Πώς δρούσε η οργάνωση που είχε γυναίκα αρχηγό – Eνα μέλος της που καταδικάστηκε σε κάθειρξη 9 ετών και 6 μηνών και απολύθηκε προσέφυγε στο ΣτΕ και ζητάει να επιστρέψει στην υπηρεσία του
Eνα μέλος της οργάνωσης που καταδικάστηκε σε κάθειρξη 9 ετών και 6 μηνών και απολύθηκε προσέφυγε στο ΣτΕ και ζητάει να επιστρέψει στην υπηρεσία του (ΕΦΚΑ) για να συνεχίσει την απασχόλησή του, καθώς η πειθαρχική απόφαση με την οποία απολύθηκε είναι μη νόμιμη.
Ενα μέλος της επταμελούς εγκληματικής οργάνωσης που χορηγούσε μέσω ΕΦΚΑ προνοιακά επιδόματα-μαϊμού ύψους από 1.200 έως 2.000 ευρώ -προκαλώντας τεράστια οικονομική ζημιά στο Δημόσιο-, το οποίο όμως καταδικάστηκε με ελαφρύτερη ποινή σε σχέση με τα άλλα καταδικασθέντα μέλη της οργάνωσης, ζητάει τώρα από το Συμβούλιο της Επικρατείας να ακυρωθεί η απόλυσή του που έγινε από το Πειθαρχικό Συμβούλιο προκειμένου να επανέλθει και να προσφέρει τις υπηρεσίες του στον ΕΦΚΑ.
Κεντρικό πρόσωπο (επικεφαλής) της οργάνωσης ήταν μια γυναίκα υπάλληλος, η οποία σε συνεργασία με τους υπόλοιπους έξι παραποιούσε ιατρικές γνωματεύσεις του Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕΠΑ) με σκοπό να χορηγούνται προνοιακά επιδόματα σε άτομα τα οποία δεν είχαν τις νόμιμες προϋποθέσεις να τα λάβουν.
Η υπάλληλος ενημερωνόταν τηλεφωνικά και προσωπικά από τα άλλα μέλη της οργάνωσης, τα οποία εργαζόντουσαν σε ΚΕΠΑ διαφόρων περιοχών της χώρας, για τις περιπτώσεις ασφαλισμένων των οποίων οι αιτήσεις-φάκελοι είτε είχαν απορριφθεί είτε δεν είχαν ακόμη εξεταστεί.
Εχοντας λοιπόν πρόσβαση σε όλα τα στοιχεία των φακέλων των αιτούντων προνοιακά επιδόματα, εκτύπωναν και παρέδιδαν στην επικεφαλής της οργάνωσης τις απορριπτικές αποφάσεις των επιτροπών των ΚΕΠΑ και τα αποδεικτικά των αιτήσεων. Στη συνέχεια η επικεφαλής, σε συνεργασία με τα άλλα μέλη, παραποιούσε τα έγγραφα, τροποποιούσε την περιγραφή της πάθησης και το ποσοστό αναπηρίας των αιτούντων. Σε άλλες περιπτώσεις τής γνωστοποιούσαν τη σύνθεση των υγειονομικών επιτροπών που επρόκειτο να εξετάσουν αιτήσεις και ανέφεραν τη δυνατότητα παρέμβασης ή όχι σε αυτές.
Με τη μεθοδολογία αυτή η εγκληματική οργάνωση «με διαφορετική σε κάθε περίπτωση σύνθεση, κατήρτιζε πλαστές αποφάσεις υγειονομικών επιτροπών ΚΕΠΑ και τις διαβίβαζε σε διάφορους δήμους και ασφαλιστικούς οργανισμούς». Ενδεικτικά είχαν διαβιβαστεί αποφάσεις-μαϊμού στους Δήμους Αθηναίων, Πειραιά, Αιγάλεω, Αγίας Παρασκευής, Νίκαιας και στον ΟΑΕΕ.
Η ζημία που προκλήθηκε σε βάρος του Δημοσίου από τη δράση της εγκληματικής οργάνωσης, δεν μπορεί να προσδιοριστεί με ακρίβεια, όπως αναφέρεται στην πειθαρχική απόφαση του υπάλληλου που παύθηκε οριστικά από τα καθήκοντά του. Πάντως ο «κύκλος των εργασιών» της οργάνωσης αφορά τουλάχιστον για μια τριετία, 250 περιπτώσεις χορήγησης επιδομάτων-μαϊμού, οι οποίες ζημίωσαν το Δημόσιο με τουλάχιστον 700.000 ευρώ, καθώς το ύψος των επιδομάτων σε πρόσωπα που δεν είχαν τις νόμιμες προϋποθέσεις κειμενόταν από 1.200 έως 2.000 ευρώ.
Η δράση της οργάνωσης αποκαλύφθηκε μετά από έρευνα της Οικονομικής Αστυνομίας, αφού είχαν προηγηθεί σχετικές καταγγελίες στο τέως ΙΚΑ-ΤΕΑΜ και αφού με σχετικό βούλευμα έγινε άρση του τηλεφωνικού απορρήτου των τηλεφώνων που χρησιμοποιούσαν τα μέλη της οργάνωσης.
Η επικεφαλής, όπως αναφέρεται, συγκρότησε ομάδα, με δομημένη και διαρκή δράση, με σκοπό τη διενέργεια κακουργημάτων (απάτη, πλαστογραφίες, κ.λπ.). Οι επτά συμμετείχαν σε εγκληματική οργάνωση και διέπραξαν κακουργήματα με σκοπό να προσπορίσουν οικονομικό όφελος και ταυτόχρονα να προκαλέσουν οικονομική ζημιά στο Δημόσιο, όπως επισημαίνεται.
Τα μέλη της οργάνωσης ενώθηκαν για να διαπράξουν τα κακουργήματα της πλαστογραφίας μετά χρήσεως από κοινού, κατ’ εξακολούθηση σε βάρος του Δημοσίου, με ζημία που υπερβαίνει τα 150.000 ευρώ (κακούργημα).
Ενας από τους επτά ο οποίος εργαζόταν σε υποκατάστημα της Θεσσαλονίκης, με ομόφωνη (5-0) απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου του ΕΦΚΑ απολύθηκε οριστικά για παράβαση υπαλληλικού καθήκοντος, για παράβαση καθήκοντος κατά τον Ποινικό Κώδικα, για αναξιοπρεπή συμπεριφορά και ανάξια υπαλλήλου συμπεριφορά εντός και εκτός υπηρεσίας και χρησιμοποίηση της υπαλληλικής ιδιότητας.
Ο εν λόγω υπάλληλος από το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθηνών καταδικάστηκε σε κάθειρξη 9 ετών και 6 μηνών, καθώς οι Εφέτες αποφάνθηκαν ότι δεν συμμετείχε μεν στην εγκληματική οργάνωση, αλλά τον έκριναν ένοχο για πλαστογραφία μετά χρήσεως από κοινού κατ’ εξακολούθηση. Επί της καταδικαστικής αυτής απόφασης έχει ασκήσει έφεση η οποία αναμένεται να εκδικαστεί ενώπιον του Πενταμελούς Εφετείου Κακουργημάτων.
Παρ’ όλα αυτά, προσέφυγε στο Συμβούλιο της Επικρατείας ζητώντας να ακυρωθεί η σε βάρος του πειθαρχική απόφαση με την οποία απολύθηκε οριστικά, λόγω της ποινικής εμπλοκής του.
Επισημαίνει στην υπαλληλική προσφυγή του ότι η επικεφαλής της οργάνωσης του συστήθηκε ως διεκπεραιώτρια ασφαλιστικών υποθέσεων, η οποία τον επισκεπτόταν σχεδόν καθημερινά με «πελάτες της» και είχε αποκτήσει μαζί της οικειότητα. Μάλιστα του είχε δανείσει τρεις φορές χρήματα, που δεν ξεπερνούν τα 300 ευρώ, τα οποία και τα επέστρεψε.
Ισχυρίζεται ότι τους υπόλοιπους πέντε της ομάδας δεν τους γνώριζε. Ακόμη εξιστορεί ότι προσλήφθηκε το 2008 ως οδηγός και το 2014 μεταπήδησε στην υπηρεσία της Γραμματείας Υγειονομικών Επιτροπών και ειδικά στην εξυπηρέτηση κοινού. Δεν παραλείπει, τέλος, να αναφέρει ότι σε όλη την υπαλληλική του πορεία εκτελούσε νόμιμα τα καθήκοντά του, ενώ σε άλλο σημείο της προσφυγής του υποστηρίζει ότι η προσβαλλόμενη πειθαρχική απόφαση είναι μη νόμιμη, καθώς παραβίασε και αλλοίωσε την αρχή της χρηστής διοίκησης, μαι και δεν έχει ειδική, συγκεκριμένη και εμπεριστατωμένη αιτιολογία.