Εφυγε από τη ζωή ο Γιάννης Μπεχράκης, ο πολυβραβευμένος φωτορεπόρτερ, σε ηλικία 58 ετών, έπειτα από μακρά μάχη με τον καρκίνο.
Ο Μπεχράκης, που είχε βραβευθεί και με Πούλιτζερ, ήταν από τους πιο διακεκριμένους φωτογράφους του Reuters. Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες κάλυψε πολεμικές συρράξεις, στο Αφγανιστάν, την Αφρική, την Τσετσενία, τον καταστροφικό σεισμό στο Κασμίρ και την εξέγερση στην Αίγυπτο το 2011. Το 2016 ήταν επικεφαλής της ομάδας του Reuters που βραβεύθηκε με Πούλιτζερ, για την κάλυψη της προσφυγικής κρίσης.
Ο Γιάννης Μπεχράκης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1960. Τον Ιανουάριο του 1989 το Reuters του ανέθεσε την πρώτη αποστολή του στο εξωτερικό, στη Λιβύη του Μουαμάρ Καντάφι. Τις επόμενες τρεις δεκαετίες, κάλυπτε πολεμικές συρράξεις και βίαιες εξεγέρσεις σε όλη την Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή, την Αφρική και την Ασία.
Το 2000, ενώ ήταν στη Σιέρα Λεόνε καλύπτοντας τον εμφύλιο, μαζί με τους συναδέλφους του από το Reuters Κουρτ Σκορκ και Μαρκ Τσίλσομ και τον εικονολήπτη του Associated Press Μιγκέλ Γκιλ Μορένο, έπεσαν σε ενέδρα ενόπλων. Ο Σκορκ, ένας από τους πιο στενούς φίλους του Μπεχράκη, και ο Μορένο σκοτώθηκαν. Ο Μπεχράκης και ο Τσίλσομ κατάφεραν να επιζήσουν γιατί κρύφτηκαν στη ζούγκλα για ώρες.
Συνάδελφοί του, που εργάστηκαν δίπλα του, δήλωσαν ότι έφυγε ένας ταλαντούχος και απόλυτα αφοσιωμένος φωτορεπόρτερ. «Το ζητούμενο για αυτόν ήταν να αφηγηθεί την ιστορία με όσο πιο άρτιο, καλλιτεχνικό τρόπο ήταν δυνατόν. Δεν θα συναντήσετε κανέναν εξίσου αφοσιωμένο, κάποιον που θα θυσίαζε τα πάντα για να καταγράψει την πιο σημαντική εικόνα», ανέφερε χαρακτηριστικά ο Γκόραν Τομάσεβιτς, βετεράνος φωτορεπόρτερ του Reuters.
Αυτή η αφοσίωση του Μπεχράκη ήταν βασικό στοιχείο της προσωπικότητάς του. Ο φίλος και συνάδελφός του Βασίλης Τριανταφύλλου, που συνεργάστηκε μαζί του τριάντα χρόνια, τον περιγράφει ως «θυελλώδη» τύπο, που δεν σταματούσε να δουλεύει, μέρα-νύχτα, ενίοτε με κίνδυνο ακόμα και για τη ζωή του, για να τραβήξει τη φωτογραφία που ήθελε.
«Ο Γιάννης ήταν από τους καλύτερους φωτορεπόρτερ της γενιάς του, ήταν παθιασμένος, γεμάτος ζωή, γεμάτος ένταση στη δουλειά του και στη ζωή του», σημείωσε η Ντίνα Κυριακίδου-Κοντίνη, η οποία δουλεύει για το πρακτορείο στις ΗΠΑ. «Οι φωτογραφίες του είναι εκπληκτικές, ορισμένες είναι έργα τέχνης. Όμως ήταν η βαθιά κατανόηση των θεμάτων αυτή που τον έκανε σπουδαίο φωτορεπόρτερ», σημείωσε.
Αυτό που βρισκόταν πίσω από όλα όσα έκανε ο Μπεχράκης στην επαγγελματική του σταδιοδρομία ήταν η σπάνια αποφασιστικότητά του να αποκαλύψει στον κόσμο τι συνέβαινε στις εμπόλεμες χώρες και στις χώρες σε κρίση. Πίστευε στη δύναμη της εικόνας, της φωτογραφίας που μπορούσε να προσελκύσει την προσοχή του κόσμου, ακόμη και να αλλάξει τη συμπεριφορά του. Αυτή η πεποίθησή του τον ώθησε να δημιουργήσει ένα έργο-παρακαταθήκη που θα μείνει στη συλλογική μνήμη για πολλά χρόνια μετά τη φυγή του, σημειώνει το Reuters.
«Η αποστολή μου είναι να σας αφηγηθώ την ιστορία, ώστε εσείς να αποφασίσετε τι θέλετε να κάνετε. Η αποστολή μου είναι να εξασφαλίσω ότι κανείς δεν θα μπορεί να πει: «δεν γνώριζα»», είχε πει για το Πούλιτζερ. Ο Μπεχράκης ήταν παντρεμένος και είχε αποκτήσει δύο παιδιά με τη σύζυγό του Ελισάβετ, τη Ρεβέκκα και τον Δημήτρη.
«Σφράγισε τον τρόπο με τον οποίο θυμόμαστε τα γεγονότα»
Συντριβή για τον θάνατο του Γιάννη Μπεχράκη εξέφρασε η Ενωση Ανταποκριτών Ξένου Τύπου, σημειώνοντας ότι ο φωτορεπόρτερ σφράγισε τον τρόπο με τον οποίο θυμόμαστε τα γεγονότα.
Αναλυτικά η ανακοίνωση της Ενωσης Ανταποκριτών Ξένου Τύπου:
«Ο Γιάννης Μπεχράκης, ένας από τους σημαντικότερους φωτογράφους της γενιάς του, απεβίωσε χτες στην Αθήνα μετά από πάλη με τον καρκίνο. Ήταν 58 ετών.
Νοιώθοντας συντριβή για τον αδόκητο θάνατό του, τα μέλη της ΕΑΞΤ εκφράζουν τα θερμά τους συλλυπητήρια στην οικογένεια, τους οικείους και τους συναδέλφους του στο ειδησεογραφικό πρακτορείο Reuters, στο οποίο εργάστηκε και διακρίθηκε για περισσότερα από 30 χρόνια.
Για δεκαετίες ολόκληρες λίγα ήταν τα μεγάλα πολεμικά, πολιτικά, αθλητικά και κοινωνικά γεγονότα σε ολόκληρο τον κόσμο από τα οποία απουσίασε ο Γιάννης. Το να πει κανείς ότι απλώς τα κάλυψε με τον φακό του, θα ήταν πολύ φτωχό. Με τις φωτογραφίες του σφράγισε τον ίδιο τον τρόπο με τον οποίο θυμόμαστε τα γεγονότα – από τους πολέμους σε Αφγανιστάν και Σιέρα Λεόνε μέχρι την προσφυγική κρίση και την Αραβική Άνοιξη.
Ο κατάλογος των διεθνών διακρίσεων του Γιάννη Μπεχράκη αντανακλά τόσο την ποιότητα της δουλειάς του όσο και τον προσωπικό κίνδυνο στον οποίον εξέθεσε πολλές φορές τον εαυτό του στο δημοσιογραφικό του καθήκον. Επιγραμματικά και μόνο αναφέρουμε τα βραβεία Pulitzer το 2016, World Press Photo το 2000, Bayeux-Calvados το 2002 και τον τίτλο του Φωτογράφου της Χρονιάς από την εφημερίδα Guardian το 2015.
Πέρα από την πολυσχιδή και δημιουργική δουλειά του, ο Γιάννης ήταν ενεργό και δραστήριο μέλος της ΕΑΞΤ. Θα τον θυμόμαστε για πάντα.
«Είμαι εκεί για να καταγράφω τις καλύτερες και τις χειρότερες πλευρές της ανθρωπότητας», είπε κάποτε. Ας μείνουν αυτά τα λόγια ως παρακαταθήκη του».
Γιάννης Μπεχράκης: Τα «καρέ» της ζωής του μεγάλου φωτογράφου -H φονική ενέδρα και οι συγκλονιστικές φωτογραφίες του
Από το Αφγανιστάν ως τη Τσετσενία, την «Αραβική Ανοιξη», το Βελιγράδι και τη Σιέρα Λεόνε, ο μεγάλος φωτογράφος Γιάννης Μπεχράκης, που έφυγε σε ηλικία 58 ετών, ήταν πάντα εκεί για να καταγράψει την οργή, το πάθος για ελευθερία, την αξιοπρέπεια, τη χαρά και την οδύνη.
Ο Μπεχράκης, στις δεκαετίες της καριέρας του, κάλυψε πολλά από τα πλέον ταραχώδη γεγονότα της σύγχρονης ιστορίας, και μέσα από αυτό το μονοπάτι έτυχε παγκόσμιας αναγνώρισης, η οποία τον οδήγησε στο βραβείο Πούλιτζερ, το 2016, για την κάλυψη της προσφυγικής κρίσης.
Σύμφωνα με το Reuters, το μαγικό ταξίδι του Γιάννη Μπεχράκη στον κόσμο της φωτογραφίας ξεκίνησε όταν ήταν στην εφηβεία και «έπεσε» στα χέρια του ένα βιβλίο για τη φωτογραφία του Time-Life.
Αμέσως μετά, περί τα μέσα της δεκαετίας του ‘80, έπιασε δουλειά σε ένα στούντιο φωτογραφίας, όμως σύντομα έμελλε να ανοίξει τα «φτερά» του για τις μεγάλες περιπέτειες.
«Ενας από τους καλύτερους φωτορεπόρτερ της γενιάς του»
Συνάδελφοί του τον χαρακτήρισαν ως ιδιαίτερα ταλαντούχο και αφοσιωμένο.
«Ολα γίνονται για το να πεις την ιστορία με τον πλέον καλλιτεχνικό τρόπο. Δεν θα δείτε κανέναν τόσο αφοσιωμένο, τόσο προσηλωμένο, που θα θυσίασε τα πάντα για να τραβήξει την πιο σημαντική φωτογραφία» είπε για τον Μπεχράκη, ο Γκόραν Τομάσεβιτς, ένας βετεράνος φωτογράφος του Reuters.
Τον όρο αφοσίωση χρησιμοποίησε και ο στενός του φίλος Βασίλης Τριανταφύλλου. Ηταν ένας «τυφώνας», που δούλευε όλες τις ώρες της ημέρας και της νύχτας, πολλές φορές παίρνοντας σημαντικά ρίσκα για να φθάσει στην εικόνα που ήθελε, προσέθεσε ο Τριανταφύλλου.
Οταν ήταν εκτός «υπηρεσίας» και άφηνε τη μηχανή του στο πλάι, ήταν ένας ζεστός, γεμάτος χιούμορ και γενναιόδωρος άνθρωπος, λένε οι δικοί του.
«Ηταν ένας από τους καλύτερους φωτορεπόρτερ της γενιάς του. Ο Γιάννης είχε πάθος, ζούσε έντονα στη δουλειά του και στην προσωπική του ζωή» είπε η Ντίνα Κυριακίδου Κοντίνη, του γραφείου του Reuters στην Αμερική.
«Οι φωτογραφίες του είναι μνημειώδεις, έργα τέχνης με τον δικό τους τρόπο. Ομως ήταν η κατανόησή του, η ενσυναίσθησή του, που τον έκαναν τόσο σπουδαίο φωτορεπόρτερ» σημείωσε η ίδια.
Μια γενική αρχή που στιγμάτισε τη δουλειά του Μπεχράκη, ήταν η αποφασιστικότητά του να δείξει σε όλο τον κόσμο τί πραγματικά συνέβαινε σε ζώνες συγκρούσεων και σε χώρες που βρίσκονταν σε κρίση.
Ο Γιάννης Μπεχράκης, όπως λένε οι συνάδελφοί του, είχε αντιληφθεί τη δύναμη που είχε η καταγραφή μιας εικόνες στο να τραβά την προσοχή των ανθρώπων και να αλλάζει ακόμα και τη συμπεριφορά τους.
Αυτή η πεποίθησή του έμελλε να τον οδηγήσει στην παραγωγή ενός έργου που θα μνημονεύεται για πολύ μετά τον θάνατό του, παρατηρεί το Reuters.
«Η αποστολή μου είναι να σας πω την ιστορία και μετά να αποφασίσετε εσείς τί θα κάνετε» είχε πει σε ένα πάνελ για την προσφυγική κρίση, στο οποίο συμμετείχε μετά τη βράβευσή του με το Πούλιτζερ.
«Η αποστολή μου είναι να διασφαλίσω ότι κανείς δεν θα μπορεί να πει “δεν ήξερα”» είχε προσθέσει.
Πως ξεκίνησαν όλα
Ο Γιάννης Μπεχράκης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1960.
Μετά το φωτογραφικό άλμπουμ που του γέννησε το πάθος του για τη φωτογραφία και την «αποπνικτική» -όπως την είχε χαρακτηρίσει- δουλειά στο φωτογραφικό στούντιο, την προσοχή του τράβηξε η ταινία “Under Fire”.
Πρόκειται για ένα φιλμ του 1983 για μια ομάδα ρεπόρτερ που εργάζονταν στη Νικαράγουα τις ημέρες που οδήγησαν στην επανάσταση του 1979.
Αυτή ήταν η στιγμή που αποφάσισε να ασχοληθεί με τη δημοσιογραφία.
Ξεκίνησε να δουλεύει με ελεύθερη συνεργασία με το Reuters το 1987 και το 1989 στάλθηκε στην πρώτη του αποστολή στο εξωτερικό, στη Λιβύη του Μουαμάρ Καντάφι.
Οπως αναφέρει το Reuters, πολύ σύντομα έδειξε ότι μπορεί να βρεθεί στο σωστό μέρος, τη σωστή στιγμή.
Οταν ο Καντάφι επισκέφθηκε ένα ξενοδοχείο όπου βρίσκονταν δημοσιογράφοι, ο Μπεχράκης κατάφερε να καταγράψει μοναδικές εικόνες.
«Με κάποιο τρόπο κατάφερα να τρυπώσω δίπλα του και να πάρω κάποιες ευρυγώνιες εικόνες. Την επόμενη μέρα η φωτογραφία μου ήταν στα πρωτοσέλιδα εφημερίδων ανά τον κόσμο» είχε πει ο μεγάλος φωτογράφος.
Για τις επόμενες τρεις δεκαετίες ο Μπεχράκης ήταν διαρκώς στον δρόμο, καλύπτοντας σκηνές βίας, εντάσεων και ξεσηκωμών σε Ευρώπη, Ρωσία, Μέση Ανατολή, Αφρική και Ασία.
Ξεχωριστές στιγμές
Οι φωτογραφίες του κέρδισαν βραβεία και τον θαυμασμό στην «αυστηρή» κοινότητα των πολεμικών ανταποκριτών, οι οποίοι υποστήριξαν ότι ο Μπεχράκης είχε περίσσιο θάρρος και τη μοναδική ικανότητα να εντοπίζει την ομορφιά μέσα στο χάος.
Μια από τις εμβληματικές του εικόνες ελήφθη το 1998, κατά τον πόλεμο στην πρώην Γιουκοσλαβία.
Εκεί, είχε απαθανατίσει έναν άνδρα από την Αλβανία να τοποθετεί, ευλαβικά, ένα δίχρονο παιδί, που είχε πεθάνει στις συγκρούσεις, σε ένα μικρό φέρετρο.
Οι φωτογράφοι, τότε, διέκριναν ότι είχε χρησιμοποιήσει μια τεχνική -με χαμηλή ταχύτητα- για να δημιουργήσει ένα εφέ κίνησης στην εικόνα.
«Ηταν μια πολύ δυνατή φωτογραφία. Το σώμα του παιδιού ήταν σχεδόν σε αιώρηση στον αέρα. Εμοιαζε σα να ήταν το πνεύμα του που εγκατέλειπε το σώμα του για τους ουρανούς» είχε σχολιάσει ο ίδιος.
Οταν «έχασε» τον φίλο του στη Σιέρα Λεόνε
Στη συνέχεια, το 2000, ο Μπεχράκης κάλυψε την εμφύλια σύρραξη στη Σιέρα Λεόνε, μαζί με συναδέλφους του από το Reuters (Κερτ Σορκ και Μαρκ Κρίσχολμ) και του Associated Press -οι οποίοι είχαν καλύψει, μαζί, και τα γεγονότα στη Γιουκοσλαβία.
Το κομβόι τους, ωστόσο, δέχθηκε ένοπλη επίθεση και ο Σορκ, ένας από τους στενότερους φίλους του Μπεχράκη, πέθανε επί τόπου.
Τη ζωή του έχασε και ο οπερατέρ του Associated Press.
Ο Μπεχράκης και ο Κρίσχολμ γλίτωσαν καθώς σύρθηκαν στο έδαφος και κρύφτηκαν στη ζούγκλα για ώρες, μέχρι οι ένοπλοι να απομακρυνθούν.
Ο Μπεχράκης τράβηξε τότε μια φωτογραφία τον εαυτό του να κοιτάζει στον ουρανό.
«Νομίζω ότι αυτό το συμβάν άλλαξε τον Γιάννη σημαντικά. Ηταν ένας σπουδαίος χαρακτήρας, ένας καταπληκτικός φωτογράφος, ένας εξαιρετικός συνάδελφος» είπε ο Κρίσχολμ.
Ο Μπεχράκης στη συνέχεια δήλωσε ότι απεχθάνεται τον πόλεμο αλλά, όπως πολλοί άλλοι, λάτρευε να ταξιδεύει και την περιπέτεια.
Εν τέλει, ο θάνατος του φίλου του, Κερτ Σορκ, τον οδήγησε να επιστρέψει στις εμπόλεμες ζώνες, αντί να τις εγκαταλείψει.
«Η μνήμη του με βοήθησε να “επιστρέψω” για να καλύψω αυτό που θεωρώ την αποθέωση του φωτορεπορτάζ: την πολεμική φωτογραφία» είπε μεταγενέστερα ο Μπεχράκης.
Η επιστροφή στην Ελλάδα
Τα τελευταία χρόνια ο Μπεχράκης περνούσε περισσότερο χρόνο στην Ελλάδα, όπου κατέγραφε με τον φακό του τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης καθώς και την εισροή εκατοντάδων χιλιάδων μεταναστών.
Το 2015, ο Μπεχράκης και μια ομάδα φωτογράφων και κάμερα μεν δούλεψαν ασταμάτητα, επί μήνες, για να καλύψουν την άφιξη χιλιάδων ανθρώπων που εγκατέλειπαν τη Συρία, το Αφγανιστάν και άλλες χώρες.
Τότε, πήρε στον πλευρό του τον Αλκη Κωνσταντινίδη, ένα νεότερο και λιγότερο έμπειρο φωτογράφο.
Οι δυο τους ήρθαν αρκετά κοντά και ο Κωνσταντινίδης τελικά συμμετείχε και στην ομάδα που βραβεύτηκε με Πούλιτζερ.
Ο ίδιος περιέγραψε τον Μπεχράκη ως έναν σκληρό και απαιτητικό δάσκαλο. «Οταν έρχεσαι κοντά του και σταδιακά αρχίζει να ανοίγεται, συνειδητοποιείς ότι είναι ένας άνθρωπος που θες να κάθεται δίπλα σου και να σου μιλά για ώρες. Πάντα θα πάρεις κάτι από αυτόν» είπε ο Αλκης Κωνσταντινίδης.
Τον επηρέασε σημαντικά το δράμα της προσφυγικής κρίσης
Συνάδελφοι του Γιάννη Μπεχράκη υποστήριξαν ότι η προσφυγική κρίση, την οποία βίωσε από κοντά, τον επηρέασε σημαντικά, σε βαθμό που ένιωθε ενοχές ενώ είχε αϋπνίες και εφιάλτες.
Ο Μπεχράκης δεν το έβαλε κάτω και, εν τέλει, κατάφερε να καταγράψει με τις εικόνες του την αξιοπρέπεια των ταλαιπωρημένων μεταναστών, και όχι απλά το δράμα τους, καθώς δεν ήθελε να τους μετατρέψει σε αντικείμενα οίκτου.
Ο φίλος του, Βασίλης Τριανταφύλλου, ήταν μαζί του όταν τραβούσε μια από τις πλέον εμβληματικές φωτογραφίες του: ένα Σύρο μετανάστη που κουβαλούσε και φιλούσε την κόρη του καθώς προχωρούσε στη βροχή.
«Εκείνο το πρωινό αφήσαμε το ξενοδοχείο, έβρεχε και ο Γιάννης παραπονιόταν. Στο δρόμο είδαμε αυτούς τους πρόσφυγες και άρχισε να τραβά φωτογραφίες. Μετά από λίγο, είπα “οκ, πάμε να φύγουμε”. Εκείνος απάντησε “όχι, όχι, δεν την έχω τη φωτογραφία”. Περίμενα στο αυτοκίνητο και τελικά (σ.σ. ο Μπεχράκης) επέστρεψε και είπε “οκ, την έχω τη φωτογραφία”» θυμάται ο Τριανταφύλλου.
Η περιγραφή του για τη φωτογραφία που τράβηξε ήταν ισάξια με την ίδια την εικόνα.
«Θα ήθελα πολύ να είμαι αυτός ο πατέρας. Νομίζω κάθε παιδί θα ήθελε να έχει έναν πατέρα όπως αυτός» είπε ο Γιάννης Μπεχράκης τότε.
«Αυτή η φωτογραφία αποδεικνύει ότι υπάρχουν τελικά υπερήρωες. Δεν φορά κόκκινη μπέρτα, αλλά μια μαύρη μπέρτα, φτιαγμένη από σακούλες σκουπιδιών. Για μένα αυτό απεικονίζει έναν οικουμενικό πατέρα, και τη δίχως όρους αγάπη του πατέρα προς την κόρη του» προσέθεσε, τότε, ο μεγάλος φωτογράφος.
Ο Γιάννης Μπεχράκης αφήνει πίσω του τη σύζυγό του Ελισάβετ, την κόρη του Ρεβέκκα και τον γιο τους Δημήτρη.
Δεν ξέρω από φωτογραφία και πόσο καλός φωτογράφος ητανε Αλλα τον ειχα πετυχει το καλοκαιρι με τους μετανάστες εδώ που ειχε βαλει και ειχε βγαλει 3 φορες τους μετανάστες από μια βαρκα να πετυχει το πλανο.