Από πού πήραν το όνομά τους οι συνοικίες της Αθήνας: Ο Κουκάκης, ο Γιουσουρούμ και η υπηρέτρια Λαμπρινή

1
67

Ο Ηπειρώτης παντοπώλης Εξαρχος, ο καφενές του αγωνιστή του ’21 Χαύτα, ο ζωγράφος Γύζης, ο Μπραχάμ πασάς, ο Βαυαρός πηγαδάς στο Ρουφ και ο Λόρδος στον Βύρωνα – Οι διαφορετικές εκδοχές για Πατήσια, Παγκράτι, Κεραμεικό

Κουκάκι, Ρουφ, Γκύζη, Πατήσια, Μαρούσι, Φάληρο, Φιλοθέη. Γειτονιές της Αθήνας και περιοχές γύρω απ’ αυτή όπου ζουν μόνιμα ή τις επισκέπτονται καθημερινά χιλιάδες άνθρωποι.Πόσοι ξέρουν ότι οφείλουν τα ονόματά τους αντίστοιχα στον Κουκάκη, στον Ρουφ, στον Πατίς Αγά, στην Αγία Φιλοθέη; Ποιοι ήταν όλοι αυτοί, πότε έζησαν και πώς ακριβώς συνδέθηκαν με αυτές τις περιοχές;

Το ταξίδι στον χρόνο για τις απαντήσεις σε αυτά αποκαλύπτει σημαντικές αλήθειες και κάποιες απρόσμενες εκπλήξεις.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.

Η Αθήνα οφείλει το όνομά της στη θεά Αθηνά. Η Αθηνά μονομάχησε με τον Ποσειδώνα για το ποιος θα προσφέρει το καλύτερο δώρο στην πόλη, με έπαθλο την ονοματοδοσία της. Φύτεψε μια ελιά στον βράχο της Ακρόπολης, ενώ ο Ποσειδώνας άνοιξε με την τρίαινά του ένα ρυάκι απ’ όπου έτρεξε νερό.

Κατά μία εκδοχή, μοναδικός κριτής ήταν ο τότε βασιλιάς Κέκροπας, που επέλεξε ως καλύτερο δώρο αυτό της θεάς της σοφίας. Κατά μια άλλη, ψήφισαν οι πολίτες και με μία ψήφο διαφορά έκαναν την ίδια επιλογή. Σε κάθε περίπτωση, το όνομα της Αθήνας αποδίδεται σε μια αρχαία θεότητα.

Αντιθέτως, πολλές σημερινές συνοικίες και γύρω από την Αθήνα περιοχές και προάστια οφείλουν το όνομά τους σε κάποιο πραγματικό πρόσωπο, στενά συνδεδεμένο με την καθεμιά τους.

Είναι οι «νονοί» αυτών των περιοχών. Σε πολλές περιπτώσεις πρόκειται για μεγαλοκτηματίες – ιδιοκτήτες μεγάλων εκτάσεων σε αυτές.

Αλλες περιοχές οφείλουν το όνομά τους σε μοναχούς που έζησαν σε αυτές, άλλες σε ξένους που για κάποιον λόγο σχετίστηκαν μαζί τους.

Υπάρχει επίσης η απευθείας μεταφορά ονομάτων μικρασιατικών πόλεων σε διάφορες περιοχές στις οποίες εγκαταστάθηκαν οι πρόσφυγες μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή το 1922.

Από πού πήραν το όνομά τους οι συνοικίες της Αθήνας: Ο Κουκάκης, ο Γιουσουρούμ και η υπηρέτρια Λαμπρινή
Η πλατεία Ομονοίας και στο βάθος τα Χαυτεία, που οφείλουν το όνομά τους στον αγωνιστή του 1821 Δημήτριο Χαύτα, ιδιοκτήτη του «Καφενείου των Γερόντων», επί της οδού Αιόλου

Γειτονιές στο κέντρο

Τα πασίγνωστα Εξάρχεια, η εμβληματική περιοχή στην καρδιά της Αθήνας, πήραν την ονομασία τους από τον Ηπειρώτη Βασίλειο Εξαρχο, που επί της βασιλείας του Γεωργίου Α’ διατηρούσε παντοπωλείο στη γωνία των οδών Θεμιστοκλέους και Σολωμού. Κατά τον 19ο αιώνα ονομάζονταν Πιθαράδικα, λόγω των πολλών εργαστηρίων πιθαριών που υπήρχαν εκεί.

Ο Εξαρχος σε νεαρή ηλικία εγκατέλειψε τη Σταρίτσιανη (σήμερα Πουρνιά) Ιωαννίνων και αναζήτησε την τύχη του στην Αθήνα. Με πολλή προσπάθεια και τραπεζικό δάνειο αγόρασε ένα ακίνητο στα σημερινά Εξάρχεια.

Πλην του δικού του παντοπωλείου, εκεί λειτουργούσαν ακόμη φούρνος και μαγειρείο. Πολύ γρήγορα το μαγαζί του μετατράπηκε στο αγαπημένο των κατοίκων της περιοχής.

Τα Χαυτεία, η μικρή αλλά ιστορική περιοχή των λίγων οικοδομικών τετραγώνων, δίπλα στην Ομόνοια, έχουν «νονό» τους τον αγωνιστή του 1821 Δημήτριο Χαύτα, ιδιοκτήτη του «Καφενείου των Γερόντων», επί της οδού Αιόλου. Σύμφωνα πάντως με τα γραφόμενα του Γρηγορίου Ξενόπουλου το 1913 στην «Εφημερίδα» για την περιοχή αυτή, «είναι πράγματι το κέντρον, η καρδιά των Αθηνών…

Το παλαιόν όνομα, το οποίον έμεινεν από το ξενοδοχείον ή το πεταλωτήριον -δεν ενθυμούμαι καλά-, κάποιου Χαύτα, επεξετάθη και επεκτείνεται ολονέν εις όλην την περιοχήν». Συνεπώς, παραμένει ερώτημα αν ο Χαύτας διατηρούσε τελικά καφενείο, πεταλωτήριο ή ξενοδοχείο. Αλλά μικρή σημασία έχει.

Από πού πήραν το όνομά τους οι συνοικίες της Αθήνας: Ο Κουκάκης, ο Γιουσουρούμ και η υπηρέτρια Λαμπρινή
Καφενείον «Τα Εξάρχεια». Η περιοχή συνδέθηκε με τον Ηπειρώτη Βασίλειο Εξαρχο, που επί βασιλείας Γεωργίου Α’ διατηρούσε παντοπωλείο στη γωνία των οδών Θεμιστοκλέους και Σολωμού

Η συνοικία του Γκύζη οφείλει το όνομά της σε έναν δρόμο στον οποίο είχε δοθεί τιμητικά από τον Δήμο Αθηναίων το όνομα του ζωγράφου από την Τήνο Νικολάου Γύζη το 1901, έτος θανάτου του.

Η παράφραση από Γύζη σε Γκύζη οφείλεται στον τρόπο εκφοράς του ονόματος, καθώς εκείνος έζησε από το 1865 μέχρι τον θάνατό του στο Μόναχο, υπογράφοντας τα έργα του με λατινικούς χαρακτήρες.

Η ονομασία Γκύζη καθιερώθηκε από το 1925, από την επιγραφή των πρώτων αστικών λεωφορείων που εξυπηρετούσαν την αναπτυσσόμενη νέα συνοικία ακολουθώντας την ομώνυμη οδό που τη διέσχιζε.

Ο Γεώργιος Κουκάκης, κατασκευαστής σιδερένιων κρεβατιών, στο ύψος του παλαιού εργοστασίου του Φιξ, ήταν ο πρώτος που έχτισε σπίτι στην περιοχή νοτιοανατολικά της Ακρόπολης, στη γωνία των οδών Δημητρακοπούλου και Γεωργάκη Ολυμπίου. Αυτό κατεδαφίστηκε στα μέσα του 20ού αιώνα. Από τον Κουκάκη προέκυψε η ονομασία της περιοχής γύρω στο 1900.

Κάποτε στα Πατήσια

Η περιοχή Προμπονά στο τέρμα της Πατησίων, μεταξύ Ποδονίφτη, γραμμών του ηλεκτρικού και του ομώνυμου άλσους, πρωτοκατοικήθηκε περί το 1870 από την οικογένεια του Μιχάλη Αναγνώστου.

Οφείλει το όνομά της στον Ναξιώτη φαρμακοποιό Δ. Προμπονά (1874-1949). Ο εν λόγω είχε εκεί έναν μεγάλο κήπο, περίπου 40 στρεμμάτων, τον οποίο δώρισε στον Δήμο Αθηναίων. Σήμερα λειτουργεί εκεί η πασίγνωστη αγορά λουλουδιών.

Από πού πήραν το όνομά τους οι συνοικίες της Αθήνας: Ο Κουκάκης, ο Γιουσουρούμ και η υπηρέτρια Λαμπρινή
Τροχήλατα λεωφορεία διασχίζουν την οδό Πατησίων, που, κατά μία εκδοχή, πήρε το όνομά της από τον Πατίς Αγά

Στο τετράγωνο που σχηματίζουν η λεωφόρος Ιωνίας και οι οδοί Καυταντζόγλου, Πατησίων και Σαρανταπόρου οριοθετείται η περιοχή Κλωναρίδου. Στη διασταύρωση Πατησίων και Καυταντζόγλου κατασκευάστηκαν περί το 1900 το εργοστάσιο ζυθοποιίας και παγοποιίας των Μικρασιατών αδελφών Μιλτιάδη και Ερρίκου Κλωναρίδη, καθώς και η βίλα της οικογένειας σε σχέδια του Ερνστ Τσίλερ.

Οχι όμως στα πρότυπα των νεοκλασικών που σχεδίασε ο Τσίλερ, αλλά μιας αγροτικής κατοικίας.
Σε αυτούς οφείλει το όνομά της η περιοχή. Αργότερα το εργοστάσιο πουλήθηκε στον Κάρολο Φιξ που το αξιοποίησε ως αποθήκη και για την παραγωγή πάγου.

Η λειτουργία του σταμάτησε το 1982. Το κτίριο αγοράστηκε από τον Δήμο Αθηναίων στα μέσα της δεκαετίας του ’90, κατεδαφίστηκε εν μέσω αντιδράσεων και σήμερα στον χώρο του έχει αναπτυχθεί το πάρκο Κλωναρίδου – Φιξ.

Η πλατεία Κολιάτσου και η γύρω περιοχή πήραν το όνομά τους μετά τα μέσα του 19ου αιώνα από τον Στυλιανό Κολιάτσο, που είχε πολλά κτήματα εκεί. Τα μέλη της οικογένειας Κολιάτσου έδρασαν στην Επανάσταση του 1821 και μετέπειτα ασχολήθηκαν και με την πολιτική.

Η Λαμπρινή, η μεγάλη περιοχή μεταξύ Ανω Πατησίων, Γαλατσίου και Περισσού, ονομάστηκε έτσι από τους ιδιοκτήτες των εκτάσεων προς τιμήν του προγόνου τους Σουλιώτη οπλαρχηγού Λάμπρου Βεΐκου, που σκοτώθηκε στη μάχη του Ανάλατου το 1827. Ο άρχοντας της περιοχής είχε συνάψει σχέσεις με μια υπηρέτρια, τη Λαμπρινή, την οποία και ερωτεύτηκε σφοδρά. Και της αφιέρωσε τη συνοικία, ώστε μετά θάνατον να μείνει ο έρωτάς τους χαραγμένος στον χρόνο.

Η περιοχή Κυπριάδου, μεταξύ Γαλατσίου, Λαμπρινής, Ριζούπολης και Ανω Πατησίων, μια από τις ομορφότερες της Αθήνας, με αυξημένο συντελεστή πρασίνου, πάρκα, πλατείες και πλήθος νεοκλασικών, ιδρύθηκε και πήρε το όνομά της από τον γεωπόνο-μηχανικό Επαμεινώνδα Κυπριάδη.

Το 1919 ο Κυπριάδης ίδρυσε την εταιρεία Κυπριάδης – Κυριαζής και Σία και έχτισε σε μια μεγάλη έκταση που είχε αγοράσει στα Πατήσια ο πατέρας του Μίνως την «Κηπούπολη Κυπριάδη». Ηταν αυτός που πραγματοποίησε την πορθμειακή σύνδεση Ρίου – Αντιρρίου το 1947.

Από πού πήραν το όνομά τους οι συνοικίες της Αθήνας: Ο Κουκάκης, ο Γιουσουρούμ και η υπηρέτρια Λαμπρινή
Το Εργοστάσιον Ζυθοποιίας Κλωναρίδου στην ομώνυμη γειτονιά των Πατησίων

Γουδής, Ζωγράφος

Το όνομα Γουδή, που αφορά την περιοχή μεταξύ Αμπελοκήπων και Ζωγράφου, προέρχεται από μια μεγάλη οικογένεια των Σπετσών, η οποία κατοικούσε εκεί και διακρίθηκε κατά την Επανάσταση του 1821.

Η περιοχή του Παπάγου πήρε το όνομά της από τον στρατάρχη και μετέπειτα πρωθυπουργό Αλέξανδρο Παπάγο. Είναι δημιούργημα του Αυτόνομου Οικοδομικού Οργανισμού Αξιωματικών (ΑΟΟΑ), που συνεστήθη το 1950 από την κυβέρνηση Σοφοκλή Βενιζέλου για τη στέγαση των αξιωματικών των Ενόπλων Δυνάμεων.

Η περιοχή του Ζωγράφου οφείλει το όνομά της στον Ιωάννη Ζωγράφο, βουλευτή του κόμματος του Θεόδωρου Δηλιγιάννη. Αυτός αγόρασε το 1902 μια μεγάλη έκταση από τη χήρα Βουρνάζου.

Στη συνέχεια τη ρυμοτόμησε σε οικόπεδα, που πουλούσε με δόσεις 112 δραχμών μηνιαίως. Ο Ζωγράφος κράτησε μόνο ένα τμήμα στο σημείο συνάντησης των σημερινών λεωφόρων Αλ. Παπάγου και Γ. Ζωγράφου. Τα πρώτα σπίτια χτίστηκαν το 1919. Πρώτος πρόεδρος της Κοινότητας Ζωγράφου ήταν ο Σωτήριος Ζωγράφος, γιος του Ιωάννη, το 1929.

Η ονομασία Γαλάτσι προέρχεται από την οικογένεια Γαλάκη, που είχε μεγάλες εκτάσεις εκεί. Το κατονόμασε σε αναφορά του ο Διονύσιος Σουρμελής το 1842, όμως και νωρίτερα αναγραφόταν σε διάφορα προικώα συμβόλαια. Με τις λέξεις-ονομασίες Γαλάτσι, Γαλάκη και Γαλάτζι να χρησιμοποιούνται ταυτόχρονα και εναλλάξ για τον ίδιο τόπο.

Ακόμη και ο Συμεών Γαλάκης, σημαίνον πρόσωπο της τότε αθηναϊκής κοινωνίας, υπέγραφε άλλοτε ως Γαλάκης και άλλοτε ως Γαλάτζης. Τούτο οφειλόταν στον «τσιτακισμό»: οι Αθηναίοι πρόφεραν δηλαδή το «κ» ως «τς», όταν στη λέξη ακολουθούσε «ε» ή «ι». Ετσι η γραφή «Γαλάκης», «Γαλάτσης» και «Γαλάτζης» διαβαζόταν με τον ίδιο τρόπο.

Από πού πήραν το όνομά τους οι συνοικίες της Αθήνας: Ο Κουκάκης, ο Γιουσουρούμ και η υπηρέτρια Λαμπρινή
Η ονομασία Γαλάτσι προέρχεται από την οικογένεια Γαλάκη, που είχε μεγάλες εκτάσεις εκεί. Ενδιαφέρον στοιχείο ότι τα βουνά γύρω είναι χωρίς δέντρα

Το όνομα του Αγίου Ιωάννη Ρέντη οφείλεται στην ομώνυμη εκκλησία στην κεντρική πλατεία της πόλης, που ανήκε κτητορικά στην οικογένεια των Ρέντη. Τον 14ο αιώνα όταν ο νοτάριος (συμβολαιογράφος) Δημήτριος Ρέντης εγκαταστάθηκε στην περιοχή βοηθώντας τους Καταλανούς, κατά του Νέριο Ατζαγιόλι, έλαβε ως ανταμοιβή μεγάλη έκταση κτημάτων.

Το Χαϊδάρι φαίνεται πως χρωστάει το όνομά του στον Τούρκο κτηματία Χαϊντάρ Πασά, που κατοικούσε στην περιοχή όπου βρίσκεται το σημερινό Παλατάκι. Ο πύργος που δεσπόζει εκεί βρισκόταν σε ένα μεγάλο περιφραγμένο αγρόκτημα, που στην αρχαιότητα ονομαζόταν Αχερδάριον.

Επί τουρκοκρατίας περιήλθε στην ιδιοκτησία του Χαϊντάρ Πασά, ο οποίος το ονόμασε Χαϊδάρι, με την ονομασία σταδιακά να αποδίδεται σε όλη την περιοχή. Αγνωστο, αν το όνομα του Χαϊντάρ Πασά ήταν πραγματικό ή παρατσούκλι προερχόμενο από την αραβική λέξη «χαϊντάρ» που σημαίνει λιοντάρι.

Διχογνωμίες

Από τον Πατίς Αγά ή το Βατήσι; Ο λόγος για το πού οφείλουν το όνομά τους τα Πατήσια. Υπάρχουν, δηλαδή, δύο εκδοχές. Κατά τους Κ. Μπίρη και Γ. Καιροφύλα, προέρχεται από τον αρχαίο Δήμο Βατής.

Ο επιρρηματικός τύπος Βατήσι βρίσκεται σε επιγραφή που βρέθηκε στη Στοά του Αττάλου. Την άποψη αυτή έχει διατυπώσει ο Γερμανός αρχαιολόγος Κόνραντ Μπούρσιαν. Κατά τον Δ. Καμπούρογλου, όμως, προέρχεται από Τούρκο αξιωματούχο και κτηματία της περιοχής που λεγόταν Πατίς Αγά.

Και για το Παγκράτι υπάρχουν δύο εκδοχές. Η πιο ισχυρή λέει ότι ονομάστηκε έτσι από τον Παγκράτιο Ηρακλή, του οποίου ναός υπήρχε στην περιοχή. Εκδοχή που ενισχύθηκε όταν το 1953 ο αρχαιολόγος Ιωάννης Μηλιάδης σε ανασκαφές που έκανε εν μέσω κατασκευής αγωγού στην κοίτη του Ιλισού, στη συμβολή της Βασιλέως Κωνσταντίνου και Βασιλέως Γεωργίου Β’, βρήκε ανάγλυφα και επιγραφές των μετακλασικών χρόνων, αφιερωμένα στο ιερό.

Μια λιγότερο πειστική εκδοχή θέλει, πάντως, το όνομα να προέρχεται από κάποιον μοναχό Παγκράτιο που έζησε σε ναΐσκο της περιοχής επί τουρκοκρατίας.

Και για την προέλευση της ονομασίας του Κεραμεικού υπάρχουν δύο θεωρίες. Η πρώτη ανάγεται από τον Παυσανία στον ήρωα Κέραμο, γιο του Διονύσου και της Αριάδνης, επώνυμο ήρωα του αθηναϊκού Δήμου των Κεραμέων. Η άλλη προέρχεται από έναν πανάρχαιο συνοικισμό κεραμέων, που είχαν βρει ιδεώδη τόπο για εγκατάσταση των εργαστηρίων τους στις όχθες του ποταμού Ηριδανού.

Δύο θεωρίες και για την περιοχή της Κολοκυνθούς. Είτε οφείλεται στην οικογένεια Κολοκύνθη, ιδιοκτήτρια της Μονής Αγίων Αναργύρων Αθηνών, μετόχι της οποίας ήταν η Παναγία στη γέφυρα της Κολοκυνθούς. Μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα στην περιοχή υπήρχε μόνο το σπίτι του ιερέα Δημητρίου Κολοκύνθη. Είτε την εποχή που η περιοχή ήταν καθαρά αγροτική, υπήρχαν εκεί πολλά περιβόλια με κολοκυθιές.

Πιθανότερο, δηλαδή, ο ιερέας να πήρε το όνομά του από την περιοχή και όχι το αντίστροφο. pαρόμοια διχογνωμία υπάρχει και για το Δουργούτι, όπως ονομαζόταν παλαιότερα τμήμα του σημερινού Νέου Κόσμου, κάπου μεταξύ λεωφόρου Συγγρού και των οδών Λαγουμιτζή, Μήτρου Σαρκουδίνου, Κασομούλη.

Λέγεται πως το όνομά του, το πήρε από το επώνυμο μιας οικογένειας (Δουργούτη ή Δουρούτη), που αγόρασε εκεί τα πρώτα χωράφια. Ή από το όνομα ενός τοπικού Οθωμανού άρχοντα επί τουρκοκρατίας, του Δουργούτ Αγά.

Το 1908 με απόφαση του Δήμου Αθηναίων ονομάστηκε Αλωπεκή από τον αρχαίο αττικό δήμο που βρισκόταν στο ίδιο σημείο και με επιφανέστερο δημότη του τον Σωκράτη. Αργότερα ονομάστηκε και Αρμένικα, επειδή είχαν καταφύγει εκεί Αρμένιοι πρόσφυγες μετά τη Γενοκτονία του 1915.

Και για την προέλευση της ονομασίας της Πετρούπολης υπάρχει διχασμός. Μια άποψη την αναφέρει ως «πόλη της πέτρας», καθώς έχει αναπτυχθεί σε πετρώδες έδαφος και στο παρελθόν λειτουργούσαν εκεί αρκετά λατομεία. Επικρατέστερη άποψη, όμως, είναι ότι ονομάστηκε έτσι προς τιμήν του Πέτρου Γιάνναρου, ιδρυτή της εφημερίδας «Εσπερινή».

Στις αρχές της δεκαετίας του 1930, όταν εκδότης του εντύπου είχε αναλάβει ο γιος του Αλέξανδρος, μέσω της εφημερίδας δίνονταν κουπόνια για απόκτηση οικοπέδων στην περιοχή. Με 300 κουπόνια και πληρώνοντας μηνιαίες δόσεις 50 δραχμών επί 10 χρόνια, συνολικά 6.000 δραχμές, αποκτούσε κάποιος οικόπεδο.

Και για το Καματερό υπάρχουν δύο εκδοχές. Η πρώτη αποδίδει την ονομασία του στον Βυζαντινό άρχοντα Καματηρό, εισπράκτορα των εσόδων του Δημοσίου στα τέλη του 12ου αιώνα. Η δεύτερη στους πρώτους κατοίκους της περιοχής το 1816-1818, που είχαν το επώνυμο Καματερός.

Από πού πήραν το όνομά τους οι συνοικίες της Αθήνας: Ο Κουκάκης, ο Γιουσουρούμ και η υπηρέτρια Λαμπρινή
Λεωφορείο στη γραμμή της Μαγκουφάνας (Πεύκη), της οποίας οι ρίζες φτάνουν στη βυζαντινή οικογένεια Μαγκαφά

Το ίδιο ισχύει και για τη Μαγκουφάνα, τη σημερινή Πεύκη. Οι ρίζες του ονόματός της φτάνουν στη βυζαντινή οικογένεια Μαγκαφά, συγκεκριμένα στον Θεόδωρο Μαγκαφά, έπαρχο στη Μικρά Ασία. Απόγονοί του τον 16ο αιώνα έφτασαν στην τουρκοκρατούμενη Ελλάδα και εγκαταστάθηκαν στην Αττική.

Τότε, αγάδες της Αθήνας παραχώρησαν στους Μαγκουφάδες βακούφια στην περιοχή της σημερινής Πεύκης. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, από περιηγητές του 1843 υποστηρίζεται πως το όνομα Μαγκουφάνα προέρχεται από τη «Μαγκούφα Αννα». Μια γυναίκα, κωφή και άρρωστη από φυματίωση, η οποία έσπευσε στην περιοχή για να θεραπευθεί και τα κατάφερε και έζησε εκεί μέχρι τον θάνατό της.

Περιστέρι, Χαλάνδρι

Για το Περιστέρι και την προέλευση της ονομασίας του υπάρχουν διάφορες θεωρίες. Μια ότι προήλθε από τα κτήματα της παλαιάς αθηναϊκής οικογένειας Περιστέρη. Μια δεύτερη ότι επί τουρκοκρατίας η περιοχή ανήκε στον Περιστέρ Αγά.

Αγνωστο αν το όνομά του είναι πραγματικό ή προέρχεται από τα αγριοπερίστερα που μαζεύονταν στην περιοχή. Το τελευταίο συνιστά και την τρίτη εκδοχή, με την αρβανίτικη λέξη pelistare να σημαίνει περιστέρι.

Ούτε η ετυμολογία του ονόματος Χαλάνδρι έχει σαφώς διευκρινιστεί. Μια θεωρία αναφέρει ότι κάποτε είχε πληθυσμό 1.000 άνδρες, οπότε ονομαζόταν «Χιλιάνδριον», «Χαλάνδριον». Αλλη θεωρία ότι προέρχεται από τον Τούρκο γαιοκτήμονα Χαλά στον οποίο ανήκαν μεγάλες εκτάσεις γης (στα τουρκικά «ντερέ») στη θέση της σημερινής Ρεματιάς Χαλανδρίου κατά την τουρκοκρατία. Αρα, Χαλά + ντερέ = Χαλάνδρι.

Μια τρίτη αναφέρει ότι προέρχεται από την αναγωγή του τοπωνυμίου σε τύπο από χαράδρι σε χαλάδρι. Με το πρώτο, υποκοριστικό τής λέξης χαράδρα, οφειλόμενο στη μορφή του εδάφους. Και μια ακόμη βασίζεται στο ότι προέκυψε εκ παραφθοράς. Στις αρχές του 19ου αιώνα η περιοχή ονομαζόταν Καλάνδρα, ονομασία προερχόμενη από τη γνωστή μας γαλιάντρα, πτηνό της οικογένειας των Κορυδαλλιδών.

Το εβραϊκό Γιουσουρούμ

Το Γιουσουρούμ στο Μοναστηράκι ονομάστηκε έτσι από τον Εβραίο Ηλία Γιουσουρούμ που άνοιξε το πρώτο παλαιοπωλείο εκεί στα τέλη του 19ου αιώνα. Οι Γιουσουρούμ είχαν καταγωγή από την Ισπανία, απελάθηκαν από τον βασιλιά Φερδινάνδο λίγο πριν από το 1500 και εγκαταστάθηκαν στη Σμύρνη. Τον 19ο αιώνα ο Ισαάκ Γιουσουρούμ εγκαταστάθηκε αρχικά στην τουρκοκρατούμενη Χίο (1830) και στη συνέχεια (1860) στην Κύθνο.

Ο γιος του Μποχόρ, ράφτης, ήρθε το 1863 στην Αθήνα και άνοιξε κατάστημα ενδυμάτων στη γωνία Ερμού και Καραϊσκάκη στο Μοναστηράκι. Εραβε και μετασκεύαζε ρούχα και κάθε Κυριακή τα πουλούσε στο παζάρι στην πλατεία Αβησσυνίας. Ετσι το όνομα Γιουσουρούμ ταυτίστηκε με το παζάρι, την υπαίθρια αγορά κυρίως παλαιών και μεταχειρισμένων αντικειμένων. Υπόψη ότι και η πρώτη Συναγωγή της Αθήνας στεγαζόταν στο σπίτι των Γιουσουρούμ.

Η Αγία Φιλοθέη

Η Φιλοθέη πήρε το όνομά της από την Αγία Φιλοθέη (1522-1589), κόρη του Αγγελου Μπενιζέλου, γόνου της ομώνυμης αρχοντικής αθηναϊκής οικογένειας. Η Ρηγούλα Μπενιζέλου, χήρα του Ανδρέα Χειλά σε νεαρή ηλικία, στη συνέχεια έγινε μοναχή με το όνομα Φιλοθέη. Ανέπτυξε έντονη χριστιανική και φιλανθρωπική δράση.

Οι Τούρκοι τη συνέλαβαν και τη βασάνισαν φριχτά. Από τα πολλά και απάνθρωπα βασανιστήρια που υπέστη πέθανε στις 19 Φεβρουαρίου 1589.

Πολύ αργότερα, το 1934, ανακαλύφθηκε η κρύπτη της Αγίας Φιλοθέης κατά την εξόρυξη κοκκινόπετρας που προοριζόταν για το χτίσιμο των σπιτιών της περιοχής, η οποία έχοντας αποσπαστεί από τον Δήμο Χαλανδρίου όπου ανήκε ονομαζόταν Νέα Αλεξάνδρεια και το 1936 μετονομάστηκε σε Κοινότητα Φιλοθέης.

Πέρα από τη Φιλοθέη και η συνορεύουσα με αυτήν Καλογρέζα φαίνεται πως οφείλει την ονομασία της στην ίδια Αθηναία μοναχή. Οι κάτοικοι την αποκαλούσαν «κυρά», αλλά και «καλογρέζα», δηλαδή καλογραία. Στην περιοχή μεταφέρθηκε η ίδια από τους οικείους της το 1588, μετά τα βασανιστήρια που υπέστη από τους Τούρκους και παρέμεινε μέχρι τον θάνατό της.

Ρουφ και Βικτώρια

Το Ρουφ οφείλει την ονομασία του σε έναν Βαυαρό επιχειρηματία αρτεσιανών πηγαδιών που εγκαταστάθηκε στην περιοχή στα χρόνια του Οθωνα και έφτιαξε ένα αγρόκτημα με βουστάσια. Επίσης, έχτισε και έναν μικρό πύργο, ο οποίος ονομάστηκε «Πυργάκι της Αμαλίας», γιατί εκεί στάθμευαν ο Οθωνας και η Αμαλία κατά τον περίπατό τους στον Ελαιώνα.

Η περιοχή της Βικτώριας, εξάλλου, πήρε το όνομά της από την ομώνυμη πλατεία, η οποία είχε ονομαστεί έτσι προς τιμήν της βασίλισσας του Ηνωμένου Βασιλείου, με αφορμή την παραχώρηση στην Ελλάδα των Επτανήσων το 1864, ως δώρο για την ανάδειξη στον ελληνικό θρόνο του ανιψιού της, πρίγκιπα της Δανίας Γουλιέλμου Γεωργίου.

«Νονός» της περιοχής του Βύρωνα είναι ο κορυφαίος φιλέλληνας Λόρδος Βύρωνας. Αρχικά στην περιοχή βρίσκονταν βοσκοτόπια και χωράφια Αθηναίων, που απαλλοτριώθηκαν μεταξύ 1920-1930 για την αποκατάσταση των Μικρασιατών προσφύγων. Είναι ο πρώτος αστικός προσφυγικός συνοικισμός. Το δε όνομά του αποδόθηκε το 1924, με τη συμπλήρωση 100 χρόνων από τον θάνατο του Λόρδου Βύρωνα στο Μεσολόγγι (19 Απριλίου 1824).

Αμαρυσία και Φαληρεύς

Το σημερινό Μαρούσι, στην καθαρεύουσα Αμαρούσιον, χρωστάει το όνομά του στην Αμαρυσία. Ονομασία που αναφέρεται στη θεά του κυνηγιού Αρτέμιδα και δηλώνει την προέλευση της λατρείας από την Αμάρυνθο της Εύβοιας (Αρτέμιδα η Αμαρυνθία ή Αμαρυσία), η οποία μεταφέρθηκε και στο αρχαίο Αθμονον, δήμο της Αττικής. Ο πρώτος δήμος που ιδρύθηκε το 1836 με έδρα το Μαρούσι ονομάστηκε «Δήμος Αμαρυσίων».

Από πού πήραν το όνομά τους οι συνοικίες της Αθήνας: Ο Κουκάκης, ο Γιουσουρούμ και η υπηρέτρια Λαμπρινή
Οδός Εσπέρου στο Παλαιό Φάληρο, την περιοχή όπου έδωσε το όνομά του ο Αργοναύτης Φαληρέας

Σε κάποιον Μπραχάμ πασά, Τούρκο ή εξισλαμισμένο Εβραίο πασά της Αττικής, οφείλει την ονομασία της η περιοχή που σήμερα είναι γνωστή ως Αγιος Δημήτριος. Αυτός είχε υπό την κατοχή του τότε ολόκληρη την περιοχή από τον Καρέα μέχρι το Καβούρι. Ενα τεράστιο κτήμα με χωράφια, ρέματα και χωριά που κατοικούσαν αρκετοί χωρικοί και βοσκοί.

Αργότερα η κατοχή της περιοχής από το σημερινό Ελληνικό και μέχρι το Καβούρι δωρήθηκε από τον Μπραχάμ στον Χασάν πασά. Στην περιοχή που βρίσκεται σήμερα ο ναός του Αγίου Δημητρίου δημιουργήθηκε ένας οικισμός που τον έλεγαν Μπραχάμι, καθώς η έκταση ανήκε στον Μπραχάμ.

Ιδρυτής του Φαλήρου αναφέρεται ο τοπικός ήρωας Φάληρος ή Φαληρεύς, γιος του Αλκωνα και εγγονός του βασιλιά της Αθήνας Ερεχθέα. Το αρχαίο Φάληρο αναφέρεται ως το πρώτο και αρχαιότερο επίνειο της Αθήνας προτού διαμορφωθεί το λιμάνι του Πειραιά, έχοντας αρκετή έκταση. Ο Φαληρεύς πήρε μέρος στην Αργοναυτική Εκστρατεία, ήταν δηλαδή ένας από τους Αργοναύτες. Και πλην του Φαλήρου φέρεται πως ίδρυσε και την Παρθενόπη ή Νεάπολη στην Ιταλία.

Το περίφημο Τατόι, παλιότερα αρχαία Δεκέλεια, δήμος των Μεσογείων της αρχαίας Αθήνας, επί τουρκοκρατίας υπήρξε οθωμανικό τσιφλίκι. Το τοπωνύμιο προέρχεται από το όνομα του αλβανοβλάχου φύλαρχου Τατόη. Μετεπαναστατικά, το Τατόι αγοράστηκε από τον Φαναριώτη ευγενή Αλέξανδρο Καντακουζηνό που το παραχώρησε στην κόρη του Ελπίδα.

Ο «γύπας της Κυψέλης»

Υπάρχουν και κάποιες περιπτώσεις ονοματοδοσίας περιοχών της Αθήνας με ξεχωριστό ενδιαφέρον, όπως η Πλάκα. Σύμφωνα με τον Κ. Μπίρη, πρόκειται για «μεσαιωνική τοπωνυμία, προκύψασα μετά τα τέλη του 16ου αιώνος, ότε εγένετο εκεί εποικισμός Αρβανιτών γκαγκαρέων έξω του λεγομένου Βαλεριανείου τείχους, και σημαίνουσα εις την γλώσσαν αυτών Παλαιά (Αθήνα)».

Ο δε Σισιλιανός θεωρεί ότι προέρχεται από το αρβανίτικο «Πλιάκα», που σημαίνει γερασμένη, παλαιά. Κατά τον Δ. Καμπούρογλου, πάντως, οφείλεται σε μια μεγάλη μαρμαρόπλακα που βρέθηκε κάποτε κοντά στη μικρή εκκλησία του Αγίου Γεωργίου του Αλεξανδρινού, στις ανατολικές υπώρειες της Ακρόπολης.

Το Μετς πήρε το όνομά του από το ομώνυμο κέντρο αναψυχής που εγκαταστάθηκε στην περιοχή το 1872. Ιδιοκτήτης του ο Κάρολος Φιξ, της γνωστής ζυθοποιίας.

Μετς ονομάστηκε προς τιμήν της κατάκτησης της ομώνυμης γαλλικής πόλης από τους Βαυαρούς το 1871 στον γαλλογερμανικό πόλεμο.

Στα τέλη του 19ου αιώνα η περιοχή ονομαζόταν «Παντρεμενάδικα». Επρόκειτο για το νυφοπάζαρο της εποχής, αλλά και τον τόπο όπου οι Αθηναίοι ζούσαν τους παράνομους έρωτές τους. Το 1908 πήρε την οριστική ονομασία Μετς.

Για την Κυψέλη «υπεύθυνοι» φαίνεται πως ήταν οι γύπες που φώλιαζαν στα γειτονικά Τουρκοβούνια. Ο Διονύσιος Σουρμελής, στη δημοσιευθείσα το 1834 «Ιστορία των Αθηνών κατά τον υπέρ ελευθερίας αγώνα», αναφέρει ότι «η Γυψέλη… σημαίνουσα γυποφωλεάν, εξ ης η Κυψέλη· εκλήθη δε το χωρίον τούτο Γυψέλη από τους εμφωλεύοντας εις τον χώρον αυτόν γύπας».

Το Κολωνάκι, με παλαιότερη ονομασία Κατσικάδικα, λόγω των βοσκοτόπων στην περιοχή, μία από τις πλέον εμβληματικές περιοχές του κέντρου της Αθήνας, ονομάστηκε έτσι λόγω ενός παλιού μαρμάρινου στύλου ύψους 2 μέτρων και διαμέτρου 30 εκατοστών που βρέθηκε στην περιοχή και αναστηλώθηκε στη δεξιά σκάλα της Δεξαμενής, δίπλα στο Αδριάνειο Υδραγωγείο. Οι αρχαίοι υποστήριζαν ότι ο στύλος απέτρεπε νόσους και θεομηνίες.

Επάνω του κρεμούσαν και έδεναν με κορδέλες ρούχα ασθενών για να θεραπευτούν. Ακόμη, έθαβαν δίδυμα μοσχάρια ή άλλα ζώα προκειμένου να αποτρέψουν επιδημίες και άλλες συμφορές. Ο στύλος «μετακόμισε» οριστικά στην πλατεία το 1938.

Ειδήσεις σήμερα:

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ

1 ΣΧΟΛΙΟ

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΑΝΩΝΥΜΑ Ή ΕΠΩΝΥΜΑ