Ξανακοιτώντας ένα μνημείο στην πόλη της Κω. Ο Ιερός Ναός του Αγ. Ιωάννη του Ναυκλήρου

3
4069

 

του αρχιτέκτονα μηχανικού Δημήτρη Χάμψα,

τακτικού μέλους Συμβουλίου Αρχιτεκτονικής Κω – Νισύρου

detail.[email protected]

«Εγώ στον Κύριο μου Ιησού Χριστό πιστεύω και αυτόν ομολογώ για Θεό αληθινό, με όλη μου την ψυχή και την καρδιά. Τη δε δική σας θρησκεία αποστρέφομαι και είμαι έτοιμος να υπομείνω όσα βασανιστήρια και αν μου κάνετε για την αγάπη του Χριστού μου». Αυτά ήταν τα λόγια που οδήγησαν τον πιστό καραβοκύρη Ιωάννη από την Κω σε μαρτυρικό θάνατο, στις 8 Απριλίου 1669. Κάθε χρόνο από το 1947 και έπειτα, αυτή την ημέρα, στο τέρμα της οδού Ναυκλήρου, ανοίγει για το κοινό ο ναός που είναι αφιερωμένος στο όνομα του Κώου Νεομάρτυρα και τελείται εορταστική λειτουργία προς τιμή της μνήμης του.

«Άποψη του ναού από ΝΔ. Φωτογραφία Δ. Χάμψα»

Ιστορικό του ναού

Ο ναός αρχικά βρισκόταν στα όρια της τειχισμένης Ιπποτικής πόλης, της μετέπειτα συνοικίας γνωστής ως «Χώρα», στη θέση του ανεσκαμμένου σήμερα «Ιερού του Λιμένος» (των δίδυμων πρόστυλων τετράστυλων ναών δωρικού ρυθμού, του 2ου αι. π.Χ., αφιερωμένων στην Αφροδίτη Πάνδημο, προστάτιδα του Δήμου, και στην Αφροδίτη Ποντία) το οποίο είχε ήδη καταστραφεί με το σεισμό του 469μ.Χ. Ο ναός χρονολογείται στις αρχές του 15ου αι. και ήταν αρχικά αφιερωμένος στον Αγ. Ιωάννη τον Πρόδρομο, προστάτη των Ιωαννιτών ιπποτών, που κατείχαν το νησί από τις αρχές του 14ου αι. έως το 1522.

Στις αρχές του 19ου αιώνα, και πριν την οικοδόμηση του Ι.Ν. του Αγ. Νικολάου, κατείχε θέση μητροπολιτικού ναού της Χώρας. Ήδη το 1861, ήταν ερειπωμένος όταν, σύμφωνα με ιστορικές πηγές, η Κοινότητα της Κω ανέθεσε στον Αναστάσιο Πλατανίστα τη συντήρησή του, η οποία έμεινε ημιτελής.

Μετά το σεισμό του 1933, και κατά τη διάρκεια των ανασκαφών από την Ιταλική Αρχαιολογική Αποστολή, διαπιστώθηκε ότι ο ναός ήταν κτισμένος στη θέση του σημαντικού ελληνιστικού μνημείου.

Τον Ιούνιο του 1943 λοιπόν, προκειμένου να ανασκαφεί και να αναδειχθεί το αρχαιότερο ιερό, αποφασίστηκε η μεταφορά και αναστήλωση του ερειπωμένου ναού στο ΒΔ τμήμα της Χώρας, στη θέση όπου βρίσκεται σήμερα. Τότε διαμορφώθηκε το φράγμα του πρεσβυτερίου, σύμφωνα με το καθολικό τυπικό, διανοίχθηκε το τετράγωνο παράθυρο επί της νότιας όψης και έγινε η προσθήκη του θόλου και του λιτού κωδωνοστασίου, επίσης επί της νότιας όψης.

Το 1947, μετά την ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου στην Ελλάδα, ο μητροπολίτης Κώου Εμμανουήλ Καρπαθίου, αφιέρωσε το ναό στον Αγ. Ιωάννη το Ναύκληρο, και ο Δήμος Κω, μετά από σχετικό αίτημα του Μητροπολίτη, μετονόμασε την οδό που οδηγεί σε αυτόν σε οδό Ναυκλήρου. Στις 24 Ιουνίου του ίδιου έτους τελέστηκε για πρώτη φορά εορταστική λειτουργία προς τιμήν της μνήμης του Κώου Νεομάρτυρα.

Το έργο μεταφοράς & αναστήλωσης του μνημείου, το 1943

Το έργο που το 1943 ανέλαβε η διεπιστημονική ομάδα, ιταλών αρχιτεκτόνων και αρχαιολόγων, αφορούσε τη μεταφορά και την αναστήλωση του ερειπωμένου μνημείου σε νέα θέση, όπως αναφέρθηκε, προκειμένου να αφεθεί ελεύθερο το σημείο για περαιτέρω ανασκαφικές εργασίες. Η πρακτική που ακολουθήθηκε τόσο για τη μεταφορά του όσο και την αναστήλωσή του, γίνεται αντιληπτή σήμερα, χάρη στα ίχνη που η ιταλική διεπιστημονική ομάδα έχει, έντεχνα, αφήσει, όπως θα δούμε παρακάτω. Θα λέγαμε πως πρόκειται για δυο μεθόδους που διακρίνονται για την ευαισθησία τους απέναντι στο μνημείο, που είναι σαφώς επιστημονικές και μάλιστα, απολύτως συμβατές ακόμα ως προς και τις σύγχρονες, αυστηρότερες, πρακτικές που αφορούν τα μνημεία.

Η μεταφορά, λοιπόν, του μνημείου προέβλεπε την αποσυναρμολόγηση και έπειτα ξανά τη συναρμολόγησή του -εκ θεμελίων- στη νέα θέση. Προϋπόθεση για ένα τέτοιο εγχείρημα ήταν η εξαντλητικά σχολαστική του αποτύπωση, στην έκταση, φυσικά, που σωζόταν. Συγκεκριμένα, ο ναός αποτυπώθηκε λίθο προς λίθο και στη συνέχεια οι λίθοι αριθμήθηκαν, προκειμένου, κατά τη συναρμολόγηση, να ξαναβρούν τη θέση τους στο κτήριο. Η αρίθμηση αυτή, η οποία σκόπιμα αφέθηκε, για επιστημονικούς λόγους, και μετά το πέρας των εργασιών, διακρίνεται έως σήμερα σε ορισμένους λίθους από το εσωτερικό του ναού.

Το έργο, αφετέρου, της αναστήλωσης του ερειπωμένου μνημείου προέβλεπε, μεταξύ άλλων, την τεκμηριωμένη συμπλήρωσή του. Δηλαδή, προέβλεπε να γίνει με τέτοιο τρόπο η συμπλήρωση ώστε να διακρίνεται η αυθεντική τοιχοποιία από τη νεότερη τοιχοποιία συμπλήρωσης των ιταλών αρχιτεκτόνων αναστηλωτών. Αυτό επετεύχθη με ένα απλό αλλά ευφυές τέχνασμα: Η συμπλήρωση επί της σωζόμενης αυθεντικής τοιχοποιίας θα γινόταν με τους νεότερους λίθους να τοποθετούνται σε μικρή εσοχή. Αυτή η διακριτική πατούρα, των 3cm περίπου, εξωτερικά του κτηρίου, περιμετρικά και στις τέσσερις όψεις του, περνά μάλλον απαρατήρητη με την πρώτη ματιά, επιτρέποντας την πρόσληψη του κτηρίου ως συνόλου, όπως άλλωστε είναι ο κύριος σκοπός κάθε αναστηλωτικού έργου. Γίνεται όμως αντιληπτή σε μια δεύτερη, πιο σχολαστική, «ανάγνωση». Με αυτό το τέχνασμα, πιστοποιείται η αυθεντικότητα του μνημείου έναντι των νεότερων επεμβάσεων αλλά τροφοδοτείται και ο απαιτητικός επισκέπτης με κάποια απαραίτητα συμπληρωματικά στοιχεία. Χάρη σε αυτά τα ίχνη, λοιπόν, μπορούμε σήμερα να διακρίνουμε την έκταση του σωζόμενου, μέχρι το 1943, ναού και από εκεί να συνάγουμε ορισμένα συμπεράσματα:

  • Αναγνωρίζοντας, λοιπόν, την έκταση του σωζόμενου τμήματος του κτηρίου, είμαστε σε θέση να κρίνουμε κατά πόσο η αναστήλωση στηρίχθηκε επί επαρκών στοιχείων. Πράγματι, όπως θα διαπιστώσει ο επισκέπτης, η έκταση του σωζόμενου τμήματος του ναού ήταν τέτοια ώστε να παρέχει στους αναστηλωτές επαρκή στοιχεία για τη συμπλήρωση και την αποκατάστασή του στην αρχική του μορφή.

  • Επιπλέον, μας δίδεται η δυνατότητα να αξιολογήσουμε ως σύγχρονες επιλογές οποιοδήποτε στοιχείο βρίσκεται εντός ή άνωθεν της νεότερης ζώνης, δλδ. της συμπληρωματικής τοιχοποιίας. Με τον τρόπο αυτό, οι ιταλοί αρχιτέκτονες αναλάμβαναν με θάρρος, θα μπορούσαμε να πούμε, την ευθύνη των αρχιτεκτονικών επιλογών τους. Τέτοια μορφολογικά στοιχεία που συναντούμε στο εν λόγω μνημείο είναι το τετράγωνο παράθυρο και το κωδωνοστάσιο επί του αναστηλωμένου τμήματος της νότιας όψης καθώς φυσικά και ο θόλος.

Παρατηρώντας σήμερα το κτήριο, γίνεται αντιληπτό ότι ο σκοπός της διεπιστημονικής ομάδας, που εργάστηκε για τη μεταφορά και την αναστήλωσή του, ήταν η απόδοση στο κοινό, κατ’ αρχήν, ενός μνημείου ικανού να λειτουργεί ως ναός. Ταυτόχρονα όμως γίνεται απολύτως σαφής και ο σκοπός της να αποδώσει ένα πρωτοποριακό επιστημονικό έργο, το οποίο όχι μόνο δε θα επισκιάζει ή θα στερεί από το αυθεντικό μνημείο την ιστορική του αξία αλλά αντίθετα, με έντεχνο τρόπο, θα του δίνει τη δυνατότητα να τη μεταδίδει το ίδιο στον επισκέπτη.

«Κάτοψη ναού. Σχέδιο Δ. Χάμψα»

Περιγραφή του ναού

Γενικών διαστάσεων 11,00μ. x 6,90μ., ανήκει στον τύπο του μονόχωρου θολοσκεπούς ναού και έχει χωροθετηθεί από τους ιταλούς αναστηλωτές αρχιτέκτονες, προσανατολισμένος αυστηρά προς την Ανατολή (σε απόκλιση μόλις 2ο προς το Νότο), νότια του κτηρίου της Αστυνομίας, βόρεια της οδού Ιπποκράτους, δυτικά του Ακταίου και ανατολικά της ανατολικής αρχαιολογική ζώνης, πλησίον του Αγ. Γεωργίου του Αρρεναγωγείου και της Παναγίας Γοργοεπηκόου.

Η σχεδόν ημι-κυλινδρική κόγχη του Ιερού φράσσεται εξωτερικά με ένα τρίπλευρο, το οποίο φέρει το τεταρτοσφαιρικό επιστέγασμα. Ψηλότερα ο θόλος, που στεγάζει τον κυρίως ναό σε μήκος 9,50μ., στηρίζεται επί δύο ζευγών αψίδων, ενός ζεύγους στον νότιο και ενός ζεύγους στον βόρειο τοίχο. Οι αψίδες είναι πληρωμένες με λιθοδομή, ώστε να γίνονται διακριτές μόνο από το εσωτερικό ενώ, κατά πάσα πιθανότητα, στην κόγχη που δημιουργούσαν φιλοξενούσαν κάποια εικονογράφηση.

Η κύρια είσοδος στο ναό γίνεται, μέσω μια δίφυλλης χαμηλής (1,20μ. x 1,85μ.), υπερυψωμένης κατά ένα ρίχτι θύρας, από το μέσον της Δυτικής όψης, ενώ μια στενότερη (1,00μ.) θύρα, ανοίγεται βοηθητικά και ισόπεδα με το εξωτερικό, στο δυτικό άκρο της Βόρειας όψης.

Ο φωτισμός του εσωτερικού γινόταν μόνο από ένα τετράγωνο άνοιγμα (πλευράς 50cm περίπου), ψηλά στην περιοχή του θόλου, επί της Δυτικής όψης και στον άξονα της κεντρικής θύρας, και φυσικά από τη σχισμή του Ιερού. Το τετράγωνο παράθυρο (πλευράς 90cm) επί της Νότιας όψης, έχει ανοιχθεί από τους ιταλούς αναστηλωτές στη νεότερη τοιχοποιία συμπλήρωσης.

Σε μεγάλη έκταση φαίνεται πως σώθηκαν η Ανατολική όψη, του Ιερού, (σχεδόν στο σύνολό της) και η Δυτική όψη (ολόκληρο το βορεινό της τμήμα και το νότιο τουλάχιστο μέχρι τη στάθμη του 1,60μ.) έναντι της Βόρειας (τουλάχιστο μέχρι τη στάθμη των 2,10μ.) και της Νότιας όψης (τουλάχιστο μέχρι τη στάθμη των 1,25μ.). Είναι κτισμένες κατά το πλινθοπερίκλειστο σύστημα, με εκτεταμένη χρήση και μαρμάρινων αρχιτεκτονικών μελών σε δεύτερη χρήση. Ιδιαίτερα, τα εντοιχισμένα στη Δυτική όψη μαρμάρινα αρχιτεκτονικά μέλη φέρουν περίτεχνο διάκοσμο. Η έμφαση που έχει δοθεί σε αυτή την όψη, της κεντρικής εισόδου, επιτείνεται με το πλήθος και των υπόλοιπων διακοσμητικών στοιχείων αλλά και με τη συμμετρική τοποθέτησή τους. Τέτοια στοιχεία είναι η διακοσμημένη και κάποτε εικονογραφημένη (όπως διακρίνεται από κάποια κατάλοιπα) βαθειά κόγχη, ακριβώς άνωθεν και στον άξονα της κεντρικής θύρας και οι δυο διακοσμημένες σημαιοθήκες, ψηλά και συμμετρικά εκατέρωθεν της κεντρικής θύρας.

Η αψίδα του Ιερού έφερε εικονογραφικό διάκοσμο σε τρεις ζώνες. Στη χαμηλότερη ζώνη εικονίζονταν έξι συλλειτουργούντες Ιεράρχες, στο μέσον η σκηνή της Κοινωνίας των Αποστόλων (Μετάληψη και Μετάδοση) και στο τεταρτοσφαίριο της αψίδας η παράσταση αποκαλυπτικού οράματος, από την οποία σώζονται μόνο τα γυμνά πόδια του Χριστού, επάνω σε φτερωτούς τροχούς. Το θέμα αυτό συνδέεται ενδεχομένως με τις δοξασίες που κυριαρχούσαν, κατά την περίοδο εκείνη, στο χριστιανικό κόσμο για την άφιξη του τέλους του κόσμου.

3 ΣΧΟΛΙΑ

  1. Υπέροχο άρθρο σας ευχαριστούμε πολυ.Ανυπομονούμε για το επόμενο.
    Συγχαρητήρια Κύριε Χάμψα!

  2. Yπέροχο άρθρο,δυστυχώς δεν γνωρίζουμε για τα μνημεία της Κώ.
    Χαίρομαι που ασχοληθήκατε, ανυπομονούμε για το επόμενο αρθρο σας.
    Συγχαρητήρια Κύριε Χάμψα!

  3. Αγαπητέ Δημήτρη, συγχαρητήρια,
    γιατί όπως λέει ένας καλός μου φίλος :
    «Ο κόσμος μόνο όταν μοιράζεσαι, υπάρχει».

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΑΝΩΝΥΜΑ Ή ΕΠΩΝΥΜΑ