σακούλα, είδαμε μέσα άλλη μία ίδια σακούλα δεμένη, την οποία ανοίξαμε και είδαμε το πτώμα της εξάχρονης».
Ιατροδικαστής Σωτήρης Μπουζιάνης
«Κατά την αυτοψία και την κλινική εξέταση που διενήργησα εξωτερικά στο πτώμα διαπίστωσα ότι έφερε θλαστικές εκχυμώσεις στο άνω και κάτω χείλος του στόματος. Στον πατέρα διαπιστώθηκε κατά την εξωτερική κλινική του εξέταση μία μικρή γραμμοειδής εσχαροποιημένη εκδορά στην πρόσθια επιφάνεια της αριστεράς πυχαιοκαρπικής άρθρωσηςκαι δύο μικρές εκδορές στρογγυλού σχήματος στη ραχιαία επιφάνεια της αριστερής χειρός».
Λίγες ώρες πριν την ομολογία του συζύγου της η μητέρα της εξάχρονης δήλωνε στην αστυνομία ότι επιθυμεί την ποινική δίωξη των άγνωστων δραστών.
«Έχω σοκαριστεί και δεν ξέρω τον λόγο που πήρανε την κόρη μου. Δεν θεωρώ ότι ο σύζυγός μου έχει σχέση με αυτό»
Στην έκθεση αυτοψίας και κατασχέσεως περιγράφεται ότι το πτώμα της ανήλικης ήταν «κανονικά ενδεδυμένο με παντελόνι ροζ χρώματος, μακρυμάνικη μπλούζα κίτρινου χρώματος και φανέλα λευκού χρώματος, καθώς επίσης και κάλτσες γκρι-ροζ χρώματος.
Επίσης φορούσε πάνα λευκού χρώματος, ενώ στα μαλλιά φορούσε λαστιχάκι ροζ χρώματος. Στα άνω και κάτω χείλη του πτώματος παρατηρήθηκαν εκχυμώσεις».
Κατάθεση κουμπάρας κατηγορούμενου:
«Χθες το απόγευμα (26/04/2017) λοιπόν περίπου στις 17:30 ο Γιάννης έφερε τον Μάριο και την Στέλλα στο σπίτι μου στον Κορυδαλλό. Όταν ήρθε ο Γιάννης ήταν λίγο αγχωμένος αλλά νομίζω ότι ήταν λόγω της εγχείρησης που θα έκανε η Πόπη και αυτό τον επηρέασε. Περίπου στις 21.20 ο Γιάννης γύρισε με το αυτοκίνητο του από το Τζάνειο και κάθισε μαζί με τον άντρα μου. Εγώ ήμουν τότε στο πάνω διαμέρισμα που μένει η αδελφή μου για να παίξουν ο Μάριος και η Στέλλα με παιδιά της αδελφής μου.
Κατά τις 21.50 κατέβηκα με τα παιδιά στο σπίτι μου και ο Γιάννης τα πήρε για να επιτρέψουν στην Αγία Βαρβάρα. Τα παιδάκια ήταν μία χαρά και τα δύο. Αυτή ήταν η τελευταία φορά που είδα τα μικρά. Για την εξαφάνιση της Στέλλας το έμαθα όταν με πήρατε εσείς τηλέφωνο. Η Πόπη νομίζω πήρε εξιτήριο, όμως δεν με πήρε τηλέφωνο να μου το πει, φαντάζομαι από την σύγχυση της. Μόλις το έμαθα την πήρα και μου είπε ότι κάποιος μπήκε μέσα στο σπίτι και της έκλεψε την Στέλλα και κάποια άλλα πράγματα. Δεν μπορώ να φανταστώ πως μπορεί να εξαφανίστηκε η Στέλλα, ελπίζω να πάνε όλα καλά και να βρεθεί. Να σας πω ακόμα ότι η Στέλλα κάνει κάποιες φυσιοθεραπείες γιατί έχει μια αναπηρία στη δεξιά μεριά στα χέρια και στα πόδια από τη γέννηση της. Για το λόγο αυτό την πηγαίνουν σε ειδικό σχολείο, ιδιωτικό. Θέλω να σας πω ότι σαν οικογένεια δεν είχαν κάποια προβλήματα. Και ο Γιάννης και η Πόπη φρόντιζαν τα παιδιά, αλλά η Στέλλα, σαν κορίτσι, είχε πιο πολύ αδυναμία στη μαμά της. Ο Γιάννης σαν άνθρωπος είναι πολύ λογικός και το μόνο είναι ότι παίρνει κάποια χάπια για την πίεση στο μάτι του. Σαν άνθρωπος είναι λίγο ψυχαναγκαστικός, δηλαδή προσέχει τα πάντα. Μου είναι δύσκολο να χωνέψω, πως ξέχασε τα κλειδιά έξω από την πόρτα. Όταν το άκουσα σκέφτηκα μόνο ότι μπορεί να έγινε λόγω της σύγχυσης του από την εγχείρηση της Πόπης. Επίσης δεν νομίζω να έχει μαλώσει με κανέναν».
Ολόκληρη η χώρα ενημερώθηκε με το μήνυμα αναζήτησης ότι η 6χρονη Στέλλα Εικοσπεντάκη είχε εξαφανιστεί.
Τα ερωτήματα πολλά. Πως εξαφανίστηκε μέσα από το σπίτι του ένα παιδί με κινητικά προβλήματα;
Ήταν τα βασικά ερωτήματα που απασχόλησαν από την πρώτη στιγμή τους αστυνομικούς.
Ήταν ο ίδιος της ο πατέρας που πήγε στο αστυνομικό τμήμα και δήλωσε την εξαφάνιση. Τα όσα είπε δημιούργησαν τα ερωτήματα.
Ο 61χρονος, συνταξιούχος αστυνομικός, πήγε αυτοπροσώπως στο Αστυνομικό Τμήμα. Είπε στους πρώην συναδέλφους του ότι το ένα από τα δίδυμα παιδιά του η εξάχρονη κόρη του η οποία αντιμετωπίζει κινητικά προβλήματα εξαφανίστηκε μέσα από το σπίτι την ώρα που ο ίδιος κοιμόταν. Είπε ότι δεν ήξερε τι είχε συμβεί. Πως είχε δει το παιδί για τελευταία φορά το βράδυ όταν το έβαλε για ύπνο μαζί με τον αδελφό της. Στη συνέχεια δήλωσε πως πέταξε τα σκουπίδια και επέστρεψε στο σπίτι και έπεσε και εκείνος για ύπνο. Η μητέρα των παιδιών έλειπε από το σπίτι καθώς είχε εισαχθεί στο νοσοκομείο για κάποια επέμβαση.
Στη συνέχεια οι αστυνομικοί τον άκουσαν να τους λέει πως όταν το πρωί ξύπνησε για να πάει τα παιδιά στο σχολείο η μικρή έλειπε.
Αυτό που σήμανε τον πρώτο συναγερμό στους αστυνομικούς ήταν ότι τους είπε πως πήγε τον γιο του στο σχολείο και ύστερα πήγε στο αστυνομικό τμήμα για να δηλώσει την εξαφάνιση…
Στο ερώτημα πως είναι δυνατόν κάποιος να μπει στο σπίτι και να πάρει το παιδί, εκείνος απάντησε πως παίρνει βαριά φαρμακευτική αγωγή που του προκαλεί υπνηλία. Είπε μάλιστα ότι ίσως λόγω των χαπιών να άφησε τα κλειδιά στην πόρτα του σπιτιού. Ήταν όπως είπε σε σύγχυση. Ίσως κάποιος μπήκε να κλέψει και… τελικά απήγαγε το παιδί.
Ήταν μια κατάθεση με πολλά κενά. Οι αστυνομικοί άρχισαν να έχουν υποψίες. Άρχισαν την αναζήτηση του κοριτσιού, αναζητώντας παράλληλα στοιχεία για το τι πραγματικά είχε συμβεί…
Δυστυχώς οι έμπειροι αστυνομικοί που ανέλαβαν την υπόθεση είχαν φόβο για το χειρότερο. Έτσι ξεκίνησε έρευνα με ειδικά εκπαιδευμένους σκύλους στην περιοχή κοντά στο σπίτι. Ερευνήθηκαν όλα τα πιθανά σημεία όπου θα μπορούσε να βρίσκεται το παιδί, αλλά και οι κάδοι, καθώς όσο οι ώρες περνούσαν τόσο μεγάλωναν οι φόβοι ότι το παιδί δεν βρίσκεται πλέον στη ζωή.
Λίγο μετά τα μεσάνυχτα σήμανε συναγερμός. Ένας σκύλος εντόπισε το άψυχο σώμα της μικρής Στέλλας.
Οι χειρότεροι φόβοι των αστυνομικών επιβεβαιώθηκαν. Αμέσως άλλαξαν τακτική απέναντι στον πρώην συνάδελφό τους. Τον ενημέρωσαν για το αποτρόπαιο εύρημά τους και τους ζήτησαν εξηγήσεις.
Τότε ο 61χεονος φέρεται να έσπασε. Είπε στους αστυνομικούς ότι ήταν εκείνος που έριξε το άψυχο κορμί του παιδιού του στον κάδο. Ομολόγησε προφορικά ότι η μικρή Στέλλα ήταν ανήσυχη. Την είχε ταράξει το γεγονός της απουσίας της μητέρας της. Άρχισε όπως είπε να κλαίει μέσα στη νύχτα. Εκείνος προσπάθησε να την ηρεμήσει, την πήρε αγκαλιά. Είπε πως της έκλεισε το στόμα για να μην ξυπνήσει τον δίδυμο αδελφό της και πως την έσφιξε δυνατά. Λίγο μετά όπως είπε παρατήρησε ότι το παιδί δεν ζούσε…
Όλα δείχνουν ότι το κοριτσάκι βρήκε φρικτό ασφυκτικό θάνατο.
Στην συνέχεια, όπως φέρεται να είπε ο 61χρονος, πήρε το κορμί του μικρού παιδιού, το έβαλε σε μια σακούλα και το πέταξε σε έναν κάδο πίσω από το σπίτι… Εκεί όπου εντοπίστηκε τη νύχτα.
Ο 61χρονος φαίνεται πως προσπάθησε να δικαιολογηθεί. Είπε πως έχει προβλήματα και παίρνει φάρμακα. Ήταν, φέρεται να είπε, σε σύγχυση. Δεν κατάλαβε ότι προκάλεσε κακό στο παιδί, ούτε και είχε συναίσθηση των πράξεών του όταν πετούσε το άψυχο σώμα του στον κάδο.
Οι αστυνομικοί προσπάθησαν να πάρουν νέα κατάθεση από τον πατέρα καθώς τις πρώτες στιγμές μετά την αποκάλυψη δεν ήταν σε θέση να δώσει πλήρη κατάθεση.
Ο 61χρονος οδηγήθηκε στις 11:00 στα δικαστήρια. Ο καθ’ ομολογία παιδοκτόνος ήταν αμίλητος και έσκυψε το κεφάλι περνώντας το κατώφλι του κτηρίου για να οδηγηθεί ενώπιον εισαγγελέα.
ΡΕΠΟΡΤΑΖ: Θ. ΠΑΝΟΥ – Κ. ΣΤΑΜΟΥ
Τύλιξε τη μικρή Στέλλα με την αγαπημένη της κόκκινη κουβέρτα και την πέταξε στον κάδο – Η μαρτυρία του δίδυμου αδελφού της που πρόδωσε το έγκλημα του
ζήτησαν αμέσως να εξεταστεί ο δίδυμος αδελφός της μικρός Στέλλας. Όταν ο ειδικός ψυχολόγος εξέτασε το παιδί σήμανε συναγερμός. Ο μικρός είπε στον ψυχολόγο “μπήκαν κλέφτες στο σπίτι μας και άρπαξαν την αδελφούλα μου”. Φράση που έδειχνε ότι ο πατέρας το είχε “δασκαλέψει” να πει το σενάριο που έλεγε και ο ίδιος στους αστυνομικούς.
Αμέσως δόθηκε εντολή να στον δήμο να μην αδειάσουν οι κάδοι σε ακτίνα 2,5 χιλιομέτρων από το σπίτι της οικογένειας.
Άρχισαν οι έρευνες. Οι αστυνομικοί εντόπισαν τα κοσμήματα που ο πατέρας είχε ισχυριστεί ότι άρπαξαν οι κλέφτες από το σπίτι. Αυτό κίνησε σοβαρές υποψίες.
Όταν έδειξαν τα κοσμήματα στον 61χρονο, ουσιαστικά του έδειξαν και τις αποδείξεις ότι είχαν στοιχεία πως έλεγε ψέμματα.
Κάπου εκεί ο συνταξιούχος αστυνομικός “έσπασε”. Ομολόγησε πως δεν είχε γίνει κλοπή και τότε ήρθε η δεύτερη ερώτηση. Για την τύχη του παιδιού.
Εκεί ο μέχρι τότε “ψύχραιμος” 61χρονος αποφάσισε να λύσει τη σιωπή του. Περιέγραψε πως όταν ήρθε η ώρα να βάλει για ύπνο τα παιδιά έκανε μπάνιο πρώτα το μικρό αγόρι και ύστερα επιχείρησε να κάνει το ίδιο και με τη μικρή Στέλλα. Το παιδί αντιδρούσε και έκλαιγε. Έλεγε πως θέλει τη μαμά του που έλειπε καθώς έπρεπε να κάνει μια επέμβαση στο νοσοκομείο.
Όπως περιέγραψε ο δράστης έβαλε τη μικρή στο μπάνιο και προσπάθησε να την πλύνει. Το παιδί συνέχισε να αντιδρά και να κλαίει. Τότε είπε την έσφιξε δυνατά στην αγκαλιά του και της έκλεισε το στόμα με την παλάμη του. Λίγο αργότερα, όπως είπε το παιδί σταμάτησε να κινείται.
Τότε όπως περιέγραψε στους αστυνομικούς την τύλιξε με την αγαπημένη της κόκκινη κουβερτούλα, έβαλε το κορμάκι της σε σακούλα σκουπιδιών και βγήκε στο δρόμο. Περπάτησε ενάμισι χιλιόμετρο με το νεκρό παιδί του μέσα σε σακούλα σκουπιδιών. Τοποθέτησε το άψυχο κορμάκι της μέσα σε έναν κάδο και επέστρεψε στο σπίτι.
Δεν ήταν σε θέση να πει στους αστυνομικούς σε ποιον κάδο είχε αφήσει το σώμα του παιδιού. Τότε μέσα στη νύχτα δόθηκε εντολή να σαρώσουν την περιοχή αστυνομικοί με ειδικά εκπαιδευμένους σκύλους. Το μακάβριο εύρημα ήρθε λίγο μετά τα μεσάνυχτα.