Την παραμονή τ’ Αϊ-Γιαννιού
“- Ανοίξετε τον κλήδονα,
να βγεί μηλιά με τ’ άνθη,
να βγεί σγουρός βασιλικός,
που μ’ έβαλε στα πάθη!”.
Αναμνήσεις απ’ τις φωτιές του Άι – Γιάννη, όπως αυτές που αναφέρεται ο
Γιώργος Σεφέρης. Απ’ τα “φουντανάκια” που τα ανάβαμε, όταν ήμουν
παιδί, σε κάθε γειτονιά του χωριού, αποσπέρας. Μα και αναμνήσεις από
“τσοι κληδόνους”, που τους βγάζαμε πάλι σε κάθε γειτονιά του χωριού,
σαν αύριο, ανήμερα τ’ Άι – Γιαννιού, με το που ξημέρωνε. Πάνε,
πέρασαν, ανεπιστρεπτί αυτές οι εποχές της “βίωσης” των εθίμων, πάνε
και δεν ξανάρχονται. Νοσταλγία…
Την παραμονή του Αϊ-Γιαννιού, οι ανύπανδρες κοπέλες μαζεύονται σε ένα
από τα σπίτια του χωριού, και κάποια ή κάποιες από αυτές φέρνουν από
το πηγάδι ή την πηγή το «αμίλητο νερό». Επιστρέφοντας στο σπίτι όπου
τελείται ο κλήδονας, το νερό μπαίνει σε πήλινο δοχείο, την υδροφόρο,
στο οποίο η κάθε κοπέλα ρίχνει ένα αντικείμενο (μήλο πράσινο ή
κόκκινο, κόσμημα, κλειδί κ.α.), το λεγόμενο ριζικάρι.
Στη συνέχεια το δοχείο σκεπάζεται με κόκκινο ύφασμα, το οποίο δένεται
γερά με ένα κορδόνι («κλειδώνεται») και τοποθετείται σε ταράτσα ή άλλο
ανοιχτό χώρο. Εκεί παραμένει όλη τη νύχτα υπό το φως των άστρων.
Λέγεται ότι, οι ανύπαντρες που έχουν ρίξει ριζικάρι στο δοχείο, τη
νύχτα θα δουν στα όνειρά τους το μελλοντικό τους σύζυγο. Ανήμερα του
Αϊ-Γιαννιού, αλλά πριν βγει ο ήλιος, η υδροφόρος νεαρή της
προηγουμένης φέρνει μέσα στο σπίτι το αγγείο.
Το μεσημέρι, ή το απόγευμα, συναθροίζονται πάλι οι ανύπανδρες κοπέλες
και οι υπόλοιποι χωριανοί για να παίξουν το ρόλο μαρτύρων της μαντικής
διαδικασίας. Καθισμένη στο κέντρο της συντροφιάς, η υδροφόρος νεαρή
ανασύρει ένα-ένα από το αγγείο τα αντικείμενα, που αντιστοιχούν στο
«ριζικό» κάθε κοπέλας και μια άλλη, κάποια που έχει ποιητικό ή μαντικό
ταλέντο απαγγέλλει ταυτόχρονα τυχαίες μαντινάδες. Μαντινάδες που είναι
επηρεασμένες απλώς και μόνο από τη θέα του ριζικαριού, αφού η
μαντιναδολόγος δεν ξέρει σε ποιον ανήκει το κάθε ριζικάρι. Η μαντινάδα
που αντιστοιχεί στο αντικείμενο (ριζικάρι) της κάθε κοπέλας θεωρείται
ότι προμηνάει το μέλλον της και σχολιάζεται από τους υπόλοιπους, που
προτείνουν τη δική τους ερμηνεία σε σχέση με την ενδιαφερόμενη.
Η παραμονή του γενεθλίου του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου (24 Ιουνίου)
χαρακτηρίζεται από πυρολατρικά και μαντικά έθιμα. Στα πυρολατρικά
έθιμα ανάγονται οι φωτιές του Αϊ Γιαννιού του Φανιστή, ή Ριζικάρη ή
Ριγανά, όπως ονομάζεται για την περίσταση ο Άγιος σε διάφορα μέρη της
χώρας, ενώ στα μαντικά ξεχωρίζει ο Κλήδονας, η μολυβδομαντεία, η
ονειρομαντεία κ.ά.
Οι φωτιές του Αϊγιαννιού, που μας είναι πιο οικείο ως έθιμο, ανάβονται
συνήθως σε σταυροδρόμια κατά γειτονιές, με ανταγωνιστική διάθεση,
καθώς κάθε γειτονιά θέλει να παρουσιάσει τη μεγαλύτερη φωτιά. Σε αυτή
ρίχνονται εύφλεκτα άχρηστα αντικείμενα του σπιτιού και απαραιτήτως το
μαγιάτικο στεφάνι. Μικροί και μεγάλοι πηδούν πάνω από τη φωτιά,
κάνοντας μια ευχή για καλή υγεία και απαλλαγή από το κακό. Ο Κλήδονας
(κληδών=οιωνός) είναι μία μαντική πράξη, που τελείται με σκοπό να
φανερωθεί, ιδιαίτερα στις κοπέλες, το ριζικό ή η τύχη τους. Απαραίτητα
συστατικά, μια στάμνα με «αμίλητο» νερό, ένα φρούτο ή κάποιο προσωπικό
μικροαντικείμενο μιας κοπέλας.
Κι η κάθε κοπελιά, που λαχταρά να μαντέψει τ’ όνομα τ’ άντρα που θα
πάρει, δεν ξεχνά πως πρέπει να μαζέψει στάχτη από τρεις φωτιές, που να
τις έχει βέβαια πιο πριν πηδήσει, να την ρίξει στην κρισάρα και μ’
έναν ιδιαίτερα μαγικό τρόπο.
“Γυμνή”, πίσω από την πόρτα ενός δωματίου, κρατεί την κρισάρα πίσω
της, γεμάτην στάχτη και κρησαρίζει, χωρίς να κοιτάζει. Την επομένη το
πρωί, εξετάζει προσεκτικά τις γραμμές ή τα σχήματα που φαίνονται πάνω
στη στάχτη κι ανάλογα συμπεραίνει, για το όνομα ή το επάγγελμα του
μέλλοντα συζύγου της!”
Τα έθιμα αυτά της υπαίθρου είναι παγανιστικής προελεύσεως, που
καταδικάζονται από την Εκκλησία (65ος Κανόνας της Πενθέκτης Συνόδου
του 691) και τείνουν να εκλείψουν, αν δεν έχουν εκλείψει, σε μια εποχή
έντονης αστικοποίησης. Ένας απόηχός τους ακούγεται ακόμη στο
νοσταλγικό τραγούδι των Σπανού/Παπαδόπουλου «Στην Αριστοτέλους»:
…Και φωτιές ανάβανε στους μεγάλους δρόμους
τ’ Αϊ Γιάννη θα ’τανε θαρρώ…
Ανάλογα έθιμα υπάρχουν και στους λαούς της Βόρειας Ευρώπης, που
ανάγονται στην έλευση του καλοκαιριού (Θερινό Ηλιοστάσιο). Ο σπουδαίος
ρώσος συνθέτης Μόδεστος Μουσόργκσκι έγραψε ένα συμφωνικό ποίημα,
εμπνευσμένο από τους θρύλους και τις παραδόσεις της ημέρας, το οποίο
ολοκλήρωσε στις 23 Ιουνίου 1867. Τίτλος του «Η Νύχτα του Αγίου Ιωάννη
στο Φαλακρό Βουνό» και βασίστηκε σε διήγημα του Νικολάι Γκόγκολ, με
ήρωα σ’ ένα χωρικό, που είναι αυτόπτης μάρτυς ενός χορού δαιμόνων την
παραμονή της γιορτής του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου στο «Φαλακρό
Βουνό» του Κιέβου.
Κλειδώνουμε τον κλήδονα μ’ ένα μικιό κλειδάκι,
κι απόης τον αφήνουμε έξω στο φεγγαράκι
Με τις φωτιές του Αϊ-Γιαννιού είδα την ομορφιά σου,
κ’ είπα να πέσω να καώ μέσα στην αγκαλιά σου.
Ένα αστέρι τ ’Αϊ Γιαννιού μήνυμα θα σου φέρει,
το πόσο θέλω να γενώ παντοτινό σου ταίρι
Τ’ Άη Γιαννιού στον Κλήδονα που τις φωτιές πηδούνε,
οι κοπελιές ελπίζουνε καλό γαμπρό να βρούνε.
Ανήμερα τ’ Άη Γιαννιού με καλομοίρας χέρι,
θε να γραφτεί αιώνια πως θα σε κάνω ταίρι
Κιονά τ΄ αμίλητο νερό που’ ναι στο κιούπι μέσα,
πίνω το μα κατέχω το ότι δεν έχει μπέσα
Μου το πανε στο Κλήδονα πως θα με κάνεις ταίρι,
μα την αυγή που ξύπνησα σε πήρε το αγέρι
Σας εύχομαι από καρδιάς του Κλήδονα τ΄ αστέρι,
στιγμές πολλές στιγμές χαράς στο σπίτι σας να φέρει.
Κρητικοπούλα κοπελιά με το σταμνί στον ώμο,
φέρε τ’ αμίλητο νερό και πρόσεχε στο δρόμο
Στον Κλήδονα χαροκοπούν κι έλα στο πανηγύρι
και στα παλιά μας χωρατά η σκέψη να γιαγύρει.
Του Κλήδονα τα μυστικά κανείς δεν τα κατέχει,
μόνο τ’ αμίλητο νερό που στο κουρούπι έχει.
Ας πιεί τ’ αμίλητο νερό μα μένα μη μου δώσει,
για να της λέω σ’ αγαπώ μέχρι να ξημερώσει
Τα ριζικάρια ρίχνουνε στον Κλήδονα με χάρη,
για να προβλέψουν ποια με ποιόν θα γίνουνε ζευγάρι.
Άσπρο γαρύφαλλο κρατώ , κόκκινο θα το βάψω,
κι αν το πετύχω στην μπογιά, πολλές καρδιές θα κάψω.
“- Ανοίξετε τον κλήδονα,
να βγεί μηλιά με τ’ άνθη,
να βγεί σγουρός βασιλικός,
που μ’ έβαλε στα πάθη!”.
Αναμνήσεις απ’ τις φωτιές του Άι – Γιάννη, όπως αυτές που αναφέρεται ο
Γιώργος Σεφέρης. Απ’ τα “φουντανάκια” που τα ανάβαμε, όταν ήμουν
παιδί, σε κάθε γειτονιά του χωριού, αποσπέρας. Μα και αναμνήσεις από
“τσοι κληδόνους”, που τους βγάζαμε πάλι σε κάθε γειτονιά του χωριού,
σαν αύριο, ανήμερα τ’ Άι – Γιαννιού, με το που ξημέρωνε. Πάνε,
πέρασαν, ανεπιστρεπτί αυτές οι εποχές της “βίωσης” των εθίμων, πάνε
και δεν ξανάρχονται. Νοσταλγία…
Την παραμονή του Αϊ-Γιαννιού, οι ανύπανδρες κοπέλες μαζεύονται σε ένα
από τα σπίτια του χωριού, και κάποια ή κάποιες από αυτές φέρνουν από
το πηγάδι ή την πηγή το «αμίλητο νερό». Επιστρέφοντας στο σπίτι όπου
τελείται ο κλήδονας, το νερό μπαίνει σε πήλινο δοχείο, την υδροφόρο,
στο οποίο η κάθε κοπέλα ρίχνει ένα αντικείμενο (μήλο πράσινο ή
κόκκινο, κόσμημα, κλειδί κ.α.), το λεγόμενο ριζικάρι.
Στη συνέχεια το δοχείο σκεπάζεται με κόκκινο ύφασμα, το οποίο δένεται
γερά με ένα κορδόνι («κλειδώνεται») και τοποθετείται σε ταράτσα ή άλλο
ανοιχτό χώρο. Εκεί παραμένει όλη τη νύχτα υπό το φως των άστρων.
Λέγεται ότι, οι ανύπαντρες που έχουν ρίξει ριζικάρι στο δοχείο, τη
νύχτα θα δουν στα όνειρά τους το μελλοντικό τους σύζυγο. Ανήμερα του
Αϊ-Γιαννιού, αλλά πριν βγει ο ήλιος, η υδροφόρος νεαρή της
προηγουμένης φέρνει μέσα στο σπίτι το αγγείο.
Το μεσημέρι, ή το απόγευμα, συναθροίζονται πάλι οι ανύπανδρες κοπέλες
και οι υπόλοιποι χωριανοί για να παίξουν το ρόλο μαρτύρων της μαντικής
διαδικασίας. Καθισμένη στο κέντρο της συντροφιάς, η υδροφόρος νεαρή
ανασύρει ένα-ένα από το αγγείο τα αντικείμενα, που αντιστοιχούν στο
«ριζικό» κάθε κοπέλας και μια άλλη, κάποια που έχει ποιητικό ή μαντικό
ταλέντο απαγγέλλει ταυτόχρονα τυχαίες μαντινάδες. Μαντινάδες που είναι
επηρεασμένες απλώς και μόνο από τη θέα του ριζικαριού, αφού η
μαντιναδολόγος δεν ξέρει σε ποιον ανήκει το κάθε ριζικάρι. Η μαντινάδα
που αντιστοιχεί στο αντικείμενο (ριζικάρι) της κάθε κοπέλας θεωρείται
ότι προμηνάει το μέλλον της και σχολιάζεται από τους υπόλοιπους, που
προτείνουν τη δική τους ερμηνεία σε σχέση με την ενδιαφερόμενη.
Η παραμονή του γενεθλίου του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου (24 Ιουνίου)
χαρακτηρίζεται από πυρολατρικά και μαντικά έθιμα. Στα πυρολατρικά
έθιμα ανάγονται οι φωτιές του Αϊ Γιαννιού του Φανιστή, ή Ριζικάρη ή
Ριγανά, όπως ονομάζεται για την περίσταση ο Άγιος σε διάφορα μέρη της
χώρας, ενώ στα μαντικά ξεχωρίζει ο Κλήδονας, η μολυβδομαντεία, η
ονειρομαντεία κ.ά.
Οι φωτιές του Αϊγιαννιού, που μας είναι πιο οικείο ως έθιμο, ανάβονται
συνήθως σε σταυροδρόμια κατά γειτονιές, με ανταγωνιστική διάθεση,
καθώς κάθε γειτονιά θέλει να παρουσιάσει τη μεγαλύτερη φωτιά. Σε αυτή
ρίχνονται εύφλεκτα άχρηστα αντικείμενα του σπιτιού και απαραιτήτως το
μαγιάτικο στεφάνι. Μικροί και μεγάλοι πηδούν πάνω από τη φωτιά,
κάνοντας μια ευχή για καλή υγεία και απαλλαγή από το κακό. Ο Κλήδονας
(κληδών=οιωνός) είναι μία μαντική πράξη, που τελείται με σκοπό να
φανερωθεί, ιδιαίτερα στις κοπέλες, το ριζικό ή η τύχη τους. Απαραίτητα
συστατικά, μια στάμνα με «αμίλητο» νερό, ένα φρούτο ή κάποιο προσωπικό
μικροαντικείμενο μιας κοπέλας.
Κι η κάθε κοπελιά, που λαχταρά να μαντέψει τ’ όνομα τ’ άντρα που θα
πάρει, δεν ξεχνά πως πρέπει να μαζέψει στάχτη από τρεις φωτιές, που να
τις έχει βέβαια πιο πριν πηδήσει, να την ρίξει στην κρισάρα και μ’
έναν ιδιαίτερα μαγικό τρόπο.
“Γυμνή”, πίσω από την πόρτα ενός δωματίου, κρατεί την κρισάρα πίσω
της, γεμάτην στάχτη και κρησαρίζει, χωρίς να κοιτάζει. Την επομένη το
πρωί, εξετάζει προσεκτικά τις γραμμές ή τα σχήματα που φαίνονται πάνω
στη στάχτη κι ανάλογα συμπεραίνει, για το όνομα ή το επάγγελμα του
μέλλοντα συζύγου της!”
Τα έθιμα αυτά της υπαίθρου είναι παγανιστικής προελεύσεως, που
καταδικάζονται από την Εκκλησία (65ος Κανόνας της Πενθέκτης Συνόδου
του 691) και τείνουν να εκλείψουν, αν δεν έχουν εκλείψει, σε μια εποχή
έντονης αστικοποίησης. Ένας απόηχός τους ακούγεται ακόμη στο
νοσταλγικό τραγούδι των Σπανού/Παπαδόπουλου «Στην Αριστοτέλους»:
…Και φωτιές ανάβανε στους μεγάλους δρόμους
τ’ Αϊ Γιάννη θα ’τανε θαρρώ…
Ανάλογα έθιμα υπάρχουν και στους λαούς της Βόρειας Ευρώπης, που
ανάγονται στην έλευση του καλοκαιριού (Θερινό Ηλιοστάσιο). Ο σπουδαίος
ρώσος συνθέτης Μόδεστος Μουσόργκσκι έγραψε ένα συμφωνικό ποίημα,
εμπνευσμένο από τους θρύλους και τις παραδόσεις της ημέρας, το οποίο
ολοκλήρωσε στις 23 Ιουνίου 1867. Τίτλος του «Η Νύχτα του Αγίου Ιωάννη
στο Φαλακρό Βουνό» και βασίστηκε σε διήγημα του Νικολάι Γκόγκολ, με
ήρωα σ’ ένα χωρικό, που είναι αυτόπτης μάρτυς ενός χορού δαιμόνων την
παραμονή της γιορτής του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου στο «Φαλακρό
Βουνό» του Κιέβου.
Κλειδώνουμε τον κλήδονα μ’ ένα μικιό κλειδάκι,
κι απόης τον αφήνουμε έξω στο φεγγαράκι
Με τις φωτιές του Αϊ-Γιαννιού είδα την ομορφιά σου,
κ’ είπα να πέσω να καώ μέσα στην αγκαλιά σου.
Ένα αστέρι τ ’Αϊ Γιαννιού μήνυμα θα σου φέρει,
το πόσο θέλω να γενώ παντοτινό σου ταίρι
Τ’ Άη Γιαννιού στον Κλήδονα που τις φωτιές πηδούνε,
οι κοπελιές ελπίζουνε καλό γαμπρό να βρούνε.
Ανήμερα τ’ Άη Γιαννιού με καλομοίρας χέρι,
θε να γραφτεί αιώνια πως θα σε κάνω ταίρι
Κιονά τ΄ αμίλητο νερό που’ ναι στο κιούπι μέσα,
πίνω το μα κατέχω το ότι δεν έχει μπέσα
Μου το πανε στο Κλήδονα πως θα με κάνεις ταίρι,
μα την αυγή που ξύπνησα σε πήρε το αγέρι
Σας εύχομαι από καρδιάς του Κλήδονα τ΄ αστέρι,
στιγμές πολλές στιγμές χαράς στο σπίτι σας να φέρει.
Κρητικοπούλα κοπελιά με το σταμνί στον ώμο,
φέρε τ’ αμίλητο νερό και πρόσεχε στο δρόμο
Στον Κλήδονα χαροκοπούν κι έλα στο πανηγύρι
και στα παλιά μας χωρατά η σκέψη να γιαγύρει.
Του Κλήδονα τα μυστικά κανείς δεν τα κατέχει,
μόνο τ’ αμίλητο νερό που στο κουρούπι έχει.
Ας πιεί τ’ αμίλητο νερό μα μένα μη μου δώσει,
για να της λέω σ’ αγαπώ μέχρι να ξημερώσει
Τα ριζικάρια ρίχνουνε στον Κλήδονα με χάρη,
για να προβλέψουν ποια με ποιόν θα γίνουνε ζευγάρι.
Άσπρο γαρύφαλλο κρατώ , κόκκινο θα το βάψω,
κι αν το πετύχω στην μπογιά, πολλές καρδιές θα κάψω.