Η ιστορία του, άγνωστου σε πολλούς, υδραγωγείου-μνημείου που παραγγέλθηκε από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Αδριανό – Διατρέχει οκτώ δήμους της Αττικής σε μήκος 24 χιλιομέτρων και αναγεννάται, με σκοπό να τροφοδοτήσει την πρωτεύουσα με ένα εκατ. κυβικά μέτρα νερό τον χρόνο αποκλειστικά για άρδευση
Την ποσότητα του 1.000.000 κ.μ. τον χρόνο εκτιμάται ότι θα φτάσει η εξοικονόμηση νερού για τους Αθηναίους εάν το Αδριάνειο Υδραγωγείο αξιοποιηθεί σε όλο το μήκος του. Αυτό σημαίνει -αν και φαντάζει εντελώς ασύλληπτο- ότι ένα αρχαίο έργο ύδρευσης, ηλικίας 1.863 ετών, το οποίο διασχίζει οκτώ δήμους της Αθήνας, από τις Αχαρνές έως το Κολωνάκι, καλύπτοντας μια απόσταση 24 χλμ., εξακολουθεί να έχει τη δυνατότητα μεταφοράς 1.000.000 κ.μ. νερού το έτος για κάθε χρήση εκτός από την πόση.
Ετσι, οπουδήποτε θα υπάρξει σύνδεση με το Αδριάνειο Υδραγωγείο η άντληση νερού για πότισμα, καθαρισμούς κ.λπ. θα υποκαταστήσει την κατανάλωση του πόσιμου νερού από το δίκτυο της ΕΥΔΑΠ. Μάλιστα, εκτός από την εξοικονόμηση του πολύτιμου στοιχείου -και ιδιαίτερα υπό συνθήκες λειψυδρίας λόγω της κλιματικής κρίσης– το μη πόσιμο νερό του Αδριάνειου Υδραγωγείου περιέχει συστατικά τα οποία είναι ωφέλιμα για την ανάπτυξη των φυτών.
Αντιθέτως, το πόσιμο νερό σπαταλάται στο πότισμα εφόσον έχει υποστεί καθαρισμούς και φιλτράρισμα με τεχνικές που εξουδετερώνουν τα πολύτιμα για τα φυτά ιχνοστοιχεία. Ωστόσο, εξίσου αξιοθαύμαστο με την αντοχή του αρχαίου ρωμαϊκού υδραγωγείου, τη μεγαλοφυή σχεδίαση και τη λειτουργικότητά του είναι το γεγονός ότι μεσολαβεί στον απολύτως φυσικό κύκλο του νερού στο περιβάλλον: βάσει της αρχής λειτουργίας του, το Αδριάνειο Υδραγωγείο υδρομαστεύει, όπως είναι ο τεχνικός όρος, δηλαδή συγκεντρώνει το νερό από τις φυσικές κοιλότητες, τα ποτάμια και τα ρέματα που συναντά -ή, μάλλον, συναντούσε- στη διαδρομή του.
Οταν οι χρήστες αντλούν ποσότητες για τις ανάγκες τους, ένα μέρος του νερού επιστρέφει στο έδαφος και, ιδανικά, εμπλουτίζει τον υπόγειο υδροφόρο ορίζοντα και, άρα, με κάποιον τρόπο καταλήγει ξανά στο υδραγωγείο. Στη μοντέρνα διάλεκτο, ο κύκλος του νερού αυτού του τύπου αποκαλείται «πρακτική κυκλικής/πράσινης οικονομίας» κ.λπ.
Δοκιμαστική παροχή
Προς το παρόν, όλο αυτό φαντάζει πολύ καλό για να είναι αληθινό. Ταυτόχρονα, όμως, είναι ήδη -έστω και εν μέρει- μια πραγματικότητα, όπως αποδεικνύει η πιλοτική επανενεργοποίηση ενός τμήματος του υδραγωγείου μήκους περίπου 4,5 χλμ., το οποίο διέρχεται από την κάτω πλευρά του Χαλανδρίου, κοντά στη λεωφόρο Κηφισίας.
Ως προς την προοπτική της συνολικής αξιοποίησής του, και στα 24 χλμ. των αγωγών του, η ΕΥΔΑΠ έχει εκπονήσει τη σχετική μελέτη. Βάσει αυτής και των αντίστοιχων υπολογισμών, προκύπτει ότι το όφελος για τα υδάτινα αποθέματα της πρωτεύουσας σε μια αλυσίδα οκτώ συνοικιών (Αχαρνές, Κηφισιά, Μεταμόρφωση, Ηράκλειο, Νέα Ιωνία, Χαλάνδρι, Νέο Ψυχικό, Αμπελόκηποι) θα ήταν της τάξης του 1.000.000 κ.μ. τον χρόνο.
Υπό αυτό το πρίσμα, θα έχει μεγάλο ενδιαφέρον πώς θα λειτουργήσει στην πράξη το εγχείρημα αναγέννησης του Αδριάνειου Υδραγωγείου. Από τον Μάρτιο του 2025 η ΕΥΔΑΠ θα ξεκινήσει τη δοκιμαστική παροχή μη πόσιμου νερού στους κατοίκους του Χαλανδρίου οι οποίοι εκδήλωσαν ενδιαφέρον και συνδέθηκαν με το δίκτυο που κατασκευάστηκε τους προηγούμενους μήνες συμπληρωματικά και παράλληλα με τον αγωγό του Αδριάνειου.
Μάλιστα, ο αρχικός σχεδιασμός ήταν για την εξυπηρέτηση περίπου 70 καταναλωτών. Ομως, η ανταπόκριση των ενδιαφερομένων υπήρξε θεαματική ανεβάζοντας τη ζήτηση στο υπερτριπλάσιο, κάτι που ανάγκασε την ΕΥΔΑΠ να ενισχύσει περαιτέρω τις συμπληρωματικές υποδομές προκειμένου να εξασφαλιστεί από τεχνικής άποψης η ομαλή λειτουργία του δικτύου μεταφοράς μη πόσιμου νερού στο Χαλάνδρι.
Το παράδειγμα του Χαλανδρίου
Πρωτοστατώντας στην αναγέννηση του Αδριάνειου Υδραγωγείου, το Χαλάνδρι πρωτοπορεί, καθώς αξιοποιεί ένα αρχαίο μνημείο όχι ως τουριστικό αξιοθέατο, όπως είναι το σύνηθες, αλλά για ένα εγχείρημα ολιστικής, πράσινης αστικής ανάπτυξης με όρους βιωσιμότητας και με έμφαση στη συμμετοχή της τοπικής κοινότητας σε κάθε πτυχή του έργου – από τον σχεδιασμό έως την προβολή του και την ιστορική τεκμηρίωση.
Με κεντρικό άξονα και αφετηρία την επανενεργοποίηση του Αδριάνειου, αναπτύχθηκε μια ποικιλία δράσεων πολιτισμού με την ευρεία έννοια, ξεκινώντας από τη διαχείριση της υδροδότησης από την ίδια την κοινωνία του τοπικού δήμου, τις αναπλάσεις χώρων πέριξ των έργων της ΕΥΔΑΠ και του υδραγωγείου και φτάνοντας έως τη διοργάνωση εκδηλώσεων, φεστιβάλ κ.λπ.
Εκτελώντας το Project Cultural HIDRANT και αντλώντας πόρους από την Ευρωπαϊκή Ενωση, ο Δήμος Χαλανδρίου ανέδειξε την ανάσταση του Αδριάνειου Υδραγωγείου σε παγκόσμιο πρότυπο, σε διεθνές case study καινοτομίας. Οπως εξηγεί στο «ΘΕΜΑ» ο κ. Χρήστος Γιοβανόπουλος, υπεύθυνος του προγράμματος Project Cultural HIDRANT, «η επανένταξη του Αδριάνειου Υδραγωγείου στην καθημερινή ζωή των Χαλανδραίων για τις ανάγκες τους σε μη πόσιμο νερό είναι πολλαπλά σημαντική.
Κατ’ αρχάς, αποκαθίσταται πλέον ο κύκλος του νερού, το οποίο έως την παρέμβαση της ΕΥΔΑΠ στο Χαλάνδρι απλώς κατέληγε στη θάλασσα, χωρίς να αξιοποιηθεί καθόλου στη διαδρομή του, σχηματικά από την Πάρνηθα έως τη Δεξαμενή στο Κολωνάκι (αν και πρακτικά το Αδριάνειο λόγω ζημιών σε τουλάχιστον τρία σημεία του δεν είναι ενιαίο)». Πλέον, όμως, τουλάχιστον οι κάτοικοι του Χαλανδρίου και ενδεχομένως στο μέλλον οι δημότες των υπόλοιπων επτά Αδριάνειων Δήμων αντιλαμβάνονται ότι έχουν τη δυνατότητα να συμβάλουν στην εξοικονόμηση υδάτινων πόρων χρησιμοποιώντας το μη πόσιμο νερό για να ποτίσουν τα δέντρα στον κήπο τους, για το πλύσιμο χώρων κ.λπ.
Ο κ. Γιοβανόπουλος αναφέρει επίσης ότι «είναι αξιοσημείωτο ότι υπάρχουν δίκτυα μη πόσιμου νερού σε πολλές πόλεις στην Ευρώπη – και όχι μόνο. Στο Παρίσι, για παράδειγμα, το μη πόσιμο νερό χρησιμοποιείται από τον τοπικό δήμο για εργασίες ποτίσματος και καθαρισμών. Στο Χαλάνδρι όμως, για πρώτη φορά παγκοσμίως, δίνεται η δυνατότητα να το χρησιμοποιήσουν οι δημότες.
Μάλιστα, το παράδειγμα του Χαλανδρίου έχει προσελκύσει το ενδιαφέρον τουλάχιστον 15 πόλεων από όλη την Ευρώπη ώστε να υπάρξει μεταφορά της δικής μας τεχνογνωσίας, της μεθοδολογίας που εφαρμόσαμε στο Αδριάνειο, σε μέρη όπου υπάρχουν παλαιότερες εγκαταστάσεις παροχής μη πόσιμου νερού. Στο Χαλάνδρι θα φιλοξενήσουμε εκπροσώπους από πόλεις στην Ισπανία, στην Πορτογαλία, στη Σερβία, στο Βέλγιο, αλλά και από την πρωτεύουσα της Ιταλίας, τη Ρώμη, στο πλαίσιο του πρώτου Εργαστηρίου Πολιτικής για τη διαχείριση πολιτισμικών και φυσικών πόρων, υπό την αιγίδα του προγράμματος European Urban Initiatives, το οποίο συγχρηματοδοτείται από την Ε.Ε.».
Η καθαυτό υδροδότηση των Χαλανδραίων από το Αδριάνειο Υδραγωγείο θα γίνεται με δύο τρόπους, τον άμεσο και τον έμμεσο. Οσα ακίνητα βρίσκονται σε μικρή απόσταση από τους αγωγούς θα συνδέονται απευθείας με τις προβλεπόμενες σωληνώσεις. Οι καταναλωτές σε πιο απομακρυσμένα σημεία του δήμου θα προμηθεύονται το μη πόσιμο νερό απο τις δύο υδροφόρες που έχει προμηθευτεί ο Δήμος Χαλανδρίου για τον συγκεκριμένο σκοπό.
Τη διαχείριση της διανομής θα αναλάβει η Αδριάνειος Κοινότητα Χαλανδρίου, μια επιτροπή επί της ουσίας που απαρτίζεται από τους ίδιους τους δημότες και συγκροτήθηκε εξεπιτούτου, σε συνεργασία με έναν συνεταιρισμό ειδικού σκοπού, επίσης από κατοίκους της περιοχής, πιθανότατα Ρομά, οι οποίοι θα εκτελούν τα δρομολόγια για τη διανομή του νερού στις δεξαμενές των καταναλωτών. Η απροσδόκητα μεγάλη ζήτηση εκ μέρους των κατοίκων ανέβασε την προβλεπόμενη παροχή του δικτύου από τα 25.000 στα 80.000-90.000 κ.μ. τον χρόνο.
Το έργο αναβίωσης του Αδριάνειου Υδραγωγείου, ειδικά και αποκλειστικά εντός των ορίων του Χαλανδρίου, έχει ολοκληρωθεί από την ΕΥΔΑΠ. Για τις αμιγώς τεχνικές εργασίες δαπανήθηκε 1,2 εκατ. ευρώ, ενώ το κόστος για τις αναπλάσεις πέριξ της διαδρομής του υδραγωγείου ανήλθε σε 5,5 εκατ. ευρώ.
Το όραμα
Ωστόσο, η ένταξη του εγχειρήματος στο κατάλληλο πρόγραμμα της Ε.Ε. έχει τη δική της, ξεχωριστή ιστορία. Η αρχική ιδέα για την επανάχρηση του αρχαίου υδραγωγείου ήταν κάτι που συζητιόταν για αρκετά χρόνια, όμως η πρωτοβουλία για να κινηθούν τα κατάλληλα γρανάζια πιστώνεται κατεξοχήν σε έναν άνθρωπο του Δήμου Χαλανδρίου, τον πρώην αντιδήμαρχο Κώστα Γερολυμάτο.
Το 2019 ο δήμος συνέταξε μια πρόταση προκειμένου το έργο για την επανενεργοποίηση του υδραγωγείου να υπαχθεί στο πρόγραμμα Cultural HIDRANT. Ο ελληνικός φάκελος ήταν ένας από τους 11 -από τους συνολικά 222- που επέλεξε ο αρμόδιος φορέας της Ε.Ε. για τις Αστικές Καινοτόμες Δράσεις, ο οποίος διαχειρίζεται πόρους από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης.
Μολονότι ο Δήμος Χαλανδρίου ανέλαβε τη συνολική εποπτεία και ευθύνη για το πρόγραμμα, η πρότασή του είχε συνδιαμορφωθεί με επτά ακόμη εταίρους, την ΕΥΔΑΠ, τον Συνεταιρισμό Εργαζομένων Commonspace, το αρχιτεκτονικό γραφείο Θ. Παπαγιάννης & Συνεργάτες, το Μεσογειακό Ιδρυμα για τη Φύση και τον Ανθρωπο (MedINA), την ΑΜΚΕ «Οχι Παίζουμε – Urban Dig», την Εφορεία Αρχαιοτήτων Ανατολικής Αττικής και το Ινστιτούτο Περιφερειακής Ανάπτυξης του Πάντειου Πανεπιστημίου, μαζί με τη συμβολή δύο τοπικών συλλογικοτήτων. Στην πορεία υπήρξε συνεργασία επίσης με 12 σχολεία όλων των βαθμίδων της περιοχής, με συλλόγους γονέων κ.λπ.
Το όραμα των Χαλανδραίων δεν περιοριζόταν στην επανάχρηση του Αδριάνειου Υδραγωγείου, αλλά στην ενσωμάτωσή του σε όσο το δυνατόν περισσότερες πτυχές της καθημερινότητας των πολιτών, καθώς και στον σημερινό αστικό ιστό της πόλης. Ο κ. Γιοβανόπουλος επισημαίνει σχετικά: «Η προσέγγιση αυτή διαφέρει από την απλή ανάδειξη του Αδριάνειου Υδραγωγείου ως μνημείου, ως τουριστικής ατραξιόν και πόλου έλξης επισκεπτών στην πόλη.
Απεναντίας, οι αστικές αναπλάσεις που σχεδιάστηκαν και έχουν κατά το πλείστον υλοποιηθεί, οι μεγαλύτερες που έχουν γίνει ποτέ στο Χαλάνδρι, συνολικής έκτασης 21.500 τ.μ., αποσκοπούν στη βελτίωση της ζωής των κατοίκων μέσω: 1) της δημιουργίας νέων κοινόχρηστων πράσινων χώρων, 2) της επέκτασης της πράσινης ζώνης και περιπατητικής διαδρομής της Ρεματιάς, 3) της σύνδεσης της περιοχής του Συνοικισμού με το κέντρο της πόλης μέσω μιας συνεχούς ζώνης πεζοπορίας, 4) της χρήσης του υγρού και πράσινου στοιχείου για τη δημιουργία μικροκλίματος ως μια συμβολή στην αντιμετώπιση του φαινομένου του θερμοκηπίου. Επίσης, η ιστορική ανάδειξη του -αφανούς, αφού είναι υπόγειο- Αδριάνειου Υδραγωγείου επεκτείνεται πέρα από τον χαρακτήρα του ως αρχαίου μνημείου. Προσεγγίζεται ως συλλογική κληρονομιά μέσα από την καταγραφή της παρουσίας του στην πρόσφατη και παλαιότερη ζωή του Χαλανδρίου και των σχέσεων των κατοίκων της πόλης με αυτό».
Ιστορία 19 αιώνων
Η επιθυμία του Ρωμαίου αυτοκράτορα Αδριανού (117-138 μ.Χ.) ήταν να εξασφαλίσει την πολυτέλεια των λουτρών για τους αριστοκράτες της Αθήνας. Γι’ αυτό και παρήγγειλε την κατασκευή ενός υδραγωγείου, η οποία άρχισε επί των ημερών του, αλλά ολοκληρώθηκε από τον διάδοχό του, τον Αντωνίνο Ευσεβή (138-161 μ.Χ.).
Κατασκευαστικά, η κεντρική αρτηρία του Αδριάνειου Υδραγωγείου αποτελείται από μια υπόγεια σήραγγα λαξευμένη στο φυσικό έδαφος, ύψους περίπου 1,20-1,60 μ. και πλάτους 50 εκατοστών. Το έργο κατασκευάστηκε με τη διάνοιξη 465 φρεατίων κατά μήκος της χάραξης, με μέγιστη διάμετρο 1,40 μ. και βάθος από 10 έως 42 μέτρα. Ο κύριος άξονας του υδραγωγείου άρχιζε από τη λεγόμενη «κεκλιμένη στοά» στην περιοχή του σημερινού Ολυμπιακού Χωριού στον Δήμο Αχαρνών και κατέληγε στη Δεξαμενή, επί της ομώνυμης πλατείας στο Κολωνάκι.
Η χάραξή του ακολούθησε την πιο ήπια από πλευράς υψομετρικών μεταβολών διαδρομή και λειτούργησε κυρίως μαστεύοντας -δηλαδή αντλώντας με φυσικό τρόπο- νερό από τα υδροφόρα στρώματα του εδάφους και δευτερευόντως μεταφέροντας νερό από ορισμένες πηγές στους πρόποδες της Πάρνηθας. Το υδραγωγείο ενισχυόταν επίσης από αρκετά παράπλευρα ρέματα κατά μήκος της διαδρομής του.
Μετά την κατασκευή του λειτούργησε επί μερικές εκατοντάδες χρόνια, έως ότου εγκαταλείφθηκε. Τέθηκε ξανά σε λειτουργία μετά την ίδρυση του ελεύθερου ελληνικού κράτους και τη μεταφορά της πρωτεύουσας στην Αθήνα το 1847 προκειμένου να αντιμετωπιστεί το έντονο πρόβλημα ύδρευσης της πόλης. Ακολούθως, ανάμεσα στο 1870 και το 1931 πραγματοποιήθηκαν διαδοχικοί καθαρισμοί και επισκευές, κυρίως στο τελευταίο τμήμα του, με την εγκατάσταση μεταλλικών αγωγών.
Το Αδριάνειο Υδραγωγείο αποτέλεσε την κύρια πηγή ύδρευσης της Αθήνας έως το 1931, όταν και ολοκληρώθηκε το φράγμα του Μαραθώνα -αν και παρέμεινε σε επικουρική χρήση ως τα μέσα της δεκαετίας του 1970. Και αφού περιέπεσε ξανά σε αχρησία, τα έργα για το Ολυμπιακό Στάδιο της Αθήνας, το μετρό κ.λπ. το τραυμάτισαν βαριά, πλην όμως, όπως αποδεικνύεται, όχι θανάσιμα.
Αρχαιολογικός θησαυρός: Αποκαλύπτονται τα μυστικά του Ερμή με την εντυπωσιακή κορμοστασιά στην Αθήνα των ρωμαϊκών χρόνων
Τι φανερώνουν τα ευρήματα που εντοπίστηκαν στους πρόποδες του Ιερού Βράχου αναφορικά με τη λατρεία του αγγελιαφόρου των θεών, αλλά και τι μας αποκαλύπτουν για τον νεοπλατωνιστή φιλόσοφο ιδιοκτήτη της περίφημης οικίας την οποία φαίνεται ότι κοσμούσε
Μια σειρά θησαυροί -ένας πανέμορφος Ερμής τύπου Ludovisi, από τα πιο ξεχωριστά ρωμαϊκά αγάλματα, διάφορα θραύσματα γλυπτών που μάλλον προέρχονται από το ίδιο άγαλμα, λύχνοι κλασικής περιόδου, αλλά και σπαράγματα ειδωλίου ήρθαν πρόσφατα στο φως, σε πολύ μικρή απόσταση από το Ηρώδειο.
Εκτός από την ομορφιά του το άγαλμα, όπως και τα άλλα ευρήματα, φαίνεται να αποκαλύπτουν πολλά στοιχεία για την Αθήνα της Υστερης Αρχαιότητας και να αποτελούν την αρχή μιας διευρυμένης ανασκαφικής δραστηριότητας, που προέκυψε τυχαία, κατά τη διάρκεια εργασιών του φυσικού αερίου στην περιοχή.
Η θέση που βρέθηκαν παραπέμπει, σύμφωνα με τις μέχρι τώρα ενδείξεις, και κατά τις δηλώσεις της Ελένης Κουντούρη, στην περίφημη Οικία του Πρόκλου, αυτή την πολυτελή οικία που, σύμφωνα με τον Θέμελη, τον Μαρινάτο και σχετική δημοσίευσή του στα Αρχαιογνωστικά, «λειτουργούσε ανελλιπώς από τις αρχές τουλάχιστον του 5ου μ.Χ. Αιώνα, ως το σημαντικότερο διδακτήριο των νεοπλατωνικών της Αθήνας».
Ερμής τύπου Ludovisi
Η ομορφιά του Ερμή να κείτεται ανάμεσα στα χώματα σαν ένας θεός που ξαναζωντανεύει κάτω από τον αττικό ουρανό, πραγματικά κλέβει την παράσταση ανάμεσα στα υπόλοιπα ευρήματα: έχοντας διατηρηθεί σε καλή κατάσταση μαρτυρά την επιβλητική πολυτέλεια της οικίας που τον φιλοξενούσε.
Ως γνωστόν, οι Ρωμαίοι από τα επιφανή κοινωνικά στρώματα αρέσκονταν να διακοσμούν τις οικίες τους με εντυπωσιακά αγάλματα, τα οποία στην πλειονότητά τους ήταν αντίγραφα γνωστών αρχαίων αγαλμάτων της αρχαιότητας.
Ειδικά ο Ερμής τύπου Ludovisi λέγεται ότι ήταν αντίγραφο του αγάλματος που είχε φιλοτεχνήσει ο Φειδίας και δέσποζε, σύμφωνα με τις αναφορές του Παυσανία, στο εσωτερικό του Nαού του Ισμηνίου Απόλλωνα στη Θήβα.
Χαρακτηριστική είναι η εντυπωσιακή του κορμοστασιά με τα μακριά πόδια και τους φαρδείς θωρακικούς μύες, αλλά και η καλογραμμωμένη κοιλιά που προσιδιάζουν στα αγάλματα αυτού του τύπου.
Το κεφάλι είναι ελαφρώς κεκλιμένο προς τα κάτω και το οβάλ του πρόσωπο, το οποίο είναι μελαγχολικό, όπως είθισται σε αυτή την πλαστική έκφραση του Ερμή, πλαισιώνεται από μπούκλες.
Στο χέρι του κρατάει το εμβληματικό κηρύκειο, από το οποίο αναγνωρίζουμε την ταυτότητά του, όπως και από τα φτερωτά σανδάλια και ο φτερωτός πέτασος στο κεφάλι.
Επίσης, στα αγάλματα αυτά παρατηρούμε μια χαρακτηριστικά ελαφρά κλίση και είθισται γύρω από το χέρι του να υπάρχει τυλιγμένη μια χλαμύδα. Το νόημα του γλυπτού εξακολουθεί, ωστόσο, να είναι προβληματικό.
Ορισμένοι μελετητές ερμηνεύουν τον Ερμή τύπου Ludovisi ως αναπαράσταση του «Ερμή Λόγιου» ή θεού της ευγλωττίας -στα ελληνιστικά χρόνια κυριαρχούσε αυτή η μορφή του Ερμή ως Λόγου-, ενώ άλλοι υποστηρίζουν ότι αποτελεί αναπαράσταση του Ερμή Ψυχοπομπού, του οδηγού των ψυχών στον Κάτω Κόσμο.
Η χρονολόγησή του, πάντως, είναι στον 5ο αιώνα μ.Χ, οπότε μας κάνει να πιστεύουμε ότι προέρχεται από την οικία του Πρόκλου, που ήταν την ίδια περίοδο.
Οσο για την προέλευση του τύπου Hermes Ludovisi, από όπου τα αντίγραφα αυτά αντλούν το όνομά τους, εντοπίζεται στο Αντζιο της Ιταλίας.
Ο αθηναϊκός Ερμής, αυτού του τύπου, που ήρθε στο φως μια όμορφη μέρα στη συμβολή των οδών Ερεχθείου και Καλλισπέρη, λίγο πιο πέρα από την Ακρόπολη, ενδέχεται να στόλιζε την οικία του Πρόκλου και να μας αποκαλύψει, μαζί με τους υπόλοιπους θησαυρούς που το συνόδευαν, πολλά στοιχεία όχι μόνο για το περίφημο αυτό νεοπλατωνικό διδακτήριο, αλλά και για την Αθήνα της εποχής εκείνης.
Βρέθηκε σε καλή κατάσταση, τοποθετημένος αριστοτεχνικά εντός κατασκευής κτισμένης από ορθογώνιες πλίνθους και ενδέχεται να ήταν ένα από τα πιο πολύτιμα αγάλματα αυτής της «λαμπρής αθηναϊκής συνοικίας της Υστερης Αρχαιότητας», όπως δήλωσε χαρακτηριστικά και η κυρία Κουντούρη, κυρίαρχος ιδιοκτήτης της οποίας ήταν ο Πρόκλος.
Ο τελευταίος των νεοπλατωνικών φιλοσόφων δεν λάτρευε, όμως, μόνο τον θεό Ερμή, αλλά και τον γλύπτη Φειδία, δηλώνοντας ότι ήταν από τους πρώτους που έκλαιγαν στις κλειστές θύρες της Ακρόπολης, μετά την εντολή του Βυζαντινού Αυτοκράτορα, στα χρόνια του Θεοδοσίου του Β’.
Η σημασία της περίφημης «Οικίας Χ»
Έπρεπε να περάσει ένας αιώνας από τότε που οι δύο σπουδαίοι αρχαιολόγοι, ο επιμελητής αρχαιοτήτων Γιώργος Δοντάς και ο βοηθός του Εφόρου της Ακρόπολης Γιάννης Μηλιάδης, εντόπιζαν στην τοποθεσία Μακρυγιάννη μια έπαυλη την οποία ταύτισαν με την οικία του Πρόκλου.
Και σε αυτή την περίπτωση η υστερορωμαϊκή έπαυλη εντοπίστηκε, όπως και τα σημερινά κατάλοιπα, τυχαία κατά την περίοδο ανασκαφικών εργασιών για την αποπεράτωση της Διονυσίου Αρεοπαγίτου.
Είναι το σπίτι που όπως καταθέτει σε σχετικό δημοσίευμα ο αείμνηστος αρχαιολόγος και διευθυντής των ανασκαφών αρχαίας Μεσσήνης Πέτρος Θέμελης, έσπευσε να χρίσει, σύμφωνα με τους θρύλους, δεύτερο σπίτι της η ίδια η θεά Αθηνά μετά το κλείσιμο της Ακρόπολης.
Σύμφωνα με τις μαρτυρίες που αποκαλύπτει ο Θέμελης, η γαλανομάτα θεά εμφανίστηκε στον ύπνο του νεοπλατωνικού φιλόσοφου, του τελευταίου ίσως πιστού της, και του είπε στο αυτί ότι θα ήθελε να κατοικήσει σπίτι του.
«Ο Πρόκλος δέχθηκε, φαντάζομαι, ασμένως τη συγκατοίκηση – άλλωστε η θέληση της θεάς ήταν απολύτως σεβαστή και δεν επιδεχόταν αντιρρήσεις. Η εξαίρετη κατοικία (η αρμοδιοτάτη οίκησις) του Πρόκλου, όπου στεγάστηκε η θεά, σύμφωνα με τη μαρτυρία του μαθητή και βιογράφου του Μαρίνου, βρισκόταν κοντά στο επιφανές Ασκληπιείο και το θέατρο του Διονύσου και ήταν ορατή από την Ακρόπολη και τον Ναό της θεάς Αθηνάς, έκανε μάλιστα ιδιαιτέρως αισθητή την παρουσία της από εκεί ψηλά», γράφει χαρακτηριστικά το δημοσίευμα που επιμελήθηκε ο Θέμελης στα Αρχαιολογικά.
Η «Οικία Χ», όπως ήταν το επικρατέστερο όνομά της, δεν θεωρήθηκε τυχαία ένα πολύ σημαντικό διδακτήριο και είναι πραγματικά κρίμα που αποκαλύφθηκε μόνο το βόρειο κομμάτι της, επειδή όλο το υπόλοιπο ήταν χτισμένο με κατοικίες!
Η μεγάλη αίθουσα που εντοπίστηκε στο βόρειο τμήμα, η οποία κατέληγε σε μια αψίδα που καλυπτόταν από ψηφιδωτά και διακοσμητικά σχήματα, ήταν μια ένδειξη ότι πρόκειται για ένα κτίριο στο οποίο σύχναζαν μικρές ομάδες ανθρώπων και άρα είχε την πιθανή χρήση διδακτηρίου.
Το ίδιο θα μπορούσαν να θεωρηθούν και οι θάλαμοι που πλαισίωναν το κεντρικό δωμάτιο και «σχετίζονταν με τα βαλανεία, τα οποία άλλοτε εντάσσονταν στην έπαυλη και άλλοτε αποτελούσαν αυτοτελή συγκροτήματα δημόσια ή ιδιωτικού χαρακτήρα», σύμφωνα με τη δημοσίευση της αρχαιολόγου Ελένης Μπάνου και της Κλειώς Τσόγκα για τις «Φιλοσοφικές Σχολές της Υστερης Αρχαιότητας στην Αθήνα: Τα υλικά κατάλοιπα».
Εκεί διαβάζουμε πως οι επαύλεις αυτές «περιελάμβαναν μια τουλάχιστον αψιδωτή αίθουσα, δηλαδή έναν ευρύχωρο ορθογώνιο χώρο με ημικυκλική τη μια (στενή) πλευρά, που βρισκόταν στη σημαντικότερη πτέρυγα της οικίας και είχε συνήθως είσοδο από την κεντρική αυλή.
Η αψιδωτή αίθουσα, κοινό χαρακτηριστικό των επαύλεων της Υστερης Αρχαιότητας σε πολλές επαρχίες της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας τόσο στην Ανατολή όσο και στη Δύση, θα μπορούσε να χρησιμοποιείται, ανάλογα με τις περιστάσεις, άλλοτε ως τρικλίνιο για την οργάνωση των επίσημων γευμάτων του ιδιοκτήτη και άλλοτε ως αίθουσα διδασκαλίας, καθώς διέθετε ικανό χώρο για τη διδασκαλία μιας ομάδας φοιτητών κατ’ οίκον. Στις αίθουσες αυτές αναγνωρίστηκαν (Franz 1988, 44-47) τα “ιδιωτικά θέατρα”, σύμφωνα με την περιγραφή του Ευνάπιου».
Πρόκειται για κάτι διαδεδομένο από τον 4ο μέχρι τον 6ο αι., οπότε απαγορεύτηκε συλλήβδην η φιλοσοφία από τον Ιουστινιανό στην Αθήνα, καθώς πολλοί σοφιστές συνήθιζαν να μετατρέπουν τις οικίες τους σε εκπαιδευτήρια.
Σε αυτές κυριαρχούσαν, κατά τα πρότυπα των μεγάλων θεάτρων, οι εντυπωσιακοί διάκοσμοι και τα επιβλητικά αγάλματα, ενώ κάποιες διέθεταν και εντυπωσιακές βιβλιοθήκες.
Οι διδάσκαλοι ήταν περίοπτοι φιλόσοφοι ρήτορες που είχαν μεγάλη κοινωνική επιφάνεια και μετέτρεπαν τα σπίτια τους σε μέρος «ευλογημένο» από τον Ερμή και τις μούσες σε τέτοιο βαθμό που κάποιες μαρτυρίες έλεγαν ότι έφταναν να θυμίζουν ιερά.
Αυτές συνιστούσαν τα κατεξοχήν «κέντρα παιδείας κοινωνικοποίησης του ρωμαϊκού κόσμου», σύμφωνα με ένα βιβλίο που μόλις κυκλοφόρησε με συγγραφέα τον ειδικό στην Αρχαιότητα και τον Ρωμαϊκό κόσμο Τσαρλς Φρίμαν, «Τα παιδιά της Αθηνάς» (Charles Freeman, The Children of Athena, Head Zeus). Ακριβώς επειδή εξέλιπαν οι δημόσιες συζητήσεις, όπως την κλασική περίοδο, οι διαλέξεις γίνονταν ιδιωτικά στα θέατρα των οικιών.
Τα άλλα ευρήματα
Οι ενδείξεις που έχουμε ότι εκεί εντοπίζεται η οικία του Πρόκλου προέρχονται ακριβώς από τις αρχικές ανασκαφές που έλαβαν χώρα τη δεκαετία του ’50 υπό την επίβλεψη των Δοντά – Μιλιάδη, οι οποίοι ταυτοποίησαν αυτές τις αίθουσες ως μέρη της περίφημης οικίας Πρόκλου, μέρος της οποίας φαίνονται να είναι και οι άρτι ανασκαφέντες θησαυροί.
Εκτός από την κεντρική αίθουσα και τις αψίδες αλλά και τις μικρότερες αίθουσες, στις ανασκαφές αυτές είχαν εντοπιστεί και άλλα πολύτιμα ευρήματα, όπως το εντοιχισμένο έκτυπο ανάγλυφο της Κυβέλης, ένα αναθηματικό προς τιμήν πιθανόν του Ασκληπιού (η θεότητα του οποίου λατρευόταν στην Αθήνα ακόμα και κατά τον εκχριστιανισμό), καθώς και η μαρμάρινη βάση επιτύμβιου αγάλματος που μάλλον χρησιμοποιούνταν ως τράπεζα προσφορών ή ως η βάση κάποιου άλλου αγάλματος.
Μαζί με αυτά βρέθηκαν κάποια ανάγλυφα που συναντά κανείς σήμερα στο Μουσείο της Ακρόπολης, με σημαντικότερο το επίγραμμα φιλοσοφικού περιεχομένου με τις λέξεις «σοφίην» και «βίοτον», που παραπέμπουν στο φιλοσοφικό κέντρο.
Επίσης, στην ίδια οικία βρέθηκε ένας τάφος χοίρου με κτερίσματα που μαρτυρά θησία σε ένα ζώο που θεωρούνταν άμεσα συνδεδεμένο με τις χθόνιες θεότητες και που παρατηρούνταν και κατά τα Ελευσίνια Μυστήρια.
Η εγκατάλειψη
Από τις ελάχιστες μαρτυρίες που έχουμε γύρω από τη λειτουργία της οικίας, είναι αυτή του Μαρίνου του Νεαπολίτη, στην οποία παρέπεμψαν τόσο οι δύο αρχαιολόγοι που την ταυτοποίησαν όσο και ο Θέμελης στο σχετικό του άρθρο: «Ο Πρόκλος απέφευγε πάντοτε να προκαλεί την προσοχή, για να μη δώσει ευκαιρία σε αυτούς που επιθυμούσαν να συνωμοτήσουν εναντίον του, και το σπίτι στο οποίο ζούσε ευνοούσε ακριβώς αυτόν τον χαρακτήρα.
Το σπίτι αυτό πέραν των άλλων του πλεονεκτημάτων, τού ήταν πολύ ευχάριστο, όχι μόνο διότι ήταν οικία του “πατέρα” του Συριανού και του προγόνου του, όπως τον αποκαλούσε, Πλουτάρχου, αλλά και επειδή γειτνίαζε με τον Ναό του Ασκληπιού, τον οποίον είχε κάνει διάσημο ο Σοφοκλής, και ήταν κοντά στον Ναό του Διονύσου και στο θέατρο και ήταν ορατό, ή έστω μπορούσε να το διακρίνει κανείς, από την Ακρόπολη των Αθηνών (Vita Procli, 29)». Η χρήση του «Οικίας Χ» σταμάτησε κατά τον 6ο αιώνα, μετά το κλείσιμο και την απαγόρευση λειτουργίας των φιλοσοφικών σχολών στην Αθήνα και σταδιακά εγκαταλείφθηκε.
Δεν αποκλείεται, κάποια από τα αγάλματα να εκχριστιανίστηκαν καθώς υπάρχουν ενδείξεις ότι η οικία καταλήφθηκε μετά τον Πρόκλο από Χριστιανούς, χωρίς, ωστόσο, να υπάρχουν μαρτυρίες για την καταστροφή της.
Αναμφίβολα οι θησαυροί που έρχονται στο φως από τη συγκεκριμένη οικία να μπορούν να λύσουν πολλές ανάλογες απορίες όχι μόνο αναφορικά με την ταυτότητά της, αλλά και για την Αθήνα της ελληνιστικής και ρωμαϊκής εποχής.